Thumbnail
Μπορεί άραγε η μουσικοθεραπεία να κάνει το θαύμα της ? ...

Ονοματεπώνυμο: Αλαμάνου Ρούλα                        

e-mail: [email protected]

ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ...

Τα νοητικά υστερημένα παιδιά, είναι μία κατηγορία ατόμων που η κατάσταση η οποία αντιμετωπίζουν υποδηλώνει μια νοητική ανάπτυξη κάτω από το μέσο όρο, η οποία είναι παρούσα κατά τη γέννηση, ή εμφανίζεται κατά την πρώτη παιδική ηλικία και που οφείλεται σε κάποια εξελικτική αναστολή λόγω οργανικών αιτιών. [1]Μέσω αυτής της έρευνας θα δούμε πώς η μουσικοκινητική αγωγή μπορεί να βοηθήσει αυτά τα παιδιά να εκφραστούν και να ενταχθούν μέσα στο σύνολο. Ακόμη, θα μιλήσουμε  αναλυτικά για τον όρο μουσικοθεραπεία και κάθε τι άλλο συναφές με αυτόν. Θα δούμε επίσης πώς εφαρμόζεται η μουσικοκινητική αγωγή σε μία τάξη παιδιών με νοητική υστέρηση και πώς αυτά εκφράζονται με τη μουσική. Μπορεί άραγε η μουσικοθεραπεία να κάνει το θαύμα της ? ...

ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ: Νοητικά υστερημένα παιδιά, μουσικοθεραπεία, μουσικοκινητική αγωγή.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

Η μουσική αποτελεί το μέσω ψυχαγωγίας για μικρούς και μεγάλους. Μπορεί να μας κάνει να γελάσουμε, να κλάψουμε, να χορέψουμε, να ερωτευτούμε. Αποτελεί τέχνη που όμως δε θέλει να μας κάνει όλους καλλιτέχνες, αλλά να μας εμφυτεύσει τον πόθο του ωραίου και δη του ήχου. Να ''μιλήσει'' στις ψυχές μας και να μας ταξιδέψει, να ανυψώσει τον άνθρωπο και να τον βοηθήσει να επιβιώσει από οποιαδήποτε δυσκολία βρεθεί μπροστά του.

Ασφαλώς το θέμα της μουσικοθεραπείας δεν μας είναι άγνωστο. Ο καθένας από εμάς έχει νιώσει τη δύναμη της μουσικής. Πόσο η μουσική επηρεάζει την ψυχολογικής μας κατάσταση, πόσο μας εμπνέει, μας χαλαρώνει ή ακόμη μας εκνευρίζει. Πόσο μακριά μπορεί να μας ταξιδέψει στο χώρο και στο χρόνο και σε όλες τις αποχρώσεις των συναισθημάτων και συγκινήσεων. Αυτό είναι μια παγκόσμια αλήθεια. Η μουσικοθεραπεία γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι μελέτησαν την επίδραση των ήχων στον άνθρωπο μέσα από ένα πνεύμα επιστημονικό και ορθολογιστικό, θέτοντας έτσι τις βάσεις της σύγχρονης μουσικοθεραπείας.

Σήμερα , η μουσικοθεραπεία διδάσκεται σε πολλά Πανεπιστήμια και ιδιωτικές σχολές στον κόσμο. Αλλού σε επίπεδο βασικών μακροχρόνιων σπουδών, αλλού σε επίπεδο μεταπτυχιακών σπουδών, όπως συμβαίνει και στη χώρα μας.

Τι ονομάζουμε όμως μουσικοθεραπεία;

Μουσικοθεραπεία είναι η χρήση των ήχων και της μουσικής, για σκοπούς θεραπευτικούς και παιδαγωγικούς. Μέσα στα πλαίσια των ψυχομουσικών ερευνών, ο όρος μουσική καλύπτει ένα ευρύ πεδίο, στο οποίο περικλείονται τόσο τα μεμονωμένα μουσικά στοιχεία όσο και οι πιο περίπλοκες μουσικές συνθέσεις που εκφράζουν όλους τους πολιτισμούς και τις εποχές, από την απόλυτη σιωπή, ως τους ήχους που παράγονται στο εσωτερικό του ανθρώπινου σώματος και ως τους ήχους εκείνους που δεν γίνονται αντιληπτοί με την ακοή αλλά με άλλα συστήματα τους οργανισμού. Κάθε άνθρωπος αντιδρά διαφορετικά στην ακρόαση μιας μουσικής – ηχητικής πρότασης. Η ατομική αυτή αντίδραση είναι η συνισταμένη διαφόρων παραγόντων, από τους οποίους οι πιο σημαντικοί είναι τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, η ιδιοσυγκρασία, η μόρφωση, το περιβάλλον, το ίδιο το μουσικό έργο, αλλά και η ψυχική διάθεση του ατόμου την ώρα της ακρόασης. Γι’ αυτό και οι εφαρμογές των τεχνικών της μουσικοθεραπείας γίνονται από εξειδικευμένους επιστήμονες, μετά από προσεκτική μελέτη της προσωπικότητας εν σχέσει με την πληθώρα των μουσικών και ηχητικών δυνατοτήτων. Εφ’ όσον λάβουμε σοβαρά υπο’ όψιν μας τον παράγοντα αυτό, το πεδίο εφαρμογών της μουσικοθεραπείας είναι απεριόριστο.

Η μουσικοθεραπεία χρησιμοποιείται σε όλων των ειδών τις ψυχικές και σωματικές παθήσεις. Σαν όργανο που υποβοηθεί την έκφραση, την επικοινωνία και την ανάταση του δημιουργικού δυναμικού, που υπάρχει σε κάθε άνθρωπο σε λανθάνουσα μορφή και που αποτελεί τη βάση ενός υγιούς ψυχισμού. Και εφ’ όσον δεχόμαστε ότι η ψυχική κατάσταση ενός ατόμου ευνοεί ή εμποδίζει την ανάπτυξη διαφόρων σωματικών παθήσεων, είναι κατανοητό ότι, κατ’ επέκταση, η μουσική θεραπεύει και σωματικές παθήσεις. Με άλλα λόγια, οι οργανικές αντιδράσεις του ανθρώπου στο μουσικό ερέθισμα εξαρτώνται άμεσα από την συγκινησιακή επίδραση που ασκεί η μουσική πάνω του. Η θεραπευτική διαδικασία ακολουθεί μια πολύ προσεκτική πορεία ανίχνευσης, διάγνωσης και προετοιμασίας του θεραπευτικού προγράμματος. Σε γενικές γραμμές οι τεχνικές της μουσικοθεραπείας χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες.

Στις «δεκτικές» μεθόδους που βασίζονται στη μουσική ακρόαση και στις «ενεργητικές» μεθόδους που βασίζονται στη μουσική ή ηχητική δημιουργία.

Ωστώσο, οι δύο αυτές γενικές κατηγορίες τεχνικών μπορούν να συνδυάζονται με πολλές άλλες μορφές έκφρασης: κίνηση, χορός, πλαστικές και εικαστικές τέχνες, θεατρικό παιγνίδι, λεκτική έκφραση κ.λπ. Σε τελευταία ανάλυση είναι ο ίδιος ο θεραπευόμενος που, ανάλογα με τις ανάγκες του, την προσωπικότητά του και τα μηνύματα που στέλνει – συνειδητά ή ασυνείδητα– σε έναν ευαίσθητο και ευέλικτο θεραπευτή, οδηγεί και εμπλουτίζει τις πτυχές και τα μέσα της θεραπευτικής πορείας. Μέσα στα πλαίσια της μουσικοθεραπείας, ο ασθενής συναντά τους θεραπευτές και τις τεχνικές. Αλλά πέρα από τους θεραπευτές, συναντά τους ανθρώπους και έτσι ξαναβρίσκει την επαφή μαζί τους και με την πραγματικότητα. Και πέρα από τις τεχνικές συναντά τις τέχνες. Και νέοι ορίζοντες προς το ωραίο, προς την αισθητική απόλαυση και προς τη δημιουργική έκφραση ανοίγονται μπροστά του.

Η μουσικοθεραπεία στην πρώιμη παρέμβαση: Θεωρητικό υπόβαθρο και πρακτικές εφαρμογές

Η μουσική θα μπορούσε να οριστεί ως το αποτέλεσμα μίας θεληματικής οργάνωσης των ποικίλων ηχητικών μονάδων σε ένα συγκεκριμένο ρυθμικό πλαίσιο. Από την πρώτη κιόλας στιγμή της εμφάνισής της η μουσική υπηρετεί δύο κυρίως λειτουργίες: (α) την έκφραση συναισθημάτων και (β)την ηχητική αναπαράσταση πράξεων ή γεγονότων.

Η μουσικοθεραπεία είναι η συστηματική χρήση της μουσικής σε όλες της μορφές της ψυχοπαθολογίας. Πρόκειται για μία ολιστική προσέγγιση μέσω της οποίας είναι δυνατόν να επιτευχθεί η βελτίωση των κινητικών, αντιληπτικών, γνωστικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, της γλωσσικής ικανότητας, της εικόνας του εαυτού και της αυτοεκτίμησης. Η θεραπευτική χρήση της μουσικής πιθανολογείται ότι έχει ηλικία μεγαλύτερη των τριάντα χιλιάδων ετών, ενώ αρχαία εβραϊκά και ελληνικά κείμενα (π.χ .Πυθαγόρας ο Σάμιος) βρίθουν αναφορών σχετικών με το θεραπευτικό ρόλο της μουσικής.

Σύμφωνα με τη σύγχρονη αντίληψη η μουσικοθεραπεία είναι δυνατόν να ενσωματώσει τους στόχους αλλά και να επαυξήσει την αποτελεσματικότητα άλλων ψυχοθεραπευτικών μεθόδων. Όσο περισσότερο διαπιστώνεται η αναγκαιότητα μίας διεπιστημονικής προσέγγισης στις ψυχοθεραπευτικές μεθόδους, τόσο περισσότερο καταδεικνύεται ο εξέχων ρόλος της μουσικοθεραπείας στην κατεύθυνση αυτή, ιδιαίτερα δε στην πρώιμης παρέμβασης.

Ένα θεωρητικό υπόβαθρο για τη μουσικοθεραπεία - η θεωρία της Διυποκειμενικότητας

 Η ιδιαίτερη αξία της μουσικοθεραπείας έγκειται στο γεγονός ότι αυτή παρεμβαίνει στην άμεση διαπροσωπική επικοινωνία. Η άμεση διαπροσωπική επικοινωνία, που εμφανίζεται ήδη από την αρχή της ζωής έχει η ίδια μουσικό χαρακτήρα και συνιστά θεμελιώδη ανθρώπινη συμπεριφορά στην οποία μάλιστα, σύμφωνα με σύγχρονες θεωρίες της εξελικτικής ψυχολογίας, εδράζεται η νοητική αλλά και συναισθηματική ανάπτυξη του ατόμου καθώς και η κατάκτηση της γλώσσας. Το ψυχολογικό υπόβαθρο, οι απαρχές και ο μουσικός χαρακτήρας της διαπροσωπικής επικοινωνίας έχουν περιγραφεί στο πλαίσιο της θεωρίας της Διυποκειμενικότητας, η οποία διατυπώθηκε από τον [2](1982). Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεωρία, τα ανθρώπινα όντα είναι προικισμένα με έμφυτα κίνητρα για διαπροσωπική επικοινωνία και διαπολιτισμική δημιουργία. Η ψυχολογική ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα τόσο αλλαγών στα ίδια τα κίνητρα όσο και αλλαγών στους αντιληπτικούς και κινητικούς μηχανισμούς που τα υπηρετούν. Σύμφωνα με τη θεωρία της Διυποκειμενικότητας δύο είναι τα θεμελιώδη κίνητρα: (α) το κίνητρο για διαπροσωπική επαφή και μοίρασμα ενδιαφερόντων και συναισθημάτων με τους άλλους ανθρώπους και (β) το κίνητρο για εξερεύνηση του άψυχου περιβάλλοντος και της απόκτησης γνώσης από αυτό. Η ποιότητα των θεμελιωδών κινήτρων στην εκάστοτε έκφανσή τους έχει υποκειμενικό χαρακτήρα και καθορίζεται από τα συναισθήματα του ατόμου. O Trevarthen διακρίνει περιόδους ανάπτυξης οι οποίες χαρακτηρίζονται από την κατάκτηση νέων γνωστικών και συμπεριφορικών δεξιοτήτων αλλά και από μεγαλύτερη περιπλοκότητα στην έκφραση των δύο θεμελιωδών κινήτρων. Στη θεωρία της Διυποκειμενικότητας η ανάπτυξη περιγράφεται ως η οικοδόμηση όλο και περιπλοκότερων κινήτρων για συνεργατική δράση, τα οποία προκύπτουν από το συνδυασμό των δύο θεμελιωδών κινήτρων. Η μουσική φύση της άμεσης διαπροσωπικής επικοινωνίας καταδεικνύεται από νατουραλιστικές περιγραφές συγκεκριμένων συμπεριφορών που λαμβάνουν χώρα στις επικοινωνιακές συναλλαγές μεταξύ μητέρων και βρεφών ως αποτέλεσμα των έμφυτων κινήτρων για διυποκειμενική επικοινωνία. Οι πιο χαρακτηριστικές από τις συμπεριφορές αυτές είναι οι ‘πρωτοσυνομιλίες’, η διαισθητική μητρική ομιλία και τα βρεφικά τραγούδια.

Οι ‘πρωτοσυνομιλίες’

 Η πρωταρχική εκδήλωση του κινήτρου για διυποκειμενική επικοινωνία παρατηρείται κατά τις ‘πρωτοσυνομιλίες’ μεταξύ των μητέρων και των βρεφών τους στην ηλικία των δύο μηνών. Οι ‘πρωτοσυνομιλίες’ ορίζονται ως επικοινωνιακές συναλλαγές ρυθμιζόμενες και από τα δύο μέλη, ενώ λεπτομερής ανάλυσή τους έχει δείξει ότι χαρακτηρίζονται από περίπλοκη ρυθμική και φυσιογνωμική οργάνωση. Ο όρος ‘πρωτοσυνομιλίες’ επινοήθηκε γιατί αυτού του είδους οι συναλλαγές προσομοιάζουν με τις φιλικές συνομιλίες των ενηλίκων. Κατά τις πρωτοσυνομιλίες τόσο η μητέρα όσο και το βρέφος εκφράζονται μέσω προτύπων συντονισμένων συμπεριφορών τα οποία προκύπτουν από το συνδυασμό όλων των μορφών έκφρασης (βλέμμα, εκφράσεις του προσώπου, χειρονομίες και φωνοποιήσεις). Επιπλέον, οι εκφράσεις του ενός συντονίζονται με τις εκφράσεις του άλλου μεταβιβάζοντας συνταιριασμένες ή συμπληρωματικές ποιότητες συναισθημάτων. Ο [3] Stern (Stern et al, 1985) έχει ονομάσει τη συμπεριφορά αυτή ‘συναισθηματική εναρμόνιση’. Η ‘συναισθηματική εναρμόνιση’ επιτυγχάνεται όχι μέσω της μορφής των εκφράσεων της μητέρας και του βρέφους αλλά κυρίως μέσω της ποιότητάς τους η οποία καθορίζεται από τα μουσικά τους χαρακτηριστικά τα οποία είναι: η ρυθμική οργάνωση, που διαμορφώνεται τόσο από τη διάρκεια της κάθε έκφρασης όσο και από το διάστημα που ορίζεται από τη στιγμή της έναρξης μίας συγκεκριμένης έκφρασης σε σχέση με τη στιγμή έναρξης της έκφρασης του επικοινωνιακού συντρόφου, η ένταση με την έννοια της δύναμης της έκφρασης καθώς και το περίγραμμα της κίνησης.

Η Διαισθητική Μητρική Ομιλία

Η διαισθητική μητρική ομιλία ορίζεται ως το σύνολο των φωνητικών εκφράσεων μέσω των οποίων οι μητέρες απευθύνονται στα βρέφη τους. Έχει παρατηρηθεί ότι η διαισθητική μητρική ομιλία έχει έντονο μουσικό χαρακτήρα. Χαρακτηρίζεται από υψηλό τόνο, ομαλές μεταβολές στη μελωδική γραμμή αλλά και εκτεταμένες τονικές εξάρσεις, μεγάλη τονική διακύμανση, επανάληψη σύντομων εκφράσεων, μακρές παύσεις και απλοποιημένη συντακτική δομή. Οι μητέρες χρησιμοποιούν διαφορετικές ποικιλίες της διαισθητικής μητρικής ομιλίας, ώστε ανάλογα με τη συναισθηματική και την κατάσταση εγρήγορσης του βρέφους τους να το προσκαλέσουν σε μία επικοινωνιακή συναλλαγή, να εντείνουν τη συμμετοχή του σε μία επικοινωνιακή συναλλαγή ή να διατηρήσουν μία ευχάριστη επικοινωνιακή συναλλαγή. Η μικροανάλυση βιντεοσκοπημένων αλληλεπιδράσεων μεταξύ μητέρας-βρέφους έχει καταδείξει ότι τα βρέφη ανταποκρίνονται θετικά και συντονίζουν τις εκφράσεις τους στη διαισθητική μητρική ομιλία. Είναι προφανές ότι το βρέφος δεν κατανοεί το λεκτικό περιεχόμενο της διαισθητικής μητρικής ομιλίας, το οποίο άλλωστε είναι υποτυπώδες. Είναι τα ιδιαίτερα μουσικά χαρακτηριστικά της ομιλίας αυτής που μεταβιβάζουν την ποιότητα των προθέσεων και των συναισθημάτων της μητέρας, τα οποία είναι συντονισμένα με την ποιότητα συναισθημάτων του βρέφους. Ο όροςαισθητική’ που χρησιμοποιείται για να περιγράψει αυτού του είδους τη μητρική ομιλία δηλώνει ότι οι παράμετροι ή τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς αυτής δεν είναι αποτέλεσμα σκέψης ή συνειδητής προετοιμασίας εκ μέρους των μητέρων. Επιπλέον, αξίζει να τονιστεί ότι τα συγκεκριμένα μουσικά χαρακτηριστικά της διαισθητικής μητρικής ομιλίας έχουν παρατηρηθεί σε μητέρες που προέρχονται από εντελώς διαφορετικά γλωσσικά περιβάλλοντα (Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ιαπωνικά, Κινέζικα, Βρετανικά και Αμερικάνικα Αγγλικά). Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις οι μητέρες παραβιάζουν τους κανόνες επιτονισμού της γλώσσας τους προκειμένου να επιτύχουν τα χαρακτηριστικά της διαισθητικής μητρικής ομιλίας.

Βρεφικά Τραγούδια

Από τους τρεις μήνες και μετά το κίνητρο για διαπροσωπική επικοινωνία υποχωρεί και κυριαρχεί το κίνητρο για εξερεύνηση του άψυχου περιβάλλοντος. Η μητέρα η οποία επιζητά να επικοινωνήσει με το βρέφος της βιώνει απώλεια της διαπροσωπικής επαφής. Προκειμένου να προσελκύσει την προσοχή του βρέφους της σε μία διαπροσωπική επικοινωνία, η μητέρα πρέπει να επιδείξει συμπεριφορές δραματικού χαρακτήρα. Η πιο κατάλληλη από τις συμπεριφορές αυτές είναι τα βρεφικά τραγούδια. Το περιεχόμενο των βρεφικών τραγουδιών συνίσταται σε μία αφήγηση με συγκεκριμένη πλοκή η οποία οδηγεί σε κορύφωση και λύση. Ουσιαστικά τα βρεφικά τραγούδια μεταβιβάζουν μία εναλλαγή συναισθηματικών καταστάσεων. Το πυρηνικό χαρακτηριστικό της μορφής των βρεφικών τραγουδιών είναι η τετράστιχη στροφή, ο κάθε στίχος διαρκεί περίπου 3 δευτερόλεπτα, ενώ η διάρκεια της στροφής είναι 12-15 δευτερόλεπτα. Το τέμπο των βρεφικών τραγουδιών είναι andante, ενώ το λεκτικό τους περιεχόμενο σχηματίζεται από διακριτές συλλαβές που δημιουργούν ένα άκουσμα staccato. Η μελωδία των βρεφικών τραγουδιών οργανώνεται γύρω από ένα τονικό κέντρο από το οποίο η μητέρα παρεκκλίνει διαστήματα 3ης ή 5ης και επανέρχεται πάλι σε αυτό. Προς το τέλος του τραγουδιού ο ρυθμός επιταχύνεται ή επιβραδύνεται, ενώ παρατηρούνται και αντίστοιχες αλλαγές στην ένταση και το ηχόχρωμα της φωνής προκειμένου να επιτευχθεί η κορύφωση και η λύση. Παρόλο που η μορφή και το περιεχόμενο των βρεφικών τραγουδιών που συναντώνται σε διαφορετικές πολιτισμικές κοινότητες επηρεάζονται από τα χαρακτηριστικά της εκάστοτε κουλτούρας, τα θεμελιακά μουσικά χαρακτηριστικά των βρεφικών τραγουδιών που περιγράφηκαν παραπάνω παραμένουν κοινά στα βρεφικά τραγούδια των διαφορετικών πολιτισμικών πλαισίων. Στις περιπτώσεις όπου η επικοινωνία της μητέρας με το βρέφος τς είναι διαταραγμένη, όπως συμβαίνει στην περίπτωση που η μητέρα έχει κατάθλιψη, τότε παρατηρείται αλλοίωση των μουσικών χαρακτηριστικών της διαισθητικής μητρικής ομιλίας και των βρεφικών τραγουδιών. Ο μελωδικός τόνος είναι χαμηλότερος, μονότονος και στερείται φωτεινότητας, ενώ το τέμπο γίνεται πάρα πολύ αργό πλησιάζοντας το largo. Όταν η διαισθητική μητρική ομιλία αλλά και τα βρεφικά τραγούδια παρουσιάζουν αυτά τα χαρακτηριστικά, τα βρέφη εκδηλώνουν έντονη δυσαρέσκεια, κλάμα και τελικά απόσυρση. Κατά συνέπεια η μητέρα δεν μπορεί να επιτύχει ομαλή διαπροσωπική επικοινωνία με το βρέφος της. Σε διαχρονικές μελέτες βρεφών των οποίων οι μητέρες υπέφεραν από κατάθλιψη διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά αυτά στην ηλικία των 5 ετών παρουσίαζαν προβλήματα συναισθηματικής αλλά και νοητικής ανάπτυξης.

Τα δεδομένα των ερευνών της σύγχρονης εξελικτικής ψυχολογίας που παρουσιάστηκαν παραπάνω καταδεικνύουν τη μουσική φύση της άμεσης διαπροσωπικής επικοινωνίας η οποία συνιστά πρωταρχική ανθρώπινη συμπεριφορά και θεμέλιο για τη γνωστική και συναισθηματική ανάπτυξη. Συγκεκριμένα μουσικά χαρακτηριστικά της συμπεριφορά της μητέρας και του βρέφους κατά τη μεταξύ τους επικοινωνία αντανακλούν την υγιή ποιότητα της επικοινωνίας αυτής, ενώ αλλοίωση των χαρακτηριστικών αυτών αντανακλά διαταραχή στη συγκρότηση του εαυτού και στη σχέση εαυτού-άλλου. Η ιδιαίτερη αξία της μουσικοθεραπείας έγκειται στο γεγονός ότι ο θεραπευτής διαμορφώνει ένα πλαίσιο στο οποίο θα λάβει χώρα μία δυναμική και άμεση αλληλεπίδραση με το θεραπευόμενο μέσω του μουσικού αυτοσχεδιασμού ανάλογη με αυτή μεταξύ μητέρας-βρέφους. Το αποτέλεσμα του αυτοσχεδιασμού του θεραπευόμενου θα αποκαλύψει τη νοητική και συναισθηματική του οργάνωση, χωρίς τη μεσολάβηση άλλων μέσων όπως για παράδειγμα της γλώσσας, η οποία προϋποτίθεται σε άλλες μεθόδους ψυχοθεραπείας και η οποία είναι δυνατόν να καλύψει ή να παραποιήσει μέρος της οργάνωσης αυτής. Έχει τονιστεί ότι ο αυτοσχεδιασμός του θεραπευόμενου σε μία μουσικοθεραπευτική συνεδρία είναι η ίδια η έκφραση της ύπαρξής του στον κόσμο (Aldridge, 1989). Με αυτόν τον τρόπο ο θεραπευτής έχει τη δυνατότητα να εντοπίσει την έκταση της διαταραχής στην πρωταρχική της έκφανση και να επιδράσει στην αντιμετώπισή της

Το έργο του μουσικοθεραπευτή στην πρώιμη παρέμβαση

Ο μουσικοθεραπευτής έχει λάβει ειδική εκπαίδευση στη μουσική αλλά και στις επιστήμες της συμπεριφοράς, ώστε να είναι σε θέση να αναλαμβάνει παιδιά με κάθε είδους αναπτυξιακή διαταραχή. Προκειμένου για την επαύξηση της αποτελεσματικότητας του έργου του, ο μουσικοθεραπευτής οφείλει να συνεργάζεται τόσο με την οικογένεια όσο και με τους άλλους ειδικούς οι οποίοι συμμετέχουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος του συγκεκριμένου παιδιού.

Κατ’ αρχήν ο μουσικοθεραπευτής συμμετέχει στη διάγνωση της αναπτυξιακής διαταραχής. Εφόσον αυτή προσδιοριστεί, ο μουσικοθεραπευτής σχεδιάζει προσεκτικά τη δομή και το περιβάλλον της θεραπευτικής συνεδρίας καθώς και το υλικό το οποίο θα χρησιμοποιηθεί σε αυτή. Κατά το σχεδιασμό της συνεδρίας ο μουσικοθεραπευτής οφείλει να λάβει υπ’ όψιν του τις ακόλουθες αρχές: (α) το σημείο εκκίνησης της θεραπείας θα πρέπει να ορίζεται από το αναπτυξιακό επίπεδο του ίδιου του παιδιού, (β) η περιπλοκότητα των δραστηριοτήτων να αυξάνεται προοδευτικά ανάλογα βέβαια με την πρόοδο που έχει επιδείξει το παιδί, (γ) να χρησιμοποιούνται, στο βαθμό βέβαια που αυτό είναι εφικτό, ερεθίσματα τα οποία από τη φύση τους είναι ενισχυτικά της συμπεριφοράς των παιδιών (π.χ. χαρούμενη μουσική) και (δ) το παιδί να οδηγείται βαθμιαία προς την κατεύθυνση της μεγαλύτερης αυτονομίας, έτσι ώστε να ενδοβάλει τις δεξιότητες που του διδάσκονται αλλά και την ίδια τη μουσική ως μέσο αυτοενίσχυσης.

Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι έργο και στόχος του μουσικοθεραπευτή δεν είναι η διδασκαλία των μουσικών εννοιών του ρυθμού, του τόνου και των δυναμικών και η κατάκτηση από το παιδί μουσικών δεξιοτήτων. Αυτό είναι έργο του δασκάλου της μουσικής. Για το μουσικοθεραπευτή η μουσική είναι το μέσο και όχι ο στόχος. Το μουσικοθεραπευτή πρέπει να τον ενδιαφέρουν εξίσου οι μουσικές αλλά και οι μη μουσικές συμπεριφορές του θεραπευόμενου, διότι αυτές αποτελούν τα δεδομένα για την αξιολόγηση της κατάστασής του ανά πάσα στιγμή. Ακόμη και η οποιαδήποτε μουσική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια μίας μουσικοθεραπευτικής συνεδρίας δε συνιστά ένα αμιγώς μουσικό γεγονός. Η μουσική δραστηριότητα στην προκειμένη περίπτωση έχει ιδιαίτερη επικοινωνιακή αξία και εστιάζεται στη θεραπευτική διαδικασία.

 Στη συνέχεια της έρευνάς μας, θα εξετάσουμε τί είναι η νοητική υστέρηση ή καθυστέρηση, τα αίτια που τη δημιουργούν και πώς γίνεται η διάγνωσή της.

    Η νοητική υστέρηση είναι μια γενικευμένη διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από σημαντικά μειωμένη λειτουργία και ελλείμματα σε δύο ή περισσότερες προσαρμοστικές συμπεριφορές , με έναρξη πριν την ηλικία των 18 ετών. Ιστορικά είχε ορισθεί, ότι νοητική υστέρηση έχουμε αν το σκορ του δείκτη νοημοσύνης είναι (ΙQ) είναι κάτω από 70. Παλαιότερα ο ορισμός επικεντρωνόταν σχεδόν αποκλειστικά στην γνωστική λειτουργεία, αλλά ο ορισμός τώρα περιλαμβάνει και άλλα δύο στοιχεία, ένα σχετικά με την ψυχική λειτουργία και ένα σχετικά με τις λειτουργικές ικανότητες των ατόμων στο περιβάλλον τους.

ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ

Τα παιδιά με νοητική υστέρηση μπορεί να μάθουν να κάθονται, να μπουσουλήσουν ή να περπατήσουν αργότερα από τα άλλα παιδιά ή μπορεί να μάθουν να μιλάνε αργότερα. Τόσο οι ενήλικες όσο και τα παιδιά με νοητική υστέρηση μπορεί να παρουσιάζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

 Καθυστερήσεις στην προφορική γλωσσική ανάπτυξη.

   Ελλείμματα στη μνήμη των δεξιοτήτων.

   Δυσκολία στη μάθηση των κοινωνικών κανόνων.

   Δυσκολία με τις δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων.

   Καθυστερήσεις στην ανάπτυξη προσαρμοστικών συμπεριφορών, όπως οι δεξιότητες αυτοφροντίδας ή αυτο-υπηρέτησης.

   Έλλειψη κοινωνικών αναστολών.

Οι περιορισμοί στη γνωστική λειτουργία έχουν ως αποτέλεσμα το παιδί με νοητική υστέρηση να μαθαίνει και να αναπτύσσεται με βραδύτερο ρυθμό από ότι ένα τυπικό παιδί. Τα παιδιά αυτά μπορεί να χρειαστούν περισσότερο χρονικό διάστημα για να μάθουν τη γλώσσα, να αναπτύξουν κοινωνικές δεξιότητες και να φροντίζουν για τις πρωσοπικές ανάγκες τους όπως το ντύσιμο, ή το φαγητό. Η μάθηση θα τους πάρει περισσότερο χρόνο, απαιτεί περισσότερη επανάληψη, και οι δεξιότητες ενδέχεται να χρειαστεί να προσαρμοστούν στο μαθησιακό τους επίπεδο. Παρόλ'αυτα , στην πραγματικότητα κάθε παιδί είναι σε θέση να μορφωθεί, να εξελιχθεί και να γίνει ένα ενεργό μέλος της κοινότητας.

Τα πρώτα παιδικά χρόνια η ήπια νοητική καθυστέρηση (IQ 50-69), μπορεί να μην είναι έκδηλη και δεν μπορεί να αναγνωριστεί μέχρις ότου το παιδί αρχίσει το σχολείο. Ακόμα και όταν αναγνωριστεί χαμηλή ακαδημα'ι'κή επίδοση, χρειάζεται να γίνει αξιολόγηση από ειδικούς για να γίνει διάκριση της ήπιας νοητικής καθυστέρησης από μαθησιακές δυσκολίες ή συναισθηματικές διαταραχές ή διαταραχές της συμπεριφοράς. Καθώς οι άνθρωποι με νοητική καθυστέρηση φθάνουν στην ενηλικίωση, πολλοί από αυτούς μαθαίνουν να ζουν ανεξάρτητα και να διατηρούν μια επικερδή απασχόληση.

Η μέτρια νοητική υστέρηση (IQ 35-49) είναι σχεδόν πάντα εμφανής στα πρώτα έτη της ζωής. Τα παιδιά με μέτρια νοητική υστέρηση θα χρειαστούν σημαντική υποστήριξη στο σχολείο, στο σπίτι και στην κοινότητα προκειμένου να συμμετάσχουν πλήρως. Ως ενήλικες μπορούν να ζήσουν με τους γονείς τους, σε ένα υποστηρικτικό πλαίσιο, ή ακόμα και ημι-ανεξάρτητα με υποστηρικτικές υπηρεσίες σε σημαντικό βαθμό, που θα τους βοηθήσουν, για παράδειγμα, να διαχειρίζονται τα οικονομικά τους.

Ένα άτομο με πιο βαριά νοητική καθυστέρηση, θα χρειαστεί πιο εντατικλη υποστήριξη και επίβλεψη για όλη τη διάρκεια της ζωής του.

ΑΙΤΙΕΣ

Το σύνδρομο Down, το Εμβρυ'ι'κό Σύνδρομο Αλκοόλης και το σύνδρομο Εύθραστο Χ είναι οι τρεις πιο συγγενείς αιτίες. Ωστόσο οι γιατροί έχουν βρει και άλλες αιτίες. Οι πιο συχνές είναι οι εξής:

 Γενετικές καταστάσεις: Μερικές φορές η αναπηρία προκαλείται από γονιδιακή ανωμαλία που κληρονομείται από τους γονείς, από λάθη στο συνδιασμό των γονιδίων ή άλλους λόγους. Οι πιο συνηθισμένες γενετικές καταστάσεις περιλαμβάνουν το σύνδρομο Down, το σύνδρομο Klinefelter, το Fragile X σύνδρομο (Εύθραστο Χ), την Νευροινομάτωση, τον συγγενής υποθυρεοειδισμό, το σύνδρομο Williams, τη φαινυλκετονουρία (PKU), και το σύνδρομο Prader-Willi. Σε σπανιότερες περιπτώσεις, οι ανωμαλίες με το Χ ή Υ χρωμόσωμα μπορεί επίσης να προκαλέσει ανικανότητα. Το 48, ΧΧΧΧ και το 49 ΧΧΧΧΧ σύνδρομο επηρεάζει ένα μικρό αριθμό κοριτσιών σε όλο τον κόσμο, ενώ τα αγόρια μπορεί να επηρεαστούν από το 47, ΧΥΥ, το 49, ΧΧΧΧΥ, 49, ΧΥΥΥΥ σύνδρομο.

 Προβλήματα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης: Η νοητική ανικανότητα μπορεί να προκύψει όταν το έμβρυο δεν αναπτύσσεται σωστά. Για παράδειγμα, ενδέχεται να υπάρχει κάποιο πρόβλημα με τον τρόπο που τα κύτταρα διαιρούνται καθώς το έμβρυο αναπτύσσεται. Μια γυναίκα που πίνει αλκοόλ (βλ. Εμβρυ'ι'κό σύστημα της αλκοόλης) ή περνάει κάποια λήμωξη, την ερυθρά, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να έχει επίσης ένα παιδί με το νοητική ανικανότητα.

 Προβλήματα κατά τη γέννηση: Εάν ένα μωρό έχει προβλήματα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της γέννησης, όπως το να μην πάρει αρκετό οξυγόνο, τότε μπορεί να έχει αναπτυξιακή ανικανότητα που να οφείλεται σε βλάβη του εγκεφάλου.

 Η έκθεση σε ορισμένα είδη ασθενειών ή τοξίνες: Ασθένειες όπως ο κοκκύτης, η ιλαρά, η μηνιγγίτιδα, μπορεί να προκαλέσουν νοητική αναπηρία, ιδίως εάν η ιατρική περίθαλψη καθυστερήσει ή είναι ανεπαρκής. Η έκθεση σε δηλητήρια, όπως στο μόλυβδο, ή τον υδράργυρο μπορεί επίσης να επηρεάσει τη νοητική ικανότητα.

 Η ανεπάρκεια ιωδίου: Επηρεάζει περίπου 2 δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και είναι η κύρια αιτία της νοητικής αναπηρίας σε περιοχές του αναπτυσσόμενου κόσμου όπου η έλλειψη ιωδίου είναι ενδημική. Η ανεπάρκεια ιωδίου προκαλεί επίσης βρογχοκήλη, μια διεύρηνση του θυροειδούς αδένα, Η καθυστέρηση που προκαλείται από σοβαρή ανεπάρκεια ιωδίου αποκαλείται κρετινισμός, αλλά πιο συχνά εμφανίζεται μια ήπια νοητική υστέρηση.

  Ο υποσιτισμός: Αποτελεί μια κοινή αιτία της μειωμένης νοημοσύνης σε περιοχές του κόσμου που πλήττονται από πείνα.

Σύμφωνα με την τελευταία έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-IV), τρία κριτήρια πρέπει να πληρούνται για τη διάγνωση της νοητικής καθυστέρησης: δείκτης νοημοσύνης κάτω του 70, σημαντικοί περιορισμοί σε δύο ή περισσότερους τομείς της προσαρμοστικής συμπεριφοράς (όπως αυτή μετράται από μια κλίμακα διαβάθμησης της προσαρμοστικής συμπεριφοράς πχ στην επικοινωνία, στις δεξιότητες αυτοφροντίδας, στις διαπροσωπικές δεξιότητες και σε άλλους τομείς), καθώς και αποδεικτικά στοιχεία ότι αυτοί οι περιορισμοί ήταν εμφανείς πριν από την ηλικία των 18 ετών.

Η διάγνωση γίνεται επίσημα από επαγγελματία με αξιολόγηση της νοημοσύνης και της προσαρμοστικής συμπεριφοράς.

IQ ΚΑΤΩ ΤΟΥ 70

Το πρώτο αγγλόφωνο test IQ το Terman-Binet, προσαρμόστηκε από ένα όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτριση της δυνατότητας επίτευξης που είχε αναπτυχθεί από τον Binet στη Γαλλία. Ο Terman μετέφρασε το test και το χρησιμοποίησε ως μέσο για τη μέτρηση της νοητικής ικανότητας βασισμένο στον προφορικό λόγο, το λεξιλόγιο, την αριθμητική λογική, τη μνήμη, την ψυχοκινητική ταχύτητα και τις δεξιότητες ανάλυσης. Ο μέσος όρος βαθμολογίας για τα διαθέσιμα test IQ είναι 100 με τυπική απόκλιση 15 μονάδες (WAIS/WISC-IV) ή 16 μονάδες (Stanford-Binet). Γενικά θεωρούμε ότι ένα άτομο έχει νοημοσύνη κάτω από το μέσο όρο όταν αυτό το άτομο σκοράρει δύο τυπικές αποκλίσεις (30μονάδες) κάτω από το μέσο όρο. Άλλοι παράγοντες εκτός από τη γνωστική ικανότητα (κατάθληψη, άγχος κλπ) μπορούν να συμβάλλουν σε χαμηλά σκορ IQ. Είναι σημαντικό ο αξιολογητής να αποκλείσει αυτούς τους παράγοντες πριν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το IQ είναι σημαντικά κάτω του μέσου όρου.

Οι ακόλουθες κατηγορίες, που βασίζονται στα στανταρισμένα σκορ των test νοημοσύνης, αντικατοπτρίζουν τις κατηγορίες της Αμερικανικής Ένωσης για τη Νοητική Καθυστέρηση, το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-IV-TR), καθώς και τη Διεθνή Ταξινόμηση των Νόσων (ICD-10):

ΚΑΤΗΓΟΡΊΕΣ IQ

Βαρειά νοητική υστέρηση   Κάτω του 20

Σοβαρή νοητική υστέρηση        20-34

Μέτρια νοητική υστέρηση        35-49

Ελαφρά νοητική υστέρηση       50-69

Οριακή νοητική υστέρηση        70-84

Δεδομένου ότι η διάγνωση δεν στηρίζεται μόνο σε  IQ αποτελέσματα, αλλά πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη την προσαρμοστική λειτουργία ενός ατόμου, η διάγνωση δε γίνεται μονόπλευρα. Περιλαμβάνει αποτελέσματα από νοητικά test, βαθμολογίες για την προσαρμοστική λειτουργία, με βάση μια κλίμακα διαβάθμισης συμπεριφοράς οι οποίες βασίζονται σε περιγραφές των κεκτημένων ικανοτήτων και δίνονται από κάποιον εξοικειωμένο με το άτομο, καθώς επίσης και τις παρατηρήσεις του εξεταστή που είναι σε θέση να μάθει άμεσα από το συγκεκριμένο πρόσωπο τί μπορεί να καταλάβει και να επικοινωνήσει.

Η προσαρμοστική συμπεριφορά ή προσαρμοστική λειτουργεία, αναφέρεται στις δεξιότητες που χρειάζεται κάποιος για να ζήσει ανεξάρτητα (ή το ελάχιστα αποδεκτό επίπεδο για την ηλικία του.) Για την αξιολόγηση της προσαρμοστικής συμπεριφοράς, οι επαγγελματίες  συγκρίνουν τις λειτουργικές ικανότητες του παιδιού με άλλα παιδιά της ίδιας ηλικίας. Για τη μέτρηση της προσαρμοστικής συμπεριφοράς, οι επαγγελματίες χρησιμοποιούν δομημένες συνεντεύξεις, με τις οποίες συστηματικά συγκεντρώνουν πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργικότητα των προσώπων μέσα στην κοινότητα από ανθρώπους που τους γνωρίζουν καλά.

Ορισμένες δεξιότητες είναι σημαντικές για την προσαρμοστική συμπεριφορά όπως:

Οι Δεξιότητες Καθημερινής Διαβίωσης, όπως το ντύσιμο, η χρήση του μπάνιου, η σίτιση.

   Οι Δεξιότητες επικοινωνίας, όπως η κατανόηση του τι λέγεται και η ικανότητα να απαντήσεις.

   Οι κοινωνικές δεξιότητες με τους συμμαθητές, τα μέλη της οικογένειας, με του σύντροφο, με τους ενήλικες και άλλα πρόσωπα.

ΕΝΤΑΞΗ-ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ

Στη συνέχεια της έρευνάς μας, θα μας απασχολήσουν δύο όροι. Αυτοί δεν είναι άλλοι από τον όρο ένταξη και από τον όρο ενσωμάτωση.

Θα τους εξετάσουμε τόσο σε μια γενική μορφή όσο και ειδικά σε άτομα με νοητική υστέρηση ή καθυστέρηση.

Ένταξη (inclussion) :

[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :‹ εν + τάξη ‹ τάσσω] η τοποθέτηση ενός προσώπου ή πράγματος ανάμεσα σε άλλα, σ` ένα σύνολο, η κατάταξη ανάμεσα σε άλλους ή άλλα: "ένταξη της Ισπανίας στην Eυρωπαϊκή Κοινή Αγορά" αντίθετα: εκτοπισμός, παραμέριση.

Ενσωμάτωση(integration):

[ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :‹ εν + σωμάτωση ‹ σωματώνω ‹ σώμα]

1.  η συνένωση πολλών πραγμάτων σ` ένα ενιαίο σώμα, η συσσωμάτωση: "η ενσωμάτωση του ενισχυτή στο στερεοφωνικό" αντίθετα: αποσύνδεση, διαχωρισμός

2.         το να αποχτήσει κάτι υλικό σώμα, η υλοποίηση, ο εφοδιασμός κάποιου πράγματος με υλικό περίβλημα αντίθετα: εξαϋλωση

3.  (μτφ.) η υλική υπόσταση που αποχτά μια αφηρημένη έννοια, η ενσάρκωση, η προσωποποίησή της.

Σύμφωνα με την κα [4], τόσο το περιεχόμενο της ενσωμάτωσης όσο και αυτό της ένταξης αφορά την κοινή ζωή και μάθηση παιδιών και εφήβων, με ή χωρίς αναπηρίες, σε όλες τις εκφάνσεις της σχολικής εκπαίδευσης. Η προσέγγιση του ορισμού κατ'αυτό τον τρόπο αποδεικνύει ότι ενσωμάτωση και ένταξη είναι φαινόμενα πολιτικά: αναφέρονται στην κοινή ζωή των ανθρώπων, στις κοινωνικές σχέσεις του ατόμου με τους άλλους, στον άνθρωπο ως κοινωνικό ον.

 

Ακολούθως, θα διατυπώσουμε υποθέσεις, οι οποίες διερευνούν:

 Ποιές είναι οι μορφές της ένταξης γενικά και ειδικά σε παιδιά με νοητική υστέρηση?

   Ποιες είναι οι επιπτώσεις τόσο στα άτομα που ασκείται όσο και σε εκείνα του οικογενειακού και κοινωνικού περίγυρου και πώς αυτά αντιδρούν?

   Υπάρχει κάποιο είδος κοινωνικής αλληλεπίδρασης? Αν ναι, με ποιο τρόπο και με ποιους?

   Τα παιδιά με νοητική υστέρηση έχει τη δυνατότητα να ενταχθεί κοινωνικά? Και πώς επιτυγχάνεται αυτή η ένταξη?

   Έχει επίγνωση της κατάστασης? Ποια η στάση που κρατά?( την αποδέχεται ή προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα?)

   Έχει ανάγκη από ειδική αγωγή? Και αν ναι, πώς μππορεί να επιτευχθεί στην περίπτωσή του?

~Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Α~

Πρακτικές μουσικοθεραπείας - Η Δομή της Συνεδρίας

Μία μουσικοθεραπευτική συνεδρία μπορεί ανάλογα με την περίπτωση να είναι ατομική ή ομαδική. Η δομή μίας συγκεκριμένης μουσικοθεραπευτικής συνεδρίας διαμορφώνεται επίσης με βάση το είδος της αναπτυξιακής διαταραχής την οποία ο θεραπευτής καλείται να αντιμετωπίσει, ως προς τον άξονα καθοδηγητική – μη-καθοδηγητική συμπεριφορά του θεραπευτή. Ειδικότερα, στις περιπτώσεις παιδιών με αυτισμό ή άλλες διαταραχές αυτιστικού τύπου οι οποίες συχνά χαρακτηρίζονται από απουσία λεκτικής συμπεριφοράς καθώς και έντονες τάσεις απομόνωσης, ο θεραπευτής οριοθετεί μεν την έναρξη και τη λήξη της συνεδρίας στο υπόλοιπο διάστημα όμως επιτρέπει στο παιδί να δράσει ελεύθερα και να ανταποκριθεί το ίδιο εάν το θελήσει, στο άκουσμα του μουσικοθεραπευτή. Η οποιαδήποτε προσπάθεια εκ μέρους του μουσικοθεραπευτή να επικοινωνήσει με ένα παιδί που υποφέρει από τέτοιου είδους διαταραχή είναι πολύ πιθανό να το οδηγήσει σε μεγαλύτερη απόσυρση. Από την άλλη πλευρά, ένα παιδί που παρουσιάζει συναισθηματικές διαταραχές μπορεί να αισθανθεί πιο χαλαρά και να συγκεντρωθεί περισσότερο σε από κοινού δραστηριότητες σε μία δομημένη συνεδρία όπου ο μουσικοθεραπευτής προτείνει συγκεκριμένες δραστηριότητες. Οι δραστηριότητες που συνήθως περιλαμβάνονται σε μία μουσικοθεραπευτική συνεδρία μεμονωμένα ή σε συνδυασμό είναι το τραγούδι, η κίνηση στο ρυθμό της μουσικής, η ακρόαση, η εκτέλεση απλών μουσικών έργων και ο αυτοσχεδιασμός.

Το Υλικό

Το υλικό που χρησιμοποιείται στις μουσικοθεραπευτικές συνεδρίες περιλαμβάνει παιδικά τραγούδια ή οργανικά κομμάτια συγκεκριμένων συνθετών ή παραδοσιακά. Ανάλογα με το περιεχόμενο και συνακόλουθα και τη λειτουργία που επιτελούν συναντούμε ποικίλα είδη παιδικών τραγουδιών ή οργανικών κομματιών τα οποία χρησιμοποιούνται στη μουσικοθεραπεία: τραγούδια χαιρετισμού (καλωσόρισμα ή αποχαιρετισμός), αφηγηματικά, εκδραμάτισης, κίνησης, τραγούδια που περιέχουν γλωσσικές ή αριθμητικές έννοιες (π.χ. αντίθετα, καταμέτρηση) καθώς και τραγούδια αλλά και μουσικά κομμάτια τα οποία χρησιμοποιούνται για να ηρεμήσουν τα παιδιά.

Η προσφορά της μουσικοθεραπείας στην αντιμετώπιση της νοητικής υστέρησης ή καθυστέρησης.

Η μουσικοθεραπεία έχει αποδειχθεί εξαιρετικά επιβοηθητική σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις αναπτυξιακών ή άλλων διαταραχών οι οποίες εμφανίζονται κατά την προσχολική ηλικία όπως ο αυτισμός, το σύνδρομο Down, η νοητική καθυστέρηση, η υπερκινητικότητα, οι αγχώδεις διαταραχές ή προβλήματα κατάκτησης της γλώσσας. Η θετική επίδραση της μουσικοθεραπείας μπορεί να εντοπιστεί ειδικότερα στις παρακάτω μορφές συμπεριφοράς:

1.  Βελτίωση των αδρών και λεπτών κινητικών δεξιοτήτων: Η μουσικοθεραπεία προσφέρει πάρα πολλές ευκαιρίες για κινητικές δραστηριότητες ποικίλης δυσκολίας. Ο ρυθμός κινητοποιεί και δίνει ενέργεια σε έναν οργανισμό να αρχίσει και να σταματήσει μία κίνηση. Κατ’ αρχήν είναι σημαντική η απλή συμμετοχή του παιδιού σε τέτοιου είδους δραστηριότητες. Αργότερα όταν βελτιωθεί ο έλεγχος των κινήσεων, το παιδί ενθαρρύνεται να συντονίζει τις κινήσεις του με το ρυθμό της μουσικής. Συγκεκριμένες κινητικές δραστηριότητες διευκολύνουν τη λειτουργία του κυκλοφοριακού συστήματος και αυξάνουν το μυϊκό τόνο.

2. Βελτίωση του συντονισμού ματιού-χεριού: H εκτέλεση ενός απλού μουσικού έργου σε ένα μουσικό όργανο απαιτεί το συντονισμό ματιού-χεριού. Κάθε φορά που το παιδί εκτελεί με επιτυχία μία τέτοιου είδους συντονισμένη κίνηση, η μουσική που το ίδιο παράγει το ενισχύει να επαναλάβει την κίνηση αυτή. Μέσω της εξάσκησης δυναμώνουν οι μύες του χεριού και του ματιού και έτσι διευκολύνεται ο μεταξύ τους συντονισμός.

3.  Βελτίωση της ικανότητας για ακουστική διάκριση: Προϋπόθεση για την κατανόηση του λόγου είναι η ικανότητα διάκρισης μεταξύ των ήχων. Συγκεκριμένα μουσικά παιχνίδια στο πλαίσιο της μουσικοθεραπείας απαιτούν από το παιδί να διακρίνει μεταξύ ήχων με σύντομη και μεγαλύτερη διάρκεια, χαμηλή ή υψηλή ένταση, χαμηλό ή υψηλό τόνο. Η εξάσκηση της ικανότητας διάκρισης ήχων που επιτυγχάνεται στη μουσικοθεραπεία μπορεί να επαυξήσει την προσφορά της λογοθεραπείας.

4. Αύξηση της διάρκειας της προσοχής: Εξαιτίας του γεγονότος ότι η μουσική είναι μία δραστηριότητα δομημένη στο χρόνο, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει και μία ποικιλία ευχάριστων αισθητηριακών ερεθισμάτων μπορεί να παρατείνει τη διάρκεια της προσοχής του παιδιού.

5. Βελτίωση των επικοινωνιακών δεξιοτήτων: Προϋπόθεση για μία οικεία διαπροσωπική επαφή είναι το μοίρασμα θετικών και αρνητικών συναισθημάτων. Παιδιά που υποφέρουν από αναπτυξιακές διαταραχές έχουν περιορισμένες επικοινωνιακές δεξιότητες οι οποίες δεν τους επιτρέπουν να εκφράσουν τα κάθε είδους συναισθήματα που βιώνουν, όπως και τα φυσιολογικά παιδιά. Η μουσική συνιστά ένα μη απειλητικό μέσο με το οποίο τα παιδιά μπορούν να εκφράσουν με αμεσότητα τα συναισθήματά τους.

6. Μία άλλη σημαντική πτυχή της επικοινωνιακής διαδικασίας είναι ο συντονισμός σε μία ακολουθία όπου η έκφραση του ενός ακολουθεί την έκφραση του άλλου χωρίς παρεμβολές. Παιδιά τα οποία υποφέρουν από συναισθηματικές ή διαταραχές στην επικοινωνία, στερούνται της ικανότητας τέτοιου συντονισμού. Στο πλαίσιο της μουσικοθεραπείας το παιδί κινητοποιείται να συμμετάσχει σε μία επικοινωνιακή αλληλεπίδραση, η οποία στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να λάβει τη μορφή της εκτέλεσης ενός απλού μουσικού έργου ή του αυτοσχεδιασμού. Επειδή το ηχητικό αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα ευχάριστο για το παιδί, όπως και όλη η διαδικασία, ενεργοποιείται ο έλεγχος της αυτοέκφρασης, προκειμένου να επιτευχθεί ο συντονισμός με τις εκφράσεις των άλλων μετεχόντων. Με αυτό τον τρόπο το παιδί καλλιεργεί την ικανότητά του να διατηρεί μία επικοινωνιακή συναλλαγή. Επιπλέον, μαθαίνει να υπακούει σε οδηγίες, ενώ αρχίζει και το ίδιο να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες επικοινωνίας. Στο σύνολό τους οι δραστηριότητες που περιγράφηκαν παραπάνω οδηγούν το παιδί στην καλύτερη κατανόηση των προθέσεων και των συναισθημάτων των άλλων.

Η αμοιβαία κατανόηση και το μοίρασμα συναισθημάτων, προθέσεων και ενδιαφερόντων συνιστούν τη βάση της συνεργατικής επικοινωνίας. Η συνεργατική επικοινωνία με τη σειρά της αποτελεί το έρεισμα για τη διαμόρφωση των συμβόλων, την κατάκτηση της γλώσσας και της πολιτισμικής δημιουργίας. Ευρήματα της σύγχρονης εξελικτικής ψυχολογίας και ψυχογλωσσολογίας καταδεικνύουν ότι η συνεργατική επικοινωνία εκδηλώνεται για πρώτη φορά στην ηλικία των 9 μηνών, δηλαδή λίγο πριν την εμφάνιση των πρώτων αναγνωρίσιμων λέξεων. Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία δεν χρησιμοποιούν αναγνωρίσιμο λόγο, είναι όμως ικανά μέσω συνδυασμού χειρονομιών, βλέμματος, εκφράσεων του προσώπου καθώς και των προσωδιακών χαρακτηριστικών των φωνοποιήσεών τους να εκφράσουν λειτουργίες όπως η ‘δείξη’, η ‘προσταγή’, ή να ζητήσουν κάτι. Μετά την κατάκτηση των συγκεκριμένων μορφών του γλωσσικού συστήματος οι λειτουργίες αυτές θα εκφράζονται μέσω συντακτικών δομών. Συνεπώς, βελτιώνοντας την ικανότητα για συνεργατική επικοινωνία η μουσικοθεραπεία συμβάλλει μέσω και μίας άλλης οδού στην αντιμετώπιση προβλημάτων κατάκτησης της γλώσσας.

Η Ένταξη Παιδιών με Νοητική Υστέρηση σε Προσχολικές Τάξεις Φυσιολογικών Παιδιών με τη βοήθεια Μουσικών Δραστηριοτήτων

Δεδομένα σχετικών ερευνών υποστηρίζουν τη θέση ότι τα παιδιά είναι περισσότερο δεκτικά στη διαφορετικότητα μεταξύ των ανθρώπων σε σχέση με τους ενήλικες. Επιπλέον, έχει διαπιστωθεί ότι η ένταξη παιδιών με αναπτυξιακές διαταραχές σε περιβάλλοντα προσχολικής αγωγής με φυσιολογικά παιδιά όχι μόνο δεν παρεμποδίζει την ανάπτυξη των τελευταίων αλλά αντίθετα έχει θετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη τόσο των φυσιολογικών όσο και των παιδιών με αναπτυξιακές διαταραχές. Τα οφέλη που αποκομίζουν τα παιδιά εντοπίζονται κυρίως στην ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων, στην καλλιέργεια της αυτοεκτίμησης, στην αύξηση της διαθεσιμότητας περιβαλλοντικών ερεθισμάτων καθώς και σε περισσότερο θετικές στάσεις των φυσιολογικών παιδιών προς τα παιδιά με αναπτυξιακές διαταραχές. Τα παραπάνω οφέλη αποκομίζονται μέσω συχνών δομημένων επικοινωνιακών αλληλεπιδράσεων, οι οποίες με τη σειρά τους μπορούν να ενισχυθούν από μία ποικιλία μουσικών δραστηριοτήτων συμβατών με την ηλικία, όπως το τραγούδι, οι οργανικές μουσικές εκτελέσεις, η ακρόαση καθώς και η κίνηση στο ρυθμό της συγκεκριμένης μουσικής.

Στη βάση των προαναφερθεισών παραδοχών πραγματοποιήθηκε από την Hughes και τους συνεργάτες της (1990) ένα πιλοτικό πρόγραμμα το οποίο είχε ως στόχο να εξετάσει την αποτελεσματικότητα της παρέμβασης μέσω της μουσικής στην ένταξη παιδιών με αναπτυξιακές διαταραχές σε τάξεις προσχολικής αγωγής φυσιολογικών παιδιών. Διαμορφώθηκαν τέσσερις ομάδες σε τέσσερα διαφορετικά νηπιαγωγεία στις οποίες συμμετείχαν φυσιολογικά παιδιά και αντίστοιχα παιδιά με βαριά νοητική και κινητική υστέρηση, παιδιά με προβλήματα ακοής και παιδιά με ποικίλες άλλες αναπτυξιακές διαταραχές. Επίσης, στο πρόγραμμα συμμετείχαν μουσικοθεραπευτές, οι νηπιαγωγοί καθώς και το βοηθητικό προσωπικό. Το μουσικό υλικό αποτελείτο από τραγούδια και οργανικά έργα παραδοσιακά αλλά και συγκεκριμένων συνθετών, τα οποία ενθάρρυναν το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή σε ποικίλες ομαδικές δραστηριότητες (π.χ. κίνηση, εκδραμάτιση, εκτέλεση απλού μουσικού έργου με πολλά όργανα). Μετά από τρεις συνεδρίες μουσικοθεραπείας για κάθε ομάδα, οργανώθηκε μία γιορτή όπου η κάθε ομάδα παρουσίασε τη δική της αγαπημένη μουσική δραστηριότητα σε κοινό δασκάλων, γονέων και των άλλων παιδιών.

Το πρόγραμμα κρίθηκε εξαιρετικά επιτυχές για την προσφορά του τόσο στα ίδια τα παιδιά όσο και στο εκπαιδευτικό και βοηθητικό προσωπικό. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά απέκτησαν μεγαλύτερη επίγνωση της διαφορετικότητας μεταξύ των ατόμων γεγονός που εκδηλώθηκε με την αύξηση των αυθόρμητων φιλικών και εκδηλώσεων αρωγής προς τα παιδιά με αναπτυξιακές διαταραχές αλλά και την αύξηση των ομαδικών δραστηριοτήτων όχι μόνο κατά τη διάρκεια του προγράμματος αλλά και μετά τη λήξη του. Επιπλέον, στο πλαίσιο που διαμορφώθηκε από τις μουσικές δραστηριότητες τόσο τα φυσιολογικά παιδιά όσο και οι νηπιαγωγοί και το βοηθητικό προσωπικό διδάχθηκαν τρόπους αντιμετώπισης ορισμένων από τις ανάγκες των παιδιών με αναπτυξιακές διαταραχές. Για παράδειγμα, ορισμένα παιδιά έμαθαν να μετακινούν την αναπηρική καρέκλα, ενώ άλλα έμαθαν να χρησιμοποιούν τη νοηματική γλώσσα την οποία μάλιστα ήταν πρόθυμα να διδάξουν στους γονείς αλλά και τους άλλους συμμαθητές τους. Σύμφωνα με τους συντελεστές του προγράμματος η επιτυχία του επιβάλλει τη συνέχιση και την επέκταση της εφαρμογής του.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

    

 ''ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ'': Μαρία Χ. Δροσινού

   ''ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΒΗΜΑ ΑΙΓΑΙΟΥ'': Μίλτος Κουντουρας, Τεύχος 45

   ''ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ'': Τεύχος 43

   ''ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ (ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΨΥΧΟΚΙΝΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ)'': Χ. Καρακασνάκη,  Ε. Αναγνωστοπούλου

   ''Σύγχρονες Ενταξιακές Προσεγγίσεις'' τόμος Α': Α. Ζώνιου-Σιδέρη

   ''ΜΟΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑ'': Dr. DAVID WARD

   ''www.ergotherapeia.com'' : ηλεκτρονική διεύθυνση

Δροσινού Μ. (2012), Κοινωνική Ένταξη Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες

 


[1] Edgar  Doll: Edgar A. Doll, president of the American Association for Applied Psychology, 1941

[2] Colwyn Trevarthen: Professor (Emeritus) of Child Psychology and Psychobiology
Psychology Department, University of Edinburgh

[3] Daniel N. Stern (August 16, 1934, in New York City) is a prominent American-Jewish psychiatrist and psychoanalytic theorist, specializing in infant development, on which he has written a number of books - most notably The Interpersonal World of the Infant (1985).Daniel Stern's (1985, 1995) research and conceptualization have created a bridge between psychoanalysis and research-based developmental models'

[4] Α. Ζώνιου-Σιδέρη: Γεννήθηκε στην Πεδινή-Ιωαννίνων το 1947. Σπουδές Σπούδασε Ψυχολογία και Εθνολογία στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης όπου και απέκτησε και το διδακτορικό της δίπλωμα. . Άλλες πληροφορίεςΕίναι διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας, και Τεκμηρίωσης Ενταξιακών Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων (ΚΕΤΕΕΠ)

 

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

συνταξιούχοι
Η ηλικία των συνταξιούχων σε αριθμούς – Η θλιβερή πρωτιά της Ελλάδας
Τα επίσημα στοιχεία  διαψεύδουν και όσους τα τελευταία χρόνια αναληθώς υποστήριζαν ότι δήθεν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες βγαίνουν πολύ νωρίτερα...
Η ηλικία των συνταξιούχων σε αριθμούς – Η θλιβερή πρωτιά της Ελλάδας
foitika-daneia
Οι σκοτεινές πλευρές των Πανεπιστημίων των ΗΠΑ που...τόσο αγάπησαν οι υπουργοί της Παιδείας μας
Ο Σίνγκερ δήλωσε ένοχος το 2019 στην κατηγορία ότι διευκόλυνε τις απάτες και βοηθούσε να δωροδοκηθούν προπονητές αθλημάτων ώστε τα παιδιά των πελατών...
Οι σκοτεινές πλευρές των Πανεπιστημίων των ΗΠΑ που...τόσο αγάπησαν οι υπουργοί της Παιδείας μας