Είναι δυνατόν να μιλήσουμε για καθεστώς «ιδιοκτησίας» σε έναν δημόσιο χώρο και δη στο ελληνικό, δημόσιο πανεπιστήμιο; Ίσως η απάντηση πριν λίγες ημέρες να ήταν διαφορετική στο ερώτημα αυτό. Η ερμηνεία των γεγονότων των τελευταίων ημερών, ωστόσο, μας οδηγεί στην αναζήτηση και εύρεση της απάντησης – αναπόδραστα – στην αντίπερα όχθη.
Ας γίνω σαφέστερος, καταθέτοντας, προς τούτο, την εμπειρία μου από τη Γενική Συνέλευση του Φοιτητικού Συλλόγου της Νομικής Σχολής Αθηνών, που έλαβε χώρα την Τρίτη 23.01.24. Επρόκειτο για μία πράγματι μαζικότατη συνέλευση· πλήθος φοιτητ(ρι)ών της σχολής μας, που – ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων – προσήλθε στον χώρο με μοναδικό γνώμονα το άνοιγμα της σχολής, για να σωθεί η εξεταστική και το (τελευταίο για πολλές/-ούς) εξάμηνο. Ήταν, μάλιστα, τόσο επιτυχημένη η προώθηση της συνέλευσης, που μας «τίμησαν» με την παρουσία τους εκλεκτά μέλη άλλων φοιτητικών συλλόγων του λεκανοπεδίου, υπό την αυστηρή βέβαια προϋπόθεση να έχουν λάβει ήδη αγωνιστικές αποφάσεις (και ως άλλος Βοναπάρτης, να έρθουν να προωθήσουν το επαναστατικό μήνυμα και σε εμάς).
Θα περίμενε κανείς το περιβάλλον στη Νομική Σχολή Αθηνών να είναι ιδανικό για την καλλιέργεια ενός κλίματος ανάπτυξης υγιούς και εποικοδομητικού διαλόγου. Διδασκόμαστε ήδη από το πρώτο εξάμηνο Συνταγματικό Δίκαιο, μυούμαστε στις θεμελιωδέστερες ελευθερίες από νωρίς, γνωρίζουμε τα δικαιώματά μας και μαθαίνουμε την υπέρτατη έννοια της αξιοπρέπειας. Το σώμα των φοιτητών αντικειμενικά χαρακτηρίζεται από υψηλή ακαδημαϊκή κατάρτιση και γνώσεις τέτοιου επιπέδου, ώστε κάλλιστα να υπάρχουν οι τυπικές προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή ενός πλούσιου διαλόγου. Ξεκινώντας κανείς με αυτές τις προσδοκίες, η εικόνα της Γενικής Συνέλευσης – και πολύ περισσότερο, το βίωμά της – ήταν μία εμπειρία αποκαρδιωτική, σαν ένα καίριο χτύπημα σε όλα όσα πιστεύουμε.
Λίγα λόγια για τη συνέλευση. Ο φανατισμός διάχυτος, η ανοχή στην αντίθετη άποψη μηδαμινή, η προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας χειμαρρώδης, το κλίμα τρομοκρατίας εδραιωμένο. Όσοι λίγοι τολμήσαμε να αρθρώσουμε άποψη αποκλίνουσα από εκείνη των θιασωτών αυτής της παρωδίας, απευθυνόμενοι σε ένα πλήθος φοιτητ(ρι)ών που μπορεί και να υπερέβαινε σε κάποια στιγμή τα 700 άτομα (στοιβαγμένα σε μία αίθουσα), χλευαστήκαμε, περιφρονηθήκαμε, φιμωθήκαμε από μία μικρή αριθμητικά ομάδα (συμφοιτητών μας;), μεγενθυνόμενη, όμως, κατά τη δύναμη της φωνής, της βίας και του ωμού ετσιθελισμού. Υπάρχει δε και σχετικό υλικό, που επιβεβαιώνει τα λεγόμενα. Πλην όμως, το βλέπαμε στα μάτια των συμφοιτητών μας, ότι οι περισσότεροι είχαν έρθει με σαφή διάθεση να αποφασίσουν κατά της κατάληψης.
Ήταν εξίσου ευκρινές ότι οι ιθύνοντες δεν συμβιβάζονταν με αυτό· για πρώτη ίσως φορά, έβλεπαν απέναντί τους συγκεντρωμένη και έτοιμη να τους καταψηφίσει την πλειονότητα των συμφοιτητ(ρι)ών τους. Οι αντιδράσεις από μέρους τους ανθρωποφαγικές, σε τέτοιον βαθμό που πραγματικά χρειαζόταν να έχει κανείς πολύ γερό στομάχι για να τις αντέξει και να φύγει ανεπηρέαστος. Πώς γίνεται να αποκαλείς κάποιον/α «συνάδελφο» και να τον/την μειώνεις τόσο ολοκληρωτικά ως άνθρωπο, με τρόπο τόσο αντίθετο με τα «αριστερά» πιστεύω σου;
Χρειάστηκε οπωσδήποτε να μεσολαβήσει πολλή σκέψη για την κατάληξη σε ένα συμπέρασμα. Γιατί ήταν το μίσος τόσο έντονο, που πραγματικά πολύ δύσκολα θα μπορούσε να αναζητηθεί η εκδήλωσή του σε μία ευτελή αιτία. Ένα υπαρξιακό ζήτημα μόνον θα μπορούσε να σταθεί ως εύλογη εξήγηση αυτής της νιχιλιστικής συμπεριφοράς. Η ύπαρξη «ιδιοκτησιακής σχέσης» με τον δημόσιο χώρο, με το ελληνικό, δημόσιο πανεπιστήμιο είναι ένα τέτοιο ζήτημα, ικανό να δώσει νόημα σε όλη αυτή την απάνθρωπη στάση.
Και εξηγούμαι: η φλόγα και το πάθος στα μάτια όσων ανερυθρίαστα μας έβριζαν και μας μηδένιζαν ως ανθρώπους είναι ίδιον ενός προσώπου που αποστερείται (ή κινδυνεύει να αποστερηθεί) ενός αντικειμένου που του/της ανήκει. Γνωρίζοντας την πραγματικότητα του ελληνικού πανεπιστημίου, το παραπάνω συμπέρασμα δεν φαίνεται να προβάλει ως παράτολμη εικασία. Οι ίδιοι οι «συνάδελφοι» στη Γενική Συνέλευση χωρίς περιστολές, σε μία στιγμή συγκλονιστικής ειλικρίνειας, το ανέφεραν: «εμείς διευθύνουμε εδώ, λόγω χρησικτησίας». Είμαστε κύριοι, ιδιοκτήτες του πανεπιστημίου, της Γενικής Συνέλευσης, του Φοιτητικού Συλλόγου, των ονείρων και των σχεδίων σας. Γιατί, εμείς ξέρουμε το καλό σας. Γιατί, εμείς θα αγωνιστούμε και για εσάς. Γιατί, εμείς δεν «τα παίρνουμε» από κανέναν. Γιατί, εμείς μπορούμε και γιατί, στο κάτω – κάτω, σε εμάς ανήκει το Πανεπιστήμιο, ό,τι θέλουμε κάνουμε! Ανήκουστο: Τα χείλη της νέας γενιάς νομικών υποστηρίζουν κάτι τέτοιο! Αρκετά επικίνδυνο θα έλεγε κανείς…
Και εδώ ας επιτραπεί η παράθεση ενός χαρακτηριστικού, αν και βαθύτατα ντροπιαστικού, παραδείγματος, που έρχεται να επαληθεύσει τα ως άνω. Ενώ εκτυλισσόταν η γενική συνέλευση με την, όπως περιγράφηκε, πολυσυλλεκτική διατύπωση απόψεων και το υγιές κλίμα διαβούλευσης, υπήρξε η διαπίστωση ότι το σώμα των φοιτητών της Νομικής Αθηνών δεν πείθεται, θέλει να πάρει την απόφαση για το αν θα γίνει ή όχι εξεταστική στα χέρια του. Ως εκ θαύματος, η συμπαντική ροή των εξελίξεων μερίμνησε και έστειλε μία ομάδα καλόβουλων κουκουλοφόρων στην είσοδο της αίθουσας όπου διεξαγόταν η συνέλευση, μερικοί εκ των οποίων έφεραν κράνη, άλλοι ρόπαλα, άλλοι λοστούς και άλλοι έφεραν απλώς ένα αίσθημα ασφάλειας που αίφνης κατέκλυσε την αίθουσα. Τώρα, ναι, το φοιτητικό σώμα (όσοι παρέμειναν, για την ακρίβεια) είναι πλέον ελεύθερο να καθίσει αποκλεισμένο σε μία αίθουσα – καπνιστήριο/φουαγιέ, να λάβει μαθήματα κατήχησης και να οδηγηθεί δημοκρατικότατα στη λήψη μίας αγωνιστικής απόφασης, στα χνάρια εκείνης των αγωνιστών κατά της χούντας.
Για τη διαδικασία δεν θα επεκταθώ περισσότερο. Είναι μεν αλήθεια ότι όσοι το βιώσαμε κατακλυσθήκαμε από ένα κατάφωρο αίσθημα αδικίας, διότι η νοθεία που επιστρατεύθηκε, για την παραχάραξη και, εν τέλει, την ανατροπή της γνήσιας βούλησης των φοιτητών, ήταν απλώς παροιμιώδης, ζηλευτή και από τους χειρότερους του είδους. Αν και η εικόνα αυτή ήταν προσωπικά για τον γράφοντα πρωτόγνωρη, ακολούθησε η ταχεία συνειδητοποίηση ότι συναφείς «επαναστατικοί» τρόποι πειθαναγκασμού ακολουθήθηκαν και σε άλλους φοιτητικούς συλλόγους. Άλλωστε, ον ου τύπτει λόγος τύπτει ράβδος.
Αλλά, πράγματι, αυτό το οποίο έχει μεγαλύτερη σημασία να επιτονισθεί αυτή τη στιγμή δεν είναι άλλο παρά το συναίσθημα που βάρυνε όλους όσοι συμμετείχαν σε αυτό το κακέκτυπο συνέλευσης. «Αν αυτό είναι το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, εγώ τότε δεν θέλω να έχω καμία σχέση μαζί του». Η ασυδοσία βαπτίζεται ελευθερία, η πολιτική δραστηριότητα διακρίνεται σε σώματα «αγωνιστών» από τη μία και «πληρωμένων της κυβέρνησης» από την άλλη, ο δε μανιχαϊσμός βασιλεύει, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια φθίνει, περισσότερο, όμως, από όλα πίπτει το Ελληνικό, Δημόσιο Πανεπιστήμιο, οι αξίες του, οι ικανοί άνθρωποί του και η πρωταρχική του θέση για την παιδεία.
Γιατί, δεν είναι νοητό να αντιμετωπίζουμε την είσοδο ροπαλοφόρων ως κάτι νομοτελειακό. Να βλέπουμε την απώλεια ενός ολόκληρου εξαμήνου ως τρόπο άσκησης πίεση στην κυβέρνηση, με αίτημα την αναβάθμιση του ίδιου πανεπιστημίου που διατηρούμε παρανόμως κατειλημμένο. Να μιλάμε για δικαιώματα και για ελευθερίες και την ίδια ώρα μερικοί εκ των ιδιοκτητών του πανεπιστημίου να καπνίζουν σε μία ερμητικά κλειστή αίθουσα με 550 άτομα και αποπνικτική ατμόσφαιρα. Να επιτρέπουμε να αποφασίζει για την τύχη των φοιτητών της Νομικής ένα ετερόκλητο σύνολο αγωνιστών του λεκανοπεδίου.
Ας ενημερωθούν, λοιπόν, οι θιασώτες αυτών των γελοιωδών καταστάσεων ότι μάλλον αλλάζει η διάκριση. Γίνεται κάπως έτσι: οι «πληρωμένοι από την κυβέρνηση» είναι όσοι βλέπουν το ελεύθερο, ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο ως alma mater τους, έναν φάρο δημιουργίας, ανάπτυξης και προαγωγής του επιστημονικού λόγου. Οι δε αγωνιζόμενοι μάλλον θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ως κύριοι πράγματος που απώλεσαν τη νομή του. Βέβαια, θα ήταν ίσως καλύτερο, βάσει του τρόπου που λειτουργούν, να χαρακτηριστούν απλώς – δεν θα χρησιμοποιήσω τον όρο «πληρωμένοι», γιατί μας διακρίνει μία διαφορά ήθους – ως οι καλύτεροι χορηγοί των Ιδιωτικών ΑΕΙ.
Ας ελπίσουμε, λοιπόν, σε μία καλύτερη μέρα για το δημόσιο πανεπιστήμιο, με περισσότερη ελευθερία, με εδραιωμένη την ασφάλεια και λιγότερους επίδοξους ιδιοκτήτες και ας μην λησμονούμε ότι η υπονόμευσή του δεν έρχεται μόνο έξωθεν αλλά και από τους ίδιους τους κόλπους του.
Ο ο Άγγελος Μπόζιος είναι τελειόφοιτος της Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη