επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, ΕΠΑΛ
Η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) αποτελεί σημαντικό τμήμα των εκπαιδευτικών συστημάτων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), οι οποίες, αν και συμφωνούν σε κοινούς στόχους και προκλήσεις, παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές στον τρόπο διαχείρισης των δυνατοτήτων της ΕΕΚ.

Οι προσπάθειες αναβάθμισης και ενίσχυσης του ρόλου της ΕΕΚ αποτελούν αντικείμενο σχεδιασμού της ΕΕ προς την κατεύθυνση αυτή.

Για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο: «Η ΕΕΚ πρέπει να νοείται ως η εκπαίδευση και η κατάρτιση που στοχεύει στον εφοδιασμό των νέων και των ενηλίκων, με γνώσεις, τεχνογνωσία, δεξιότητες και / ή ικανότητες που απαιτούνται σε συγκεκριμένα επαγγέλματα ή ευρύτερα στην αγορά εργασίας και μπορεί να παρέχεται στην τυπική και στην μη τυπική μορφή εκπαίδευσης, σε όλα τα επίπεδα του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων (EQF), συμπεριλαμβανομένης και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης»[i].

Στις πλέον πρόσφατες εξελίξεις που αφορούν στην παρουσία της ΕΕΚ στα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα σημαντικό ρόλο διεκδικεί η μάθηση που βασίζεται στην εργασία (Work-Based LearningWBL), με την Μαθητεία να αποτελεί την κύρια μορφή της.

Ουσιαστική εξέλιξη για την ΕΕΚ αποτελεί η δυνατότητα βελτίωσης του εκπαιδευτικού προφίλ των ωφελουμένων από αυτήν, με την διεύρυνση των εκπαιδευτικών διεξόδων προς τα υψηλότερα επίπεδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αξιοσημείωτο  είναι το γεγονός ότι αυτή η προσπάθεια αφορά πλέον σε άτομα διαφορετικών ηλικιακών ομάδων[ii].

Αυτές οι εξελίξεις στην ΕΕΚ δεν έχουν την ίδια χρονική αφετηρία για όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ. Σε κάποια από αυτά (π.χ. Γερμανία) υφίστανται εδώ και αρκετά χρόνια[iii], ενώ σε άλλα (π.χ. Ελλάδα) προσδιορίζονται από τα πρώτα – δειλά – βήματα, εξαιτίας – και – του ιδιαίτερου κοινωνικοοικονομικού πλαισίου, καθώς και των αγκυλώσεων που θρέφονται και υφίστανται χάριν της υπεράσπισης κακώς νοούμενων αδιαπραγμάτευτων κεκτημένων.

Στις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκειμένου η ΕΕΚ να αποκτήσει στέρεη βάση για το μέλλον, περιλαμβάνονται τα παρακάτω[iv]:

  • Ενίσχυση της δυνατότητας προσαρμογής των εκπαιδευτικών δομών και των διδασκόντων στις ολοένα αυξανόμενες και ευμετάβλητες διδακτικές απαιτήσεις τις αγοράς εργασίας, καθώς και των ψηφιακών δεξιοτήτων
  • Περισσότερες ευκαιρίες μάθησης στον χώρο εργασίας, ιδιαίτερα μέσω του θεσμού της Μαθητείας
  • Τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών της ΕΕΚ θα πρέπει να καλύπτουν τις ανάγκες της πράσινης ανάπτυξης και της ψηφιακής οικονομίας.

Στα επόμενα πέντε χρόνια, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της  ΕΕ, θα πρέπει[v]:

  • Περισσότεροι από το 80% των αποφοίτων της ΕΕΚ να έχουν βρει εργασία μετά την αποφοίτησή τους
  • Τουλάχιστον το 60% των αποφοίτων της ΕΕΚ θα πρέπει να επωφεληθούν από την πρακτική άσκηση στον χώρο εργασίας, ειδικότερα σε προγράμματα Μαθητείας
  • Να επιτευχθεί μια αύξηση κατά 33% στον αριθμό των μαθητών που επωφελούνται από ευκαιρίες μάθησης στο εξωτερικό

Στην κατεύθυνση της στήριξης της εμπλοκής των νέων στην αγορά εργασίας και προκειμένου να επιτευχθούν οι παραπάνω στόχοι, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Dr. Ursula Gertrud von der Leyen ανακοίνωσε στις 01 Ιουλίου 2020 την διάθεση του ποσού των 22 δις. Ευρώ. Με το ποσό αυτό θα χρηματοδοτηθούν οι παρακάτω δράσεις:

  • Ενίσχυση του προγράμματος Youth Guarantee[vi] για την νεολαία. Κάθε νέος που εγγράφεται στο πρόγραμμα αυτό αναμένεται να λάβει μια καλή προσφορά εργασίας, εκπαίδευσης, μαθητείας ή πρακτικής άσκησης σε μόλις τέσσερις μήνες
  • Εκσυγχρονισμός της ΕΕΚ προκειμένου να καταστεί πιο ομαλή η μετάβαση από το σχολείο στην αγορά εργασίας.
  • Ενίσχυση του θεσμού της Μαθητείας. Με την εναλλαγή εκπαίδευσης και εργασίας μέσω του θεσμού της Μαθητείας θα αναπτυχθούν οι δεξιότητες και οι γνώσεις που αναζητούν οι εργοδότες.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ΕΕΚ περιλαμβάνει τους μισούς περίπου μαθητές της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), ενώ δίνει την δυνατότητα στα δύο τρίτα των εργαζομένων της ΕΕ να αναβαθμίζουν ή να επαναπροσδιορίζουν τις επαγγελματικές τους δεξιότητες. Προετοιμάζει κατάλληλα τους νέους για την πρώτη τους εργασία, ενώ επιτρέπει στους ενήλικες να μάθουν νέες δεξιότητες και να αναπτύξουν τη σταδιοδρομία τους[vii].

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ για το 2018[viii], το 48,4% των νέων Ευρωπαίων εγγράφηκαν στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και κατάρτιση, ενώ το 80% των αποφοίτων ΕΕΚ βρίσκουν την πρώτη μακροχρόνια εργασία τους εντός έξι μηνών από την ολοκλήρωση των σπουδών τους. Και ακόμη, ενώ όλα τα άτομα σε ηλικία εργασίας που ζουν στην ΕΕ θα πρέπει να συμμετάσχουν σε περαιτέρω επαγγελματική κατάρτιση για να συμβαδίζουν με τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, αυτοί που φροντίζουν για την επικαιροποίηση των επαγγελματικών τους δεξιοτήτων είναι λιγότεροι από τους μισούς.

Οι προβλέψεις του CEDEFOP για το 2030 εκτιμούν ότι το μερίδιο στην αγορά εργασίας των επαγγελμάτων ανάλογα με το επίπεδο προσόντων θα προσεγγίσει το 14% για τα χαμηλών προσόντων επαγγέλματα, το 45% για τα μεσαίων προσόντων επαγγέλματα και το 41% για τα υψηλών προσόντων επαγγέλματα, όταν τα αντίστοιχα ποσοστά το 2016 ήταν: 19%, 48% και 32%[ix].

Κατά την σύγκριση μεταξύ των αποφοίτων της ΕΕΚ ανώτερου – δευτεροβάθμιου επιπέδου, οι οποίοι δεν συνεχίζουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και των αποφοίτων γενικής εκπαίδευσης, που επίσης δεν συνεχίζουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, εξάγονται τα παρακάτω συμπεράσματα[x]:

  • Οι απόφοιτοι της ΕΕΚ σε ανώτερο – δευτεροβάθμιο επίπεδο έχουν υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης και χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας από τους αποφοίτους γενικής εκπαίδευσης ίδιου εκπαιδευτικού επιπέδου.
  • Η ένταση εργασίας μεταξύ των αποφοίτων ΕΕΚ είναι επίσης ελαφρώς υψηλότερη από ό,τι στους αποφοίτους της γενικής εκπαίδευσης. 
  • Οι απόφοιτοι ΕΕΚ έχουν γενικά τα ίδια αποτελέσματα όσον αφορά στην ποιότητα εργασίας με αυτούς της γενικής εκπαίδευσης, αν και υπάρχουν ορισμένες διαστάσεις στις οποίες η προηγούμενη ομάδα έχει ελαφρώς χειρότερη απόδοση από άλλους πτυχιούχους, ακόμη και όταν έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά και εργασία σε παρόμοιες θέσεις εργασίας (ΟΟΣΑ).
  • Οι απόφοιτοι ΕΕΚ έχουν λίγο υψηλότερο επίπεδο μισθών από τους πτυχιούχους γενικής εκπαίδευσης. Πάντως, θα πρέπει να τονιστεί ότι το επίπεδο μισθών είναι σημαντικά χαμηλότερο συγκρινόμενο με το αντίστοιχο των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ακόμη και όταν εργάζονται σε παρόμοιες δουλειές. 
  • Οι απόφοιτοι ΕΕΚ είναι λιγότερο πιθανό από τους αποφοίτους της γενικής εκπαίδευσης  να αναφέρουν ότι δεν είναι προετοιμασμένοι για τη δουλειά τους και είναι πιο πιθανό να εργαστούν σε επαγγέλματα που ταιριάζουν με το επίπεδο εκπαίδευσης τους. Ωστόσο, ένα σημαντικό ποσοστό των αποφοίτων της ΕΕΚ  εργάζονται σε επαγγέλματα που δεν ταιριάζουν με το πεδίο σπουδών τους.
  • Λιγότεροι απόφοιτοι της ΕΕΚ απασχολούνται σε επαγγέλματα υψηλών δεξιοτήτων, σε σύγκριση με τους αποφοίτους της γενικής εκπαίδευσης (ΟΟΣΑ).
επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, ΕΠΑΛ,

Από τις έρευνες της ΕΕ έχει διαπιστωθεί ότι προκειμένου οι απόφοιτοι της ΕΕΚ να είναι ανθεκτικοί σε μια μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας, είναι επιτακτική ανάγκη να έχουν ισχυρές θεμελιώδεις δεξιότητες. Ωστόσο, η έρευνα για τις δεξιότητες ενηλίκων δείχνει ότι, σε πολλές χώρες, οι απόφοιτοι ΕΕΚ έχουν χαμηλότερες δεξιότητες αριθμητικής, αλφαβητισμού και επίλυσης προβλημάτων από ό,τι οι απόφοιτοι της γενικής εκπαίδευσης. Αυτό το γεγονός θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά από τους έχοντες το πρόταγμα του εκπαιδευτικού σχεδιασμού.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις δεξιοτήτων ως το 2030 του CEDEFOP[xi], κατά την μετάβαση στην επαγγελματική απασχόληση, η πόλωση της εργασίας αναμένεται να μεγαλώσει περαιτέρω: οι θέσεις εργασίας τόσο στο υψηλότερο όσο και στο χαμηλότερο φάσμα δεξιοτήτων αναμένεται να αυξηθούν, ενώ οι μεσαίες θέσεις αναμένεται να μειωθούν. Συνολικά, το 80% των νέων θέσεων εργασίας θα είναι σε επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης. Οι ίδιες προβλέψεις εκτιμούν ότι έως το 2030 οι ανάγκες της οικονομίας για εργατικό δυναμικό με υψηλό επίπεδο προσόντων θα αντιπροσωπεύουν περίπου το 41% της συνολικής απασχόλησης. Αυτό σημαίνει ότι ένα μη ασήμαντο ποσοστό εργαζομένων υψηλών προσόντων θα καταλήξουν σε θέσεις εργασίας που δεν ταιριάζουν με το επίπεδο εκπαίδευσης τους, με συνέπεια να κατευθυνόμαστε προς ένα εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, σημαντικό μέρος του οποίου μπορεί να μην έχει την ευκαιρία να χρησιμοποιήσει τις δεξιότητες που έχουν συσσωρευτεί.

Ταυτόχρονα, ενδέχεται να υπάρξει εντατικοποίηση της εργασίας σε χαμηλότερα επίπεδα, αυξάνοντας τις ανάγκες δεξιοτήτων και καθιστώντας τα επαγγέλματα μεσαίου επιπέδου ακόμη πιο απαιτητικά.

Στοιχεία από την έρευνα δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας του Cedefop δείχνουν ότι ένα σημαντικό μέρος του ευρωπαϊκού εργατικού δυναμικού βρήκε τις δεξιότητές του κατά τον χρόνο πρόσληψή του να είναι κατώτερες από εκείνες που απαιτούνται για την επαρκή εκτέλεση της εργασίας. Επομένως, είναι σημαντικό οι εκπαιδευτικές πολιτικές να συνεργάζονται με τους κοινωνικούς φορείς προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι εργαζόμενοι είναι εφοδιασμένοι με τις σωστές δεξιότητες. Επιπρόσθετα, τίθεται το ερώτημα για το πώς οι χαμηλά ειδικευμένοι, που μπορεί να ωθήθηκαν να αποδεχτούν χαμηλότερους μισθούς και εργασία σε κατώτερες θέσεις εργασίας, μπορούν να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της χαμηλής παραγωγικότητας και των χαμηλών μισθών.

Στα επόμενα πέντε χρόνια, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), θα πρέπει[xii]:

επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, ΕΠΑΛ
  • Το ποσοστό των απασχολούμενων πτυχιούχων να είναι τουλάχιστον 82%.
  • Το 60% των πρόσφατα αποφοίτων από την ΕΕΚ να επωφελούνται από την μάθηση στους χώρους εργασίας κατά την επαγγελματική τους εκπαίδευση και κατάρτιση.
  • Το 8% των μαθητών στην ΕΕΚ να επωφελούνται από μια μαθησιακή κινητικότητα στο εξωτερικό.

Η πανδημία του κορονοϊού χαρακτηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως μια ευκαιρία προκειμένου η ΕΕΚ να καταστεί πιο μοντέρνα, ελκυστική, ευέλικτη και ευπροσάρμοστη στα νέα δεδομένα της ψηφιακής εποχής και της πράσινης μετάβασης. Παράλληλα, υποστηρίζεται ότι η ΕΕΚ θα αποτελέσει ένα ουσιαστικό εργαλείο βοήθειας προκειμένου οι νέοι και οι ενήλικες να καταστούν ικανοί στην εύρεση εργασίας στην μετά πανδημίας κορονοϊού εποχή. Κάτω από αυτά τα δεδομένα, ο ρόλος της ΕΕΚ επαναπροσδιορίζεται εκ νέου. Ειδικά για τους νέους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ανακοίνωσε στις 01 Ιουλίου 2020 ένα πακέτο μέτρων, που συνθέτουν μία γέφυρα προς την απασχόληση (Youth Employment Support: A Bridge to Jobs for the Next Generation) για την επόμενη γενιά. Κεντρικό πυλώνα της νέας αυτής δέσμης μέτρων αποτελεί η βελτίωση της λειτουργικότητας και της αποτελεσματικότητας της ΕΕΚ, για την υποστήριξη του βιομηχανικού μετασχηματισμού και της μετάβασης στην ψηφιακή εποχή και στην πράσινη οικονομία[xiii].

Σύμφωνα με τον δείκτη ESI (European Skills Index)[xiv], για το 2020, σε επίπεδο δείκτη η Ελλάδα βρίσκεται μόλις στην προτελευταία θέση. Θέση, που η χώρα μας διατηρεί τα τρία τελευταία χρόνια, μη σημειώνοντας καμία θετική μεταβολή[xv].

Από στοιχεία των ετών 2015-2017[xvi], γνωστοποιείται ότι στην Ελλάδα, το 2017, μόνο το 28,8% των σπουδαστών της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (έναντι 29,9 %, το 2015) επιλέγει την αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να είναι στο 47,8%. Επίσης, στην χώρα μας, η απασχόληση των αποφοίτων της αρχικής ΕΕΚ είναι σχεδόν κατά μία ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερη από την αντίστοιχη των αποφοίτων της γενικής εκπαίδευσης, όταν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι απόφοιτοι της αρχικής ΕΕΚ απολαμβάνουν υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης. Αυτό αναδεικνύει και τη δυσκολία κάλυψης κενών θέσεων εργασίας που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις[xvii].

Το 2018, το ποσοστό απασχόλησης των αποφοίτων της αρχικής ΕΕΚ ηλικίας 20-34 ετών και μεσαίου επιπέδου εκπαίδευσης (ISCED 3-4) ανέρχονταν μόλις σε 63,1%, επίδοση που κατατάσσει την Ελλάδα στην τελευταία θέση, με σημαντική απόκλιση από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ-28 (80,5%)[xviii]. Αντίστοιχα, η χώρα μας εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας των αποφοίτων της ΕΕΚ (ISCED 3-4), ηλικίας 20-34 ετών, με συντριπτική απόκλιση από τα περισσότερα κράτη-μέλη (30,9% έναντι 8,5% στην ΕΕ, το 2018)[xix].

Κατηγοριοποιώντας τα επαγγέλματα με κριτήριο το επίπεδο των προσόντων που απαιτούνται για την εκτέλεσή τους, από την ίδια έρευνα προκύπτει ότι οι μεγαλύτερες ελλείψεις σε δεξιότητες στην χώρα μας αφορούν στα επαγγέλματα μεσαίων προσόντων (42,6%), έναντι 35,2% για τα επαγγέλματα υψηλών προσόντων και 22,2% για τα αντίστοιχα των χαμηλών προσόντων. Οι επιχειρήσεις ιεραρχούν ως σημαντικότερο εμπόδιο στην κάλυψη κενών θέσεων εργασίας τις ελλείψεις σε δεξιότητες και όχι τη μη διαθεσιμότητα τυπικών προσόντων (τίτλοι σπουδών κλπ.)[xx].

Πρόσφατη έρευνα του ΣΕΒ[xxi] έδειξε ότι το 35,6% των επιχειρήσεων του παραγωγικού τομέα της οικονομίας ήδη αντιμετωπίζει δυσκολίες στην κάλυψη κενών θέσεων εργασίας. Μάλιστα, οι επιχειρήσεις που δήλωσαν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολία στην κάλυψη κενών θέσεων απασχόλησης αναφέρουν ως σημαντικότερο λόγο την έλλειψη κατάλληλων δεξιοτήτων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι γνώσεις και δεξιότητες που είναι δυσκολότερο να εξευρεθούν είναι αυτές που αφορούν στη συγκεκριμένη θέση εργασίας (τεχνικές/επαγγελματικές δεξιότητες)[xxii].

Ανάλογη εικόνα προκύπτει και από την αξιολόγηση των γνώσεων και δεξιοτήτων του υφιστάμενου προσωπικού των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα. Ειδικότερα, το 46,2% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι το προσωπικό τους δεν διαθέτει τις κατάλληλες γνώσεις και δεξιότητες[xxiii].

Είναι γεγονός ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα παράγει υπεράριθμους πτυχιούχους σε αντικείμενα που δεν συνδέονται με τις προϋποθέσεις για τον αναγκαίο παραγωγικό μετασχηματισμό της χώρας, προκαλώντας την αναντιστοιχία μεταξύ των γνώσεων και δεξιοτήτων που απαιτούνται για την κάλυψη των θέσεων εργασίας και αυτών που διαθέτει το ανθρώπινο δυναμικό που αποφοιτά από το εκπαιδευτικό σύστημα. Μόλις το 55,8% των νέων που είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης βρίσκουν εργασία σε διάστημα από ένα έως τρία έτη μετά την αποφοίτησή τους, ποσοστό που είναι και το χαμηλότερο μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ[xxiv].

Επίσης ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα παρακάτω ευρήματα[xxv]:

  • Το ποσοστό της υπερεκπαιδευμένης απασχόλησης στην Ελλάδα το χρονικό διάστημα 2008 – 2017 αυξήθηκε από 20,8% σε 33,4%, σημειώνοντας αύξηση κατά 60,6%. Απλουστευτικά, αυτό σημαίνει ότι 1 στους 3 Έλληνες εργάζεται σε δουλειά κατώτερη των προσόντων του.
  • Το ποσοστό αποφοίτων Λυκείων από τα Επαγγελματικά Λύκεια στην Ελλάδα είναι 25% έναντι 40% στις χώρες του ΟΟΣΑ.
  • Η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα είναι από τις χαμηλότερες στις χώρες του ΟΟΣΑ: Ελλάδα: $33,1 έναντι ΟΟΣΑ: $47,6 (ΑΕΠ/ώρα εργασίας, $ σταθερές τιμές 2010)[xxvi].

Στην Ελλάδα, το πρόβλημα της υπερεκπαιδευμένης απασχόλησης είναι εντονότερο μεταξύ των νέων: Από τους απασχολούμενους νεαρής ηλικίας που είναι απόφοιτοι Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, το 43,3% δεν απασχολείται σε θέσεις εργασίας που είναι ανάλογες των προσόντων τους[xxvii].

Η ΕΕΚ στην χώρα μας έχει ανάγκη ουσιαστικής αναβάθμισης του συνόλου της παρουσίας της στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, στο πλαίσιο της αποτελεσματικής προσφοράς της σε μια εποχή συνεχών αλλαγών και αναδιαρθρώσεων σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Η εναρμόνισή της με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας και η ετοιμότητά της να προσφέρει σύγχρονη επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση είναι μονόδρομος, χωρίς αυτό να γίνεται σε βάρος της απόκτησης εκείνων των γνώσεων που απαιτούνται, προκειμένου οι απόφοιτοι της ΕΕΚ να είναι σε θέση να αναπτύξουν τις ικανότητές τους και τις δεξιότητές τους στην επαγγελματική του διαδρομή, καθώς και να έχουν το γνωσιακό υπόβαθρο που είναι απαραίτητο για την συνέχιση των σπουδών τους στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Μια μεταρρυθμιστική προσπάθεια που θα έχει ως επίκεντρό της την αναμόρφωση της ΕΕΚ, προκειμένου αυτή να καταστεί ικανή να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας είναι όχι απλά ευπρόσδεκτη, αλλά, σύμφωνα με τα παραπάνω παρατεθέντα στοιχεία, περισσότερο από απαραίτητη: είναι επιτακτική. Είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της χώρας μας. Όχι όμως άλλη μία μεταρρύθμιση για την ΕΕΚ. Αλλά μια μεταρρύθμιση που θα επιδιώξει την επικαιροποίηση των προσφερόμενων ειδικοτήτων, τον εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών, των βιβλίων, της εκπαιδευτικής και εργαστηριακής υποδομής. Μια μεταρρύθμιση που θα επιτρέψει στην ίδια την ΕΕΚ να αποκτήσει όραμα και προοπτική, να αναπτυχθεί στα μεγέθη του μέσου όρου της ΕΕ και να μην παρουσιάζει τα σκαμπανεβάσματα παροδικών, εφήμερων εξάρσεων που οφείλονται στην δημιουργία εντυπώσεων εύκολων εκπαιδευτικών διαδρομών. Μια μεταρρύθμιση που, έχοντας ως πρώτο μέλημα την εναρμόνιση της ΕΕΚ με τις επιταγές της σύγχρονης εποχής, θα θέσει στο επίκεντρό της τον σεβασμό των δικαιωμάτων και του ρόλου των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητάς της: των μαθητών και των εκπαιδευτικών. Προσφέροντας στους πρώτους στέρεο γνωσιακό υπόβαθρο και σύγχρονες τεχνικές γνώσεις και δεξιότητες και στους δεύτερους όλα εκείνα τα εφόδια και την κατάλληλη επιμόρφωση, που θα  τους ενισχύσουν στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του ρόλου της ΕΕΚ στη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα.

Η ψήφιση του Σχεδίου Νόμου για την ΕΕΚ («Εθνικό Σύστημα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Διά Βίου Μάθησης, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/958 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 2018 σχετικά με τον έλεγχο αναλογικότητας πριν από τη θέσπιση νέας νομοθετικής κατοχύρωσης των επαγγελμάτων (ΕΕ L 173), κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας για το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας και άλλες διατάξεις») είναι γεγονός από χθες, Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2020. Οι υποστηρικτές του, ισχυρίζονται ότι αποτελεί επένδυση στην αναβάθμιση της ΕΕΚ[xxviii] και ότι ήρθε η ώρα για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση, ώστε: «Το “αποπαίδι” του χθες, να γίνει βασικός συντελεστής του αύριο[xxix]».

Μένει στην πράξη να αποδειχθεί ότι το ψηφισθέν νομοσχέδιο – και τώρα νόμος του Κράτους – είναι δομημένο, ώστε να: « (…) αντιμετωπίζει ολιστικά, συνεκτικά, στρατηγικά, την επαγγελματική εκπαίδευση, κατάρτιση και δια βίου μάθηση και κυρίως την αντιμετωπίζει ως ισότιμο και εξαιρετικά κρίσιμο συντελεστή του εκπαιδευτικού μας συστήματος»[xxx] και ότι η κυβερνητική υπόσχεση - δέσμευση: «Κάνουμε πράξη την αναβάθμιση της Τεχνικής – Επαγγελματικής Εκπαίδευσης ώστε να αποτελεί αξιόπιστη επιλογή για τους νέους αντάξια των προκλήσεων της εποχής»[xxxi], συμβαδίζοντας με το όραμα και τον σχεδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει τεθεί σε τροχιά υλοποίησης.

 

 

[i] Proposal for a COUNCIL RECOMMENDATION on vocational education and training (VET) for sustainable competitiveness, social fairness and resilience», Brussels, 1.7.2020, COM (2020) 275, final,  σελ. 1

[ii] Cedefop (2019). Spotlight on VET – 2018 compilation: vocational education and training systems in Europe. Luxembourg: Publications Office. http://data.europa.eu/doi/10.2801/540310

[iii] Cedefop (2015). Spotlight on VET – Anniversary edition.Vocational education and training systems in Europe. Luxembourg: Publications office of the European Union.

[iv] Στο ίδιο

[v] Στο ίδιο

[vi] Σχετικά με το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα: Youth Guarantee: https://ec.europa.eu

[vii] Proposal for a COUNCIL RECOMMENDATION on Vocational Education and Training (VET) for sustainable competitiveness, social fairness and resilience», Brussels, 1.7.2020, COM (2020) 275, final

[xi] Cedefop, Eurofound (2018). Skills forecast: trends and challenges to 2030. Luxembourg: Publications Office. Cedefop reference series; No 108

[xii] Proposal for a COUNCIL RECOMMENDATION on vocational education and training (VET) for sustainable competitiveness, social fairness and resilience», Brussels, 1.7.2020, COM (2020) 275, final

[xvi] Cedefop (2020). On the way to 2020: data for vocational education and training policies. Indicator overviews: 2019 update, Luxembourg: Publications Office of the European Union, Cedefop research paper; No 76

[xvii] Στο ίδιο

[xix] Eurostat, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού

[xxii] Στο ίδιο

[xxiii] Στο ίδιο

[xxiv] Στο ίδιο

[xxv] Έρευνα του ΣΕΒ, με τίτλο: «1 στους 3 Έλληνες εργάζεται σε δουλειά κατώτερη των προσόντων του!» (στο: https://www.sev.org.gr/

[xxvi] Στο ίδιο

[xxvii] Στο ίδιο

[xxviii] Εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της 13 – 12 – 2020 (στο: https://www.kathimerini.gr)

[xxix] ΥΠΑΙΘ – Δελτίο Τύπου της 11 Δεκεμβρίου 2020 (https://www.minedu.gov.gr)

[xxx] Στο ίδιο

[xxxi] ΥΠΑΙΘ – Δελτίο Τύπου της 17 Δεκεμβρίου 2020 (στο: https://www.minedu.gov.gr)

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 18/11

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

thrania-sxoleio-intime-4-768x480.jpg
Ένα ωραίο 3ήμερο για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς την εβδομάδα που έρχεται, αλλά όχι για όλους
Σε ποιες περιοχές τα σχολεία δεν θα λειτουργήσουν την Δευτέρα που έρχεται
Ένα ωραίο 3ήμερο για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς την εβδομάδα που έρχεται, αλλά όχι για όλους
Παιδιά στη Γάζα
Σοκάρει μελέτη για την υγεία των παιδιών: Ο πόλεμος αλλάζει γονίδια του DΝΑ και επιβραδύνει την ανάπτυξή τους
Τα παιδιά που έχουν εκτεθεί σε πολεμικά γεγονότα εμφάνιζουν αλλαγές DNA σε πολλές τοποθεσίες και περιοχές στο γονιδίωμα
Σοκάρει μελέτη για την υγεία των παιδιών: Ο πόλεμος αλλάζει γονίδια του DΝΑ και επιβραδύνει την ανάπτυξή τους
μηλοξιδο
Μήλο: Ποιο θεωρείται το πιο υγιεινό – Ιδιότητες, βιταμίνες, θερμίδες
Το μήλο έχει λίγες θερμίδες και είναι πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά, κάτι που τα καθιστά ένα υγιεινό σνακ ή συστατικό σε κάθε δίαιτα
Μήλο: Ποιο θεωρείται το πιο υγιεινό – Ιδιότητες, βιταμίνες, θερμίδες