Thumbnail
Ήταν ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις που άλλαξαν το τοπίο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Το ΠΑΣΟΚ ιδρύθηκε το 1974 και αναπτύχθηκε σε μια περίοδο που η ελληνική αστική τάξη είχε αναγκασθεί να αποδεχθεί το τέλος των δομών εξουσίας της περιόδου μετά τον εμφύλιο πόλεμο, όπου το παλάτι, ο στρατός και οι παρακρατικοί μηχανισμοί έπαιζαν τον κύριο ρόλο στην πολιτική της χώρας. Σε διάστημα επτά μόλις ετών το ΠΑΣΟΚ κατόρθωσε να μαζικοποιηθεί μέσα από τη δημιουργία Τοπικών Οργανώσεων. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι  στις εκλογές του 1977, τρία χρόνια μόλις μετά την ίδρυση του, να κατορθώσει να γίνει αξιωματική αντιπολίτευση και στις εκλογές του 1981 να κατακτήσει την κυβέρνηση. Το ΠΑΣΟΚ, σε επίπεδο κοινωνικής εκπροσώπησης, κατόρθωσε σταδιακά να ενσωματώσει στους κόλπους του την συντριπτική πλειονότητα των ψηφοφόρων της Ένωσης Κέντρου καθώς αυτή είχε χάσει στην πορεία της μεταπολίτευσης τον πολιτικό λόγο της ύπαρξης της. Ταυτόχρονα, η  αντιιμπεριαλιστική και σοσιαλιστική ιδεολογική φυσιογνωμία στην ιδρυτική διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη έλκει στο ΠΑΣΟΚ ψηφοφόρους και στελέχη από το χώρο της παραδοσιακής αριστεράς και ενσωματώνει το μεγαλύτερο τμήμα της ριζοσπαστικής κοινωνικής δυναμικής των απεργιακών αγώνων και των φοιτητικών κινητοποιήσεων της περιόδου 1976-1981. 

Το εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ ήταν πεδίο έντονων ιδεολογικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων, όλη την περίοδο από το 1974 μέχρι το 1981 που γίνεται κυβέρνηση. Η πορεία του ΠΑΣΟΚ προς την κυβέρνηση ταυτίζεται και με την σταδιακή επικράτηση ενός συστημικού διαχειριστικού προγραμματικού λόγου. Αυτή η πορεία - από τη διατύπωση ριζοσπαστικών θέσεων στην κυριαρχία ενός διαχειριστικού λόγου– χαρακτηρίζει και την εκπαιδευτική πολιτική του ΠΑΣΟΚ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Όμως, η πρώτη κυβερνητική τετραετία του ΠΑΣΟΚ αποτελεί περίοδο εισαγωγής σημαντικών ριζοσπαστικών μεταρρυθμιστικών μέτρων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση την περίοδο 1976-1981

Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που προώθησε η Νέα Δημοκρατία την περίοδο 1976-1981 είχαν τα εξής χαρακτηριστικά:

  1. Ήταν μέτρα που είχε προωθήσει η Ένωση Κέντρου το 1964 [δημοτική γλώσσα στην εκπαίδευση – διπλό σχολικό δίκτυο στην λυκειακή βαθμίδα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (γενικό – τεχνικό λύκειο) – διδασκαλία αρχαίων ελληνικών κειμένων από δόκιμες μεταφράσεις].
  2. Μέσω των εξετάσεων από το γυμνάσιο στο λύκειο (γενικό ή τεχνικό) γινόταν προσπάθεια να ενισχυθεί ο κατανεμητικός ρόλος των εκπαιδευτικών θεσμών. Ο στόχος αυτών των εξετάσεων, όπως αναφέρεται και στην εισηγητική έκθεση του νόμου 309/76, ήταν ο προσανατολισμός της πλειονότητας των μαθητών/ -τριών στην τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση: «Τίθεται φραγμός εις την ανεξέλεγκτον παραγωγήν αποφοίτων εξαταξίων Γυμνασίων, ο κύριος όγκος των οποίων έναντι του εμποδίου των εισιτηρίων εξετάσεων δια το Λύκειον θα στραφεί προς τας πρακτικάς και τεχνικάς κατευθύνσεις […] θα διπλασιαστεί ο αριθμός των στρεφόμενων προς την επαγγελματικήν εκπαίδευσιν νέων δια την ενίσχυσιν με εξειδικευμένον προσωπικόν του αναπτυσσομένου τεχνικού τομέως της χώρας…».
  3. Υπήρξε εγκατάλειψη από την πλευρά της Νέα Δημοκρατίας δύο βασικών πυλώνων της μέχρι τότε ιδεολογίας της δεξιάς παράταξης στην εκπαίδευση:

α) της αρχαιογνωσίας και του χριστιανικού πολιτισμού. Στην Ελλάδα του 1976 και με δεδομένο το άμεσο παρελθόν της χούντας, αυτές οι απόψεις δεν μπορούσαν πια να γίνουν αποδεκτές από την κοινωνία. Η κοινωνική και πολιτική δυναμική που είχε αναπτυχθεί όλη την προηγούμενη περίοδο είχαν οδηγήσει σε κρίση διευρυμένης αναπαραγωγής της αστικής ιδεολογίας και αμφισβήτησης της δομής και της λειτουργίας του κράτους που είχε οικοδομηθεί μετά τον εμφύλιο. Οι αλλαγές ήταν πια αναγκαίες, διαφορετικά η κρίση εκπροσώπησης θα δημιουργούσε επικίνδυνες ρωγμές για το σύστημα και αντί να εκτονώσει θα τροφοδοτούσε την κοινωνική δυναμική . Η ιδεολογική ταύτιση της χούντας με την καθαρεύουσα και τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό ανάγκαζε, εκ των πραγμάτων, τη δεξιά παράταξη να πάρει αποστάσεις από αυτά. Όμως, εντός της παράταξης υπήρχαν εκσυγχρονιστικές και συντηρητικές αντιλήψεις. Οι δεύτερες μάλλον ήταν πλατιά διαδομένες στην πλειονότητα των οπαδών της Νέας Δημοκρατίας και για αυτό ο  Γ. Ράλλης κινδύνευσε να μην εκλεγεί βουλευτής στις εκλογές του 1977, καθώς οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που στήριξε ως υπουργός παιδείας, άγγιξαν και ενδεχομένως ξεπέρασαν τα όρια της ιδεολογικής ανοχής των ψηφοφόρων του κόμματος .

β) της θέσης ότι οι κοινωνικές τάξεις έχουν διαφορετικές εκπαιδευτικές ανάγκες και ο/η κάθε μαθητής/ -τρια έπρεπε να δεχθεί την εκπαίδευση που «ταιριάζει» στην κοινωνική του τάξη. Μπορεί οι εξετάσεις από το γυμνάσιο στο λύκειο να παρέμεναν ως μηχανισμός ρύθμισης της ροής του μαθητικού δυναμικού, όμως επενδύθηκαν με το αστικό εκσυγχρονιστικό επιχείρημα ότι μέσω των εξετάσεων επιλέγονται οι καλύτεροι μαθητές/ -τριες από όλες τις κοινωνικές τάξεις προκειμένου να φοιτήσουν δωρεάν σε δημόσια σχολεία. Η στόχευση αυτή απέτυχε για πολλούς λόγους. Στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 το ποσοστό των αποφοίτων του Γυμνασίου που εγγράφονταν στα Τεχνικά Επαγγελματικά Λύκεια δεν ξεπερνούσε το  20%-25% και το 1979 μόλις το 9% των αγοριών και το 6% των κοριτσιών που φοιτούσαν στο Γυμνάσιο δήλωναν ότι σκέφτονταν να ακολουθήσουν το Τεχνικό Επαγγελματικό Λύκειο.

Η μετατόπιση της Νέας Δημοκρατίας, το 1976, σε υιοθέτηση του αιτήματος του κινήματος του δημοτικισμού για την εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και μέτρων της μεταρρύθμισης της Ένωσης Κέντρου (1964) ώθησε τις άλλες πολιτικές δυνάμεις σε πιο ριζοσπαστικές τοποθετήσεις. Ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ, Αποστόλης Κακλαμάνης, στη συζήτηση του νόμου 309/76 στη Βουλή, τόνισε ότι είναι θετική η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας στα σχολεία, έστω και με ένα νομοσχέδιο γραμμένο «εις άπταιστον καθαρεύουσαν». Όμως, τόνισε, ότι εκκρεμούν η συγκεκριμενοποίηση του περιεχομένου του σχολείου, τα αναλυτικά προγράμματα και οι υποδομές που θα χρειαστούν για την υλοποίηση της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Έκανε ιδιαίτερη μνεία στην οικονομική κατάσταση των εκπαιδευτικών και την εκκρεμούσα «αποχουντοποίηση» όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων. Τέλος, αναφέρθηκε στο ότι είναι αρνητικό να μπαίνει εξεταστικός φραγμός από το γυμνάσιο στο λύκειο. Έτσι, την ώρα που η δεξιά παράταξη υλοποιούσε ένα μεγάλο τμήμα της μεταρρύθμισης της Ένωσης Κέντρου, με καθυστέρηση 12 ετών, το ΠΑΣΟΚ ανοίγονταν σε πιο ριζοσπαστικές κατευθύνσεις, γεγονός που του επέτρεψε στην πορεία να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά ένα μεγάλο τμήμα από τη δυναμική των αγώνων των εκπαιδευτικών και των φοιτητών εκείνης της περιόδου (απεργίες ΟΛΜΕ 1977, 1979, 1980/ φοιτητικές κινητοποιήσεις κατά του ν. 815).

Οι ριζοσπαστικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ συνέβαλαν στην αύξηση της κοινωνικής επιρροής του. Όλα έδειχναν ότι το ΠΑΣΟΚ θα κέρδιζε τις εκλογές του 1981. Προεκλογικά, το ΠΑΣΟΚ κυκλοφόρησε σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα τη μπροσούρα Διακήρυξη Κυβερνητικής Πολιτικής. Συμβόλαιο με το Λαό, στην οποία γινόταν συγκεκριμένη αναφορά σε μέτρα εκπαιδευτικής πολιτικής που θα λάμβανε το ΠΑΣΟΚ όταν θα γινόταν κυβέρνηση. Το ΠΑΣΟΚ θεωρούσε την μεταρρύθμιση του 1976 «άτολμη στην αρχή και διάτρητη σήμερα», η οποία «έμεινε τελικά χωρίς περιεχόμενο». «Ορισμένες κατακτήσεις, που έγιναν κάτω από την ογκούμενη πίεση του λαϊκού κινήματος, τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, όπως η δημοτική γλώσσα και η εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση ή δεν ολοκληρώθηκαν ή δεν πραγματοποιήθηκαν. Ο αναλφαβητισμός δεν έχει χτυπηθεί στη ρίζα του» (σ. 54). Τα μέτρα που θα πάρει το ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τη μπροσούρα (σ. 54-55), είναι:

  • Η εμπέδωση της δημοτικής γλώσσας μέσα από την εισαγωγή του μονοτονικού συστήματος.
  • Η γενίκευση της προσχολικής αγωγής σε δημόσια νηπιαγωγεία.
  • Η ουσιαστικοποίηση της εννιάχρονης εκπαίδευσης με σκοπό να επεκταθεί σε εντεκάχρονη.
  • Κατάργηση των εξετάσεων από το γυμνάσιο στο λύκειο (γενικό και τεχνικό).
  • Οργανική ενοποίηση Γενικού και Τεχνικού Επαγγελματικού Λυκείου σε ένα Ενιαίο Πολυκλαδικό Λύκειο, στο οποίο θα μπορούν οι μαθητές με παρακολούθηση ενός πρόσθετου χρόνου μαθημάτων ειδίκευσης να έχουν δυνατότητα άσκησης κάποιων επαγγελμάτων.
  • Κατάργηση του θεσμού των Επιθεωρητών και ίδρυση του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου.

Εκπαιδευτική πολιτική στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση: 1981-1988

Το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε την κυβέρνηση το 1981 και από τους πρώτους μήνες προχώρησε σε μια σειρά μέτρων στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, τα οποία ήταν σε συμφωνία με τα όσα προεκλογικά υποσχέθηκε και δημιούργησαν τους όρους για αλλαγή του περιεχομένου της εκπαίδευσης και του κλίματος στα σχολεία:

  • Με το Π.Δ. 297 του 1982 καθιέρωσε το μονοτονικό σύστημα στην εκπαίδευση. Το μονοτονικό σύστημα . 
  • Κατάργησε τις εισαγωγικές εξετάσεις από το Γυμνάσιο προς το Γενικό και το Τεχνικό Λύκειο. Το μέτρο αυτό, πέρα του ότι δημιουργούσε τους όρους για συνέχιση της φοίτησης πολλών παιδιών από τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα σε κάποιο τύπο Λυκείου, χτύπησε δραστικά την φροντιστηριακή δραστηριότητα που είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις στην Γ΄ Γυμνασίου προκειμένου να προετοιμαστούν οι υποψήφιοι μαθητές για τις εισιτήριες εξετάσεις του Λυκείου. Επίσης, άμβλυνε τις εκπαιδευτικές ανισότητες καθώς μετέφερε ουσιαστικά τις «κρίσεις» και τις επιλογές του/ της μαθητή/ -τριας σε μεγαλύτερες ηλικίες όπου θα ήταν πιο ώριμος/ -η και θα είχε περισσότερο χρόνο και ευκαιρίες να αποφασίσει τι θα κάνει .
  • Με το Ν.1232 του 1982 κατάργησε τους επιθεωρητές εκπαίδευσης.
  • Με το Ν. 1304 του 1982 εισήγαγε τον θεσμό του Σχολικού Συμβούλου στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ο οποίος αποσκοπούσε στην παιδαγωγική και επιστημονική στήριξη του εκπαιδευτικού.
  • Θεσμοθέτησε νέο κανονισμό των μαθητικών κοινοτήτων και έκανε υποχρεωτική την ίδρυση συλλόγου γονέων σε κάθε σχολείο.
  • Καθιέρωσε ως επίσημη σχολική εορτή την εξέγερση του Πολυτεχνείο (εγκύκλιος ΥΠ.Ε.Π.Θ. Γ/10279/11-11-1981).
  • Κατάργησε την υποχρέωση των μαθητριών να φορούν σχολική ποδιά.
  • Δημιούργησε το Πολυκλαδικό Λύκειο. Το σχολικό έτος 1984-85 λειτούργησαν πειραματικά τα πρώτα 14 Ενιαία Πολυκλαδικά Λύκεια. Στο πρόγραμμα τους εισάγονται νέα μαθήματα όπως η Τεχνολογία και Παραγωγή, Στοιχεία Πολιτικής Οικονομίας, Πληροφορική και Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές, Οικολογία και Περιβάλλον, Προβλήματα της Κοινωνίας και του Ανθρώπου . Ο αρχικός σχεδιασμός ήταν τα ΕΠΛ να παρέχουν πρόσβαση στα ΑΕΙ, όπως και τα Γενικά Λύκεια, με διαφορετικά κριτήρια συμβατά με τα προγράμματα σπουδών τους.  Όμως, αυτό δεν συνέβη ποτέ. Όσοι επιθυμούσαν να συνεχίσουν σε ΑΕΙ έπρεπε στην Γ΄ Λυκείου να επιλέξουν τη φοίτηση σε κάποια από τις 4 Δέσμες, όπως και οι μαθητές/ -τριες των Γενικών Λυκείων. Το 1988 οι απόφοιτοι των ΕΠΛ που δεν είχαν επιλέξει να παρακολουθήσουν κάποια Δέσμη εξομοιώθηκαν με αποφοίτους επαγγελματικών σχολείων. 
  • Από το 1983 εισήγαγε νέα μαθήματα στο Λύκειο, όπως η Πολιτική Οικονομία, η Κοινωνιολογία  και αναθεώρησε τα αναλυτικά προγράμματα , εισήγαγε νέα προγράμματα σπουδών Ιστορίας και νέα εγχειρίδια . Για πρώτη φορά, εμφανίζεται στα λύκεια συστηματική παρουσίαση των ιδεών του μαρξισμού, της σχέσης οικονομίας και πολιτικής, της οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας. Η προσπάθεια αυτή, σε στιγμές που θεωρήθηκαν «οριακές» για τις συντηρητικές δυνάμεις, συνάντησε έντονες αντιδράσεις. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η απόσυρση του βιβλίου Ιστορία του Ανθρώπινου Γένους της Α’ Λυκείου που ήταν γραμμένο από τον ιστορικό Λευτέρη Σταυριανό  και είχε εισαχθεί στην Α’ Λυκείου το σχολικό έτος 1984-85.
  • Δημιουργία 220 Μεταλυκειακών Προπαρασκευαστικών Κέντρων για υποψηφίους/ -ες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που έδιναν πανελλαδικές μετά την αποφοίτηση τους από το λύκειο (με το νόμο 1304 του 1982). Τα Μεταλυκειακά Προπαρασκευαστικά Κέντρα ήταν δωρεάν με αποτέλεσμα να δημιουργούν τους όρους για μείωση των φροντιστηρίων τουλάχιστον στο επίπεδο των αποφοίτων που ήθελαν να ξαναδώσουν πανελλαδικές εξετάσεις. Παράλληλα, αποτέλεσαν χώρο απασχόλησης αδιόριστων εκπαιδευτικών με ασφάλιση και πλήρης αναγνώριση της προϋπηρεσίας τους σε αυτά.
  • Δημιουργία τεσσάρων δεσμών στην Γ΄ Λυκείου. Αυτό το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, δεν έχει μελετηθεί σχεδόν καθόλου ως προς την μεταβολή που έφερε στην κοινωνική σύνθεση των επιτυχόντων στα ανώτατα και ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της εποχής. Προφανώς, η κοινωνική αναπαραγωγή μέσω των εκπαιδευτικών θεσμών δεν καταργείται, αφού η κοινωνία παραμένει ταξική. Όμως, όπως έχουν επισημάνει με οξυδέρκεια οι Bourdieu και Passeron ,η εξέταση σε αντικείμενα των κλασικών σπουδών (αρχαία ελληνικά, λατινικά) ευνοεί τα παιδιά από οικογένειες με υψηλό μορφωτικό κεφάλαιο και κλείνει το δρόμο προς το πανεπιστήμιο σε παιδιά από τα λαϊκά στρώματα. Η δημιουργία της Δ’ Δέσμης, όπου οι μαθητές μπορούσαν να αποφύγουν την εξέταση στα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά, λειτούργησε σαν «παρακαμπτήριος» για χιλιάδες παιδιά από τα λαϊκά στρώματα που μπόρεσαν να εισαχθούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, στις σχολές οικονομικών και κοινωνικών επιστημών. Αυτό δεν ακυρώνει τον αναπαραγωγικό ρόλο των εκπαιδευτικών θεσμών ούτε σημαίνει ότι και στην Δ΄ Δέσμη δεν υπήρχαν κάποιες «σχολές ελίτ». Η δομή όμως του νέου συστήματος, που εμπόδιζε τη λειτουργίας μιας «χιονοστιβάδας επιλογών» με τους υψηλότερους σε επίδοση μαθητές που δεν κατόρθωναν να εισαχθούν στη Νομική ή τη Φιλοσοφική να έχουν την επιλογή της Παντείου Σχολής (σήμερα Πάντειο Πανεπιστήμιο) ή της Ανώτατης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (ΑΣΟΕΕ - σήμερα Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ο.Π.Α) ή της Βιομηχανικής Σχολής (σήμερα Πανεπιστήμιο Πειραιά) εκτοπίζοντας αυτούς με τη μικρότερη επίδοση, άφηνε περισσότερο χώρο σε μαθητές/ -τριες από τα λαϊκά στρώματα να επιτύχουν σε κάποιες σχολές κυρίως κοινωνικών και πολιτικών επιστημών. Άνοιξε, έτσι, δρόμους προς το πανεπιστήμιο σε μαθητές/ -τριες από κοινωνικά στρώματα που ήταν εκ των πραγμάτων αποκλεισμένα, καθώς η εξέταση σε αντικείμενα όπως η Κοινωνιολογία (μετά το 1992, επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας, αντικαταστάθηκε από την Πολιτική Οικονομία) και η Ιστορία, εμπόδισε σημαντικά «το κοινωνικό παρελθόν να μετατραπεί σε σχολικό παθητικό» , δηλαδή οι «ναυαγοί» των αρχαίων ελληνικών και των πιο απαιτητικών μαθηματικών της Α΄ Δέσμης (και η Δ΄ Δέσμη είχε μαθηματικά στις εξετάσεις αλλά πολύ μικρότερη ύλη σε σχέση με την Α΄ Δέσμη) αποκτούσαν μέσω της Δ΄ Δέσμης μια ευκαιρία. Να επισημάνουμε, επίσης, ότι η μετονομασία των σχολών αυτών σε «πανεπιστήμια» έγινε από το ΠΑΣΟΚ στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
  • Το σύστημα των τεσσάρων δεσμών, με τη θεσμοθέτηση του, θεωρήθηκε προβληματικό στο εξής σημείο: υποχρέωνε όλους/-ες τους/-τις μαθητές/ -τριες να δώσουν πανελλαδικές εξετάσεις ακόμη και αν ήθελαν μόνο να πάρουν το απολυτήριο Λυκείου. Για αυτό και δημιουργήθηκε η Ε΄ Δέσμη, την οποία παρακολουθούσαν όσοι/-ες ήθελαν να αποκτήσουν το απολυτήριο Λυκείου. Η Ε΄ Δέσμη αργότερα καταργήθηκε, επειδή δεν φοιτούσαν σε αυτή πολλοί / -ες μαθητές/ -τριες. Το ζήτημα της Ε΄ Δέσμης δεν μελετήθηκε εκείνη την εποχή επαρκώς. Εδώ επιχειρούμε μια απόπειρα ερμηνείας: όσοι επέλεγαν την Ε΄ Δέσμη μάλλον εστίαζαν την προσοχή τους σε κάποια μεταγενέστερη επιλογή που περνούσε εκτός πανελλαδικών, όπως οι σχολές αστυνομίας, στρατιωτικές σχολές κτλ. Από το 1983 οι στρατιωτικές σχολές αξιωματικών μπήκαν στις πανελλαδικές ενώ από το 1992 εντάσσονται σε αυτές και οι σχολές υπαξιωματικών. Από το  1994 η εισαγωγή στο δημόσιο γίνεται μέσω του ΑΣΕΠ και οι θέσεις υποψηφίων δημοσίων υπαλλήλων με μοναδικό προσόν το απολυτήριο Λυκείου ελαχιστοποιούνται. Αντίστοιχα συρρικνώνονται οι τρόποι μέσω τους οποίους μπορούσε κάποιος/- α να προσληφθεί στο δημόσιο μέσω πελατειακών δικτύων.  Κατά συνέπεια – και χωρίς αυτές οι ρυθμίσεις να είναι η μοναδική αιτία -  οι επαγγελματικές ευκαιρίες ενός αποφοίτου Λυκείου περιορίζονται δραματικά με αποτέλεσμα να γίνονται όλο και λιγότεροι, όσοι επιθυμούν να φοιτήσουν στο Γενικό Λύκειο απλά και μόνο για να πάρουν το απολυτήριο του.
  • Από το καλοκαίρι του 1982 ξεκίνησε ένας ευρύς διάλογος μεταξύ του υπουργείου παιδείας και των συνδικαλιστικών παρατάξεων προκειμένου να διαμορφωθεί νέος νόμος για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση προκειμένου να αντικατασταθεί ο Ν.309/76. Ο διάλογος κράτησε τρία και χρόνια και αποτέλεσμα του ήταν ο νόμος 1566/85 για την οργάνωση και διοίκηση της εκπαίδευσης, ο οποίος ακόμη και σήμερα παραμένει βασικός νόμος λειτουργίας των σχολείων. Ο νόμος αυτός είναι ένας από τους πιο δημοκρατικούς νόμους οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διότι κατοχυρώνει τη διοίκηση του σχολείου από το σύλλογο διδασκόντων και όχι από κάποιο μονοπρόσωπο όργανο (πχ. διευθυντής) ή κάποια σχολική επιτροπή (school board) στο οποίο ο σύλλογος διδασκόντων μπορεί να εκπροσωπείται με ψήφο στη λήψη των αποφάσεων.
  • Η ΟΛΜΕ διαμόρφωσε νέο καταστατικό τον Απρίλιο του 1982 (την 1η Ιουλίου 1982 δημοσιεύτηκε ο Ν.1264/82 για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος). Η θετική αποδοχή του κλάδου των εκπαιδευτικών, από τους πρώτους μήνες της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά και η επιβράβευση της στάσης της ΠΑΣΚ στους αγώνες της προηγούμενης περιόδου οδήγησαν στην «κατάκτηση» και των 11 θέσεων του ΔΣ της ΟΛΜΕ, το καλοκαίρι του 1982, από μέλη της ΠΑΣΚ!

Όλες αυτές οι θεσμικές αλλαγές εγγράφονται στην προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας από το ΠΑΣΟΚ την πρώτη του τετραετία (1981-1985). Ήταν ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις που άλλαξαν το τοπίο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Μετά το 1985 και τη νέα εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, το πολιτικό τοπίο θα αλλάξει δραματικά και αυτό θα αρχίσει να επηρεάζει και την εκπαίδευση. Η Ε.Ο.Κ., το 1985 στο  συμβούλιο κορυφής στο Λουξεμβούργο, υιοθέτησε την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (Ε.Ε.Π.) για την εγκαθίδρυση ενιαίας πανευρωπαϊκής αγοράς, η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Ιούλιο 1987. Η Ε.Ε.Π. ενσωμάτωνε 300 οδηγίες οι οποίες κινούταν στη λογική μείωσης του κρατικού παρεμβατισμού προς όφελος των επιχειρήσεων και της αγοράς, τις οποίες όφειλαν να ακολουθήσουν οι χώρες μέλη. Ανάμεσα στις οδηγίες, υπήρχε και η υποχρέωση των κρατών μελών να χρηματοδοτούν τα ελλείμματα τους με δανεισμό από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με επιτόκιο αγοράς. Έτσι, τα όποια περιθώρια άσκησης κοινωνικής πολιτικής, χωρίς αναδιανομή εισοδημάτων και ανάπτυξη αλλά με πολιτικές ελλειμμάτων, μειώνονταν δραματικά. Το ΠΑΣΟΚ, υπό την πίεση των αλλαγών στην Ε.Ο.Κ. αλλά και της δικής του επιλογής να μην συγκρουστεί αποφασιστικά με τα αστικά συμφέροντα εντός της χώρας, αρχίζει να εγκαταλείπει τον «αριστερό εθνοκρατικό κεϋνσιανισμό»  και να στρέφεται σε συντηρητική κατεύθυνση με το πρόγραμμα λιτότητας της διετίας 1985-1987 στην οικονομία.

Στο πλαίσιο αυτής της συντηρητικής στροφής, ο Αντώνης Τρίτσης (υπουργός παιδείας από 24-4-1986 έως 5-5- 1988), χωρίς να προχωρήσει σε θεσμικές αλλαγές στην εκπαίδευση, προσπάθησε να εισάγει στην ατζέντα του εκπαιδευτικού λόγου προβληματισμούς σχετικά με το ρόλο των εκπαιδευτικών και την αξιολόγηση τους, το σχολείο στη «νέα εποχή». Ο Αντώνης Τρίτσης διατύπωσε προτάσεις «ασύμβατες» με την μέχρι τότε πολιτική και φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ (πρόθεση να μειώσει κατά 10% τους εισακτέους στα ΑΕΙ, επαναφορά της διδασκαλίας του τυπικού των αρχαίων ελληνικών στο γυμνάσιο), χωρίς όμως να νομοθετήσει. Αφού διατύπωσε τις σκέψεις του δημόσια, κάλεσε τους εκπαιδευτικούς φορείς σε διάλογο και εκδήλωσε την πρόθεση να πάει στα σχολεία προκειμένου να συζητήσει απευθείας με εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς. Η ΟΛΜΕ αντέδρασε αμφισβητώντας τις προθέσεις του υπουργικού διαλόγου. Την περίοδο της υπουργικής θητείας του Αντώνη Τρίτση καταγράφεται η πρώτη προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να αλλάξει ιδεολογικό λόγο και πολιτική κατεύθυνση στην εκπαίδευση. Παράλληλα, η ΟΛΜΕ, προσπάθησε με απεργιακές κινητοποιήσεις να ανατρέψει την πολιτική λιτότητας της κυβέρνησης. Από το Νοέμβριο του 1987 άρχισαν μικρής διάρκειας απεργίας (24ωρη στις 25-11-87, 48ωρη στις 8/8-12-87, 3ημερες 15/17-12-87, 10/12-2-88 και 16/18-3-88). Ο Αντώνης Τρίτσης παραιτήθηκε στις 5-5-1988 και υπουργός παιδείας ανέλαβε ο Αποστόλης Κακλαμάνης. Η ΟΛΜΕ αποφάσισε στις 7-5-1988 απεργία μέσα στις πανελλαδικές εξετάσεις, η οποία στις 23-6-88 καταδικάστηκε με δικαστική απόφαση «ως παράνομη και καταχρηστική». Στις 22-6-1988 καθήκοντα υπουργού παιδείας ανέλαβε ο Γιώργος Παπανδρέου. Η απεργία ανεστάλη στις 27-6-1988, καθώς ο νέος υπουργός ήρθε σε συμφωνία με την ΟΛΜΕ για τη θεσμοθέτηση του υπερωριακού επιδόματος εξωδιδακτικής απασχόλησης (τρίμηνα).

Η μέχρι τότε συναίνεση των εκπαιδευτικών με το ΠΑΣΟΚ είχε αρχίσει να διαρρηγνύεται ενώ οι ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις της πρώτης τετραετίας είχαν παγώσει και όλα έδειχναν ότι το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν πλέον πρόθυμο να συνεχίσει στην ίδια κατεύθυνση.

* Εκπαιδευτικός

**Το κείμενο αποτελεί συντόμευση τμήματος του κειμένου «Η εκπαιδευτική πολιτική του ΠΑΣΟΚ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση από το 1976 μέχρι το 2004» που έχει δημοσιευθεί στο Βασίλης Ασημακόπουλος - Χρύσανθος Δ. Τάσσης, ΠΑΣΟΚ 1974-2018 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ - ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΕΙΣ - ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ, εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2018.

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Είσαι άνεργος στο κέντρο της Αθήνας; ΠΑΡΕ ΤΩΡΑ έκτακτο επίδομα 1000 ευρώ 

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 24/12

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα