Η ορθογραφία των λέξεων, συνδέεται άμεσα με την ετυμολογική προέλευση τους, με την ιστορική τους διαδρομή και με τους καθιερωμένους κανόνες παραγωγής των λέξεων. Έχουμε συνηθίσει να γράφουμε λέξεις τις οποίες συναντούμε κυρίως στα σχολικά βιβλία, τη λεγόμενη “σχολική ορθογραφία”.
Ο επιστήμονας λεξικογράφος όμως, δεν σταματά στη σχολική ορθογραφία, αλλά ακολουθεί τα νεότερα διδάγματα για την ετυμολογία και ορθογραφία των λέξεων. Αναθεωρεί ορθογραφικές επιλογές, παρουσιάζοντας νέα ορθογραφία λέξεων η οποία μπορεί να ξενίσει τον αναγνώστη.
Πιο κάτω μερικές από τις λέξεις που έχουν αλλάξει ορθογραφία, με κάποιες από αυτές να είναι παλαιότερες, άλλες να είναι λέξεις που συνηθίσαμε να γράφουμε και άλλες που είναι στη σχολική γραμματική και στα σχολικά βιβλία. Οι λέξεις με κόκκινο χρώμα, είναι οι λέξεις στη σχολική γραμματική που παρουσιάζονται ακόμα με τη παλιά μορφή.
* Η πρώτη λέξη είναι η συνήθης/παλαιότερη και η δεύτερη λέξη είναι η νέα:
Α
Αυγό – αβγό, αγόρι – αγώρι, αητός – αϊτός, αλλοίμονο – αλίμονο, αλλοίθωρος – αλλήθωρος, αναμιγνύω – αναμειγνύω, ανάμεικτος – ανάμικτος, αναστύλωση – αναστήλωση, ανελλειπώς – ανελλιπώς, ανηψιός – ανιψιός, αντικρύζω – αντικρίζω, αντιπροσωπεία – αντιπροσωπία, ατόφιος – ατόφυος, αυτί – αφτί
Β
Βαλάντιο – βαλλάντιο, βερύκοκο – βερίκοκο, βλήτο – βλίτο, βογκώ- βογγώ, βορινός – βορεινός, βούλα – βούλλα, βουλώνω – βουλλώνω, βραδυά – βραδιά, βρυκόλακας – βρικόλακας, βρώμα – βρόμα, βρώμη – βρόμη, βρωμιά – βρομιά, βρώμικος – βρόμικος, βρωμώ – βρομώ, βόλος – βώλος, βόλλεϋ – βόλεϊ
Γ
Γαυγίζω – γαβγίζω, γαρίφαλο – γαρύφαλλο, γυρτός – γειρτός, γιγάντιος – γιγάντειος, γκάμα – γκάμμα, γλύκισμα – γλύκυσμα, γλιστρίδα – γλυστρίδα, γλιτώνω – γλυτώνω, γόμα – γόμμα, γρασίδι – γρασσίδι, γρίππη – γρίπη, γιος – γυιος
Δ
Διαφήμηση – διαφήμιση, δικλείδα – δικλίδα, διοξείδιο – διοξίδιο, διορία – διωρία, δυόροφος – διώροφος, δυόμισυ – δυόμισι, διόσμος – δυόσμος, δυσφήμιση – δυσφήμηση
Ε
Εγχείριση – εγχείρηση, ειδωλολατρεία – ειδωλολατρία, ελιξίριο – ελιξήριο, έλκυθρο – έλκηθρο, ελλειπής – ελλιπής, ενάμισυ – ενάμισι, ενανθρώπιση – ενανθρώπηση, επιβαρυμένος – επι(βε)βαρυμμένος, επιμειξία – επιμιξία, επί τούτο – επί τούτω, εταιρία – εταιρεία, εφορεία – εφορία, εκλαίρ – εκλέρ
Ζ
Ζήλια – ζήλεια, ζηλειάρης – ζηλιάρης
Η
Ίσκιος – ήσκιος
Θ
Θεοφάνεια – Θεοφάνια
Κ
Καυγάς – καβγάς, καθάριος – καθάρειος, κάθησα – κάθισα, καθίκι – καθοίκι, καινούριος – καινούργιος, κακαβιά – κακκαβιά, καλιακούδα – καλοιακούδα, κανέλα – καννέλα, κάνη – κάννη, κανόνι – καννόνι, κανονιέρης – καννονιέρης, κανονιοβολητής – καννονιοβολητής, κάπα – κάππα, κάπαρη – κάππαρη, καρότο – καρώτο, κατασκοπεία – κατασκοπία, κόκαλο – κόκκαλο, κοκίτης – κοκκύτης, κολιός – κολοιός, κομμουνισμός – κομουνισμός, κορόνα – κορώνα, κουκί – κουκκί, κουλός – κουλλός, κουλούρι – κουλλούρι, κροκόδειλος – κροκόδιλος, κτίριο – κτήριο, καρμπυρατέρ – καρμπιρατέρ, κυλόττα – κιλότα, κομπιναιζόν – κομπινεζόν
Λ
Λιανικός – λειανικός, λιανός – λειανός, λιχούδης – λειχούδης, λιώνω – λειώνω, λιμέρι – λημέρι, λειβάδι – λιβάδι, λόξιγκας – λόξυγγας, λιθρίνι – λυθρίνι, λυντσάρω – λιντσάρω
Μ
Μαγκώνω – μαγγώνω, μαγγάνιο – μαγκάνιο, μαγγούρα – μαγκούρα, μακρυά – μακριά, μαμά – μαμμά, μαμή – μαμμή, μαμόθρεφτος – μαμμόθρεφτος, μάνα (η) – μάννα, μαντίλα – μαντήλα, μαντίλι – μαντήλι, μαυριδερός – μαυρειδερός, μίγμα – μείγμα, μητριά – μητρυιά, μεικτός – μικτός, μώλος – μόλος, μονιάζω – μονοιάζω, μοτοσικλέτα – μοτοσυκλέτα, μουλωχτός – μουλλωχτός, μπαλώνω – μπαλλώνω, μιζίθρα – μυζήθρα
Ν
νηστίσιμος – νηστήσιμος, νοιώθω – νιώθω, νονός – νοννός, ντοκιμανταίρ – ντοκιμαντέρ
Ξ
Ξενιτιά – ξενιτειά, ξεφτιλίζω – ξευτιλίζω, ξεφτίζω – ξεφτύζω, ξυλώνω – ξηλώνω, ξίγκι – ξύγγι, ξύδι – ξίδι, ξυνός – ξινός, ξώβεργα – ξόβεργα, ξιπασιά – ξυπασιά, ξιπασμένος – ξυπασμένος, ξυπόλητος – ξυπόλυτος, ξωκλήσι – ξωκκλήσι
Ο
Οξείδιο – οξίδιο, οξειδώνω – οξιδώνω, ορθοπεδικός – ορθοπαιδικός, Ωχ! – Οχ!, ωτοστόπ – οτοστόπ
Π
Παλικάρι – παλληκάρι, παπάς – παππάς, παραγιός – παραγυιός, πασαλείφω – πασσαλείφω, πατριός – πατρυιός, πηγεμός – πηγαιμός, πηγούνι – πιγούνι, πηρούνι – πιρούνι, πιτσιλίζω – πιτσυλίζω, πλατυάζω – πλατειάζω, πλημμύρα – πλημύρα, πληγούρι – πλιγούρι, πωπώ! – ποπό!, πουγγί – πουγκί, πρίγκηπας – πρίγκιπας, προάστειο – προάστιο, προεδρεία – προεδρία, πρίμα – πρύμα, προτύτερα – πρωτύτερα, πόρωση – πώρωση, πέναλτυ – πέναλτι, πορτραίτο – πορτρέτο
Ρ
Ρεβύθι – ρεβίθι, ρεύω – ρέβω, ρέγγα – ρέγκα, ροδάκινο – ρωδάκινο, Ρώσσος – Ρώσος
Σ
Σακκούλα – σακούλα, σβύνω – σβήνω, συχαίνομαι – σιχαίνομαι, σπάγγος – σπάγκος, στύβω – στείβω, στοιβάδα – στιβάδα, στίβα – στοίβα, στριμώχνω – στρυμώχνω, στιφάδο – στυφάδο, συγχύζω – συγχίζω, σηκώτι – συκώτι, σιναγρίδα – συναγρίδα, συνοδεία – συνοδία
Τ
τέσσερις – τέσσερεις, τζιτζιφιά – τζιτζυφιά, τιτάνιος – τιτάνειος, τιτιβίζω – τιττυβίζω, τόνος (ψάρι) – τόννος, τρελλός – τρελός, τσαγγάρης – τσαγκάρης, τσιρότο – τσηρώτο, τσιγκούνης – τσιγγούνης, τσιπούρα – τσιππούρα, τσιρίζω – τσυρίζω, τραίνο – τρένο, τρόλλεϋ – τρόλεϊ
Υ
Υπερηφάνια – υπερηφάνεια (αλλά περηφάνια)
Φ
φάκελλος – φάκελος, φιλενάδα – φιλαινάδα, φιλονεικώ – φιλονικώ, φυρί-φυρί – φιρί-φιρί, φυστίκι – φιστίκι, φτιάχνω – φτειάχνω, φτώχεια – φτώχια, φυσαλίδα – φυσαλλίδα, φίσκα – φύσκα
Χ
χάνος – χάννος, χλωμός – χλομός, χνώτο – χνότο, χιμίζω – χυμίζω
Ω
Όσμωση – ώσμωση
Βιβλιογραφία:
Μπαμπινιώτης, Γ. (2012). Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Τέταρτη Έκδοση. Εκδόσεις: Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε. Αθήνα
Πηγή: iriawrites.com
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
2ος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ τον Ιούνιο: Ανακοινώθηκε ΕΠΙΣΗΜΑ η ύλη!
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 19/04
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ