Thumbnail

 

Με­τά τον Β΄ Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο μια πα­γκό­σμια συ­ναί­νε­ση, που εκ­φρά­στη­κε και στη Δια­κή­ρυ­ξη των Δι­καιω­μά­των του Ανθρώ­που, κα­τα­δί­κα­σε τα βα­σα­νι­στή­ρια. Οι φι­λε­λεύ­θε­ρες δη­μο­κρα­τίες δή­λω­σαν κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κά ό­τι δεν α­νέ­χο­νται και δεν δια­πράτ­τουν βα­σα­νι­στή­ρια. Έτσι, έ­γι­ναν κομ­μά­τι ε­νός βάρ­βα­ρου πα­ρελ­θό­ντος, που εί­χε πα­ρέλ­θει προ πολ­λού. Βα­σα­νι­στή­ρια, μας έ­λε­γαν, συμ­βαί­νουν τώ­ρα μό­νο «αλ­λού», σε μέ­ρη ε­ξω­τι­κά και διε­φθαρ­μέ­να, σε δι­κτα­το­ρίες και ο­λο­κλη­ρω­τι­κά κα­θε­στώ­τα. Έγι­ναν, λοι­πόν, το με­γά­λο τα­μπού των κοι­νω­νιών μας, το ύ­ψι­στο η­θι­κό κρι­τή­ριο κυ­βερ­νή­σεων και πο­λι­τι­κών. Όπως ό­λα τα τα­μπού, τα βα­σα­νι­στή­ρια δη­μιουρ­γούν έ­να «ιε­ρό δέ­ος», μια α­πό­λυ­τη α­πα­γό­ρευ­ση που υ­ψώ­νει έ­να α­πό­λυ­το δια­χω­ρι­στι­κό τοί­χος με­τα­ξύ του δυ­τι­κού πο­λι­τι­σμέ­νου κό­σμου και των «α­πο­λί­τι­στων» άλ­λων.
 
Η συ­ναί­νε­ση αυ­τή δεν υ­πάρ­χει πια, ό­πως δεί­χνει η έ­ντο­νη δια­μά­χη για το φιλμ Zero Dark Thirty. Τα βα­σα­νι­στή­ρια ε­πέ­στρε­ψαν στο δη­μό­σιο διά­λο­γο, δια­χω­ρί­ζο­ντας τους φι­λε­λεύ­θε­ρους σε ι­δε­α­λι­στές και ρε­α­λι­στές. Συ­νέ­δρια η­θι­κής φι­λο­σο­φίας α­φιε­ρώ­νο­νται στα βα­σα­νι­στή­ρια - «σε ποιες συν­θή­κες ε­πι­τρέ­πε­ται η χρή­ση βα­σα­νι­στη­ρίων, εάν ξέ­ρου­με ό­τι μια «ω­ρο­λο­για­κή βόμ­βα» θα σκο­τώ­σει 50, 100 ή 1000 ά­το­μα;» εί­ναι έ­να προ­σφι­λές θέ­μα συ­ζή­τη­σης και συ­νο­δεύε­ται με α­νά­λο­γα υ­πο­θε­τι­κά σε­νά­ρια που νο­μι­μο­ποιούν τα βα­σα­νι­στή­ρια.
 
Για ποια η­θι­κό­τη­τα και νο­μι­μό­τη­τα;
 
Γνω­στοί νο­μι­κοί, ό­πως o Άλαν Ντέρ­σο­βι­τς, και φι­λε­λεύ­θε­ροι φι­λό­σο­φοι, ό­πως ο Μάι­κλ Ιγκνά­τιε­φ, συ­ζη­τούν την η­θι­κό­τη­τα ή τη νο­μι­μό­τη­τα των βα­σα­νι­στη­ρίων και εκ­πο­νούν λε­πτο­με­ρή σχέ­δια για το πώς θα μπο­ρού­σαν να νο­μι­μο­ποιη­θούν, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας π.χ. «ε­ντάλ­μα­τα βα­σα­νι­σμού», ή άλ­λα κα­θε­στώ­τα δι­κα­στι­κής ε­πι­τή­ρη­σης.1 Ο Μ. Ιγκνά­τιεφ εν­δια­φέ­ρε­ται για τη δια­βάθ­μι­ση των βα­σα­νι­στη­ρίων, ως μέ­ρος της στρα­τη­γι­κής του «μι­κρό­τε­ρου κα­κού»: «Η ε­πι­τρε­πό­με­νη ά­σκη­ση βίας θα μπο­ρού­σε να πε­ρι­λαμ­βά­νει μορ­φές στέ­ρη­σης ύ­πνου σε συν­δυα­σμό με πα­ρα­πλη­ρο­φό­ρη­ση και α­πο­προ­σα­να­το­λι­σμό (για πα­ρά­δειγ­μα με τη χρή­ση κου­κού­λας) που προ­κα­λούν άγ­χος».2 Ο Μπρους Άκερ­μαν, άλ­λος γνω­στός φι­λε­λεύ­θε­ρος φι­λό­σο­φος, δη­λώ­νει ό­τι εί­ναι κα­τά των βα­σα­νι­στη­ρίων, αλ­λά υ­πέρ της προ­λη­πτι­κής κρά­τη­σης υ­πό­πτων και ε­φαρ­μο­γής «συ­ντάγ­μα­τος έ­κτα­κτης α­νά­γκης» για πε­ριο­ρι­σμέ­νες χρο­νι­κές πε­ριό­δους και προ­βλέ­ψεις «ρή­τρες λή­ξης ι­σχύος τους».3
Η συ­ζή­τη­ση για την η­θι­κή και νο­μι­κή ρύθ­μι­ση των βα­σα­νι­στη­ρίων ά­να­ψε στην Αμε­ρι­κή και στη Βρε­τα­νία με τον «πό­λε­μο κα­τά της τρο­μο­κρα­τίας». Μας θύ­μι­σε κά­τι που εί­χα­με ξε­χά­σει την πε­ρίο­δο της «η­θι­κής στρο­φής», με­τά την πτώ­ση της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης και το «τέ­λος της ι­στο­ρίας». Πρα­κτι­κές που κα­τα­δι­κά­ζο­νταν οι­κου­με­νι­κά μέ­χρι πρό­σφα­τα και που, ό­πως μας έ­λε­γαν, εί­χαν σχε­δόν ε­ξα­φα­νι­στεί α­πό τη Δύ­ση εμ­φα­νί­στη­καν πά­λι και άρ­χι­σαν να δια­δί­δο­νται. Τα βα­σα­νι­στή­ρια ε­πέ­στρε­ψαν στα στρα­τό­πε­δα και τις φυ­λα­κές της Δύ­σης, με πιο γνω­στές πε­ρι­πτώ­σεις το Γκουα­ντά­να­μο και το Αμπού Γκράι­μπ. Ξέ­ρου­με, βέ­βαια, ό­τι η κα­τα­δί­κη της κα­κο­ποίη­σης ή­ταν πά­ντα πε­ρισ­σό­τε­ρο ρη­το­ρι­κή πα­ρά πραγ­μα­τι­κή. Αν τώ­ρα τα βα­σα­νι­στή­ρια γί­νο­νται α­πό δι­κούς μας αν­θρώ­πους ή α­πό ε­ξω­τε­ρι­κούς συ­νερ­γά­τες με α­νά­θε­σή και με τις μυ­στι­κές πτή­σεις που με­τα­φέ­ρουν τους υ­πό­πτους σε χώ­ρες, ό­που οι πρα­κτι­κές συ­νε­χί­ζο­νται χω­ρίς δι­σταγ­μούς και ντρο­πές, αυ­τό εί­ναι μι­κρής ση­μα­σίας. Μπο­ρεί οι βα­σα­νι­στές του Πι­νο­σέτ να εί­ναι μπά­σταρ­δοι, έ­λε­γε ο Κί­σι­ντζε­ρ, «αλ­λά εί­ναι οι δι­κοί μας μπά­σταρ­δοι», ό­πως ή­ταν και οι βα­σα­νι­στές της χού­ντας.
 
Το τα­μπού της δη­μό­σιας πα­ρου­σία­σης
 
Το τα­μπού των βα­σα­νι­στη­ρίων α­να­φε­ρό­ταν πε­ρισ­σό­τε­ρο στη δη­μό­σια τους πα­ρου­σία­ση πα­ρά στην τέ­λε­ση τους. Εφό­σον οι ε­φη­με­ρί­δες και η τη­λεό­ρα­ση δεν δη­μο­σιεύουν τα τραύ­μα­τα στο κε­φά­λι, το κα­μέ­νο χέ­ρι ή το σπα­σμέ­νο πό­δι, αν τα η­λεκ­τρο­σόκ και οι βια­σμοί μέ­νουν κρυ­φοί, τό­τε μπο­ρούν να συ­νε­χί­ζο­νται μια και εί­ναι α­πα­ραί­τη­τοι για την α­σφά­λεια μας. Όπως γρά­φει ο Ντά­ριους Ρε­γιά­λι, στη διάρ­κεια του ψυ­χρού πο­λέ­μου οι κυ­βερ­νή­σεις εί­χαν κά­νει μια άρ­ρη­τη συμ­φω­νία με τους λα­ούς τους να κρα­τά­νε τη βία μυ­στι­κή, χω­ρίς ση­μά­δια, κα­θα­ρή.4 Αυ­τό που τέ­λειω­σε, λοι­πόν, πρό­σφα­τα εί­ναι τα «κα­θα­ρά» βα­σα­νι­στή­ρια που δεν α­φή­νουν ση­μά­δι και φω­το­γρα­φίες. Η με­γά­λη το­μή έ­γι­νε με τη δη­μο­σίευ­ση των φω­το­γρα­φιών του Αμπού Γκράι­μπ. Πε­ρι­λάμ­βα­ναν πορ­νο­γρα­φι­κές ει­κό­νες, τον «ε­σταυ­ρω­μέ­νο» με τα η­λεκ­τρι­κά κα­λώ­δια, πρά­ξεις προ­σο­μοίω­σης, σεξ και φω­το­γρα­φίες νε­κρών σω­μά­των.
Οι πρώ­τες φω­το­γρα­φίες, ι­δίως οι φω­το­γρα­φίες γυ­ναι­κών, με πιο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή τη στρα­τιω­τί­να Λί­ντι Ίνγκλα­ντ, να ε­κτε­λούν πρά­ξεις σε­ξουα­λι­κής κα­κο­ποίη­σης, σό­κα­ραν και σκαν­δά­λι­σαν. Μια γυ­ναί­κα έ­κα­νε κά­τι που οι γυ­ναί­κες δεν κά­νουν. Η σα­δι­στι­κή η­δο­νή της Λί­ντι δη­μιούρ­γη­σε έ­ντο­νη η­δο­νο­βλε­πτι­κή ι­κα­νο­ποίη­ση. Σύ­ντο­μα, ό­μως, το σοκ έ­γι­νε οι­κείο. Το δια­δί­κτυο γέ­μι­σε με ει­κό­νες αν­δρών και γυ­ναι­κών που «το έ­κα­ναν ό­πως η Λί­ντι» και λε­πτο­με­ρείς ο­δη­γίες λέ­νε πώς γί­νε­σαι μια «Λί­ντι». Άλλες φω­το­γρα­φίες πά­λι εί­χαν μια α­τμό­σφαι­ρα κα­νο­νι­κό­τη­τας, κα­θώς οι στρα­τιώ­τες συ­μπλη­ρώ­νουν έ­ντυ­πα ή κό­βουν τα νύ­χια τους μπρο­στά σε γυ­μνούς κρα­τού­με­νους, κα­λυμ­μέ­νους με κου­κού­λες. Ο ι­στό­το­πος salon.com α­νέ­φε­ρε ό­τι «το DVD πε­ρι­λαμ­βά­νει ε­πί­σης ει­κό­νες με φύ­λα­κες που α­πει­λούν ι­ρα­κι­νούς κρα­τού­με­νους με σκυ­λιά, κρα­τού­με­νους με κου­κού­λες που ε­ξα­να­γκά­ζο­νται να αυ­να­νι­στούν, έ­να βί­ντεο που δεί­χνει έ­ναν ψυ­χι­κά δια­τα­ραγ­μέ­νο κρα­τού­με­νο να χτυ­πά­ει το κε­φά­λι του σε μια πόρ­τα και πε­ριέρ­γως πολ­λές φω­το­γρα­φίες σφαγ­μέ­νων ζώων».
 
Υπόρ­ρη­τη νο­μι­μο­ποίη­ση
 
Η Σι­μόν ντε Μπο­βουά­ρ, α­να­φε­ρό­με­νη στα βα­σα­νι­στή­ρια στην Αλγε­ρία, έ­γρα­φε ό­τι «το 1957 τα κα­ψί­μα­τα στο πρό­σω­πο, στα σε­ξουα­λι­κά όρ­γα­να, το ξε­ρί­ζω­μα των νυ­χιών, οι α­να­σκο­λο­πι­σμοί, τα ουρ­λια­χτά, οι σπα­σμοί με ε­ξόρ­γι­ζαν». Αλλά α­πό τον «μαύ­ρο Δε­κέμ­βρη του 1961, υ­πο­φέ­ρω, ό­πως φα­ντά­ζο­μαι και πολ­λοί α­κό­μα, α­πό τέ­τα­νο της φα­ντα­σίας. Συ­νη­θί­ζει κα­νείς»5 Η σε­ξουα­λι­κό­τη­τα, αλ­λά και η κα­νο­νι­κό­τη­τα που α­πο­πνέ­ουν οι φω­το­γρα­φίες του Αμπού Γκράι­μπ, οι διαρ­κείς α­να­φο­ρές σε ζώα και νε­κρά σώ­μα­τα, κα­τα­δει­κνύουν ό­τι αυ­τό που δια­κυ­βεύε­ται πη­γαί­νει πο­λύ πιο πέ­ρα α­πό τα κρα­τη­τή­ρια, τις φυ­λα­κές και τις αί­θου­σες βα­σα­νι­στη­ρίων.
Η υ­πόρ­ρη­τη νο­μι­μο­ποίη­ση των βα­σα­νι­στη­ρίων α­πό την κυ­βέρ­νη­ση, η υ­πο­βάθ­μι­ση των κρα­του­μέ­νων στο ε­πί­πε­δο του ζώου, ο αρ­χι­κός σκαν­δα­λι­σμός και η ε­πα­κό­λου­θη βα­ρε­μά­ρα της α­ντί­δρα­σης του κοι­νού, μας κά­νουν ό­λους συμ­μέ­το­χους. Πρό­κει­ται για την α­ντι­στρο­φή της θέ­σης της Χά­να Άρε­ντ, σχε­τι­κά με την κοι­νο­το­πία του κα­κού: το κα­κό για να εί­ναι α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό πρέ­πει να εί­ναι ταυ­τό­χρο­να ρι­ζι­κό και κοι­νό­το­πο. Οι πρά­ξεις δια­πράχ­θη­καν και οι φω­το­γρα­φίες δια­δό­θη­καν για το δι­κό μας κα­λό, ως μέ­ρος της στρα­τη­γι­κής της φα­ντα­σια­κής αυ­το­κρα­το­ρίας. Εμείς οι α­πλοί πο­λί­τες, που μι­σού­με τα βα­σα­νι­στή­ρια εί­μα­στε ο στό­χος της ε­πι­κοι­νω­νια­κής πο­λι­τι­κής, πρέ­πει να συ­νη­θί­σου­με τα κα­κά που γί­νο­νται για το κα­λό μας.
 
Έμμε­σος στό­χος το συλ­λο­γι­κό πνεύ­μα
 
Κά­τι α­νά­λο­γο έ­γι­νε με τις φω­το­γρα­φίες των τεσ­σά­ρων της Κο­ζά­νης. Ο Δέν­διας υ­πε­ρα­σπί­στη­κε την α­στυ­νο­μία λέ­γο­ντας ό­τι η χρή­ση του photoshop ή­ταν α­να­γκαία για να δια­σφα­λι­στεί ό­τι οι «ύ­πο­πτοι ή­ταν α­να­γνω­ρί­σι­μοι». Ακρι­βώς. Η δη­μο­σιο­ποίη­ση των φω­το­γρα­φιών, η με­γά­λη τους διά­δο­ση και «α­να­γνω­ρι­σι­μό­τη­τα», η προ­φα­νής και α­κραία πα­ρα­ποίη­ση του photoshop υ­πο­δη­λώ­νουν ό­τι πέ­ρα και πά­νω α­πό τη σύν­θλι­ψη των σω­μά­των, η α­να­πα­ρά­στα­ση και με­τά­δο­σή τους εί­ναι συ­να­κό­λου­θο και σκο­πός της κα­κο­ποίη­σης. Αν ο ά­με­σος στό­χος τους ή­ταν η σάρ­κα, ο έμ­με­σος εί­ναι το κοι­νω­νι­κό φα­ντα­σια­κό, το συλ­λο­γι­κό «πνεύ­μα». Σε τι πρέ­πει να συ­νη­θί­σου­με λοι­πό­ν; Το ό­φε­λος δεν εί­ναι τό­σο η υ­πε­ρά­σπι­ση της α­σφά­λειάς μας α­πό τρο­μο­κρά­τες, ό­σο η δη­μό­σια α­πει­κό­νι­ση και συ­νεί­δη­ση του τι ση­μαί­νει να εί­ναι κα­νείς άν­θρω­πος στην πε­ρίο­δο της κρί­σης. Η α­κραία στρα­τη­γι­κή της βιο­ε­ξου­σίας ο­ριο­θε­τεί το αν­θρώ­πι­νο μέ­σα α­πό πρά­ξεις α­κραίας α­παν­θρω­πιάς που δια­πράτ­το­νται ε­πί της γυ­μνής ζωής. Το κρα­τι­κό μο­νο­πώ­λιο της βίας παίρ­νει έ­τσι μια ά­γρια α­πο­τρό­παια μορ­φή που εγ­γρά­φε­ται ως πο­λι­τι­κά ορ­θή και κοι­νω­νι­κά α­πο­δε­κτή, ως κά­τι κοι­νό­το­πο, στο ο­ποίο πρέ­πει να συ­νη­θί­σου­με.
Έτσι, λοι­πόν, πέ­ρα και έ­ξω α­πό τα κί­νη­τρα και τις ε­νέρ­γειες των α­στυ­νο­μι­κών, η ε­πι­κοι­νω­νια­κή στρα­τη­γι­κή της κυ­βέρ­νη­σης α­πευ­θύ­νε­ται στη φα­ντα­σία ό­λων μας. Από τη μια α­να­βαθ­μί­ζει την α­πει­λή της τρο­μο­κρα­τίας και των «ά­κρων» και α­πό την άλ­λη θυ­μί­ζει «θε­α­τρι­κά» το τε­ρά­στιο ο­πλο­στά­σιο ε­ξου­σιών, κυ­ρώ­σεων και α­γριό­τη­τας που δια­θέ­τει το κρά­τος. Τα τραύ­μα­τα και οι κα­κώ­σεις εί­ναι ση­μά­δια κυ­ριαρ­χίας, μιας δύ­να­μης που πρέ­πει να εμ­φα­νί­ζε­ται δί­καιη, και α­νε­ξάν­τλη­τη σαν την αγ­γε­λι­κή ρομ­φαία. Αλλά ε­δώ πι­θα­νώς βρί­σκου­με το «σύ­μπτω­μα» που α­πο­δο­μεί αυ­τό το θέ­α­τρο του ρι­ζι­κά κα­κού. Η ε­πί­δει­ξη α­γριό­τη­τας υ­πο­κρύ­πτει το φό­βο μιας ε­ξου­σίας που δεν μπο­ρεί να πι­στέ­ψει πια τον μύ­θο της πα­ντο­δυ­να­μίας της και για αυ­τό εκ­δρα­μα­τί­ζει το δέ­ος της. Μιας ε­ξου­σίας, η συ­νη­θι­σμέ­νη και κοι­νό­το­πη βία της ο­ποίας α­σκεί­ται στο σώ­μα και πνεύ­μα της πλειο­ψη­φίας των πο­λι­τών κά­τω α­πό τη μά­σκα της «κοι­νω­νι­κής σω­τη­ρίας». Αυ­τή α­κρι­βώς τη βία της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας προ­σπα­θεί να κρύ­ψει η βία της ε­ξαί­ρε­σης και η πα­ρα­βία­ση του φι­λε­λεύ­θε­ρου τα­μπού. Πρέ­πει, λοι­πόν, να κα­ταγ­γεί­λου­με την ε­ξου­σία για την πα­ρα­βία­ση μιας α­πα­γό­ρευ­σης που οι φι­λε­λεύ­θε­ροι α­νή­γα­γαν σε τα­μπού, αλ­λά πο­τέ δεν σε­βά­στη­καν πλή­ρως. Από την άλ­λη πλευ­ρά, το α­πό­λυ­τα κα­κό βρί­σκε­ται σή­με­ρα στην κα­θη­με­ρι­νή κα­κο­ποίη­ση του α­νέρ­γου και του με­τα­νά­στη, στα συ­νη­θι­σμέ­να βα­σα­νι­στή­ρια της υ­λι­κής και της η­θι­κής α­πό­γνω­σης. Αν τα βα­σα­νι­στή­ρια μο­λύ­νουν πα­ρα­βιά­ζο­ντας έ­να πρό­σφα­το τα­μπού, η κα­θη­με­ρι­νή κοι­νό­τυ­πη βία της ε­ξα­θλίω­σης βε­βη­λώ­νει τις το­τε­μι­κές α­να­φο­ρές της κοι­νω­νίας μας.
 
 
1. Alan Dershowitz, «Why Terrorism Works», Yale University Press, 2002.
2. Michael Ignatieff, «Lesser Evils», New York Times Magazine, 2 May, 2004, 3.
3. Bruce Ackerman, «Before the Next Attack», Yale University Press, 2006.
4. Darius Rejali, «Torture and Democracy», Prienceton University Press, 2009.
5. Κώ­στας Δου­ζί­νας, «Ρι­ζο­σπα­στι­κή Νο­μι­κή και Πο­λι­τι­κή Φι­λο­σο­φία», Νή­σος, 2012, κε­φά­λαιο 1.

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Γιατί στη Θεσσαλονίκη χρησιμοποιούν τη φράση «με λες» αντί για «μου λες»

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

Είσαι άνεργος στο κέντρο της Αθήνας; ΠΑΡΕ ΤΩΡΑ έκτακτο επίδομα 1000 ευρώ 

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

lexika
Είναι σωστές οι Μακεδονίτικες εκφράσεις (“θα σε κάνω”, “τι με λες” μπουγάτσα με τυρί κ.α);
Για να βάλουμε λοιπόν τα πράγματα στη θέση τους ξεκινώντας με το τελευταίο. Οταν καταργήθηκε η δοτική πτώση προέκυψε η ανάγκη να αντικατασταθεί με...
Είναι σωστές οι Μακεδονίτικες εκφράσεις (“θα σε κάνω”, “τι με λες” μπουγάτσα με τυρί κ.α);