kallitexnika_sxoleia
Η Ανώτατη Σχολή Παραστατικών Τεχνών δεν θα είναι τίποτε άλλο από την «ανωτατοποίηση» πέντε μέχρι σήμερα αδιαβάθμητων σχολών που λειτουργούν υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού (Σχολές του Εθνικού Θεάτρου, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης, του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης).

Έχουν περάσει περίπου δύο χρόνια από την 28η Ιανουαρίου 2023, την ημέρα που ο Πρωθυπουργός έκανε την προκλητικά αναληθή ανακοίνωση μέσω facebook στις 28/01/2023: «[…] δεν έχουμε, δεν είχαμε ποτέ, σπουδές πανεπιστημιακού επιπέδου στις παραστατικές τέχνες», «[…] μέχρι σήμερα οι σπουδές στις παραστατικές τέχνες υπήρξαν ασύνδετες από το υπόλοιπο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας. Υπάρχουν βέβαια πανεπιστημιακά τμήματα θεατρικών και μουσικών σπουδών, αλλά έχουν διαφορετική κατεύθυνση. [...] Σχεδιάζουμε άμεσα τον οδικό χάρτη με τον οποίο η χώρα μας θα αποκτήσει ως το 2025 δημόσιες, πανεπιστημιακού επιπέδου, σπουδές στις παραστατικές τέχνες.[...]»

Από εκείνη την ημέρα ξεκίνησε ένας κύκλος διαβουλεύσεων, και προετοιμασιών των Υπουργείων Πολιτισμού και Παιδείας από κοινού, με δύο βασικά χαρακτηριστικά:

α) μία αδικαιολόγητη «μυστικοπάθεια» με τις διαβουλεύσεις και οτιδήποτε άλλο αφορά την προετοιμασία αυτής της πολυδιαφημισμένης Ανώτατης Σχολής Παραστατικών Τεχνών να γίνονται «εν κρυπτώ», και

β) τον ολοκληρωτικό αποκλεισμό από τη συμμετοχή στις διεργασίες εκπροσώπων των υπαρχόντων καλλιτεχνικών Τμημάτων των ΑΕΙ...δηλαδή των καθ' ύλην αρμόδιων, τα οποία μάλιστα υπάρχουν, παρά τα όσα ισχυρίζεται ο κύριος Κ. Μητσοτάκης.

Εν πάσει περιπτώσει, στις 31/10/2024 ο Υπουργός Παιδείας και η Υπουργός Πολιτισμού παρουσίασαν ένα σχέδιο νόμου το οποίο τελικά δεν ήταν σχέδιο νόμου αλλά μία περιγραφή των προθέσεών τους σχετικά με το περιεχόμενο ενός προς το παρόν άγνωστου σχεδίου νόμου.

Μέσα από αυτή την περιγραφή του σχεδίου νόμου -που δεν κατατέθηκε δημοσίως- ακούσαμε από τα πιο επίσημα χείλη ότι η Ανώτατη Σχολή Παραστατικών Τεχνών δεν θα είναι τίποτε άλλο από την «ανωτατοποίηση» πέντε μέχρι σήμερα αδιαβάθμητων σχολών που λειτουργούν υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού (Σχολές του Εθνικού Θεάτρου, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης, του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης).

Το πρώτο πρόβλημα που αμέσως προκύπτει από αυτόν τον σχεδιασμό, είναι ότι η Θεσσαλονίκη θα αποκτήσει ένα τρίτο Τμήμα Μουσικών Σπουδών και ένα δεύτερο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών. Η Αθήνα αντίστοιχα θα αποκτήσει κι αυτή ένα δεύτερο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών και άλλα δύο νέα Τμήματα Χορού. Εάν προχωρήσει αυτή η πρόταση, τότε η χώρα θα διαθέτει:

- Έξι Τμήματα Μουσικών Σπουδών (τρία εκ των οποίων στη Θεσσαλονίκη)
- Επτά Τμήματα Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών (Εκ των οποίων δύο στη Θεσσαλονίκη και δύο στην Αθήνα)
- Δύο Τμήματα Χορού (και τα δύο στην Αθήνα)

Γνωρίζοντας τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν το μέσο όρο των δυνητικών υποψηφίων φοιτητών για αυτές τις σχολές, χωρίς να λάβουμε υπόψη την ούτως ή άλλως αναμενόμενη δραματική μείωσή τους λόγω της υπογεννητικότητας, είναι πασιφανές ότι θα δημιουργηθεί υπερπροσφορά θέσεων σε αυτά τα ανώτατα ιδρύματα. Όσο αφορά π.χ. τις μουσικές σπουδές, τα στοιχεία δείχνουν ότι την τελευταία δεκαετία τα υπάρχοντα Τμήματα Μουσικών Σπουδών έχουν καταφέρει να μειώσουν κατά περίπου 90% την διαρροή φοιτητών στο εξωτερικό. Συνεπώς εύκολα αναρωτιέται κανείς:

Ποιο κενό θα καλύψει άλλο ένα Τμήμα Μουσικών Σπουδών...και ιδίως με τρία ομοειδή τμήματα στην ίδια πόλη;

Ποια είναι τα στοιχεία στα οποία βασίζεται το Υπουργείο Παιδείας προκειμένου να προχωρήσει στην ανωτατοποίηση όλων αυτών των ιδρυμάτων;

Τεκμηριώνεται αυτή η κοινωνική ανάγκη στην μελέτη σκοπιμότητας που παρήγγειλε το Υπουργείο Παιδείας στις 5 Αυγούστου 2024, κόστισε 37.200 Ευρώ και δεν έχει δημοσιοποιηθεί μέχρι σήμερα;

Κοινό δεδομένο για όλα τα Τμήματα («καινούργια» και παλιά) είναι τα δομικά προβλήματα υποστελέχωσης και έλλειψης οικονομικών πόρων τόσο των ήδη πανεπιστημιακών ιδρυμάτων όσο και αυτών που είναι σύμφωνα με τον σχεδιασμό του Υπουργείου Παιδείας «εν αναμονή ανωτατοποίησης».

Πληθώρα δημοσιευμάτων, αναλύσεων και αναφορών παρουσιάζουν ευθαρσώς αυτήν την κατάσταση. Συνεπώς το Υπουργείο Παιδείας αντί να ενισχύσει τα ήδη υπάρχοντα καλλιτεχνικά τμήματα που λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια πια στα ΑΕΙ, θα εντείνει ακόμη περισσότερο το ήδη οξυμένο πρόβλημα της έλλειψης ανθρώπινων και οικονομικών πόρων των ανώτατων αυτών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, προσθέτοντας άλλα πέντε.

Ένα άλλο δύσκολο «στοίχημα» θα είναι και η διοίκηση αυτού το νέου ιδρύματος το οποίο θα έχει το πρωτοφανές χαρακτηριστικό της διασποράς των Τμημάτων του μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Στην περίπτωση των Τμημάτων Θεάτρου θα υπάρχουν δύο τμήματα εντός του ίδιου εκπαιδευτικού ιδρύματος σε διαφορετικές πόλεις που θα λειτουργούν εκ των πραγμάτων ανταγωνιστικά μεταξύ τους. Ποια διοίκηση θα μπορέσει να διαχειριστεί μία τέτοια κατάσταση; Αυτό το ίδρυμα θα είναι το μοναδικό που θα έχει τμήματα σε διαφορετικές Περιφέρειες που δεν είναι ούτε όμορες. Αυτό θεωρώ είναι ένα προνόμιο το οποίο αν ισχύσει για αυτό το ίδρυμα, θα πρέπει να ισχύσει και για όλα τα υπόλοιπα ΑΕΙ της χώρας. Να μπορούν δηλαδή να ιδρύουν Τμήματα πέραν των γεωγραφικών και διοικητικών ορίων των Περιφερειών στις οποίες ανήκει η έδρα τους.

Αν τα Υπουργεία Πολιτισμού και Παιδείας επιθυμούν να διαβαθμίσουν (κατ αρχάς!) και να αναβαθμίσουν κατόπιν τα κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα των παραστατικών τεχνών που λειτουργούν μέχρι σήμερα υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, μπορούν κάλλιστα να τα θέσουν υπό την αιγίδα υπαρχόντων καλλιτεχνικών Τμημάτων ΑΕΙ, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο κάθετες εκπαιδευτικές δομές.

Μία τέτοια παρέμβαση θα παρείχε ουσιαστικές ευκαιρίες και δυνατότητες ακαδημαϊκής ανάπτυξης αυτών των σχολών, χωρίς να δημιουργεί προβλήματα στο ήδη διαμορφωμένο ακαδημαϊκό «οικοσύστημα» της χώρας. Παράλληλα, θα έδινε τη δυνατότητα στα ΑΕΙ, υπό την αιγίδα των οποίων θα λειτουργούν οι σχολές που τώρα υπάγονται στο Υπουργείο Πολιτισμού, να αξιοποιήσουν το διδακτικό προσωπικό των εν λόγω σχολών που διαθέτουν τα τυπικά προσόντα, αναθέτοντάς τους διδακτικό έργο στα προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, παρέχοντάς τους με αυτόν τον τρόπο και δυνατότητες ακαδημαϊκής εξέλιξης.

Η διασύνδεση τόσο αυτών των πέντε ιδρυμάτων όσο και των υπόλοιπων πολυάριθμων ιδιωτικών Ωδείων, Δραματικών Σχολών και Σχολών Χορού & Ορχηστρικής τέχνης που λειτουργούν σε ολόκληρη τη χώρα είναι ένα πάγιο και διαχρονικό αίτημα τόσο της ακαδημαϊκής όσο και της καλλιτεχνικής κοινότητας. Το γεγονός ότι σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των Υπουργών Παιδείας και Πολιτισμού το κομμάτι της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης που εποπτεύεται μέχρι σήμερα από το Υπουργείο Πολιτισμού θα περάσει στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας και η δημιουργία «ακαδημαϊκού διαδρόμου» «[…] ώστε οι κάτοχοι τίτλων σπουδών ΑΣΚΕ & ΜΕΙ να αποκτούν πρόσβαση στο επίπεδο 6 ΕΠΠ.[...]» είναι σίγουρα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί ο χορός που είναι  η πιο αδικημένη παραστατική τέχνη στην χώρα μας. Ιδιαίτερα όσο αφορά το χορό, το Υπουργείο Παιδείας θα πρέπει άμεσα να προχωρήσει στην ενίσχυση του Τμήματος Παραστατικών Τεχνών του Ναυπλίου που ήδη έχει ξεκινήσει να θεραπεύει την τέχνη του χορού. Παράλληλα να προχωρήσει στην ίδρυση τουλάχιστον ενός ακόμη Τμήματος Χορού σε ένα από τα ΑΕΙ που διαθέτουν ήδη Τμήμα ή Τμήματα παραστατικών τεχνών. 

Όπως ολόκληρη η πανεπιστημιακή κοινότητα, έτσι κι εγώ  θεωρώ ότι το πρώτο μέλημα της πολιτείας θα πρέπει να είναι η ενίσχυση με οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους των υπαρχόντων Τμημάτων παραστατικών τεχνών πριν αποφασίσει να προχωρήσει στην ίδρυση νέων ιδρυμάτων. Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι αυτή η λύση είναι η μοναδική που μπορεί να ομογενοποιήσει, να διασυνδέσει και να δώσει ακαδημαϊκά αναπτυξιακή προοπτική στο σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας στον τομέα παραστατικών τεχνών.

Τα μέχρι τώρα στοιχεία που έχουμε αναφορικά με τους σχεδιασμούς των δύο Υπουργείων, έχουν περισσότερες πιθανότητες να δημιουργήσουν περιττούς και άνισους ανταγωνισμούς επιβίωσης μεταξύ των ομοειδών Τμημάτων εις βάρος της ποιότητας του παρεχόμενου έργου παρά την επιδιωκόμενη αναβάθμιση των σπουδών στις παραστατικές τέχνες. Το προτεινόμενο σχέδιο θα αποσυντονίσει ένα σωστά διαμορφωμένο ακαδημαϊκό περιβάλλον που συμβαδίζει απόλυτα με τη διεθνή πρακτική και θα έχει σίγουρα αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα του παρεχόμενου ακαδημαϊκού και εκπαιδευτικού έργου. Τέλος πολύ σύντομα θα φανεί ότι το όλο εγχείρημα δεν καλύπτει καμία κοινωνική ανάγκη. Αντιθέτως η λύση που προτείνεται παραπάνω, σε συνδυασμό με μία γενναία αύξηση οικονομικών και ανθρώπινων πόρων θα αποτελούσε τη βέλτιστη λύση αξιοποίησης του δυναμικού όλων αυτών των ιδρυμάτων, καλύπτοντας την πραγματική και διαχρονική κοινωνική ανάγκη που δεν είναι άλλη από την παροχή υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης.


*Ο Ιωάννης Τουλής είναι καθηγητής και Αντιπρόεδρος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Υπήρξε μέλος του Polifonia Project που ήταν το μεγαλύτερο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την επαγγελματική μουσική κατάρτιση μέχρι σήμερα.

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Παν.Πατρών: 220 νέες υποτροφίες για το 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς

Ποια είναι η ελληνική λέξη για το ντους;

Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής - Αιτήσεις έως 31/12=

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

los angeles aeroplana
ΣΟΚ στο Λος Άντζελες: Αποφεύχθηκε σύγκρουση 2 αεροπλάνων. Το ένα μετέφερε ομάδα μπάσκετ
Αεροπορικό δυστύχημα αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή στο αεροδρόμιο του Λος Άντζελες την Παρασκευή (27/12).
ΣΟΚ στο Λος Άντζελες: Αποφεύχθηκε σύγκρουση 2 αεροπλάνων. Το ένα μετέφερε ομάδα μπάσκετ