Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, μεσούσης της Δικτατορίας, στα Δημοτικά Σχολεία της Αθήνας επικρατούσε το αδιαχώρητο. Υπήρχαν πολλά τμήματα που είχαν μέσα περισσότερα από 70 παιδιά. Σε ένα τέτοιο σχολείο, στο Παγκράτι, φοιτούσε και ο μεγάλος μου αδερφός. Στο τέλος της Γ΄ Δημοτικού και αφού είχε περάσει τρία χρόνια ουσιαστικά ως βοηθός της δασκάλας του, της κ. Μαρίνας, καθώς ήξερε να διαβάζει όταν πήγε στην Α΄ Δημοτικού και με τη λογική της αλληλοδιδακτικής μεθόδου η δασκάλα του εμπιστευόταν μέρος των μαθητών της -τι άλλο να έκανε;, η οικογένεια αποφάσισε ο πρωτότοκος γιος να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις για το Κολλέγιο Αθηνών. Τι σήμαινε η επιλογή ενός ιδιωτικού σχολείου εκείνη την εποχή; Κατ’αρχήν ότι το παιδί θα πήγαινε σε μία τάξη με τους μισούς ή και ακόμη λιγότερους μαθητές. Πράγμα που συνέβη.
Το 2020 το Υπουργείο Παιδείας, άλλαξε με νομοθετική ρύθμιση τη δυναμικότητα των τμημάτων του Δημοτικού Σχολείου από 22 που είχε νομοθετήσει η προηγούμενη κυβέρνηση το 2019, (1) σε 25 όπως ίσχυε παλαιότερα. (2) [ Να σημειώσουμε εδώ ότι ο αριθμός αυτός προσαυξάνεται συνήθως κατά 2 ή 3 άτομα, οπότε το 22 θα είχε ανώτερο όριο το 25 και το 25 έχει ανώτερο όριο το 28.] Η αλλαγή αυτή, που μάλιστα έγινε μεσούσης της Πανδημίας, σε μία πρώτη ανάγνωση αποσκοπούσε στην εξοικονόμηση πόρων καθώς μεγαλύτερα τμήματα οδηγούν σε μικρότερο σύνολο τμημάτων ανά σχολείο και επομένως απαιτείται και λιγότερο εκπαιδευτικό προσωπικό, άρα μικρότερο οικονομικό βάρος για το Δημόσιο Ταμείο. Η κύρια αιτία όμως μπορεί να ήταν η ικανοποίηση σχετικής, αυτονόητης αλλά σιωπηρής, απαίτησης των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων.
Όταν υπηρετούσα σε δημοτικό σχολείο της Ανατολικής Αττικής, ήρθε με μετεγγραφή μία μαθήτρια από ιδιωτικό σχολείο των νοτίων προαστίων δυναμικότητας 37 τμημάτων στο σύνολο. Ας φανταστούμε για λίγο αυτό το σχολείο: διαθέτει 37 αίθουσες που στέγαζαν, εκείνη την εποχή, 28 (καμιά φορά και 29) μαθητές/-τριες η κάθε μία. Συνολικά, φοιτούσαν 1036 έως 1070 μαθητές/-τριες. Ας υποθέσουμε ότι εφαρμοζόταν ο νόμος για 22 (μέγιστο 25) μαθητές/-τριες σε κάθε τμήμα. Αυτόματα το σύνολο των μαθητών/τριών θα έπεφτε στο εν λόγω σχολείο στους 814 έως 925 μαθητές/-τριες, δηλαδή μία απώλεια της τάξης των 145 έως 222 μαθητών, ποσοστό της τάξης του 20%. Αυτό ισούται με αντίστοιχη μείωση του συνόλου των διδάκτρων που θα εισέπραττε ο σχολάρχης, διατηρώντας όμως την ίδια δυναμικότητα, υποχρεωτικά, σε εκπαιδευτικό προσωπικό, αφού το πλήθος των τμημάτων, λόγω και των διαθέσιμων αιθουσών, θα παρέμενε το ίδιο.
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Η απώλεια εσόδων θα ήταν τεράστια, ειδικά αν το κόστος των διδάκτρων παρέμενε το ίδιο. Οπότε φαίνεται ότι υπήρχαν δύο επιλογές: είτε να γίνει αύξηση των διδάκτρων, με κίνδυνο απώλειας μελλοντικών πελατών-μαθητών, είτε να αλλάξει, ει δυνατόν, η νομοθεσία που όριζε τον ανώτατο αριθμό μαθητών ανά τμήμα. Όπως γνωρίζουμε, έγινε το δεύτερο. Με ζητούμενο αυτό το αδιανόητο για τα σημερινά δεδομένα πλήθος μαθητών ανά τμήμα, προετοιμάζεται και η νέα σχολική χρόνια.

Ας κάνουμε τώρα μία υπόθεση εργασίας για ένα κοινό 12θέσιο δημοτικό σχολείο της γειτονιάς. Σε ένα τέτοιο σχολείο υπηρετούν 12 δάσκαλοι τουλάχιστον, δύο εκπαιδευτικοί Φυσικής Αγωγής, ένας εκπαιδευτικός μουσικής, ένας εκπαιδευτικός θεατρικής αγωγής και ένας εκπαιδευτικός πληροφορικής για το μισό τους ωράριο τουλάχιστον, ένας εκπαιδευτικός εικαστικής αγωγής, δύο εκπαιδευτικοί αγγλικής γλώσσας και ένας εκπαιδευτικός δεύτερης ξένης γλώσσας για το ένα τρίτο του ωραρίου του τουλάχιστον. Στο παραπάνω σύνολο δεν έχουν υπολογιστεί οι εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής είτε για το Τμήμα Ένταξης είτε για την παράλληλη στήριξη μαθητών/τριών με μαθησιακές δυσκολίες. Στο σχολείο της υπόθεσης μας, ας πούμε σήμερα ότι φοιτούν περί τους 275 μαθητές/-τριες με μέσο πληθυσμό ανά τμήμα 23 παιδιά, δηλαδή άλλα τμήματα διαθέτουν 25-26 παιδιά και άλλα 20-21 παιδιά γιατί όταν πχ εγγράφηκαν για πρώτη φορά στην Α΄Δημοτικού το άθροισμά τους ήταν λίγο πάνω ή λίγο κάτω από 50 μαθητές/-τριες.
Για την προσεχή σχολική χρονιά, η επιδίωξη του Υπουργείου Παιδείας είναι το σύνολο των εγγραφών να είναι στο σχολείο της υπόθεσης εργασίας μας -ας το ονομάσουμε σχολείο Α- τουλάχιστον 50. Έστω και αν εγγραφούν 45 παιδιά στο σχολείο Α, θα μεταφερθούν σε αυτό 5 παιδιά από το σχολείο Β, που τυχόν έχει εγγραφές 55 παιδιών, κι αυτό γιατί έτσι θα αποτραπεί: α) η διαίρεση των μαθητών του σχολείου Β με τις 55 εγγραφές σε τρία τμήματα (με σύνολο μαθητών ανά τμήμα 18-19) και β) η διαίρεση των μαθητών του σχολείου Α σε δύο τμήματα των 22 και 23 μαθητών. Με στενούς οικονομικούς όρους η πρόβλεψη του υπουργείου για μεταφορά των 5 μαθητών από το σχολείο Β στο σχολείο Α με στόχο τη δημιουργία 4 τμημάτων των 25 μαθητών κι όχι 5 τμημάτων των 18-23 μαθητών είναι εύλογη καθώς εξυπηρετήσει τον ίδιο αριθμό μαθητών με λιγότερο εκπαιδευτικό προσωπικό. Όμως αυτό είναι επωφελές για την παιδεία, την κοινωνία αλλά και για την οικονομία;
Αν διατηρήσουμε τον υφιστάμενο αριθμό τμημάτων στα σχολεία μας, παρά την μείωση του μαθητικού πληθυσμού λόγω υπογεννητικότητας, τότε θα διατηρήσουμε και ίσως και να αυξήσουμε τις θέσεις εργασίας στον χώρο της εκπαίδευσης. Όπως όλοι γνωρίζουμε η αύξηση των θέσεων εργασίας και η ταυτόχρονη μείωση της ανεργίας είναι ο πρώτος στόχος κάθε σοβαρής κοινωνίας που επιδιώκει την κοινωνική και οικονομική ευημερία. Οι άνθρωποι που εργάζονται παράγουν, αμείβονται και στη συνέχεια καταναλώνουν αγοράζοντας υπηρεσίες και αγαθά βοηθώντας στην ανάπτυξη της οικονομίας. Από την άλλη μεριά, η υποστήριξη του σχολείου της γειτονιάς επιτρέπει τη διατήρηση ενός πυρήνα γνώσης, πολιτισμού και κοινοτικής ζωής που έχουν μεγάλη ανάγκη τόσο οι γειτονιές των μεγάλων πόλεων όσο και οι τοπικές κοινωνίες στις κωμοπόλεις και στα χωριά. Η μεταφορά έστω και 5 παιδιών από το σχολείο Β στο σχολείο Α της υπόθεσής μας δεν είναι τόσο απλή όσο φαντάζει καθώς απομακρύνει τα παιδιά από τον στενό πυρήνα μιας οικείας καθημερινότητας που επιτρέπει την ανάπτυξη δεσμών και κοινών κοινωνικών πρακτικών με συνομήλικους, με πρόσωπα που ίσως θα τους συνοδεύουν για μία ζωή.

Πολύ συχνά γράφεται και λέγεται ότι τα μεγάλα σχολεία επιτρέπουν τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, την εισαγωγή διδακτικών αντικειμένων κ.λπ. Τα μεγάλα σχολεία απαιτούν όμως και ανάλογα οικόπεδα ώστε να υπάρχουν μεγαλύτεροι χώροι συγκέντρωσης, ανάπαυσης και άθλησης. Τα μεγάλα σχολεία σε πληθυσμό δεν μπορούν να στεγαστούν με κτίρια υφιστάμενα που έχουν σχεδιαστεί για πολύ μικρότερο πληθυσμό. Τα σχολικά κτίρια είναι μία δημόσια περιουσία που οφείλουμε να τη συντηρήσουμε και να την ανακατασκευάσουμε όπου χρειάζεται. Να δημιουργήσουμε και νέα όπου απαιτείται, μία δράση που θα δημιουργήσει κι άλλες νέες θέσεις εργασίας, απαραίτητες για την οικονομία μας. Όμως είναι παράλογο, στα υφιστάμενα κτίρια να μη δημιουργούμε τμήματα με λιγότερους μαθητές, μόνο και μόνο για να μειώσουμε το εκπαιδευτικό προσωπικό και άρα τις δαπάνες για την εκπαίδευση, γιατί τελικά αυτός είναι ο ύστατος στόχος!
Ναι, η υπογεννητικότητα είναι εδώ και πλέον τη βιώνουμε με τη ραγδαία μείωση του πληθυσμού που οδηγεί σε μείωση του μαθητικού πληθυσμού κατά 40% σε σχέση με πριν από 15 χρόνια (3). Έχουμε τη δυνατότητα να λειτουργήσουμε σχολεία με τον ίδιο αριθμό τμημάτων αλλά με λιγότερους μαθητές που θα έχει ως αποτέλεσμα καλύτερη εκπαιδευτική διαδικασία, δυνατότητα για διαφοροποιημένη διδασκαλία, βελτιωμένα μορφωτικά αποτελέσματα που βέβαια θα τα απολαύσουμε σε βάθος χρόνου.
Γιατί να μην κάνουμε το πρόβλημα, δηλαδή την υπογεννητικότητα, ευκαιρία; Μήπως αυτή είναι η χρυσή ευκαιρία για την εκπαίδευσή μας; Η ευκαιρία που επιτρέψει επιτέλους σε όλους τους εκπαιδευτικούς να διδάξουν με άνεση μικρότερο αριθμό μαθητών σε κάθε τάξη, όπως ορίζουν όλες οι σύγχρονες θεωρίες μάθησης και όπως ισχύει σε πολλά εκπαιδευτικά συστήματα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν τον ίδιο ή μικρότερο πληθυσμό από εμάς. Είναι η χρυσή ευκαιρία των παιδιών, ειδικά εκείνων που φτάνουν στο κατώφλι της Α΄ Δημοτικού χωρίς το απαραίτητο μορφωτικό κεφάλαιο, που έχουν ανάγκη μεγαλύτερης προσοχής και περισσότερων εκπαιδευτικών ευκαιριών από τα παιδιά των πιο προνομιούχων οικογενειών. Είναι η χρυσή ευκαιρία για την κοινωνία μας να παρέχει με αυτά τα μέσα που διαθέτει σήμερα, περισσότερο εκπαιδευτικό χρόνο και ποιοτικότερη παιδεία στα νέα της μέλη. Γιατί περισσότερη και καλύτερη εκπαίδευση σημαίνει μία κοινωνία με μεγαλύτερη συνοχή, με περισσότερη οικονομική, κοινωνική και ψυχική ευημερία, σημαίνει μία κοινωνία με στόχους, σημαίνει μία κοινωνία χαρούμενη.
Η δημιουργία πολυπληθών τμημάτων ουσιαστικά στερεί από την κοινωνία μας το δικαίωμα στη χαρά και τη δημιουργία με μόνο όφελος την εξοικονόμηση κάποιων πόρων σήμερα. Και όλα αυτά τα χρήματα που θα απαιτηθούν αύριο για να καλύψουν την εκπαιδευτική αναποτελεσματικότητα του ελληνικού σχολείου γιατί δεν υπολογίζονται; Από τη μία είναι οι ιδιωτικοί πόροι που θα πρέπει να εξασφαλίσει κάθε νοικοκυριό χωριστά, αν τα καταφέρει, για να καλύψει τις ελλείψεις του σχολείου αγοράζοντας εκπαιδευτικές υπηρεσίες στα φροντιστήρια και από την άλλη είναι οι δημόσιοι πόροι που θα δαπανηθούν για να θεραπευτούν οι κοινωνικοί νόσοι που θα γεννήσει το αναποτελεσματικό δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, ήτοι ανεργία, εγκληματικότητα, ψυχική και σωματική νοσηρότητα.
Προσπάθησα να καταστήσω σαφές πως, όπως σε όλα τα πράγματα και τις καταστάσεις, η διαφορά κρίνεται στις λεπτομέρειες. Κι αυτές οι κρίσιμες λεπτομέρειες κρύβουν πολιτικές διαστάσεις με τεράστιες κοινωνικές συνέπειες και ιδεολογικό βάρος. Η ύπαρξη πολυπληθών τμημάτων διατηρεί και εντείνει τις κοινωνικές ανισότητες ενώ παράλληλα αδικεί ακόμη και τα πιο προνομιούχα κοινωνικά στρώματα που επιλέγουν την ιδιωτική εκπαίδευση και αγοράζουν τελικά χαμηλότερου επιπέδου υπηρεσίες καθώς το παιδί τους φοιτά σε τμήματα των 25-26, και κατά παράβαση του νόμου, ακόμη και των 29 μαθητών/-τριών. Η ύπαρξη πολυπληθών τμημάτων αποστερεί από το μέλλον της χώρας μορφωτικές ευκαιρίες. Τι σημαίνει άραγε για την Ελλάδα το γεγονός ότι αποδέχεται πως δεν είναι και πολύ σημαντικό θέμα αν θα είναι 20 αντί για 25 παιδιά μέσα σε ένα σχολικό τμήμα; Σημαίνει, προσωπικά για μένα, ότι στον τόπο μου το λιγότερο που φροντίζουμε είναι τα παιδιά. Τα μικρά παιδιά δεν έχουν ούτε τη γνώση ούτε τη δύναμη να διεκδικήσουν αυτό που τους ανήκει. Εμείς οι ενήλικες, οι επαΐοντες και μη, και φυσικά όσοι έχουν πολιτική ισχύ, οφείλουμε να τους προσφέρουμε όχι μόνο το καλύτερο αλλά κυρίως, και πάνω από όλα, αυτό που δικαιούνται, το οποίο άλλωστε, όπως προσπάθησα να αποδείξω, είναι κοινωνικά επωφελές για όλους μας.
Δρ. Ίλια Λακίδου, θεατρολόγος - συγγραφέας
Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό
Τμήμα Θεατρικών Σπουδών ΕΚΠΑ
-----------------------------------
1. Ο νόμος «Συνέργειες Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας με τα Τ.Ε.Ι. Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, Παλλημνιακό Ταμείο και άλλες διατάξεις» που ψηφίστηκε στις 17/01/2019 περιελάμβανε την εν λόγω διάταξη. Στο: https://www.government.gov.gr/sinergies-ai-me-ti/ [πρόσβαση 15-04-2025]
2. Γιάννης Κουφόπουλος, «Αριθμός μαθητών σχολικών τμημάτων: κριτική αποτίμηση των παιδαγωγικών επιπτώσεων», Alfavita 8-06-2020, στο: https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/324444_arithmos-mathiton-sholikon-tmimaton-kritiki-analysi-ton-paidagogikon-epiptoseon [πρόσβάση 15-04-2025] όπου καταγράφονται όλες οι νομοθετικές ρυθμίσεις και αναλύονται οι σχετικές αιτιολογικές εκθέσεις.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
2ος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ τον Ιούνιο: Ανακοινώθηκε ΕΠΙΣΗΜΑ η ύλη!
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 16/04
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ