«Μεταρρυθμιστές» υπουργοί
Το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και οι επιπτώσεις του στη λειτουργία του Λυκείου αποτέλεσαν εδώ και δεκαετίες βασικό στοιχείο της εκπαιδευτικής μας πολιτικής. Παρά τις αισιόδοξες εκτιμήσεις των εισηγητών τους, τα διάφορα συστήματα που εφαρμόστηκαν κατά καιρούς όχι μόνο δεν πετύχαιναν τους στόχους τους αλλά πολλές φορές οδηγούσαν στα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Από την άλλη, το θέμα γινόταν πολύ συχνά αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι υπουργοί των τελευταίων σαράντα ετών επιχείρησαν μικρές ή μεγάλες αλλαγές του συστήματος, άλλοτε υποκύπτοντας σε πιέσεις των ενδιαφερόμενων γονέων, μαθητών ή και εκπαιδευτικών, άλλοτε γιατί ήθελαν να αποκτήσουν τον τίτλο του «μεταρρυθμιστή» και άλλοτε με βασική επιδίωξη τον αποπροσανατολισμό της κοινωνίας από υπαρκτά και επείγοντα προβλήματα.
Είμαστε, βλέπετε, η μοναδική ίσως ευρωπαϊκή χώρα όπου η παραμικρή αλλαγή στο Λύκειο και στο σύστημα πρόσβασης, αυτή καθεαυτή η διενέργεια των πανελλαδικών εξετάσεων, ακόμα και η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής, γίνονται πρώτη είδηση στα ΜΜΕ και συγκινούν το σύνολο σχεδόν της ελληνικής κοινωνίας.
Ακολουθώντας παρόμοια τακτική ο σημερινός υπουργός Παιδείας, προβαίνει κάθε τόσο σε δηλώσεις για κατάργηση των εξετάσεων, για αλλαγές σε βάθος τριετίας και για μικτό σύστημα πρόσβασης με ολίγον εθνικό απολυτήριο. Φαίνεται όμως να παραδέχεται ότι δεν έχουν συγκεκριμένη πρόταση, παρά τις θριαμβολογίες του ίδιου ως προέδρου τότε της ΕΜΥ της Βουλής αλλά και του πρώην υπουργού Παιδείας σε σχέση με τη δήθεν επιτυχή κατάληξη του περίφημου εθνικού και κοινωνικού διαλόγου για την παιδεία.
Οι διαρκώς επαναλαμβανόμενοι στόχοι
Όλα τα συστήματα πρόσβασης που θεσπίστηκαν από τη μεταπολίτευση και μετά έθεταν τους ίδιους πάνω - κάτω στόχους: Ισότητα ευκαιριών, κατάργηση της παραπαιδείας, αντικειμενική και αξιοκρατική επιλογή, αύξηση αριθμού εισακτέων έως και ελεύθερη πρόσβαση, αποδέσμευση του Λυκείου από τη διαδικασία πρόσβασης, με παράλληλη ενίσχυση της μορφωτικής του αυτοτέλειας, έμφαση στην ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας των μαθητών και περιορισμό της παπαγαλίας. Στην πράξη, όμως, τα συστήματα αυτά όχι μόνο δεν πετύχαιναν τους στόχους τους αλλά πολλές φορές μεγέθυναν τα προβλήματα που επιχείρησαν να λύσουν.
Τα προηγούμενα 40 και πλέον χρόνια δοκιμάστηκαν τα πάντα: Η άνευ εξετάσεων εισαγωγή σε ΤΕΙ, η μικρή ή μεγαλύτερη συμμετοχή της βαθμολογίας του Λυκείου αλλά και η πλήρης κατάργησή της, ο περιορισμός της εξεταστέας ύλης έως και την ταύτισή της με τη διδαχθείσα, η αυξομείωση των εξεταζόμενων μαθημάτων, ακόμα και η πανελλαδική εξέταση σε όλα τα μαθήματα της Β΄ και της Γ΄ Λυκείου.
Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα
Κάθε νέος υπουργός επαναλαμβάνει σχεδόν στερεότυπα τα λόγια του προκατόχου του, ακόμα και της ίδιας κυβέρνησης, για το εφαρμοζόμενο σύστημα που είναι αντικειμενικό όχι όμως και αξιοκρατικό, για τη διάλυση του Λυκείου και την γιγάντωση της παραπαιδείας, για την ενθάρρυνση της αποστήθισης και όχι της κριτικής ικανότητας των μαθητών κλπ.
Αδιάβλητες αλλά όχι αξιοκρατικές οι εξετάσεις
Ύστερα και από την περιπέτεια της διαρροής των θεμάτων, το 1979, με κεντρικό πρόσωπο τον τότε γενικό διευθυντή του υπουργείου Παιδείας, η διαδικασία εξετάσεων και εξαγωγής των αποτελεσμάτων έχει θωρακιστεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε σήμερα μπορούμε με βεβαιότητα να μιλάμε για τον πιο αδιάβλητο μεγάλο θεσμό της ελληνικής κοινωνίας, όχι όμως και για τον πιο αξιοκρατικό.
Έχει δίκιο, λοιπόν, ο σημερινός υπουργός Παιδείας όταν αναφέρεται σε «λειτουργικές και αδιάβλητες, αλλά παιδαγωγικά απαράδεκτες, καθώς τυραννούν τα παιδιά και τα κάνουν να μαθαίνουν απ’ έξω τα μαθήματά τους και πάνε και τα γράφουν κι όποιο δεν τα έχει μάθει απ’ έξω, κόβεται». Αυτά, όμως, μας τα έλεγαν και οι προκάτοχοί του. Επί της ουσίας έχει κάτι συγκεκριμένο να προτείνει στο διάλογο που υποτίθεται ότι έχει ξεκινήσει;
Διατήρηση του κλειστού αριθμό εισακτέων
Διακηρυγμένη επιδίωξη των ελληνικών κυβερνήσεων, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ΄80, ήταν η εισαγωγή στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού υποψηφίων. Με απώτερο στόχο την ελεύθερη πρόσβαση των αποφοίτων του Λυκείου, ιδρύονταν χωρίς κανένα σχεδιασμό νέα τμήματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε όλη τη χώρα, ενώ αυξάνονταν σταθερά ο αριθμός των εισακτέων.
Ωστόσο, ο στόχος της κατάργησης του κλειστού αριθμού αποδείχτηκε με τα σημερινά δεδομένα ανέφικτος, ίσως και εξωπραγματικός, με βασική αιτία την υψηλή ζήτηση για ανώτατες σπουδές, που οφείλεται σε βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις του λαού μας, στην απουσία αξιόπιστου ποιοτικού συστήματος επαγγελματικής εκπαίδευσης αλλά και στη σχεδόν ακώλυτη μετάβαση από τη μια τάξη του Γυμνασίου και του Λυκείου στην άλλη. Έτσι εξηγείται και η συσσώρευση στο γενικό Λύκειο της συντριπτικής πλειοψηφίας του μαθητικού πληθυσμού, η οποία πιέζει για την επίσης ακώλυτη εισαγωγή σε πανεπιστημιακές σχολές υψηλών προσδοκιών.
Υποβάθμιση αντί αναβάθμισης του Λυκείου
Όλα τα συστήματα που θεσπίστηκαν από τη μεταπολίτευση και μετά είχαν ως βασικό στόχο την ενίσχυση της προσφερόμενης γενικής παιδείας και εν τέλει της μορφωτικής αυτοτέλειας του Λυκείου. Ο συγκεκριμένος στόχος επιχειρήθηκε να επιτευχθεί άλλοτε με την αποδέσμευση του Λυκείου από την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (έτη 1976-1979, 1988-2000 και 2015-2016) και άλλοτε με την προσμέτρηση με μικρό ή μεγαλύτερο ποσοστό του μέσου όρου βαθμολογίας της Γ΄ τάξης, της Β΄ και Γ΄ τάξης ή και των τριών τάξεων του Λυκείου (έτη 1980-1987 και 2000-2014).
Ωστόσο, για διαφορετικούς κάθε φορά λόγους, τα συστήματα που εφαρμόστηκαν οδήγησαν στη μεγαλύτερη ή μικρότερη υποβάθμιση της σχολικής διαδικασίας. Έτσι, σήμερα το Λύκειο έχει απαξιωθεί πλήρως στη συνείδηση των μαθητών και των γονιών τους. Από την Α΄ κιόλας τάξη οι μαθητές, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δίνουν προσοχή μόνο στα μαθήματα της κατεύθυνσης που σκέφτονται να ακολουθήσουν και αδιαφορούν εντελώς για τα υπόλοιπα. Και μάλιστα χωρίς την παραμικρή συνέπεια. Συμβαίνει δε το εξής απαράδεκτο. Από τον Μάρτιο και μετά, δηλαδή επί ένα σχεδόν τρίμηνο, η Γ΄ Λυκείου λειτουργεί τυπικά μόνο με τους μαθητές που έχουν εξαντλήσει το όριο των απουσιών και ως εκ τούτου είναι ωσεί παρόντες.
Έχει δίκιο, λοιπόν, ο σημερινός υπουργός Παιδείας όταν προβάλλει την ανάγκη επανίδρυσης του Λυκείου, με στόχο την αναβάθμισή του. Μόνο που φαίνεται να ξεχνά ότι πριν ενάμιση χρόνο ο ίδιος και οι ομοϊδεάτες του έδωσαν τη χαριστική βολή στο Λύκειο, με την επαναφορά της βάσης του 9.50, την κατάργηση του υπολογισμού της σχολικής βαθμολογίας για τη διαδικασία πρόσβασης αλλά και της τράπεζας θεμάτων, που με τις αναγκαίες βελτιώσεις θα μπορούσε να συμβάλει στην αντικειμενικοποίηση της σχολικής βαθμολογίας και να δώσει τέλος στο απαράδεκτο φαινόμενο να δίνονται στους υποψηφίους θέματα τα οποία αδυνατούν να λύσουν ακόμα και οι βαθμολογητές.
Αύξηση αντί περιορισμού των φροντιστηρίων
Η μειωμένη εξεταστέα ύλη και ο μικρός αριθμός πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά των συστημάτων που εφαρμόστηκαν στη χώρα μας τα τελευταία τριανταπέντε περίπου χρόνια.
Όπως γνωρίζουμε οι παλαιότεροι, μέχρι και το 1979 τα θέματα των εξετάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση επιλέγονταν από τη διδακτέα ύλη όλων των τάξεων του Λυκείου, ενώ την περίοδο 1980-1982 από την ύλη των δύο τελευταίων τάξεων. Αντίθετα, από το 1983 ως και σήμερα η εξεταστέα ύλη ταυτίζεται με τη διδακτέα στη Γ΄ τάξη του Λυκείου. Σε ό τι αφορά δε τον αριθμό των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων, αυτός κυμαίνεται σταθερά από 4 έως και 6, με εξαίρεση το λεγόμενο «σύστημα Αρσένη», για το οποίο θα γίνει λόγος στη συνέχεια.
Ενώ, όμως, τα παραπάνω μέτρα στόχευαν στην «αύξηση της ισότητας ευκαιριών» και στον «περιορισμό της εξάπλωσης των φροντιστηρίων», οι εκπαιδευτικές ανισότητες εξακολουθούν να υφίστανται και το φροντιστήριο «ευημερεί και γιγαντώνεται», παρόλο που απομυζά ένα πολύ μεγάλο μέρος του εισοδήματος της ελληνικής οικογένειας ακόμα και σε περίοδο δεινής οικονομικής κρίσης.
Από την άλλη, η περιορισμένη εξεταστέα ύλη αλλά και ο μικρός αριθμός των εξεταζόμενων μαθημάτων οδηγεί στην αναζήτηση της λεπτομέρειας, στην αποστήθιση ολόκληρων κεφαλαίων και εν τέλει στην υπερπαραγωγή αριστούχων.
Σε σχέση με τα παραπάνω, ο σημερινός υπουργός Παιδείας δήλωσε πρόσφατα με ιδιαίτερη έμφαση στη Βουλή: «Δεν έχει ξαναγίνει στην ιστορία ένας θεσμός εκτός σχολείων να καταβροχθίσει το σχολείο».
Κατά την προσφιλή τους, όμως, τακτική αποφεύγει επιμελώς να καταθέσει για διάλογο συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις και λύσεις για υπαρκτά και πανθομολογούμενα προβλήματα της δικής του αρμοδιότητας.
Η «μαγική» λύση του σημερινού υπουργού
Ύστερα από τις ανέξοδες διακηρύξεις περί άρσης των ταξικών φραγμών, η «δεύτερη αριστερή κυβέρνηση» φαίνεται να έχει προσχωρήσει στην άποψη ότι μοναδική λύση αποτελεί πλέον η καθιέρωση του εθνικού απολυτηρίου. Όπως δήλωσε στη Βουλή ο σημερινός υπουργός Παιδείας, στόχος είναι «ένα Λύκειο που θα οδηγήσει τα παιδιά στο να αποκτούν εθνικό απολυτήριο με σοβαρή υπόσταση στην κοινωνία, και εν τέλει στην εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με τον βαθμό του απολυτηρίου».
Επιχειρούν, όμως, για άλλη μια φορά να θολώσουν τα νερά με αοριστίες, με μισόλογα και με στρέβλωση των εννοιών. Τη μια βδομάδα μιλούν για κατάργηση των εξετάσεων σε βάθος τριετίας και την επόμενη για τη θέσπιση μεικτού συστήματος πρόσβασης ή για ένα δικής τους έμπνευσης εθνικό απολυτήριο, το οποίο κατά μαγικό τρόπο θα προκύπτει ύστερα από αμιγώς ενδοσχολικές διαδικασίες που θα εξασφαλίζουν την αντικειμενικότητα της προφορικής βαθμολογίας και το αδιάβλητο των εξετάσεων. Κι όμως είναι ακόμα νωπές οι μνήμες από μια σειρά γεγονότων που τους διαψεύδουν και τους εκθέτουν.
α) Οι διατάξεις που θεσπίστηκαν τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄80 και όριζαν ότι για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση λαμβάνεται υπόψη ο γενικός βαθμός του απολυτηρίου κατά 25% και η βαθμολογία των πανελλαδικών εξετάσεων κατά 75%, με σταδιακό περιορισμό του δεύτερου ποσοστού υπέρ του πρώτου, έως και τον μηδενισμό του, καταργήθηκαν σχεδόν αμέσως μετά, για λόγους έλλειψης αντικειμενικότητας ή και εμπορευματοποίησης της βαθμολογίας. Μήπως αυτό το έχει κατά νουν ο κ. Υπουργός όταν μιλά για μεικτό σύστημα πρόσβασης;
β) Το λεγόμενο «σύστημα Αρσένη», το οποίο προέβλεπε πανελλαδική εξέταση σε όλα τα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα της Β΄ και της Γ΄ Λυκείου πετροβολήθηκε χωρίς έλεος, πρωτοστατούντων των συντρόφων του κ. υπουργού, με αποτέλεσμα να αλλοιωθεί στην αρχή και να εκφυλιστεί πλήρως στη συνέχεια. Τα εξεταζόμενα μαθήματα από 14 που ήταν το 2000-2001 έγιναν 9 το 2001-2004 και 6 στη συνέχεια. Κι όμως το σύστημα αυτό θα μπορούσε ίσως με τις αναγκαίες τροποποιήσεις και βελτιώσεις να δώσει θετικές απαντήσεις τόσο στο πρόβλημα της απαξίωσης του Λυκείου όσο και της μη αξιοκρατικής επιλογής των υποψηφίων για τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ.
γ) Οι διατάξεις που θεσπίστηκαν στο τέλος της δεκαετίας του ΄80 και προέβλεπαν την εισαγωγή στα ΤΕΙ των αποφοίτων των ΤΕΛ και των ΕΠΛ, με κριτήριο αποκλειστικά τη σχολική βαθμολογία, καταργήθηκαν κάποια χρόνια μετά, επειδή είχε προκύψει πληθωρισμός αριστούχων με «άριστα 20 πλήρες» και βεβαίως ύστερα από μεγάλο παζάρι βαθμών. Την ίδια τύχη είχε και η προβλεπόμενη από νόμο του 1976 εγγραφή των αποφοίτων ΤΕΛ στα ανώτερα τεχνικά- επαγγελματικά εκπαιδευτήρια, με μοναδικό κριτήριο τη σχολική βαθμολογία.
δ) Δεν έχουν περάσει δύο χρόνια από τότε που η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κατάργησε πριν καν εφαρμοστεί διατάξεις νόμου του 2013, με τις οποίες προβλεπόταν η συμμετοχή, με μικρό ποσοστό, της βαθμολογίας και των τριών τάξεων του Λυκείου στη διαμόρφωση του τελικού βαθμού πρόσβασης .
Επίλογος
Ο σημερινός υπουργός Παιδείας, ακολουθώντας την τακτική των προκατόχων του της ίδιας κυβέρνησης, συμπεριφέρεται σαν να ήταν απλός μελετητής των εκπαιδευτικών θεμάτων, αποφεύγοντας να τοποθετηθεί ευθέως για σημαντικά ζητήματα αρμοδιότητάς του. Όμως, αρκετά πια με τις απλές διαπιστώσεις, τις εσκεμμένες αοριστίες και τις εκθέσεις ιδεών.
Το πρόβλημα το οποίο αναδεικνύει κάθε τόσο η κυβερνητική πλευρά είναι πολυδιάστατο και προφανώς δεν οφείλεται στο «κακό» Λύκειο ή στο «καλό» φροντιστήριο, αλλά σε μια σειρά από λόγους, όπως είναι η απουσία επαγγελματικού προσανατολισμού των νέων μας, η έλλειψη ενός καλοσχεδιασμένου και κοινά αποδεκτού συστήματος πρόσβασης και, βεβαίως, η εγκατάλειψη της τεχνικής - επαγγελματικής εκπαίδευσης, την οποία η κυβέρνηση άλλοτε καταργεί και άλλοτε προσποιείται ότι αναβαθμίζει.
Ιδού, λοιπόν, πεδίον δόξης λαμπρόν. Είναι πλέον καιρός να αποδείξουν οι κυβερνώντες ότι είναι δυνατό να εφαρμοστούν στην πράξη οι «αριστερές» ιδέες, με τις οποίες δελέαζαν χρόνια τώρα την εκπαιδευτική κοινότητα και γενικότερα τον ελληνικό λαό. Προσωπικά θα το θεωρούσα ευχής έργον.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 27/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη