Η απόφαση της κυβέρνησης να αυξήσει τις απαιτήσεις για τη χορήγηση του επιδόματος ανεργίας και να μειώσει το ύψος του, κοντολογίς η νέα ρύθμιση, που παρουσιάζεται ως «πιλοτική δράση» και αποκλείει πολλούς εκπαιδευτικούς από την επιδότηση, υποστηρίζοντας ότι «διασφαλίζει την ανταποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα», προέρχεται (η "μαγιά" της) από τις συστάσεις της «Έκθεσης Πισσαρίδη» του 2020.
Αλήθεια ποιος θυμάται το το «Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία» της λεγόμενης Επιτροπής Πισσαρίδη, έναν πραγματικό εφιάλτη, εκτός των άλλων και για την εκπαίδευση, τους εκπαιδευτικούς και τους εκπαιδευόμενους;
Όποιος παρακολουθεί στοιχειωδώς τις εκπαιδευτικές κατευθύνσεις του υπουργείου Παιδείας από το 2020 μέχρι σήμερα διαπιστώνει εύκολα ότι η Έκθεση Πισσαρίδη είναι αυτή που «πιλοτάρει» τις εκπαιδευτικές προτεραιότητες του κυβερνώντος κόμματος.
Και επειδή δεν είμαστε λωτοφάγοι θυμίζουμε ότι αρκετές από τις παραπάνω προτάσεις της "Έκθεσης" περιέχονταν και στο Πόρισμα της επιτροπής Αντώνη Λιάκου το 2016, πλευρές του οποίου νομοθετήθηκαν την περίοδο 2017-2019 από τον Κ. Γαβρόγλου.
Είναι αλήθεια ότι η επιτροπή που συνέταξε τη λεγόμενη Έκθεση Πισσαρίδη, τουλάχιστον στον τομέα της εκπαίδευσης, δεν έκανε τίποτε παραπάνω από την πιστή συγκέντρωση, ανακεφαλαίωση και αποτύπωση των χιλιοειπωμένων «οδηγιών», «παραινέσεων» του ΟΟΣΑ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ντόπιου Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ). Μιλάμε για μια αβάσταχτη μονοτονία διαπιστώσεων και "λύσεων", οι οποίες επαναλαμβάνονται με απίστευτη συχνότητα τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια και εκπορεύονται βασικά από αμερικανικά think tanks και διεθνείς οργανισμούς νεοφιλελεύθερης κοπής.
Εξάλλου αν κάποιος είχε την υπομονή να διαβάσει τα ονόματα των συντελεστών της έκθεσης Πισσαρίδη και όσων τους συμβούλευσαν, στις πρώτες σελίδες θα διαπίστωνε ότι, με λιγοστές εξαιρέσεις, οι περισσότεροι είχαν περάσει από όλες τις "περιστρεφόμενες πόρτες" πολιτικής, τεχνοκρατίας, βαθέως κράτους, επιχειρήσεων, πανεπιστημίων και οικονομικών λόμπι. Είχαν δηλαδή διατελέσει άμεσοι ή έμμεσοι συντελεστές του ρημαγμένου εκπαιδευτικού σώματος που στην Έκθεση διεκτραγωδούσαν και υπόσχονταν να διορθώσουν.
Κοντολογίς, η Έκθεση Πισσαρίδη μας σέρβιρε σαν «φαεινή ιδέα» ξαναζεσταμένο φαγητό νεοφιλελεύθερων συνταγών, μερικών ήδη δοκιμασμένων, άλλων ήδη νομοθετημένων των οποίων τα αποκαΐδια εισπνέουν σήμερα όσοι αναπνέουν μέσα στις σχολικές τάξεις.
Σχέδια και υποσχετικές από το παρελθόν με στόχο το μέλλον
Στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ένα πασίγνωστο τραγούδι της Αγγλίδας Vera Lynn υποσχόταν ένα ηλιόλουστο μέλλον στους στρατιώτες που έδιναν τις ζωές τους στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Η Έκθεση Πισσαρίδη υπόσχέθηκε επίσης επιστροφή στην «κανονικότητα» και ένα λαμπρό μέλλον για την ελληνική εκπαίδευση εάν ακολουθηθεί πιστά η φαρμακευτική της αγωγή. Όπως σημειώνεται στην Έκθεση «πολλά ακόμα πρέπει να γίνουν στο πεδίο των εκπαιδευτικών πολιτικών ώστε η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας να συμβάλει αποφασιστικά στη μακροχρόνια ανάπτυξη της οικονομίας και στη βελτίωση της ευημερίας του πληθυσμού».
Σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της Εκπαίδευσης, για μια ακόμα φορά, η «ανάπτυξη» συνδέεται με την καλλιέργεια δεξιοτήτων στα μέτρα των αναγκών των επιχειρήσεων, ενώ για τη δομή του εκπαιδευτικού συστήματος, σημειώνεται πως είναι «εξαιρετικά συγκεντρωτικό» «και η αυτονομία των εκπαιδευτικών μονάδων όλων των βαθμίδων είναι εξαιρετικά περιορισμένη». Λέξεις - «κλειδιά» για την Έκθεση αποτελούν η αυτονομία, η αποκέντρωση και η αξιολόγηση, κεντρικές στρατηγικές επιλογές της κυρίαρχης πολιτικής σήμερα του υπουργού Παιδείας Κυριάκου Πιερρακάκη.
Στο πλαίσιο αυτό προτείνονταν «μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από την κεντρική διοίκηση στις επιμέρους μονάδες, με αντίστοιχη ισχυροποίηση της διοίκησης των τελευταίων», «αξιολόγηση τόσο εσωτερική όσο και εξωτερική», και «μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην Τοπική Διοίκηση, όπως η διαχείριση του κύριου και βοηθητικού προσωπικού των σχολικών μονάδων». Καλούσε ακόμη σε στροφή στην Επαγγελματική Εκπαίδευση, με βελτίωση της ελκυστικότητάς της, με συνεργασία του υπουργείου Παιδείας με τους κοινωνικούς εταίρους και τις τοπικές κοινωνίες. Κάποιες από αυτές τις φαεινές ιδέες ήδη υλοποιούνται ήδη με τα νομοθετήματα της Νίκης Κεραμέως και του Κυριάκου Πιερρακάκη, ενώ άλλα ετοιμάζονται.
Παράλληλα η επιτροπή εισηγούνταν την αναδιοργάνωση – αναμόρφωση της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών (κατά προτίμηση σε δεύτερο κύκλο σπουδών που να καταλήγει σε αναβαθμισμένο πιστοποιητικό παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας) και ενίσχυση του ρόλου των κοινωνικών εταίρων στον σχεδιασμό της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Η επιτροπή Πισσαρίδη πρότεινε επίσης συγχωνεύσεις σχολείων και δημιουργία μεγαλύτερων εκπαιδευτικών μονάδων, χρηματοδότηση των σχολικών μονάδων σε συνάρτηση με την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων.
Για την Ανώτατη Εκπαίδευση προτείνονταν ανασχεδιασμός του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και των προγραμμάτων σπουδών, «με ενίσχυση κατευθύνσεων και ειδικοτήτων σε γνωστικά αντικείμενα όπου αναμένεται σημαντική αύξηση της ζήτησης στην αγορά εργασίας», χρηματοδότηση ΑΕΙ με ανταποδοτικά κριτήρια και στροφή των ΑΕΙ σε προγράμματα δια βίου μάθησης σε συνεργασία με την επιχειρηματική κοινότητα. Ήδη το Υπουργείο Παιδείας έχει προχωρήσει αρκετά βήματα σε αυτή την κατεύθυνση και ετοιμάζει και άλλα.
Παράλληλα προτείνονταν να είναι αρμοδιότητα των Πανεπιστημίων τα κριτήρια εισαγωγής των υποψηφίων και ο αριθμός εισακτέων, να υπάρχει τέλος επανεγγραφής (δίδακτρα) για όσους φοιτητές παρατείνουν τις σπουδές τους, και συγκέντρωση των πανεπιστημίων σε μεγαλύτερες μονάδες.
Oι στοχεύσεις αφορούν στις «ρίζες» του εκπαιδευτικού συστήματος
Η λεγόμενη αυτονομία της σχολικής μονάδας, η διαφοροποίηση στο ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, η μετατροπή των σχολείων σε οικονομικές μονάδες που θα προσπαθούν να εξασφαλίσουν το ψωμί τους μόνες τους (προφανώς από τους γονείς ή από κάποιους χορηγούς), η λεγόμενη «ελεύθερη επιλογή» του διδακτικού προσωπικού (που σημαίνει εδραίωση μηχανισμών ρουσφετιού), μαζί με την ενίσχυση του ρόλου της γονεϊκής επιλογής, της δυνατότητας δηλαδή των γονιών να επιλέξουν σχολείο, αποτελούν τη χημεία της αποδόμησης του δημόσιου χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος.
Παράλληλα, η ανάθεση μεγάλου μέρους της ευθύνης για τη χρηματοδότηση, τη λειτουργία, τους προσανατολισμούς κάθε εκπαιδευτικού ιδρύματος στο εκπαιδευτικό προσωπικό, στους εκπαιδευόμενους, στους γονείς, στην «τοπική κοινωνία» και στους «παραγωγικούς φορείς» είναι φανερό ότι καλλιεργεί την τάση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων να υποχωρήσουν στις απαιτήσεις των «πελατών», αφού η συντήρηση ή η ανάπτυξή τους εξαρτάται άμεσα από τη «ζήτηση» των εκπαιδευτικών «προϊόντων» τους.
Η παιδαγωγική και η διδακτική οδηγούνται στο να υποταχθούν σε μια νέα αντίληψη, που έχει σχέση περισσότερο με την επιχειρηματική λογική, αφού το σχολείο θα λειτουργεί με κριτήριο την εξεύρεση κονδυλίων και πρέπει να προσαρμόζει τη λειτουργία του σ' αυτήν την προοπτική. Στο όνομα του «αποτελεσματικού σχολείου» και του ανταγωνισμού με βάση τα κριτήρια της αγοράς, είναι ορατός ο κίνδυνος δημιουργίας σχολείων πολλών και διαφορετικών ταχυτήτων, με αποτέλεσμα τη δημιουργία γκρίζων μορφωτικών ζωνών στις ήδη γκρίζες κοινωνικές περιοχές.
Η αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος είναι η βάση για τη ραγδαία μείωση της χρηματοδότησης και της διαφοροποιημένης λειτουργίας των σχολικών μονάδων με βάση τις διαφοροποιημένες ανάγκες και οικονομικές δυνατότητες των τοπικών κοινωνιών.
Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση είναι το στρατηγικό εργαλείο για την ένταση του καθεστώτος χειραγώγησης και ομηρίας των εκπαιδευτικών και δραστικής ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων.
Είναι φανερό ότι η αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων κι οι διαφορετικές επιδόσεις των σχολείων στη βάση μετρήσιμων δεικτών, θα συμβάλουν τάχιστα στην κατηγοριοποίησή τους, ενώ η σχεδιαζόμενη «άρση των γεωγραφικών ορίων» και η «ελεύθερη επιλογή σχολείου», δημόσιου και ιδιωτικού, που εισάγεται στα κείμενα που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, θέλει να σπρώξει τα δημόσια σχολεία σε έναν ανελέητο ανταγωνισμό προς «άγραν πελατών», από την οποία θα συναρτούν τη χρηματοδότηση και τη συνέχιση της λειτουργίας τους.
Οι εύηχες λέξεις και φράσεις «αυτοτέλεια», «κοινωνική λογοδοσία», «σύνδεση με την οικονομία και την κοινωνία» σημαίνουν την παράδοση της ανώτατης εκπαίδευσης στις βουλές και τους σχεδιασμούς των επιχειρήσεων, αλλά και την υποχρέωση των φοιτητών να χρηματοδοτούν οι ίδιοι τις σπουδές τους.
Τα Πανεπιστήμια καλούνται ευθέως να «βγάλουν το ψωμί τους» μόνα τους. Το υπουργείο Παιδείας εξαναγκάζει τα τριτοβάθμια ιδρύματα να υιοθετήσουν τη συμπεριφορά ιδιωτικής επιχείρησης για να βρουν νέους πόρους, κρατώντας από τη μια τον δίσκο του εράνου και από την άλλη το λιβανιστήρι.
Σύμφωνα με τα στρατηγικά και «επιχειρηματικά» σχέδια του υπουργείου Παιδείας, τα Πανεπιστήμια θα αναγκαστούν να στραφούν στην αγορά σε αναζήτηση νέων πηγών εσόδων (δίδακτρα, σύνδεση με επιχειρήσεις, μετατροπή σε επιχειρήσεις πώλησης υπηρεσιών).
Το βασικό εργαλείο για την αναμόρφωση των ΑΕΙ-ΤΕΙ στα πλαίσια του «Ευρωπαϊκού χώρου της Ανώτατης Εκπαίδευσης», είναι η αξιολόγηση και η σύνδεσή της με τη χρηματοδότηση. Από νομικής πλευράς, τα πανεπιστήμια παραμένουν δημόσια. Ωστόσο οι αποφάσεις για το τι διδάσκεται, πότε διδάσκεται, το περιεχόμενο των πτυχίων, η έρευνα κλπ λαμβάνονται στο πλαίσιο της ζήτησης και της προσφοράς οι οποίες μετρούνται στη βάση των λογιστικών μονάδων που συνδέονται με το σύστημα αξιολόγησης.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 20/01
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση