ΤΑΞΗ
Η ανάγκη για μια κριτική εκπαίδευση στα μέσα, πέρα από τις ψευδείς ειδήσεις, τη μετά-αλήθεια και τις  διαμεσολαβημένες ιδέες

Εάν στα τέλη του 19ου αιώνα, γράφοντας το θεατρικό έργο Hedda Gambler, ο Henrik Ibsen αποτυπώνει στον σύζυγο της χωρίς ηθικούς φραγμούς ηρωίδας του, Jürgen Tesman – έναν ακαδημαϊκό που μελετά τα έργα άλλων (χωρίς να έχει δημιουργήσει τίποτα δικό του) –  το παράδειγμα του τυπικού, φιλόδοξου μεγαλοαστού στην τότε κοινωνία, σχεδόν κάτι λιγότερο από 1,5 αιώνα αργότερα, όσοι και όσες αντιλαμβάνονται την παιδεία και τον πολιτισμό ως θεμέλια μιας ανοιχτής, δημοκρατικής κοινωνίας, δυσθυμούν μπροστά στη σύγχρονη μετεξέλιξή του: επιδέξιο καταναλωτή απίστευτου αριθμού πληροφοριών που κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και βρίθουν από fake news, στερεότυπα και προκαταλήψεις. Μπορεί άραγε η τωρινή μορφή εκπαίδευσης να φέρει τα νεαρά άτομα πιο κοντά στην πραγματική γνώση, την αλήθεια που η τεχνολογία με τη ραγδαία εξέλιξή της – βλέπε προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης – συχνά επισκιάζει;

Τα περισσότερα πράγματα – και η αφετηρία για την εύρεση των συγκεκριμένων απαντήσεων –  έχουν εν τέλει περισσότερο να κάνουν με τις ερωτήσεις που επιλέγει να κάνει κάποιος. Αυτό επιβεβαιώνει, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τον στόχο της πραγματικής εκπαίδευσης, με το παράδειγμα στιχομυθίας, την πρώτη μέρα μαθημάτων, ανάμεσα σε ένα κορυφαίο φυσικό στο MIT και τους πρωτοετείς φοιτητές του, στο οποίο παραπέμπει ο Noam Chomsky:

Φοιτητές: τι θα καλύψουμε στην ύλη;

Καθηγητής: αυτό δεν έχει καθόλου σημασία. Σημασία έχει τι θα ανακαλύψετε.

Και αυτό, όπως τονίζει ο σημαντικός διανοητής, εξαρτάται από τον (εκάστοτε) εκπαιδευτικό. Οφείλει να κάνει το μάθημα σχετικό με τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες των μαθητών του. Αυτή είναι η πρόκληση, που γίνεται μεγαλύτερη για αυτόν όταν όχι μόνο δεν έχει τη στήριξη του κράτους, υπό τη μορφή χρηματοδότησης και ψήφου εμπιστοσύνης, αλλά πρέπει επίσης να υπηρετήσει την κινητήρια δύναμη της σύγχρονης εκπαίδευσης, «διδάσκοντας με στόχο την αξιολόγηση» (“teaching to test”). Τι και εάν η συγκεκριμένη – «χειρότερη», όπως την αποκαλεί – μορφή εκπαίδευσης, σχεδιασμένη με τη λογική των νέο-φιλελεύθερων προγραμμάτων για ποσοτικά αποτελέσματα ήταν αντικείμενο χλευασμού κατά την περίοδο του Διαφωτισμού; Τα νέα επιχειρηματικά μοντέλα επιτάσσουν οι νέοι να μαθαίνουν δεξιότητες. Και η αλήθεια, η κριτική ικανότητα, το ανοιχτό μυαλό, με τα οποία πρέπει να προετοιμάζονται για να συμμετέχουν εποικοδομητικά σε μια δημοκρατική κοινωνία; Τι οφείλουμε να διδάσκουμε στους μαθητές μας, εάν όχι αλήθειες, μακριά από όσα ψευδώς αναπαράγονται για προσωπικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές σκοπιμότητες στο διαδίκτυο, αλλά και από τα δικά μας στερεότυπα και την τάση για κατήχηση;

Τα πράγματα ίσως μπαίνουν στη σωστή τους διάσταση εάν λάβουμε υπόψη μας ότι η τεχνολογία κάθε άλλο παρά είναι η μόνη κοινωνική δύναμη που επηρεάζει πως τα παιδιά αναπτύσσονται και σε ποιο ρυθμό. Παρόλο που από το 2000, σύμφωνα με άρθρο του BBC (Bishop, 2022), οι ειδικοί έχουν προσπαθήσει να αποδείξει ότι τα παιδιά ωριμάζουν σε νεότερη ηλικία , υποδεικνύοντας την ηλικία από την οποία αποκτούν έξυπνο κινητό ή πρόσβαση σε οπτικοακουστικό υλικό που προορίζεται για ενήλικους, πρόσφατες έρευνες αποδεικνύουν ότι στην πραγματικότητα η Gen Z προσεγγίζει παραδοσιακά ορόσημα της ενηλικίωσης και δραστηριότητες για ενήλικες (π.χ. απομάκρυνση από οικογενειακή στέγη, οδήγηση, εξόδους) πολύ αργότερα από προηγούμενες γενιές. Παράγοντες όπως η πανδημία, η αυξανόμενη πίεση για επιτυχία, σε συνδυασμό με γονείς που κακομαθαίνουν τα παιδιά τους, εναποθέτοντάς τους τις δικιές τους οξυμένες προσδοκίες για αξιοποίηση – έλεγχο του χρόνου τους, μετατοπίζουν την έμφαση από το ερώτημα εάν αυτά στις μέρες μας ωριμάζουν γρήγορα ή αργά στο γεγονός ότι η ενηλικίωση των παιδιών πραγματοποιείται μάλλον περισσότερο σε ένα ολοένα λιγότερο ασφαλές περιβάλλον, που τα φέρνει αντιμέτωπα με «ενήλικες» αλήθειες. Η τάση κανονικοποίησης και αποευαισθητοποίησης που απορρέει από την έκθεση στην πλημμυρίδα πληροφοριών του ψηφιακού κόσμου δεν μεταβάλλει όμως τα συναισθηματικά και γνωστικά ορόσημα των παιδιών, όπως επισημαίνει η Shelley Pasnik, αντιπρόεδρος και διευθύντρια του κέντρου για τα παιδιά και την τεχνολογία στην Νέα Υόρκη, που παραμένουν ίδια.

Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι πώς, ενώ οι νέοι κινητοποιούνται να αναλάβουν άμεσες πολιτικές ευθύνες, η εκπαίδευση μπορεί, όχι απλώς να ενισχύσει με κριτική στάση την ικανότητα που παρέχει η τεχνολογία στα παιδιά να αναζητούν γνώση και κοινωνικές συνδέσεις εκτός του άμεσου (φιλικού και οικογενειακού) τους κύκλου, αλλά να προχωρήσει σε μια εφαρμοσμένη και ενεργή εμπλοκή (Mihailidis, n.d); Εάν αφήσουμε κατά μέρος οποιαδήποτε δαιμονοποίηση ή η κινδυνολογία για τους κινδύνους του διαδικτύου και επενδύσουμε σε ένα νέο επικοινωνιακό πλαίσιο και κοινωνικό τοπίο, η διαμόρφωση του οποίου ήδη διαφαίνεται από την τάση των εφήβων να επικοινωνούν, ενημερώνονται και πληροφορούνται από τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης ειδικότερα, γεγονός που προσδίδει άλλες διαστάσεις στη σύγχρονη ψηφιακά διαμεσολαβημένη Δημοκρατία (Herrero, n.d), η Εκπαίδευση στα Μέσα αρθρώνεται ως το συνιστώμενο εκπαιδευτικό μονοπάτι. Αν και σε έναν κόσμο σχεδόν απόλυτης διαμεσολάβησης, λίγοι την αμφισβητούν ως «το απαραίτητο προνόμιο καθόλη την διάρκεια της εκπαιδευτικής εκπαίδευσης» που συνιστά μάλιστα την «βασική προϋπόθεση της σύγχρονης πολιτειότητας» και  τη «θεμελιώδη δεξιότητα ζωής» (Buckingham, 2019), εν τούτοις, από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, που έκανε την εμφάνισή της, οι αρμόδιοι για την εφαρμογή της (κυβερνητικοί αξιωματούχοι, σχεδιαστές εκπαιδευτικής πολιτικής και μιντιακοί ομίλοι) δεν φαίνεται να συμφωνούν στο περιεχόμενό της.

Παρότι εύπλαστη ως προς τον ορισμό της στα χέρια επιτήδειων, σχετιζόμενων ή όχι με τα media, η Εκπαίδευση στα Μέσα σίγουρα, όπως εξηγεί o Buckingham στο Media Education Manifesto (2019), δεν είναι ανάπτυξη τεχνολογικών και λειτουργικών ικανοτήτων, προώθηση της ασφαλέστερης πλοήγησης στο διαδίκτυο ή ατομική λύση απέναντι σε ένα πλήθος κοινωνικών θεμάτων. Περισσότερο περιλαμβάνουν μια σειρά ικανοτήτων που μας επιτρέπουν να ερμηνεύσουμε τα μιντιακά κείμενα και θεσμούς και να κάνουμε τα μέσα δικά μας, αναγνωρίζοντας την επιρροή τους σε διάφορες όψεις της καθημερινότητάς μας. Οι στρατηγικές δε που τίθενται για εφαρμογή της (πραγματικής) Εκπαίδευσης στα Μέσα οφείλουν να διαπνέονται από τη λογική της συστηματικής εκπαίδευσης και μάθησης για όλους που απορρέει από την κριτική κατανόησή τους ως μέσου επικοινωνίας και αναπαράστασης. Τί, πώς και γιατί δηλαδή κάνουν τόσο οι παραγωγοί όσο και οι χρήστες των νέων ψηφιακών υπηρεσιών και πλατφορμών; Μην ξεχνώντας ότι οι έφηβοι είναι περισσότεροι εξοικειωμένοι με τα νέα τεχνολογικά εργαλεία, αλλά όχι τις λεπτές αποχρώσεις του περιεχομένου που καταναλώνουν, μοιράζουν και παράγουν στις τελευταίες, το εναλλακτικό μοντέλο Εκπαίδευσης στα Μέσα που επιθυμεί τουλάχιστον να εισάγει τους νέους στον πολιτικό στίβο, οφείλει να κινείται πέρα από την επαλήθευση των πηγών και της ακρίβειας των ειδήσεων που μεταφέρουν. Και αυτό γιατί η ακρίβεια των γεγονότων κάλλιστα συμπορεύεται αρκετές φορές, και μάλιστα από καθόλα αξιόπιστους ειδησεογραφικούς οργανισμούς, με διαιώνιση στερεοτύπων ή αρνητικών αφηγημάτων για περιθωριοποιημένα άτομα και ομάδες που δεν έχουν τη δύναμη να υψώσουν τη φωνή τους και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους στα συμβατικά (ειδησεογραφικά και μη) μέσα.

Αυτός είναι και ένας από τους λάθος υπαινιγμούς που ιστορικά η Εκπαίδευση στα Μέσα με την εστίαση στον εντοπισμό των fake news αφήνει να εννοηθούν (ιδιαίτερα μετά από τη διχαστική προεκλογική εκστρατεία του Donald Trump, το 2016 και το δημοψήφισμα του Brexit, το 2020 , τα οποία επανέφεραν τη λέξη “post-truth” στο προσκήνιο) ﮲ ό,τι δηλαδή η διάκριση ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα είναι ένα απλό θέμα, αγνοώντας ότι η αφοσίωση στην αλήθεια είναι κατ’ ουσία ηθικό ζήτημα και ότι οι «έγκυρες» ειδήσεις ή οι «αξιόπιστες» πληροφορίες μπορεί επίσης να ενέχουν προκαταλήψεις που τις περισσότερες φορές, ιδίως στην εποχή του αυτοματοποιημένου και προσωποποιημένου περιεχομένου, επιβεβαιώνουν τις δικές μας.  Ιδίως στις μέρες μας, η μάχη απέναντι στις ψευδείς ειδήσεις, που μπορούν να περιλαμβάνουν ο,τιδήποτε (από την παραπληροφόρηση, την προπαγάνδα, τη χρήση bots ή δεδομένων για διαφημιστικούς ή άλλους σκοπούς μέχρι την ίδια τη μετατροπή τους σε όπλο για να χτυπηθεί η δημοσιογραφία σε δημοκρατικές κοινωνίες), αποστρέφει την προσοχή μας από τη διερεύνηση θεμάτων που άπτονται της εξουσίας και δικαιοσύνης, τα οποία πάντα υπήρχαν στα παραδοσιακά μέσα και πλέον αναπαράγονται στα ψηφιακά, προς εύκολη χειραγώγηση όμως, αυτή τη φορά, των νέων που είναι συναισθηματικά πιο ευάλωτοι και μη εξοικειωμένοι με τη γλώσσα τους ως πολυτροπικά κείμενα.

Σε αυτό το σημείο έγκειται και η διαφοροποίηση ανάμεσα στην «Κατήχηση» και τον «Διαφωτισμό», τον στόχο που επιλέγουμε δηλαδή να έχει η εκπαίδευση. Η γνωστική ανάπτυξη άλλωστε των παιδιών ενισχύεται, σύμφωνα με τη γνωστή θεωρία του Vigotsky, με την εμπλοκή τους σε ουσιαστικές και απαιτητικές δραστηριότητες, που στο πλαίσιο της Εκπαίδευσης στα Μέσα περιστρέφονται γύρω από τη λειτουργία του περίπλοκου αυτού συστήματος, που ο Buckingham αποκαλεί «ψηφιακό καπιταλισμό». Ο ίδιος ξεχωρίζει τέσσερις βασικές όψεις σε όλα τα μέσα, την μιντιακή γλώσσα, την αναπαράσταση, την παραγωγή και το κοινό και αντίστοιχα, καθώς και ισάριθμες πρακτικές αντιμετώπισής τους, με αφετηρία την εμπειρία των ίδιων των μαθητών και έμφαση στην ανάλυση της ιδιαίτερης οπτικοακουστικής γλώσσας των ψηφιακών κειμένων, προκειμένου στο τέλος να παράγουν και οι ίδιοι υπεύθυνα εξίσου δημιουργικό περιεχόμενο.

Εν τέλει η πρόσβαση στη πληροφορία που υπάρχει σε άπειρη ποσότητα στο διαδίκτυο δεν σημαίνει τίποτα εάν δεν μετουσιώνεται σε γνώση ﮲ αξιόπιστη, ποικιλόμορφη, ανεξάρτητη ενημέρωση που επιτρέπει σε οποιοδήποτε πολίτη, να επικοινωνήσει όπως και με όποιους θέλει, προβάλλοντας την ταυτότητα που αυτός επιθυμεί. Για να γίνει αυτό, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να απαντούν στα κακώς κείμενα που εντοπίζουν και συμπορευόμενοι με τους μαθητές τους να αναζητούν τη γνώση, αμφισβητώντας την εκάστοτε αυθεντία. Η Εκπαίδευση οφείλει άλλωστε να οραματίζεται τον κόσμο διαφορετικά.

ΠΗΓΕΣ:

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Είσαι άνεργος στο κέντρο της Αθήνας; ΠΑΡΕ ΤΩΡΑ έκτακτο επίδομα 1000 ευρώ 

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 24/12

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα