Επτά στους δέκα εκπαιδευτικούς Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης συμφωνούν ότι η προσμέτρηση των απουσιών μαθητών που πραγματοποιήθηκαν κατά το διάστημα της τηλεκπαίδευσης για τον χαρακτηρισμό φοίτησης εγείρει ζητήματα παραβίασης του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση.
Το συμπέρασμα αυτό, μαζί με πολλά ακόμα εντυπωσιακά στοιχεία για την εμπειρία των εκπαιδευτικών από την τηλεκπαίδευση μέχρι σήμερα, όπως η παραδοχή ποσοστού 46,2% ότι βίωσε ο ίδιος ή γνωρίζει να βίωσε άλλος εκπαιδευτικός/μαθητής κάποιο περιστατικό εκφοβισμού ή παρενόχλησης, προκύπτουν από μεγάλη έρευνα του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ, τμήμα της οποίας παρουσιάζει σήμερα το alfavita.gr.
Τα στοιχεία που δημοσιεύονται στην μελέτη προέρχονται από ερωτηματολόγια που απαντήθηκαν κατά το διάστημα 19/1/2021 έως 10/2/2021 από εκπαιδευτικούς δημόσιων σχολείων Γενικής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σε πανελλαδική κλίμακα. Το ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε από 4.324 εκπαιδευτικούς και το δείγμα ήταν αντιπροσωπευτικό από όλες τις Περιφερειακές Διευθύνσεις Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης της χώρας.
H μελέτη εκπονήθηκε από τα μέλη του Δ.Σ του ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ: Γεώργιο Ανδρινόπουλο – Πρόεδρο Θωμά Γεωργιάδη – Αντιπρόεδρο Μαρία Γεωργαρίου – Γενική Γραμματέα Νικόλαο Τζανετάκο – Ταμία Φωτεινή Πανοπούλου – Μέλος Θεόδωρο Καρλαύτη – Μέλος Ευαγγελία Φρυδά – Μέλος Διονύσιο Προβή – Μέλος
Το κομμάτι της έρευνας που παρουσιάζουμε σήμερα, περιλαμβάνεται στο μέρος που αναφέρεται στις εκτιμήσεις των εκπαιδευτικών για την τηλεκπαίδευση. Όπως προκύπτει, σχεδόν 9 στους δέκα εκπαιδευτικούς συμφωνούν ότι η διδαχθείσα ύλη αφομοιώνεται λιγότερο από τους/τις μαθητές/τριες, πάνω από 7 στους δέκα ότι η προσμέτρηση απουσιών είναι αντισυνταγματική, ενώ η μείωση του αριθμού των μαθητών/τριών ανά τμήμα συγκεντρώνει το μεγαλύτερο πλήθος των απαντήσεων (92,2%), αναδεικνύοντάς το ως το βασικό μέτρο που πρέπει να ληφθεί.
Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών σε ποσοστό 74,8% απάντησε ακόμα ότι δεν είχε την ευκαιρία να επιμορφωθεί ουσιαστικά σχετικά με τη σύγχρονη τηλεκπαίδευση πριν την αναστολή της δια ζώσης λειτουργίας των σχολείων στις 7/11/20. Οι εκπαιδευτικοί στηρίχθηκαν κυρίως από συναδέλφους (59,0%) και την προσωπική τους ενασχόληση (92,7%).
Εντυπωσιακό είναι ότι το 46,2% των ερωτηθέντων καταμαρτυρεί κάποιο περιστατικό παρενόχλησης/ εκφοβισμού, είτε από προσωπική εμπειρία είτε σε μαθητή/τρια είτε σε συνάδελφό του/της.
Οι εκτιμήσεις των εκπαιδευτικών για την τηλεκπαίδευση
Παιδαγωγικές, εκπαιδευτικές και μορφωτικές επιπτώσεις
➢ Αναφορικά με τις ενδεχόμενες παιδαγωγικές, εκπαιδευτικές και μορφωτικές επιπτώσεις από την υλοποίηση της τηλεκπαίδευσης και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της τηλεκπαίδευσης διαπιστώνονται τα εξής:
α) Είναι εξαιρετικά δυσχερής, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις, η υλοποίηση με τη μέθοδο της τηλεκπαίδευσης συγκεκριμένων διδακτικών αντικειμένων, όπως τα εργαστηριακά μαθήματα των ΕΠΑΛ («καθόλου» 43,0% και «ελάχιστα» 40,2%), η τεχνολογία γυμνασίου («καθόλου» 20,4% και «ελάχιστα» 44,2%), η φυσική αγωγή («καθόλου» 41,1% και «ελάχιστα» 40,1%), καλλιτεχνικά μαθήματα («ελάχιστα» 44,3% και «καθόλου» 24,1%).
β) Επίσης, εκτιμάται από τις απαντήσεις του 63,7% του δείγματος ότι η κάλυψη της διδακτέας ύλης σε όλα τα αντικείμενα είναι λιγότερη σε σχέση με την ύλη που καλύπτεται σε ανάλογο χρονικό διάστημα με τη δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία. Τέλος, το 87,2% εκτιμά ότι η διδαχθείσα ύλη αφομοιώνεται λιγότερο από τους/τις μαθητές/τριες. Έτσι εξηγείται και η εκτίμηση του 87,7% των ερωτώμενων ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί από το ΥΠΑΙΘ μείωση της διδακτέας και εξεταστέας ύλης.
γ) Ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της τηλεκπαίδευσης: 1) Επισημαίνεται η πλημμελής ενεργός συμμετοχή και ανταπόκριση των μαθητών/τριών στα μαθήματα και τις εργασίες που τους ανατίθενται, αφού κρίθηκε «σχετικά καλή» από το 44,1% των ερωτηθέντων, ενώ «πολύ καλή» από το 6,5% και «άριστη» μόλις από το 1,0%. 2) Το 90,8% των ερωτηθέντων απάντησε ότι η τηλεκπαίδευση δεν αποτελεί ισότιμη μορφή εκπαίδευσης με τη δια ζώσης. 3) Εκτιμάται από τη συντριπτική πλειοψηφία των απαντήσεων (97,8%) ότι η τηλεκπαίδευση δημιουργεί εμπόδια στην αλληλεπίδραση ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς και μαθητές/τριες και στην αλληλεπίδραση των μαθητών/τριών μεταξύ τους (82,8%), δημιουργεί επιπλέον εκπαιδευτικές απαιτήσεις με τις οποίες επιφορτίζονται εκπαιδευτικοί και μαθητές/τριες (72,7%) και δημιουργεί εμπόδια στην ομαλή κοινωνικοποίηση των παιδιών (87,7%). 4) Τέλος, οι ερωτηθέντες εκπαιδευτικοί διαπιστώνουν μια σειρά από ψυχοκοινωνικά και παιδαγωγικά προβλήματα που λειτουργούν ως ανασταλτικοί παράγοντες της μαθησιακής διαδικασίας με κυριότερα τα προβλήματα συγκέντρωσης 85,8%, την κόπωση 73,0% και τα προβλήματα οργάνωσης και διάκρισης προσωπικού και σχολικού χρόνου 62,6%.
«Εκτιμάτε ότι η προσμέτρηση των απουσιών που πραγματοποιήθηκαν κατά το διάστημα της τηλεκπαίδευσης για τον χαρακτηρισμό φοίτησης εγείρει ζητήματα παραβίασης του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση;» διερευνώνται οι εκτιμήσεις των εκπαιδευτικών σχετικά με το ζήτημα των απουσιών και τον χαρακτηρισμό φοίτησης, όπως προκύπτει σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο από την προσμέτρηση των απουσιών. Με άλλα λόγια, οι απουσίες πέραν της βαθμολογίας αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την προαγωγή από μια τάξη σε άλλη και για την απόκτηση απολυτηρίου (γυμνασίου και λυκείου). Ο λόγος που τίθεται η ερώτηση αυτή έγκειται στην κοινή διαπίστωση των εκπαιδευτικών και της Ομοσπονδίας ότι υπάρχουν μαθητές/τριες που αδυνατούν να παρακολουθήσουν την τηλεκπαίδευση λόγω έλλειψης τεχνολογικού εξοπλισμού/πρόσβασης στην ευρυζωνικότητα από πλευράς τους. Στη συγκεκριμένη ερώτηση απάντησαν: «Ναι» 72,6%, «Όχι» 12,8% και «Δεν Γνωρίζω» 14,6%. Από τη συντριπτική πλειοψηφία των απαντήσεων προκύπτει η εκτίμηση των εκπαιδευτικών ότι ο χαρακτηρισμός φοίτησης με την προσμέτρηση απουσιών σε αυτήν την κατάσταση εγείρει ζήτημα παραβίασης του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της εκπαίδευσης.
Μορφωτικές και εκπαιδευτικές ανισότητες
➢ Αναφορικά με τις μορφωτικές και εκπαιδευτικές ανισότητες διαπιστώνονται τα εξής: α) Η τελική/αθροιστική αξιολόγηση των μαθητών/τριών για την τρέχουσα σχολική χρονιά, αν πραγματοποιηθεί με τις ισχύουσες έως τώρα διατάξεις (περί διαγωνισμάτων, Τράπεζας Θεμάτων κλπ.), δεν μπορεί να είναι αντικειμενική σύμφωνα με το 82,5% και ενδέχεται να αποτελέσει παράγοντα περαιτέρω μορφωτικών ανισοτήτων σύμφωνα με το 82,0%. Ειδικότερα, η προσμέτρηση των απουσιών, δεδομένου ότι δεν έχει εξασφαλιστεί η πρόσβαση των μαθητών/τριών στην εκπαιδευτική διαδικασία, εγείρει κατά το 72,6% ζητήματα παραβίασης του κατοχυρωμένου δικαιώματος της εκπαίδευσης. β) Επίσης το 91,6% απαντούν ότι η τηλεκπαίδευση γενικά οξύνει τις ήδη υπάρχουσες εκπαιδευτικές ανισότητες, τις οποίες κυρίως υφίστανται οι ευάλωτες μαθητικές ομάδες (παιδιά που ανήκουν σε ευάλωτες μαθητικές ομάδες, μαθητές/τριες με ειδικές ανάγκες, μαθητές/τριες με προσφυγικό/μεταναστευτικό υπόβαθρο και μαθητές/τριες σωφρονιστικών καταστημάτων), όπως απάντησε το 82,9%, αλλά και οι μαθητές/τριες του σχολείου τους συνολικά, όπως απάντησε το 69,2%. Όσον αφορά στο αν ευθύνεται η τηλεκπαίδευση για τη δημιουργία νέων εκπαιδευτικών ανισοτήτων, το 81,6% απάντησε θετικά.
«Εκτιμάτε ότι η τηλεκπαίδευση γενικά δημιουργεί και νέες μορφωτικές ανισότητες;» επιχειρείται μια γενική αποτίμηση σχετικά με τη δημιουργία νέων μορφωτικών ανισοτήτων και κατ’ επέκταση και την ύπαρξη νέων παραγόντων που οδηγούν στην παραβίαση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση και στον ενδεχόμενο αποκλεισμό από αυτήν. Οι εκπαιδευτικοί που ερωτήθηκαν απάντησαν: «Ναι» 81,6%, «Όχι» 10,2% και «Δεν γνωρίζω» 8,2%.
Ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις
➢ Αναφορικά με τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις σε εκπαιδευτικούς και μαθητές/τριες από τη μακρά περίοδο της τηλεκπαίδευσης το 61,4% των ερωτηθέντων εκπαιδευτικών απάντησε ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχολογία του. Επίσης το 46,2% των ερωτηθέντων καταμαρτυρεί κάποιο περιστατικό παρενόχλησης/ εκφοβισμού, είτε από προσωπική εμπειρία είτε σε μαθητή/τρια είτε σε συνάδελφό του/της. Τέλος, το 47,7% των ερωτηθέντων έχει διαπιστώσει ή του έχει αναφερθεί κάποιο σχετικό πρόβλημα υγείας και το 34,2% διαπίστωσε ή του αναφέρθηκαν προβλήματα εξάρτησης μαθητών/τριών του από την οθόνη, λόγω παρατεταμένης χρήσης ηλεκτρονικών συσκευών κατά την περίοδο της τηλεκπαίδευσης. Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από τις απαντήσεις στην ερώτηση που αφορά στα μειονεκτήματα της τηλεργασίας, όπου η απομόνωση και η επικοινωνία με συναδέλφους/μαθητές/γονείς βρίσκονται στη 2η και 3η θέση των απαντήσεων των εκπαιδευτικών με ποσοστά 71,2% και 66,8%, γεγονός που επιβαρύνει συναισθηματικά και ψυχολογικά τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές.
Το 46,2% των ερωτηθέντων καταμαρτυρεί κάποιο περιστατικό παρενόχλησης/ εκφοβισμού, είτε από προσωπική εμπειρία είτε σε μαθητή/τρια είτε σε συνάδελφό του/της. Από αυτούς, το 38,3% (το 17,7% επί του συνόλου) βίωσε προσωπικά ένα περιστατικό. Το 53,8% δεν έχει διαπιστώσει ή βιώσει κάτι ανάλογο.
Προτεινόμενα μέτρα για την ασφαλή επαναλειτουργία των σχολείων
➢ Αναφορικά με τα προτεινόμενα μέτρα για την ασφαλή επαναλειτουργία των σχολείων ξεχωρίζουν η μείωση του αριθμού των μαθητών/τριών (έως 15) ανά τμήμα (92,2%), η διενέργεια επαναλαμβανόμενων δωρεάν τεστ σε μαθητές/τριες και καθηγητές/τριες (78,6%), η αύξηση του προσωπικού καθαριότητας (76,3%), η αύξηση των δρομολογίων στα ΜΜΜ για ασφαλή μετάβαση εκπαιδευτικών και μαθητών/τριών στα σχολεία (75,9%) και οι άδειες στους εκπαιδευτικούς που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, χωρίς περιορισμούς, και με πρόβλεψη για την άμεση αναπλήρωσή τους (70,9%).
Η μείωση του αριθμού των μαθητών/τριών ανά τμήμα συγκεντρώνει το μεγαλύτερο πλήθος των απαντήσεων (92,2%), αναδεικνύοντάς το ως το βασικό μέτρο που πρέπει να ληφθεί. Η απάντηση εξηγείται καταρχάς από τα πρωτόκολλα του ΕΟΔΥ που συστήνουν τήρηση των αποστάσεων ασφαλείας και κατά δεύτερον από το γεγονός ότι το 63% των μαθητών πανελλαδικά φοιτούν σε τμήματα των 22-27 μαθητών και το 96% των μαθητών πανελλαδικά φοιτούν σε τμήματα με πάνω από 17 μαθητές, ενώ στην Αττική το αντίστοιχο ποσοστό είναι 99%
➢ Για την επιμόρφωση
Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών σε ποσοστό 74,8% απάντησε ότι δεν είχε την ευκαιρία να επιμορφωθεί ουσιαστικά σχετικά με τη σύγχρονη τηλεκπαίδευση πριν την αναστολή της δια ζώσης λειτουργίας των σχολείων στις 7/11/20. Οι εκπαιδευτικοί στηρίχθηκαν κυρίως από συναδέλφους (59,0%) και την προσωπική τους ενασχόληση (92,7%). Σε ενημερωτικά και οδηγίες του ΙΕΠ ανέτρεξαν σε ποσοστό 30,6%. Από το 25,2% των ερωτώμενων που είχαν την ευκαιρία να επιμορφωθούν εγκαίρως διαπιστώνεται ότι κυρίως αυτό έγινε από τους Συντονιστές Εκπαιδευτικού Έργου (63,8%), ενώ από το ΥΠΑΙΘ (23,1%) και το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (13,0%). Διαπιστώνεται, λοιπόν, η έλλειψη θεσμικά συντονισμένης επιμόρφωσης. Ωστόσο, και παρά την έλλειψη έγκαιρης επιμόρφωσης, πριν το δεύτερο πανδημικό κύμα που οδήγησε σε δεύτερη αναστολή της λειτουργίας των σχολείων, οι ερωτηθέντες εκπαιδευτικοί απάντησαν ότι θεώρησαν αναγκαίο να τροποποιήσουν αρκετά το σύνολο των παιδαγωγικών μεθόδων και πρακτικών που εφάρμοζαν μέσα στη σχολική τάξη σε ποσοστό 52,6%, πάρα πολύ σε ποσοστό 19,3% και μέτρια σε ποσοστό 18,4%. Αντίθετα, ελάχιστα απάντησε το 7,9% και καθόλου το 1,8%. Είναι λοιπόν σαφές ότι, παρόλο που η τηλεκπαίδευση απαιτεί την εφαρμογή προσαρμοσμένων στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παιδαγωγικών μεθόδων και πρακτικών, παρόλο που απαιτεί τη γνώση εξειδικευμένων για τον σκοπό αυτόν ψηφιακών εκπαιδευτικών εργαλείων, οι εκπαιδευτικοί δήλωσαν ότι δεν στηρίχθηκαν μέσα από σχετική επιμόρφωση. Το γεγονός αυτό οξύνει ακόμα περισσότερο, την εγγενή παιδαγωγική αναποτελεσματικότητα της τηλεκπαίδευσης. ➢ Αναφορικά με τα ενδεχόμενα τεχνικά προβλήματα και άλλους ανασταλτικούς παράγοντες στην εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης και την ομαλή διεξαγωγή της διαπιστώνεται ότι:
α) Οι ερωτηθέντες εκπαιδευτικοί αντιμετώπισαν την ανεπάρκεια σε υλικοτεχνική υποδομή της σχολικής μονάδας (κακή σύνδεση στο διαδίκτυο, ανεπαρκής αριθμός συσκευών ή παλαιότερης τεχνολογίας συσκευές) «αρκετά» το 23,8%, «πολύ» το 20,1% και «καθόλου» το 20,1%. Σημειώνεται ότι μέχρι τη σύνταξη της παρούσας δεν έχει πραγματοποιηθεί σχεδιασμένη ενίσχυση των τεχνολογικών υποδομών και του τεχνολογικού εξοπλισμού των σχολικών μονάδων για την αντιμετώπιση των αναγκών που προκύπτουν από τη μαζική και εκτεταμένη χρήση της τηλεκπαίδευσης ως αποκλειστικού μέσου εκπαίδευσης πανελλαδικά. Αντιθέτως, λιγότερα προβλήματα αντιμετώπισαν οι εκπαιδευτικοί από τη χρήση του προσωπικού τους εξοπλισμό, καθώς οι υψηλότερες τιμές συγκεντρώνονται στις απαντήσεις «κανένα πρόβλημα» 26,3% και «ελάχιστα προβλήματα» 21,4% (από κοινού το 47,7%). Επίσης, αναφορικά με τα προβλήματα συνδεσιμότητας στο διαδίκτυο από πλευράς τους, οι ερωτηθέντες απάντησαν «καθόλου» 20,5%, «ελάχιστα» 32,1%. Οι απαντήσεις αυτές δείχνουν ότι ο προσωπικός τεχνολογικός εξοπλισμός των εκπαιδευτικών και οι οικιακές τους υποδομές αποτέλεσαν βασικό πυλώνα υλοποίησης της τηλεκπαίδευσης. Επίσης, φανερώνουν την ανεπάρκεια των δικτύων των σχολείων και τη γενικότερη υστέρηση σε τεχνολογικό εξοπλισμό. Στη διερεύνηση των τεχνικών προβλημάτων που συνδέονται με τις πλατφόρμες σύγχρονης και ασύγχρονης εκπαίδευσης (κακή ποιότητα ήχου, δυσκολίες ενεργοποίησης κάμερας, δυσκολίες διαμοιρασμού παρουσίασης μαθήματος, κτλ.) από τους ερωτηθέντες μόνο το 5,5% απάντησε ότι δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα, ενώ το 20,9% απάντησε «πολύ». Συνυπολογίζοντας με το «πολύ» και τις μεσαίες εκτιμήσεις (μέτρια και αρκετά) προκύπτει ένα ποσοστό 77,5%.
β) Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τη επάρκεια τεχνολογικού εξοπλισμού, τεχνολογικής υποδομής και επαρκούς συνδεσιμότητας στο διαδίκτυο από πλευράς των μαθητών/τριών. Συγκεκριμένα, στην ερώτηση αν αντιμετώπισαν προβλήματα από την έλλειψη κατάλληλου εξοπλισμού πληροφορικής (υλικού ή/και λογισμικού) από πλευράς των μαθητών/τριών για την ικανοποιητική ολοκλήρωση των εργασιών, (π.χ. Η/Υ, tablet, φορητός υπολογιστής, λογισμικό βιντεοδιάσκεψης, κ.λπ.) οι μεγαλύτερες τιμές συγκεντρώνονται στις απαντήσεις «πολύ» 36,7% και «αρκετά» 34,8% (από κοινού 71,5%), ενώ η εκτίμηση «καθόλου» 3,3% και «ελάχιστα» 9,2%. Ανάλογα αποτελέσματα δίνει και η ερώτηση αναφορικά με τα προβλήματα συνδεσιμότητας από πλευράς των μαθητών/τριών τους, όπου οι υψηλότερες τιμές συγκεντρώνονται στις εκτιμήσεις «αρκετά» 39,2% και «πολύ» 32,7%. (71,9% από κοινού). Η ανεπάρκεια τεχνολογικού εξοπλισμού και συνδεσιμότητας από πλευράς των μαθητών/τριών αναδεικνύει τη μη ισότιμη πρόσβαση στων μαθητών/τριών στην εκπαίδευση, καθώς η τηλεκπαίδευση αποτελεί το μοναδικό μέσο εκπαίδευσης κατά την περίοδο της πανδημίας, και δεν απειλεί μόνο την ποιότητα της εκπαίδευσης που λαμβάνει το κάθε παιδί, αλλά και την καθολική πρόσβαση σε αυτήν.
γ) Τέλος, η παράμετρος της παραβίασης προσωπικών δεδομένων και φαινομένων εκφοβισμού είναι ζήτημα ιδιαίτερου προβληματισμού, καθώς το 41,2% απαντάει ότι αντιμετώπισε προβλήματα παραβίασης προσωπικών δεδομένων από «μέτρια» έως «πολύ». Ωστόσο, οι μέγιστες τιμές εντοπίζονται στις εκτιμήσεις «καθόλου» 28,5% και «ελάχιστα» 30,3%, (από κοινού 58,8%).
δ) Σοβαρό πρόβλημα φαίνεται να είναι για αρκετούς από τους ερωτηθέντες εκπαιδευτικούς και η παράμετρος που αφορά στην έλλειψη εκπαιδευτικών λύσεων για μαθητές/τριες με ειδικές ανάγκες, καθώς οι μέγιστες τιμές εντοπίζονται στις εκτιμήσεις αρκετά 21,0% και πολύ 35,5%. (από κοινού 56,5%).
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 18/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη