Το αναπότρεπτο και δυσβάσταχτο «Δεύτε τελευταίον ασπασμόν» ως μοναδική και σκληρή εμπειρία στην ύστατη του αποχωρισμού ώρα, κλονίζει την ανθρώπινη ύπαρξη, που αναζητά τρόπους «διαφυγής» και απελευθέρωσης των σωμάτων των μεταστάντων.
Στην ουσία είναι η έγνοια του ζωντανού τι θ’ απογίνει το σώμα του, αν θα καεί ή όχι πεθαμένος, γιατί ζωντανός καίγεται κάθε μέρα. Θαμμένος στη γη είναι «εδώ» και έχει την ελπίδα ν’ αναστηθεί σύμφωνα με την «τάξη» του χρόνου, εάν καεί, θα γίνει καπνός… χαμός…
Πιθανότατα η σκέψη εγκλωβισμού σε μικρό κιβωτιόσχημο χώρο αγχώνει ελεύθερα πνεύματα και καλλιεργεί τον φόβο του περιορισμού ακόμα και μετά θάνατο ξεχνώντας τον σοφό Επίκουρο: «Άφοβον ο Θεός, ανύποπτον ο θάνατος» (Φιλόδημος, Προς σοφιστάς, IV 10-12).
Οπότε «κούφια η ώρα», όπως λέει και ο Λουκιανός «αν ποτέ πεθάνω αν λέμε, αν /κάψτε ένα πιάνο κι ένα μπουφάν…».
Θαμμένος λοιπόν ή καμένος;
Με αφορμή το τέλος στο πάρτυ του Λουκιανού, σε τούτο το μάταιο κόσμο αλλά και με τη μετανάστευση 4.000 σορών το χρόνο για καύση στη Βουλγαρία, το θέμα προβληματίζει και συζητιέται πολλαχώς. Η καύση των νεκρών, θέμα ταμπού, για τις κυρίαρχες θρησκευτικές αντιλήψεις ανακινείται τελευταία πολιτικά και κοινωνικά για ιδεολογικούς και οικονομικούς λόγους.
Από το 2006 που η Ελληνική Βουλή θέσπισε νόμο ώστε να επιτρέπεται η καύση για τα θρησκευτικά δόγματα που δεν είναι αντίθετα προς αυτή, μέχρι το 2014 που αποσυνδέθηκε από θρησκευτικές πεποιθήσεις, έχουν γίνει δειλά βήματα αντιμετώπισης του θέματος και εξακολουθεί να παραμένει ταμπού σε μια ορθόδοξη χριστιανική χώρα όπως είναι η Ελλάδα. Παρουσιάζει ενδιαφέρον ότι η εμμονή στην παράδοση της ταφής και ο δισταγμός κατασκευής αποτεφρωτηρίων, «στέλνει» ταξίδι τους νεκρούς που καίγονται από την επιθυμία της ιερής φωτιάς στα κρεματόρια της γειτονικής και ορθόδοξης Βουλγαρίας, παρ’ όλο που η χώρα αυτή δεν δείχνει ενδιαφέρον για την καύση των νεκρών της και έχει τα χαμηλότερα ποσοστά καύσης. Άραγε ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους στη Βουλγαρία διευκολύνεται η καύση των νεκρών ενώ στην Ελλάδα παρεμποδίζεται εμμέσως πλην σαφώς και επιμένουμε παραδοσιακά στον ενταφιασμό; Ανεξάρτητα από την αναζήτηση οικονομικών ή θρησκευτικών λόγων για την προώθηση ή καθυστέρηση της καύσης των νεκρών στην Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη, ο Δήμος Πατρέων με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα στηρίζει την επιθυμία των φίλων της καύσης και ανοίγει το δρόμο με τον προγραμματισμό της κατασκευής αποτεφρωτηρίου προς το τέλος του 2018 στο Βιομηχανικό Πάρκο Γλαύκου. Παρά τις αντιδράσεις κατοίκων της περιοχής και της Εκκλησίας, οι εξελίξεις θα δείξουν αν η Πάτρα κατορθώσει να υλοποιήσει τα σχέδια αυτά και ακυρώσει το μεταθανάτιο ταξίδι προς τα Βαλκάνια. Από την Βουλγαρία στην Πάτρα λοιπόν και μετά την κατασκευή του σύγχρονου οδικού δικτύου θα παρέχεται το δικαίωμα στον πολίτη να καεί και όχι να θαφτεί υποχρεωτικά. Αλλά και άλλοι Δήμοι (Αθηνών, Θεσ/νίκης, Βόλου) αναζητούν χώρους και λύσεις αποτέφρωσης. Τα κόστη βεβαίως είναι υψηλά και οι επενδυτές δεν γνωρίζουν σε ποιο ποσοστό θα προτιμάται η καύση ώστε να είναι σίγουροι πως με το κάψιμο θα μπορούν να κάνουν απόσβεση. Η καύση θα γίνει συνήθεια (μόδα);
Όσο κι αν ακούγεται μπλακ χιούμορ το πρακτικό (οικονομικό) μέρος απασχολεί πολύ τις ιδιωτικές και δημόσιες επιχειρήσεις «κοινής ωφέλειας »αφου και οι καμένοι έχουν ψυχή… και χρήμα. Εξάλλου παλαιόθεν το ταξίδι στον Άδη είχε αντίτιμο και πλήρωνες τον ψυχοπομπό βαρκάρη, για το μέλλον ποιος ξέρει; Ο ανταγωνισμός στην «ελεύθερη» αγορά θα δείξει τι συμφέρει: ο ενταφιασμός ή η καύση από οικονομική άποψη, γιατί η φθήνεια τρώει τον παρά και επιβάλλει συνήθειες.
Από την πλευρά της Εκκλησίας η Ιερά Σύνοδος αποφάνθηκε αρνητικά για την καύση των Χριστιανών μεταθέτοντας την ευθύνη για τη μη χριστιανικότητα της επιλογής αυτής στον μεταστάντα. Το πράγμα όμως περιπλέκεται στο ζήτημα της ευθύνης, αφού η υποχρέωση για λογοδοσία δεν μπορεί να εκληφθεί το ίδιο εν ζωή, το ίδιο και μετά…
Ωστόσο, αγιογραφικά υποστηρίζεται ότι ο άνθρωπος «γη ει και εις γην απελεύση» (Γεν. 3, 19) γεγονός που εκφράζει Δημιουργικά την σχέση του ανθρώπου με τη φύση στην οποία καταλήγει ο Αδάμ (Χοϊκός / Χωματένιος) και η Εύα (Ζωή) συντηρώντας και ανανεώνοντας την αλυσίδα της Φύσης. Η δημιουργία του ανθρώπου από τον Θεό αφού «έπλασε» αυτόν «χουν από της γης» (Γεν. 2, 7) αποτελεί έναυσμα στοχασμού αλλά και σύνοψη σοφίας στο τέλος του βίου καθ’ όσον «διό πάλιν εις γην εξ ης ελήφθη, κατεδικάσας επιστρέφειν» (Ακολουθία εις Κεκοιμημένους). Η προκαθορισμένη αυτή πορεία εξασθενεί κάθε επιχείρημα περί της καύσης των νεκρών στην ιουδαιοχριστιανική θεολογία και ανθρωπολογία. Το ταυτόχρονα όμως αγαθό του αυτεξούσιου εκλαμβανόμενο παρά του ανθρώπου ως δώρο ελευθερίας βουλήσεως στο δρόμο προς το «καθ’ ομοίωσιν» έρχεται να μπερδέψει τα πράγματα για όσους επιθυμούν «κοσμική» χριστιανική ζωή προσαρμοσμένη στις ανάγκες και απαιτήσεις του σήμερα. Με τον τρόπο αυτό οι φίλοι της καύσης επιχειρηματολογούν για το δικαίωμά τους να καούν και όχι να ταφούν είτε με την ελαφρότητα «όταν κλείσω τα μάτια όλα στάχτη και μπούρμπερη» είτε με φιλοσοφημένη οικολογική συνείδηση «να διασκορπιστώ αιώνια ελεύθερος στο σύμπαν». Η αναφορά στη στάχτη, ως κατάλοιπο καταστροφής είχε τις περισσότερες φορές αρνητική σημασία με αποτέλεσμα το κάψιμο εκτός από ανάγκη σε περιπτώσεις ομαδικών θανάτων (πολέμων και λοιμών) να θεωρείται σε κάποιες εποχές απαραίτητο και για τον εξαγνισμό προσώπων ή πόλεων από αμαρτήματα όπως στα Σόδομα και Γόμορα (Γεν. 19, 24-26).
Αντίθετα στα ομηρικά έπη (8ος αι. π.Χ.) έχουμε αναφορές εκτός από την ταφή και στην καύση των νεκρών όπως αυτή του Πατρόκλου, φίλου του Αχιλλέα, όπου η γοργή Ίριδα πηγαίνει στους ανέμους και τους παρακαλεί να είναι ευνοϊκοί στο άναμμα της φωτιάς για να καεί το σώμα του Πατρόκλου:
«Μα εσάς Βοριά και Ζέφυρε, σας κράζει ο Αχιλλέας να τρέξετε γοργοσίφουνοι –σφαχτά σας τάζει αν τρέξτε– και να φτερώστε τη φωτιά, όπου βαλμένος στέκει ο Πάτροκλος…» (Ιλιάς, Ψ 205-210). Στους ομηρικούς χρόνους ήταν απόδοση τιμής για τον ήρωα να καεί στο πεδίο της μάχης κι όταν η φωτιά «δαπανήσει» το σώμα του τα απομεινάρια των οστών θα τοποθετηθούν σε στεφανωμένη χρυσή υδρία και μετά σε νεκρικό τύμβο.
Ενώ για τον Έκτορα, ο Αχιλλέας λέει θυμωμένος: «Δε θα τον δώκω της φωτιάς μον σκύλοι θα τον φάνε» (Ιλιάς, Ψ 180-183) αφού θεωρούσαν ατιμωτικό να μένει άταφο το σώμα. Άταφοι έμεναν οι προδότες της πατρίδας, οι ιερόσυλοι και οι αυτόχειρες. Στον ομηρικό κόσμο η καύση των νεκρών δεν θα ήταν εμπόδιο συνάντησης στον Άδη αφού ο Παυσανίας αναφέρει ότι οι φίλοι Αχιλλέας και Πάτροκλος συνεχίζουν να ζουν μαζί και μετά θάνατο στη νήσο Λεύκη.
Σε κάθε περίπτωση Έλληνες και Τρώες με την καύση των νεκρών απέδιδαν τις αρμόζουσες τιμές στους ήρωες στο πεδίο της μάχης.
Στην Ιλιάδα φαίνεται ότι οι Τρώες έκαιγαν τους νεκρούς τους τιμητικά αφού:
«Τον αντρειωμένο έβγαζαν
Έχτορα με θρήνους και στα ξύλα
ψηλά από πάνω τον απίθωσαν,
κι ευτύς φωτιά του έβαλαν…
μετά μάζεψαν τ’ άσπρα κόκκαλα
θρηνώντας και σε κατάχρυση
τα βάλαν μέσα θήκη
με βυσσινί σκουτί σκεπάζοντάς τα
και σε ανοιγμένο λάκκο τάχωσαν
κι από πάνω με πέτρες κλειδωτές
τον έστρωσαν…
Έτσι τον έθαψαν τον Έχτορα
τον αλογομάχο». (Ω 785-799)
Ενώ στην Οδύσσεια διαβάζουμε για την καύση του νεκρού Αχιλλέα μετά τον θάνατό του από τον Πάρη
«Κι όταν πια σ’ έκαψε η φωτιά, τα κόκκαλά σου τ’ άσπρα
συνάξαμε τη χαραυγή και βάλαμε, Αχιλλέα
σε λάδι κι άδολο κρασί. Κι ένα χρυσό αμφορέα
έφερε η μάνα σου, δουλειά του ξακουσμένου Ηφαίστου
κι έλεγε από τον Διόνυσο πως χάρισμα τον είχε.
Εκεί, Αχιλλέα, βάλαμε τα κόκκαλά σου τ άσπρα». (Ω, 63-76)
Ομολογουμένως ο σεβασμός στο ανθρώπινο σώμα τόσο στην αρχαιότητα όσο και στον ιουδαιοχριστιανικό κόσμο επιβάλλει απόδοση τιμών και ενταφιασμό ως επιθυμία θεών και ανθρώπων.
Στο πρώτο ομηρογενές ποίημα του Κώστα Καβάφη που αντλεί υλικό από την Ιλιάδα περιγράφεται η κηδεία του Σαρπηδόνα γιου του Δία που σκότωσε ο Πάτροκλος σε μονομαχία.
«Βαρυάν οδύνη έχει ο Ζευς. Τον Σαρπηδόνα
εσκότωσεν ο Πάτροκλος…
…Και στέλνει ιδού τον Φοίβο κάτω στην πεδιάδα
ερμηνευμένο πως το σώμα να νοιασθεί»
(Η Κηδεία του Σαρπηδόνος, 1898)
Ευφρόνιος (6ος-5ος π.Χ. αι.)
Ο θάνατος του Σαρπηδόνα
Ο Θεός-Πατέρας της Ιλιάδος θρηνεί για τον χαμό του γιου του και φροντίζει για το σώμα του.
«Με λάδι αθάνατο, του φόρεσε θεϊκό χιτώνα γύρω,
και στους γοργούς περαματάρηδες, τον δίνει να τον πάρουν,
μαζί στον Ύπνο και στον Θάνατο, τα διδυμάρια αδέρφια,
που ευτύς στην καρπερή και απλόχωρη Λυκία τον απίθωσαν»
(Π 680-683)
Η τίμηση του νεκρού περατώνεται με την κατασκευή μνήματος και την ύψωση στήλης που δηλώνει τον τόπο και την σχέση του νεκρού με την Πατρίδα. Εκεί που είδε για πρώτη φορά το φως του Ήλιου εκεί θα μείνει και στη Δύση του (Ιλιάς, Π 462-50)
Στον χριστιανικό κόσμο τα Πάθη του Χριστού και ο ενταφιασμός του σώματος θα εμπνεύσουν τα εγκώμια
«Ο ευσχήμων Ιωσήφ
από του ξύλου καθελών
το άχραντόν σου Σώμα
σινδόνι καθαρά ειλήσας και αρώμασιν
εν μνήματι καινώ κηδεύσας απέθετο».
Καραβάτζο, Η ταφή του Ιησού(1603)
«Ω γλυκύ μου έαρ γλυκύτατόν μου
τέκνον πού έδυ σου το κάλλος;»
Ο σπαραγμός της μάνας Παναγιάς για τον μοναχογιό της θα συγκινήσει τον βυζαντινό υμνογράφο, ενώ ο επιτάφιος θρήνος του Γιάννη Ρίτσου (1936) θα κορυφώσει το δράμα της μάνας του Τάσου Τούση για το χαμό του παιδιού της: ‘’Βασίλεψες αστέρι μου βασίλεψε όλη η πλάση κι ο ήλιος
Κουβάρι ολόμαυρο το φέγγος του έχει μάσει.’’
«Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω…»..
Στα Ευαγγέλια τονίζεται ιδιαίτερα ο σεβασμός στο ανθρώπινο σώμα του νεκρού Ιησού και η τίμηση αυτού κατά την ταφή του. Αυτός που πάλεψε εν ζωή για το θέλημα του Θεού και για τον ίδιο τον Άνθρωπο σηκώνοντας τον Σταυρό του Κόσμου θα κηδευτεί με όλα τα πρεπά (Ματθ. 27, 57-66). Στην πρωτοχριστιανική κοινότητα αναφέρεται η ταφή και ο θρήνος για τον πρωτομάρτυρα Στέφανο (Πρ. 8, 2) ενώ δεν παραμελούν τα νεκρά σώματα του Ανανία και της Σαπφείρας και τα θάβουν παρά την αμαρτωλότητά τους (Πρ. 5, 6-10).
Μεταγενέστερα στους Πατέρες της Εκκλησίας από τον 4ο μ.Χ. το ανθρώπινο σώμα τιμάται ιδιαίτερα ως ναός της ψυχής ενώ η φροντίδα και προστασία αυτού είναι καθήκον για τον Χριστιανό αφού καθίσταται σαφές πλέον ότι μετά την Ανάσταση του Θεανθρώπου ο χριστιανός προσδοκά την Ανάσταση του Σώματος και όχι την αθανασία της ψυχής. Κατά τον 4ο αι. μ.Χ. η αποτέφρωση του νεκρού εγκαταλείπεται σταδιακά από Έλληνες και Ρωμαίους και καθιερώνεται το Χριστιανικό έθιμο της ταφής σύμφωνα με το εκκλησιαστικό τελετουργικό.
Χωρίς να καταγράφεται με δογματική σαφήνεια στους Ιερούς Κανόνες η απαγόρευση ή μη της καύσης, η τονισθείσα φροντίδα του σώματος του μεταστάντος εξυψώνει αυτό και καθιστά την υποχρέωση της ταφής συνήθεια της Εκκλησίας η οποία τελεί τη Νεκρώσιμο Ακολουθία με την επιβαλλόμενη απλότητα υπενθυμίζοντας ότι «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα, όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον ου παραμένει ο πλούτος ου συνοδεύει η δόξα επελθών γαρ ο θάνατος, ταύτα πάντα εξηφάνισται» (Ακολουθία εις Κεκοιμημένους). Η απλότης και η ταπεινότης ως χριστιανικές αρετές αναδεικνύονται στην περίπτωση του Αγ. Αντωνίου (251-356) τον Βίο του οποίου κατέγραψε ο Μ. Αθανάσιος (296-373). Όταν κατάλαβε, λέει, πως πλησίαζε το τέλος της ζωής του ζήτησε μετά το θάνατο να θάψουν το σώμα του σε μέρος κρυφό γιατί δεν επιθυμούσε μεταθανάτιες τιμές και υπερβολές. Όπως ήσυχα έζησε στην έρημο του κόσμου, αθόρυβα θέλησε και να κοιμηθεί στον τόπο του. Εξάλλου σε γνωστό ή άγνωστο τάφο η παράδοση της Εκκλησίας θεμελιώνεται και ανανεώνεται στα λείψανα των μαρτύρων και αγίων που φανερώνουν την παρουσία της Θείας Χάρης στον Κόσμο.
Στο πνεύμα αυτό η χριστιανική ταφή νοηματοδοτεί το ανθρώπινο σώμα που προσδοκά την Ανάσταση σε τόπο ήσυχο «ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη ου στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος». Αντίθετα η μελέτη ενός αστικού κοιμητηρίου δεν επιβεβαιώνει την πρωτοχριστιανική πίστη της Εκκλησίας αφού η ύπαρξη πρώτων και δεύτερων τάφων, η χωροταξική θέση αυτών, η ύπαρξη μαυσωλείων και επιτάφιων μνημείων πέραν της αισθητικής αξίας αυτών για την ιστορία της τέχνης, αποδεικνύουν μάλλον την επιδιωκόμενη απόλαυση της ματαιότητας της μεταθανάτιας ζωής. Επί του προκειμένου ζητήματος σχετικά με τα ταφικά έθιμα και τις παραδόσεις η Εκκλησία οφείλει να καθοδηγήσει το ποίμνιο στα βήματα του ξυπόλητου Ναζωραίου μακριά από χρυσοποίκιλτες ακολουθίες και υπερβολές ανισότητας και προβολής που παρατηρούνται στα νεκροταφεία για τους κατέχοντες εξέχουσα κοινωνική θέση. Στο σημείο αυτό αναφέρεται ότι και ο Σόλων (640-560) στην αρχαία Αθήνα προσπάθησε στις μεταρρυθμίσεις του να περιορίσει με νόμο τις υπερβολικές ταφικές τιμές αφού η ανθρώπινη ματαιοδοξία φαίνεται ότι υπερβαίνει θρησκείες και εποχές.
Ωστόσο, η ταφή και η ύπαρξη νεκροταφείων ή κοιμητηρίων αποτελεί πολύτιμη πηγή για την αρχαιολογία και την ιστορία αφού τα διάφορα ταφικά ευρήματα φέρνουν στο φως πληροφορίες για τη ζωή χιλιάδων χρόνων. Η εξέταση του ανθρωπολογικού υλικού από νεκροταφεία και μεμονωμένους τάφους παρέχει πληροφορίες για τον ανθρωπολογικό τύπο, τη διατροφή και τις ασθένειες της εποχής, τα αίτια του θανάτου, την ηλικία και το φύλο του θανόντος. Εξάλλου τη νεότερη και σύγχρονη εποχή το μεταθανάτιο σώμα πριν αλλά και μετά την ταφή αποτελεί σημαντικό υλικό για την ιατροδικαστική επιστήμη και έρευνα καθώς ιατροδικαστικές και τοξικολογικές εξετάσεις αποκαλύπτουν τα φυσιολογικά, τα παθολογικά ή τα εγκληματολογικά αίτια του θανάτου. Στο πλαίσιο αυτό ενδιαφέρον για το θέμα παρουσιάζει το ειδικό άρθρο «Ιατροδικαστικά ζητήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή της αποτέφρωσης των νεκρών στην Ελλάδα» (Κ. Κάτσος, Κ. Μωραΐτης, Χ. Σπηλιοπούλου) που δημοσιεύθηκε στα Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής 2106, 33 (1): 98-106 (Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ) και στο οποίο παρουσιάζονται οι ιατροδικαστικές ενστάσεις και επιφυλάξεις για τη μέθοδο της αποτέφρωσης και τα πολλαπλά προβλήματα που προκύπτουν κατά την καύση των διαφόρων οδοντιατρικών, ορθοπεδικών, καρδιολογικών και μηχανικών πρόσθετων ή εμφυτευμάτων στο ανθρώπινο σώμα. Στο άρθρο κυρίως αναδεικνύεται η ασάφεια του νομοθετικού πλαισίου στην εμπλοκή του ιατροδικαστή κατά τη διαδικασία αποτέφρωσης προκειμένου να εκδώσει το πιστοποιητικό βάσει του Ν. 4277/2014.
Εξάλλου η μεταθανάτια διατήρηση ανθρώπινων σκελετών σε διάφορους τάφους από τους προϊστορικούς χρόνους έως σήμερα αποτελούν μαρτυρίες για τις οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες, τη βιοτεχνική παραγωγή, τον πόλεμο και τον πολιτισμό. Η ανασκαφή και αποκάλυψη του πρωτοελλαδικού νεκροταφείου στην Αττική (θέση Τσέπι) Μαραθώνας, 3000-2300 π.Χ. έφερε στην επιφάνεια τάφους με σκελετούς ανθρώπων σε συνεσταλμένη στάση (ίσως για εξοικονόμηση χώρου) οι οποίοι έδωσαν σημαντικές πληροφορίες για την κοινωνική διαστρωμάτωση, τις θρησκευτικές και μεταθανάτιες αντιλήψεις (Μαρινάτος, 1970).
Είναι γεγονός ότι τα οστά θαμμένα ή καμένα «μιλάνε» για τον νεκρό και την εποχή του και αποτελούν ένδειξη ζωής. Ανεξάρτητα εάν ο άνθρωπος της εποχής του Ομήρου γνώριζε για την ανθρωπολογική αξία των οστών όταν τελούσε την καύση του νεκρού, είτε για την ταχύτερη απελευθέρωση της ψυχής, είτε για την τιμή των ηρώων στο πεδίο της μάχης και τη μεταφορά της τέφρας στην πατρίδα, σε κάθε περίπτωση έσβηνε τη φωτιά στο χρόνο της για να περισυλλέξει τα οστά, τα οποία φρόντιζε, έπλενε με λάδι και κρασί ενώ στη συνέχεια τα έθαβε με τιμές. Αντίθετα κατά την αποτέφρωση βιάζεται η φυσική φθορά του θανόντος ανθρώπινου σώματος καθόσον «σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που διέπει την διαδικασία καύσης (ΦΕΚ 745Β’/31.5.2010) οι θερμοκρασίες της αποτέφρωσης κυμαίνονται μεταξύ 760-982°C και για τα παχύσαρκα άτομα η θερμοκρασία μπορεί να ανέλθει στους 1093°C λόγω της μεγαλύτερης ποσότητας λιπώδους ιστού που δρα ως καύσιμη ύλη» (Κ. Κάτσος κ.ά., 2016). Αναμφίβολα οι διάφορες αντιλήψεις των ανθρώπων για το θάνατο και για την τύχη του νεκρού σώματος εκφράζουν την κοσμοθεωρία, τον τρόπο ζωής ,σκέψης αλλά και τις τεχνικές μεθόδους της εποχής. Από την ομηρική εποχή της καύσης των νεκρών στα πεδία της μάχης ως την αποτέφρωση στους κλιβάνους την εποχή της παγκοσμιοποίησης παρατηρείται μια αλλαγή θέασης του σώματος και του θανάτου από τον ενταφιασμό ως την σταχτοποίηση.
Η μετάβαση από την ιερότητα του σώματος και της φωτιάς στην κοσμικότητα της σεξουαλικότητας και της αποτέφρωσης των 1000°C σηματοδοτεί την πορεία (πέρασμα) του ανθρώπου από την προκαπιταλιστική – ηρωική περίοδο στην μεταμοντέρνα – αντιηρωική φάση της ανθρώπινης ιστορίας. Για το ζήτημα – δίλημμα της ταφής ή της καύσης στη χριστιανική Ευρώπη, επισημαίνεται ότι η καύση των νεκρών εμφανίζεται ως εναλλακτική επιλογή ελευθερίας και ατομικών δικαιωμάτων με την Γαλλική Επανάσταση (1789) στο πλαίσιο της αυτοδιάθεσης του σώματος και του αντικληρικαλιστικού πνεύματος ενώ οι αντιδράσεις των Εκκλησιών και των Χριστιανικών δογμάτων επικεντρώθηκαν στην υπεράσπιση της παράδοσης και την συντήρηση της κήδευσης και ταφής. Στην πορεία του χρόνου κάποιες δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες ακολουθώντας τις αρχές του Διαφωτισμού συμφιλιώθηκαν με την πρακτική της καύσης, κυρίως Προτεσταντικές χώρες και ρύθμισαν τα ζητήματα της καύσης με νόμους, διατάγματα και δικαστικές αποφάσεις.
Σήμερα τα Ευρωπαϊκά κράτη (ΕΕ) με τα υψηλότερα ποσοστά καύσης είναι η Βρετανία, η Ελβετία, η Σουηδία, η Ολλανδία, η Νορβηγία και η Δανία. Παγκόσμια στην Αυστραλία καταγράφονται υψηλά ποσοστά καύσης ενώ η Ιαπωνία είναι η πρώτη με ποσοστό 99,94% αρχικά για θρησκευτικούς λόγους (σιντοϊσμός, ζεν βουδισμός) και αργότερα για χωροταξικούς και γεωμορφολογικούς λόγους (στενότης γης/ πυκνοκατοίκηση).
Στην Ευρώπη κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο παρατηρήθηκε κάμψη στη ζήτηση της καύσης όταν οι ναζιστικές δυνάμεις κατασκεύασαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κλιβάνους αποτέφρωσης των αιχμαλώτων. Ενδεικτικά τα ποσοστά καύσης κατά έτος τα τελευταία χρόνια παγκόσμια και ευρωπαϊκά δείχνουν την μεγάλη αποδοχή της αποτέφρωσης στις ανατολικές (βουδιστικές) χώρες της Ασίας, στις προτεσταντικές χώρες της ΕΕ ενώ μικρή αποδοχή της καύσης εμφανίζεται σε χώρες με ρωμαιοκαθολικό και ορθόδοξο δόγμα (Ιταλία, Πολωνία, Βουλγαρία, Ρουμανία) (βλ. πίνακα).
Χώρα (έτος) Αποτεφρώσεις (%)
Ιαπωνία (2010) 99,94
Ταϊβάν (2010) 90,04
Χονγκ-Κονγκ (2010) 89,00
Ελβετία (2010) 85,18
Τσεχία (2010) 80,87
Ταϊλάνδη (2009) 80,00
Σλοβενία (2010) 78,29
Σιγκαπούρη (2010) 77,82
Δανία (2010) 77,34
Σουηδία (2010) 76,86
Ηνωμένο Βασίλειο (2010) 73,15
Κούβα (2010) 14,80
Ιταλία (2010) 13,09
Ιρλανδία (2010) 11,39
Πολωνία (2010) 9,00
Βουλγαρία (2007) 5,08
Γκάνα (2010) 4,23
Ρουμανία (2010) 0,33
Πηγή: Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Γραφείων Τελετών (EFFS)
Σημειώνεται ότι ενώ η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία με το Νέο Κώδικα Κανονικού Δικαίου (1966) επέτρεψε την αποτέφρωση, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδας είναι αντίθετη με την αποτέφρωση των νεκρών (Δ.Ι.Σ. εγκύκλιος 2959/29.10.2014).
Στην Ελλάδα η ελληνοχριστιανική και ορθόδοξη παράδοση, πράγμα βαρύ και πολλές φορές ασήκωτο, αναστέλλει και παρεμποδίζει την καύση των νεκρών εμμένοντας στην παραδοσιακή κήδευση – ενταφιασμό. Εξάλλου είναι η ίδια παράδοση του Σοφοκλή που θέλει την «Αντιγόνη» (441 π.Χ.) να τολμά να θάψει τον αδελφό της Πολυνείκη παρά την απαγόρευση του Κρέοντα ακολουθώντας τους θεϊκούς άγραφους νόμους που επιβάλλουν κανένα σώμα να μη μένει άταφο. Είναι η ίδια ελληνική παράδοση στην τραγωδία του Σοφοκλή «Αίας» (440 π.Χ.) που περιγράφει την ιστορία του απελπισμένου αυτόχειρα Αίαντα και την απαγόρευση της ταφής του από τον Μενέλαο ενώ με την παρέμβαση του Οδυσσέα αποκαθίσταται η τάξη των πραγμάτων και θάπτεται.
Επιπρόσθετα στην ίδια παράδοση ο Ευριπίδης δίνει την τραγική «Εκάβη» να θρηνεί για τη θυσία της Πολυξένης επάνω στον τάφο του Αχιλλέα. Αυτός είναι ο θρήνος της Μάνας που ραγίζει καρδιές όταν θάβει την κόρη της και συνεχίζεται με την ταφή του Χριστού και την οδύνη της Παναγιάς. Ωστόσο, σήμερα τίθεται το ερώτημα για τη σχέση του νεοέλληνα με την αρχαία Ελλάδα (θρησκεία και φιλοσοφία) και την Χριστιανική παράδοση σύμφωνα με την προτροπή του Απ. Παύλου «στήκετε και κρατείτε τις παραδόσεις» (Β’ Θεσ. 2,15). Η παράδοση (αρχαιοελληνική, χριστιανική) ως ζωντανή και εξελικτική πορεία στον χρόνο δυναμικά ή δυνητικά μεταβάλλεται, προσαρμόζεται και ανανεώνεται από τον σύγχρονο πολιτισμό σύμφωνα με τις ανάγκες της εποχής. Η απομάκρυνση του ανθρώπου από τη φύση και την παράδοση που συντελείται αργά αλλά σταθερά την εποχή της παγκοσμιοποίησης διαμορφώνει νέες αντιλήψεις και απαιτήσεις για το μεταθανάτιο ταξίδι. Στο πλαίσιο αυτό και σύμφωνα με το λεχθέν «Οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους και οι ζωντανοί με τους ζωντανούς», οι νεοέλληνες αναζητούν στη λύση της καύσης μια εναλλακτική θεώρηση για την έξοδο του ανθρώπου από τον κύκλο της επώδυνης ύπαρξης (samsara), με την απαλλαγή από τον πόνο και το σβήσιμο της επιθυμίας του εγώ (nirvana).
Καύση νεκρών στην Ινδία
Αυτές οι ανατολικές παραδόσεις ενδεχομένως απαντούν στην αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου ο οποίος παρατηρεί το αδιέξοδο του ενταφιασμού αφού μετά πάροδο ολίγων ετών ο συγγενής του αποθανόντος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νέα επώδυνη εκταφή (παράδοση των οστών) για χωροταξικούς λόγους (περιορισμός τάφων). Για το λόγο αυτό η Εκκλησία καλείται να απαντήσει στο αγωνιώδες ερώτημα: με ποιο δικαίωμα οι ζωντανοί διαταράσσουν την ησυχία των κεκοιμημένων; Τι νόημα έχει η ταφή εάν ακολουθεί η εκταφή και η παράδοση των οστών στην προοπτική της Ανάστασης των νεκρών; Αλλά και η προτεινόμενη εναλλακτική λύση της καύσης των νεκρών ανεξάρτητα από τις ενστάσεις της Εκκλησίας φαίνεται ότι δεν έχει σχέση με τη φροντίδα και την τελετή καύσης στην αρχαιότητα. Στο ομηρικό τελετουργικό της καύσης μετέχει όλη η κοινότητα που άναβε την ιερή φωτιά, συντρόφευε το νεκρό με τραγούδια θρήνους-μοιρολόγια όπως οι θρήνοι στην Ιλιάδα του Έκτορα (Ω 678-805), της Εκάβης (Ω, 719-777), της Ανδρομάχης (Ω, 725-745) ενώ στο τέλος τιμούσαν τα οστά με λάδι και κρασί πριν τον ενταφιασμό. Σε κάθε περίπτωση το σήμα (τάφος) του σώματος προσδιορίζει και καθορίζει την μνήμη και την ιστορία του τόπου. Σ’ αυτήν τη γη που πατάω, ζω, αναπνέω και ονειρεύομαι έχω θάψει «εδώ» τους δικούς μου ανθρώπους. Είναι η μητέρα – μητρική και πατρώα Γη των προγόνων μου. Αντίθετα η αντίληψη ότι η αποτέφρωση απελευθερώνει το σώμα και την ψυχή και εξαφανίζει κάθε ίχνος οδύνης αντιστοιχεί μάλλον στην απόσβεση της μνήμης με το πάτημα ενός και μόνου πλήκτρου: delete της ανθρώπινης μνήμης και ιστορίας.
Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση μετά τη Γαλλική και Οκτωβριανή Επανάσταση όπου η αυτοδιάθεση των σωμάτων, των Εθνών και των Λαών είναι αναφαίρετο ατομικό και πολιτικό δικαίωμα, ο καθένας επιλέγει τον τρόπο που θα ζήσει και θα πεθάνει χωρίς φόβο και πάθος αφού ‘’όταν έρθει ο θάνατος σίγουρα δεν θα είμαστε παρόντες’’ (Επίκουρος, Επιστολή προς Μενοικέα). Ο καθένας είναι καταδικασμένος ελεύθερος αν θα κάνει το τελευταίο ταξίδι του θαμμένος ή καμένος. Εξάλλου ένας άνθρωπος αλλά και ένας λαός ακόμα μπορεί να ξαναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του.
Με τη βεβαιότητα όμως ότι την ταφή ακολουθεί η Ανάσταση, η στάχτη υστερεί στη γοητεία του κενού μνήματος, στη θέαση του οποίου ακούστηκε από τη Γαλιλαία: «Ουκ έστιν ώδε ηγέρθη γαρ καθώς είπε» και «επικράνθη ο Άδης· Ανέστη Χριστός. Θάνατε πού είναι το φαρμακερό κεντρί σου;».
Ανδριανή Στράνη
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη