Πανελλαδικές 2016: Σχετικά με το ερώτημα Δ.4 στο μάθημα Αρχές Οικονομικής Θεωρίας
Γεώργιος Ν. Σόρκος
Οικονομολόγος- Εκπαιδευτικός, M.Ed,
Υποψήφιος Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Στην αγορά ενός αγαθού που χαρακτηρίζεται από τις εξισώσεις ζήτησης και προσφοράς QD = 120 – 8P και QS = 20 + 2P με τιμή ισορροπίας 10€ και ποσότητα ισορροπίας 40 μονάδες, ζητήθηκε από τους μαθητές στο ερώτημα Δ.4 να υπολογίσουν την ποσοστιαία μεταβολή της Συνολικής Δαπάνης (ΣΔ) των καταναλωτών όταν η τιμή αυξάνεται από 5€ σε 6€ και να δικαιολογήσουν τη μεταβολή της με τη βοήθεια της ελαστικότητας ζήτησης ως προς την τιμή.
Η προβληματική διατύπωση του ερωτήματος είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν μαθητές που ακολουθώντας τη μηχανιστική πρακτική υπολόγισαν με διαφορετικό τρόπο το ποσοστό μεταβολής της ΣΔ των καταναλωτών, σε αντίθεση με κάποιους άλλους οι οποίοι, δείχνοντας μια ποιότητα στη σκέψη τους, κατάφεραν να απαντήσουν με τον επιστημονικά ενδεδειγμένο τρόπο στο ερώτημα.
Στην τιμή των 5€ οι καταναλωτές ζητούν 80 μονάδες προϊόντος, ενώ οι παραγωγοί προσφέρουν 30 μονάδες προϊόντος. Δημιουργείται έτσι έλλειμμα στην αγορά του αγαθού ίσο με 50 μονάδες προϊόντος. Αντίστοιχα, στην τιμή των 6€ οι καταναλωτές ζητούν 72 μονάδες προϊόντος, ενώ οι παραγωγοί προσφέρουν 32 μονάδες προϊόντος. Δημιουργείται και σε αυτή την περίπτωση έλλειμμα στην αγορά 40 μονάδες προϊόντος.
Δεδομένου ότι «όταν η αγορά του αγαθού δεν βρίσκεται σε ισορροπία η ποσότητα που ανταλλάσσεται είναι η μικρότερη από τις δύο» (Παπαδόγγονας, 2016, σ. 12) η ΣΔ στην τιμή των 5€ είναι 5•30 = 150€ ενώ η αντίστοιχη δαπάνη τους στην τιμή των 6€ είναι 6•32 = 192€.
Έτσι προκύπτει ότι η ποσοστιαία μεταβολή της ΣΔ είναι (192-150/150)•100 = 28%.
Για να μπορέσουμε να δεχθούμε ότι η ΣΔ στην τιμή των 5€ είναι 5•80 = 400€ και στην τιμή των 6€ 6•72 = 432€ ή άλλως ότι η ποσοστιαία μεταβολή της είναι (432-400/400)•100 = 8%, θα πρέπει οι μονάδες που ζητούνται σε αυτές τις τιμές να προσφέρονται απαραιτήτως.
Οι Κώττης & Κώττη-Πετράκη (2008), αναφέρουν ότι «ζήτηση για ένα προϊόν είναι η σχέση που δείχνει την ποσότητα που οι ενδιαφερόμενοι επιθυμούν και έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν σε κάθε τιμή του» (σ. 93). Επομένως οι συνδυασμοί που αποτελούν σημεία μιας καμπύλης ζήτησης, δείχνουν τις ποσότητες που δυνητικά οι καταναλωτές είναι διατεθειμένοι να αποκτήσουν εφόσον διαθέτουν την αγοραστική δύναμη, πλην όμως οι ποσότητες αυτές αγοράζονται όταν ταυτόχρονα υπάρχουν παραγωγοί που προσφέρουν τις αντίστοιχες ποσότητες. Προς επίρρωση των προαναφερθέντων οι Πουρναράκης & Χατζηκωνσταντίνου (2004), προσθέτουν ότι «για τον οικονομολόγο η ζήτηση ενός αγαθού δε σημαίνει πόσες μονάδες αγοράζονται από αυτό, αλλά πόσες μονάδες θα αγόραζαν οι καταναλωτές σε κάθε τιμή που θα μπορούσε να προσφερθεί ένα αγαθό» (σ. 84).
Από τα παραπάνω προκύπτει εύλογα ότι στις τιμές των 5€ και 6€ η Συνολική Δαπάνη των καταναλωτών και τα Συνολικά Έσοδα των παραγωγών ταυτίζονται όχι επειδή ισχύει QD = QS (ως γνωστόν στο σημείο ισορροπίας τα έσοδα των παραγωγών είναι οι δαπάνες των καταναλωτών), αλλά επειδή υπάρχει έλλειμμα με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να αγοράζουν την ποσότητα που τους διατίθεται από τους παραγωγούς.
Στο επιχείρημα ότι τα σημεία 5, 30 και 6, 32 δεν είναι σημεία που ανήκουν στην καμπύλη ζήτησης, άρα το γινόμενό τους δεν δικαιολογεί δαπάνη για τους καταναλωτές, ο Παυλόπουλος (1982) αναφέρει σχετικά:
«Κάθε σημείο της καμπύλης ζήτησης παριστά τη μέγιστη ποσότητα από δεδομένο αγαθό την οποία οι καταναλωτές θα αγόραζαν κατά μονάδα χρόνου στην αντίστοιχη τιμή˙ ή εναλλακτικά παριστά τη μέγιστη τιμή που θα κατέβαλαν οι καταναλωτές για την απόκτηση της αντίστοιχης ποσότητας του αγαθού. Η έννοια των ανωτέρω είναι ότι οι καταναλωτές σε δεδομένες τιμές θα επιθυμούσαν να αγοράσουν μικρότερες ποσότητες από εκείνες που παριστάνουν τα αντίστοιχα σημεία της καμπύλης, εάν για οποιοδήποτε λόγο δεν ήταν δυνατή η απόκτηση της ποσότητας που δείχνεται. Σε καμία όμως περίπτωση δεν θα αγόραζαν μεγαλύτερη ποσότητα από αυτή που αντιστοιχεί στο σχετικό σημείο της καμπύλης ζήτησης. Έτσι η καμπύλη ζήτησης μπορεί να θεωρηθεί ως διαχωριστική γραμμή δυο περιοχών. Η προς τα δεξιά της καμπύλης περιοχή περιλαμβάνει όλους τους μη εφικτούς συνδυασμούς ποσοτήτων-τιμών, ενώ η προς τα αριστερά περιοχή περιλαμβάνει όλους τους εφικτούς συνδυασμούς.» (σ. 140).
Από το πεδίο ορισμού της συνάρτησης ζήτησης προσδιορίζεται ένα συνεχές τιμών που εκτείνεται από 0€ έως και 15€. Στο διάστημα τιμών από 0€ έως και 9€ όπου παρατηρείται έλλειμμα, τα ΣΕ προκύπτουν από τις ΣΔ των καταναλωτών αφού, όπως προαναφέραμε, οι καταναλωτές αγοράζουν τις ποσότητες που υπάρχουν στην αγορά από τους παραγωγούς δεδομένου ότι υπάρχει υπερβάλλουσα ζήτηση.
Στο διάστημα τιμών από 11€ έως και 15€, τα ΣΕ επίσης προκύπτουν από τις ΣΔ των καταναλωτών δεδομένου ότι στις αντίστοιχες τιμές υπάρχει πλεόνασμα και για τους καταναλωτές αυτές οι ποσότητες που διατίθενται από τους παραγωγούς βρίσκονται στην περιοχή του «ανέφικτου» της καμπύλης ζήτησής τους, επομένως δεν είναι διατεθειμένοι να τις αγοράσουν. Παρατηρούμε λοιπόν ότι «ο καταναλωτής μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι ο κυρίαρχος της αγοράς, αφού τις δικές του επιθυμίες προστρέχουν να ικανοποιήσουν οι παραγωγοί. Ο καταναλωτής κατά μια άποψη είναι αυτός που αποφασίζει και διατάζει στην αγορά» (Μπένος & Σαραντίδης, 1986, σ. 166).
Βέβαια στην περίπτωση του πλεονάσματος τα ΣΕ δύνανται να διαφέρουν από τις ΣΔ μόνο αν η πλεονάζουσα ποσότητα μπορεί να πωληθεί ποικιλοτρόπως (όπως για παράδειγμα σε αγορές του εξωτερικού ή στο κράτος).
Γίνεται αντιληπτό ότι, δεχόμενοι τα παραπάνω, δεν θεωρείται αναγκαίο να εξηγηθεί η ποσοστιαία μεταβολή της ΣΔ των καταναλωτών με τη χρήση της ελαστικότητας ζήτησης ως προς την τιμή, αφού προκύπτει ότι η ΣΔ αυξάνεται συνεπεία τόσο της αύξησης της τιμής όσο και της ποσότητας.
Το εν λόγω ερώτημα (Δ.4) δεν θα ήταν προβληματικό ωστόσο, αν ζητούσε από τους μαθητές να υπολογίσουν την ποσοστιαία μεταβολή της συνολικής δαπάνης που θα ήταν διατεθειμένοι να καταβάλλουν οι καταναλωτές αν η τιμή αυξηθεί από 5€ σε 6€. Τότε θα είχε υπόσταση και η εξήγηση της μεταβολής της με τη χρήση της ED ως προς την τιμή.
Στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι σε αυτή την περίπτωση οι μαθητές θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αν το επιθυμούσαν και τον τύπο της ελαστικότητας του τόξου, αν και από την εκφώνηση προκύπτει η ανελαστικότητα της ζήτησης δεδομένου ότι οι τιμές 5 και 6 βρίσκονται δεξιά του μέσου της γραμμικής συνάρτησης (PM = 7,5€ και QM = 60 μονάδες προϊόντος).
Αν δεν υπάρχει περιορισμός (δηλαδή να γίνεται αναφορά σε δυο οποιαδήποτε συμμετρικά ως προς το μέσο σημεία της γραμμικής συνάρτησης ζήτησης ή καθ’ όλο το μήκος της ισοσκελούς υπερβολής ή κατά τη μετάβαση από σημείο που ανήκει στο ανελαστικό τμήμα της γραμμικής συνάρτησης ζήτησης προς το ελαστικό και το αντίστροφο, όπου υποχρεωτικά χρησιμοποιούμε την ελαστικότητα του τόξου), η επιλογή της χρήσης της ελαστικότητας του σημείου ή του τόξου ανήκει στο μαθητή (αν και η χρήση της τοξοειδούς ελαστικότητας είναι περισσότερο έγκυρη και αξιόπιστη γιατί λύνει το πρόβλημα για το ποιο από τα δυο σημεία θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τον υπολογισμό των ποσοστιαίων μεταβολών).
Επιπρόσθετα, μια διαφορετική ερμηνεία που επιχειρεί ο Τέντες (2016), ο οποίος χρησιμοποιεί τη θεωρία της στατικής και της δυναμικής ανάλυσης της αγοράς, καταλήγει στο ίδιο γενικό συμπέρασμα που τεκμαίρεται από όλα τα προαναφερθέντα.
Εννοείται ότι η θεωρητική νομοτέλεια όπως αυτή περιγράφεται στο δεύτερο κεφάλαιο του σχολικού εγχειριδίου δεν παραβιάζεται όταν εξετάζουμε τη δύναμη της ζήτησης (π.χ. ως προς τη μεταβολή της ΣΔ καθ’όλο το μήκος της γραμμικής συνάρτησης ή ως προς τη μέγιστη δαπάνη που είναι διατεθειμένοι να καταβάλλουν οι καταναλωτές και η οποία αντιστοιχεί στο μέσο αυτής). Όταν όμως προστίθεται και η δύναμη της προσφοράς και ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που παρατηρείται ανισορροπία στην αγορά, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε μια προσεκτικότερη και πιο ενδελεχή ανάλυση.
Αναφορές
Κώττης, Γ. & Κώττη-Πετράκη, Α. (2008). Σύγχρονη Μικροοικονομική (Γ’ Έκδοση). Αθήνα: Εκδόσεις Μπένου.
Μπένος, Θ. & Σαραντίδης, Σ. (1986). Αρχές Οικονομικής Επιστήμης (Τόμος Α’). Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση.
Παπαδόγγονας, Θ. (2016). Σημειώσεις Μικροοικονομικής. Ανάκτηση στις 17/6/2016 από: www.teihal.gr/
Παυλόπουλος, Π.(1982). Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας (Τόμος Πρώτος). Αθήνα: Εκδόσεις Σάκκουλα.
Πουρναράκης, Ε. & Χατζηκωνσταντίνου, Γ. (2004). Αρχές Οικονομικής. Αθήνα: Εκδόσεις Ζυγός.
Τέντες, Π. (2016). Μια επιστημονική προσέγγιση στο ερώτημα Δ.4 των πανελληνίων εξετάσεων 2016 στο μάθημα ΑΟΘ. Ανάκτηση στις 3/6/2016 από: https://www.alfavita.gr/
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη