«Όλες οι εκπαιδευτικές πρακτικές προϋποθέτουν μια θεωρητική στάση από τη μεριά του εκπαιδευτικού. Αυτή η στάση προϋποθέτει με τη σειρά της –μερικές φορές με περισσότερη, μερικές φορές με λιγότερη σαφήνεια μια ερμηνεία του ανθρώπου για τον κόσμο» . Η πρόταση του Παόυλο Φρέιρε αποτυπώνει με πολιτική ενάργεια τον τρόπο πάνω στο οποίο πρέπει να στηριχτεί το σχολείο, όταν τίθενται ζητήματα προσφυγιάς, πολέμου, αφοπλισμών και ειρήνης. Το ζήτημα που προκύπτει από το θέμα έχει να κάνει με τη θεώρηση του σχολείου ως ενός θεσμού και χώρου διαλεκτικής όσον αφορά κατ’ αρχήν τα σύγχρονα παγκόσμια προβλήματα. Ταυτόχρονα το σχολείο ως χώρος διαλεκτικής θα βρίσκεται σε διαρκή όσμωση- «ζύμωση» με την κοινωνία όχι όμως ως θεσμός παρατηρητής έξω από αυτήν αλλά εντός της ως συν-δημιουργός. Συνακόλουθα με το προηγούμενο ζήτημα τίθενται ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιείται αυτή η διαλεκτική σχέση στην ώρα της διδασκαλίας. Κάθε προσπάθεια διατύπωσης απαντήσεων στα ζητήματα αυτά προκύπτει αναμφίβολα ως διαπίστωση-διάσταση- η σχέση της εκπαίδευσης, της διδασκαλίας και της παιδαγωγικής με την πολιτική. Η συνειδητοποίηση αυτής της σχέσης από το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας και ιδίως των παιδιών έχει να κάνει πρώτα- πρώτα με τις πληροφορίες και τις επιρροές που δέχονται καθημερινά σε συνδυασμό με το πλαίσιο των συνθηκών που βιώνουν οι οικογένειές τους.
Επιπλέον κάθε διαδικασία συνειδητοποίησης του δίπολου Ειρήνη –πόλεμος στο σχολείο περνά από το ερμηνευτικό πλαίσιο προσέγγισης και μελέτης γεγονότων, που παρουσιάζονται στην συγκυρία. Αυτά δεν είναι μόνο απλές αφορμές για συζήτηση στην τάξη. Η διερεύνησή τους ως πρόγραμμα διδασκαλίας αντικατοπτρίζει την παιδαγωγική ευθύνη του σχολείου και των μελών της σχολικής κοινότητας. Αυτή η προσέγγιση αναδεικνύει τη πολιτική, οικονομική, ηθική και πολιτιστική διάσταση των γεγονότων. Με άλλα λόγια τα γεγονότα σε συνδυασμό με την προσέγγισή τους αποτελούν μια σημαντική διαδικασία μετασχηματισμού του σχολείου στην προοπτική ενός πολιτικού και πολιτισμικού γραμματισμού για την Ειρήνη.
Ανάγνωση συνειδητοποίησης με αφορμή γεγονότα πολεμικών συρράξεων.
Ήμουν πτυχιούχος δάσκαλος το 1982 (λίγο πριν το διορισμό μου ως δασκάλου) που διάβασα στις εφημερίδες για την επιδρομή των φανατικών χριστιανών φαλαγγιτών στο στρατόπεδο προσφύγων της Τσατίλα, στη δυτική Βηρυτό (16 Σεπτεμβρίου 1982). Οι φαλαγγίτες χριστιανοί σκότωσαν εκατοντάδες αθώους, κυρίως γυναίκες, παιδιά και γέροντες/σσες μουσουλμάνους/ες. Σ’ εκείνη την επίθεση συμμετείχαν και πολλά αγόρια- παιδιά στρατιώτες (Χριστιανοί). Αυτό το γεγονός έρχεται πρώτο στη μνήμη μου κάθε φορά που θα πρέπει (έπρεπε) να οργανώσουμε στην τάξη κάποια δράση για την Ειρήνη .
Το γεγονός της σφαγής στο στρατόπεδο Τσατίλα τότε επηρέασε και έθεσε το ερώτημα του ρόλου του σχολείου απέναντι σε ζητήματα αφενός σχέσεων διαφορετικών πολιτισμών ως εμπέδωση της Ειρήνης και αφετέρου αλλαγής- μετασχηματισμού του σχολείου και των αναλυτικών προγραμμάτων. Με άλλα λόγια το σχολείο δεν μπορεί να στέκεται με «μια παιδαγωγική απάθεια» απέναντι σε τέτοια γεγονότα. Ας μην ξεχνάμε ότι την περίοδο εκείνη θεωρούνταν ταμπού για το σχολείο η ενασχόληση, η ανάδειξη και πολύ περισσότερο η διερεύνηση τέτοιου τύπου γεγονότων. Σε μια τέτοια περίπτωση, αν συνέβαινε, ήταν φυσικό να δοθούν οι προεκτάσεις της κοινωνικής και πολιτικής ευαισθητοποίησης, όπως αυτή διατυπώνονταν στα κινήματα Ειρήνης (από την εποχή του 1950). Η διερεύνηση γεγονότων με εργαλεία ερμηνείας των κινημάτων θεωρούνταν τότε ότι ήταν ζητήματα κάποιων αριστερών το πολύ σοσιαλδημοκρατικών οργανώσεων σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο . Αυτή η διάσταση ως εκπαιδευτική ενασχόληση αποτελούσε ασυμβίβαστη εκπαιδευτική δραστηριότητα (αποστροφή) για τον συντηρητισμό του Ελληνικού σχολείου. Από το 1960 (και μετά) καταγράφονται παγκόσμια οι κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις των κινημάτων Ειρήνης με την συμμετοχή πολλών επώνυμων προσωπικοτήτων, που τύχαιναν παγκόσμιας αποδοχής, όπως του Νομπελίστα Μπέρτραντ Ράσελ. Όμως η υπόθεση της Ειρήνης στο ελληνικό σχολείο ακόμη και σήμερα για πολλές περιπτώσεις αποτελεί αφορμή δυστυχώς μόνο για πρόσκαιρη και επιφανειακή ενασχόληση . Από τότε όμως για πολλούς/ες δασκάλους/ες θεωρούνταν αυτονόητο ότι ο ρόλος μας δεν μπορεί να μην διαμορφώνεται από τα εκάστοτε σύγχρονα παγκόσμια προβλήματα καθώς και τα γεγονότα που συνταράζουν την ανθρωπότητα σε συνδυασμό με τον κοινωνικό και πολιτικό αντίκτυπο (κινήματα), που αυτά δημιουργούν. Αυτά τα ερωτήματα από τότε και μέχρι σήμερα είναι τα υλικά με τα οποία σφυρηλατείται η ευθύνη του δασκάλου μπροστά στα ζητήματα της Ειρήνης. Άλλωστε πάντα με συγκινούσε η ρήση του Καζαντζάκη για την «ευθύνη» στο βιβλίο του «Ασκητική»: «Να αγαπάς την ευθύνη. Να λες , εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ φταίω» .
Άλλοτε πάλι από τις εφημερίδες μάθαινα ότι ο τρόπος που χρησιμοποιούνται λέξεις και περιεχόμενα διαστρεβλώνονται εννοιολογικά προκειμένου να ωραιοποιηθούν πολιτικές αδικίες. Διάβαζα ότι η αποτυχία μιας πολεμικής εισβολής σε κάποια χώρα θεωρείται απλά ως λάθος και όχι αδικία, που προκαλεί η ίδια η εισβολή. Θεωρούνταν ότι η αποτυχία είναι η διάσταση που κρίνει το αποτέλεσμα μιας πολεμικής έκβασης. Ο «ηθικός κώδικας» λοιπόν, που διαμορφώνεται στο τέλος της δεύτερης χιλιετίας από γεωπολιτικούς αναλυτές και στρατιωτικούς, δεν καταδικάζει την αδικία και την εκμετάλλευση αλλά την αποτυχία. Από τις εφημερίδες λοιπόν πληροφορήθηκα για το βιβλίο του Ρομπερτ Μακναμάρα , που ήταν από τους πρωταγωνιστές σχεδιασμού του πολέμου στο Βιετνάμ. Στο βιβλίο του αναγνωρίζει ότι ο πόλεμος στο Βιετνάμ ήταν ένα λάθος. Σ’ αυτόν τον πόλεμο σκοτώθηκαν περίπου τρία εκατομμύρια Βιετναμέζοι και εξήντα χιλιάδες Αμερικανοί. Αυτός ο πόλεμος όμως δεν ήταν λάθος κατά τον Μακναμάρα, επειδή ήταν άδικη η εισβολή των ΗΠΑ, αλλά επειδή τον ξεκίνησαν γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να τον κερδίσουν. Το πολιτικό ολίσθημα έγκειται στην ήττα και στην αποτυχία και όχι στην αδικία. Το ότι η παγκόσμια στρατιωτική υπερδύναμη έριξε σε μια μικρή χώρα περισσότερες βόμβες από όσες χρησιμοποιήθηκαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι μια λεπτομέρεια ήσσονος σημασίας για τους δημιουργούς του πολέμου. Καταγράφεται λοιπόν ότι οι σχέσεις που διαμορφώνει η εξουσία με το λόγο (των μέσων επικοινωνίας και της πολιτικής) είναι κατ’ αρχήν κοινωνικές και πολιτικές πράξεις, που καθορίζουν την κοινωνία και τον πολιτισμό. Ταυτόχρονα αποτελούν μορφές επιβολής πολιτική θεώρησης και δράσης, που σημαίνει ότι έχουν ιδεολογικές επιπτώσεις και ιστορικότητα με στόχο την άκριτη αποδοχή από την κοινωνία των όποιων κυρίαρχων επιχειρημάτων. Με άλλα λόγια, οι λόγοι είναι «ευέλικτα, ευπροσάρμοστα και μεταβαλλόμενα κοινωνικά προσωπεία που έχουν στενή σχέση τόσο με την ιστορία όσο και με τους θεσμούς» (Κουτσογιάννης, 2011: 52) και στην σύγχρονη εποχή επιτυγχάνει να επιβάλλει εκείνη η μορφή τους, η οποία εκφράζει την κυρίαρχη πολιτική του ιμπεριαλισμού στην περίπτωσή μας. Η αποκάλυψη των ηθικών, ιδεολογικών και μορφωτικών εκτροπών αποτελεί μια δεύτερη διάσταση της παιδαγωγικής ευθύνης στο πλαίσιο ενασχόλησης διαστάσεων της Ειρήνης.
Επιπλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, που διαμόρφωναν την παιδαγωγική και εκπαιδευτική παρέμβασή μου για το ζήτημα, ήταν οι πολεμικές επιχειρήσεις - η εισβολή- στο Ιράκ και στην Σερβία για την δήθεν αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την προστασία των Δικαιωμάτων των μειονοτήτων, όπως αιτιολογήθηκαν από τους εισβολείς. Εδώ οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι στην εκπαίδευση έχουμε την δυνατότητα να κρίνουμε τη χρήση των εννοιών σε επιχειρήματα λόγου σε συνδυασμό με το περιεχόμενο των πολιτικών επιλογών και επιδιώξεων (Παράρτημα 1 και 2). Είναι συγκεκριμένες οι εννοιολογικές και πολιτικές διαστάσεις για παράδειγμα του απελευθερωτικού αγώνα ενός λαού για την αποκατάσταση της δημοκρατίας από ένα ρατσιστικό ή καταπιεστικό και δικτατορικό καθεστώς. Σε αντιδιαστολή με το προηγούμενο αποτελεί εννοιολογική εκτροπή (πολιτική και ηθική) η εισβολή ενός κράτους βομβαρδίζοντας ένα άλλο με το πρόσχημα της αποκατάστασης της δημοκρατίας. Διαστάσεις που βλέπουμε να επικαλούνται οι εισβολείς προκειμένου να υλοποιήσουν αφενός πολιτικές εκμετάλλευσης του σύγχρονου αποικιοκρατικού και ιμπεριαλιστικού μοντέλου και αφετέρου να διαμορφώσουν εξουσιαστικές σφαίρες γεωπολιτικών επιρροών. Προφάσεις που καταγράφονται και στην σύγχρονη πολεμική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (σε συνδυασμό με την απαίτηση της ουδετερότητας της Ουκρανίας).
Τον Σεπτέμβριο του 2000 αρχηγοί των κρατών συναντήθηκαν στα Ηνωμένα Έθνη, για να απευθύνουν έκκληση δράσης για έναν πιο Ειρηνικό και δίκαιο κόσμο με ευημερία. Θεωρήθηκε ως σημαντική ιστορικά η χρονική στιγμή του τέλος της δεύτερης χιλιετίας και η αρχή της τρίτης να αποτελέσει μια ευκαιρία, για να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις που θα αφορούσαν όλο τον πληθυσμό της γης στην προοπτική της ειρήνης, της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας. Στο κείμενο της συνάντησης, όπως συμβαίνει σε όλες αυτού του είδους τις συναντήσεις, αποτυπώθηκαν ως συμπεράσματα κάποιες προτάσεις- νουθεσίες προς τα συμβαλλόμενα κράτη- γνωστές με τον βαρύγδουπο τίτλο: Διακήρυξη της Χιλιετίας. Αυτή όπως και το σύνολο των διακηρύξεων συστήθηκε για υλοποίηση από όλα τα μέλη κράτη. Η διακήρυξη πλαισιώθηκε από μια σειρά διατυπωμένων θεμελιωδών αξιωμάτων και αρχών, των οποίων το περιεχόμενο έχει διαχρονική αξία με πιο χαρακτηριστικά: την Ελευθερία, την Ισότητα, την Αλληλεγγύη, το Σεβασμό στη φύση και στον άνθρωπο και άλλα. Η υλοποίηση τους περιέχει λέξεις και έννοιες, θα τις λέγαμε κλειδιά: με πρώτη- πρώτη την Ειρήνη, την ασφάλεια και τον αφοπλισμό και συνακόλουθα σε συνδυασμό με τις προηγούμενες την ανάπτυξη και την εξάλειψη της φτώχειας, την διαφύλαξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και την προστασία των ευάλωτων, φτωχών και κοινωνικά αποκλεισμένων. Όλα τα προηγούμενα συμφωνήθηκαν και υπογράφηκαν ως παγκόσμιοι στόχοι προς υλοποίηση μέσω πολιτικών από όλα τα συμβαλλόμενα κράτη του ΟΗΕ . Και όμως σε αυτά τα 20 χρόνια, που μεσολάβησαν από τότε, καταγράφονται πέντε σημαντικοί πόλεμοι (:στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στην Λιβύη, στην Συρία και τώρα στην Ουκρανία). Αυτοί έρχονται ως γεγονότα να διαψεύσουν τις αισιόδοξες διατυπώσεις και τα χαμόγελα της τότε συνδιάσκεψης. Η χρήση του όρου «διάψευση» ως ερμηνευτικό σχόλιο είναι επιεικής χαρακτηρισμός. Η απόδοση ευθυνών για τους πολέμους παραπέμπουν σε συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές και συγκεκριμένα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα, τα οποία επικουρούνται από το σύγχρονο λόγο των μέσων μαζικής επικοινωνίας και ηλεκτρονικής κοινωνικής δικτύωσης. Στην πραγματικότητα οφείλουμε να θέτουμε το ζήτημα ως «πολιτική υποκρισία» αυτών που έχουν την πολιτική δύναμη σε διεθνές επίπεδο και διαμορφώνουν τις όποιες ιμπεριαλιστικές συνθήκες .
Δεν είναι τυχαίο ότι μετά την βομβιστική επίθεση στους Δίδυμους πύργους (11/9/2001) διαστρεβλώθηκε κάθε έννοια, που αποτυπωνόταν στους στόχους της Διακήρυξης της Χιλιετίας, προκειμένου να στηθούν πόλεμοι στο όνομά τους όπως: για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, το σεβασμό των Δικαιωμάτων και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Τα επιχειρήματα στον λόγο των κρατούντων σε γενικές γραμμές δεν διαφέρουν. Ο δε τίτλος της αιτίας της εισβολής είναι ίδιος: Στο όνομα των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και αποκατάσταση της δημοκρατίας από ένα ναζιστικό καθεστώς ο σημερινός πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, όπως και τότε την δεκαετία του ΄90 στον πόλεμο του ΝΑΤΟ εναντίον της Σερβίας.
Τα παραδείγματα των πολεμικών συρράξεων της τελευταίας 20ετίας καταγράφουν με ενάργεια την πολιτική υποκρισία των ισχυρών. Στην πολιτική εκμετάλλευση του περιεχομένου των Δικαιωμάτων οφείλουμε να προσθέσουμε και την σημαντική πρόταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ουνέσκο για την καθιέρωση – ορισμό του 2008 ως έτους Διαλόγου των Πολιτισμών . Η αξιοποίηση μιας τέτοιας σημαντικής πρότασης ισχυροποιεί το επιχείρημα της πολιτικής υποκρισίας των κυρίαρχων. Εννοείται ότι στο τραπέζι του διαλόγου προϋποτίθεται ως βάση η διακήρυξη της ισότητας. Στην πραγματικότητα όμως δεν υφίσταται διάλογος ανάμεσα σε ανώτερους και κατώτερους, σε ισχυρούς και αδύναμους, αλλά επιβολή των όρων αυτών που έχουν την δύναμη. Επιβάλλονται –κυριαρχούν- «οι γνωστοί ισχυροί» στην πραγματικότητα με την πολιτική και οικονομική βία πολλές φορές και χωρίς πόλεμο. Ας αφήσουμε επιπλέον κατά μέρος τους προβληματισμούς σε ποια γλώσσα θα οργανωθεί ο διάλογος των εμπλεκομένων. Ποιός θα ορίσει την ατζέντα; Επιπλέον αν αναλογιστούμε πόσοι είναι οι απόντες από τη ζωή (σκοτωμένοι ή πεθαμένοι από την πείνα και τις αρρώστιες) και οι πρόσφυγες, τότε και μόνο τότε κάθε προσπάθεια διαλόγου ίσως αποκτήσει διαστάσεις πολιτικής ειλικρίνειας. Παρόλα αυτά μιλάμε για ισότιμο διάλογο πολιτισμών χωρίς τους απόντες και τους πρόσφυγες. Δεν είναι τυχαίο ότι στο σχετικό κείμενο της Ουνέσκο για τον Διάλογο των Πολιτισμών, αφού πρώτα ορίζεται στο κείμενο η έννοια του πολιτισμού, καταγράφεται ως προτροπή ότι «ο σεβασμός για την ποικιλότητα των πολιτισμών, η ανοχή, ο διάλογος και η συνεργασία σε κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης και κατανόησης αποτελούν μεταξύ άλλων τους καλύτερους εγγυητές για διεθνή Ειρήνη και ασφάλεια» . Παρά τις αντιφάσεις αποτελεί εκπαιδευτική πρόκληση για το σχολείο κατά πρώτον η συνειδητοποίηση της όλης κατάστασης. Επόμενο βήμα έχοντας το σχολείο ως «όπλο του» - μέθοδό του -τον ορθό λόγο μπορεί να αποκαταστήσει το νόημα των εννοιών στις πραγματικές διαστάσεις και να τις αποδώσει ως πράξη ιστορικής και πολιτικής ευθύνης διαυγείς καταρχήν στην σχολική κοινότητα και συνακόλουθα στη κοινωνία.
Σε κάθε περίπτωση η σημαντική μεταβλητή για την εξάλειψη των πολέμων και την εξάλειψη της φτώχειας, που θέτει η πρόταση της χιλιετίας, είναι οι εξοπλισμοί. Ο στόχος λοιπόν των αφοπλισμών είναι ο παράγοντας υλοποίησης των όποιων αναπτυξιακών προοπτικών και της προόδου, που θέτει η ατζέντα της χιλιετίας. Χωρίς καμιά περιστροφή των λόγων μας στην εκπαίδευση οφείλουμε να θέτουμε ως κατηγορική πρόταση – προσταγή - ότι ο καλύτερος τρόπος πρόληψης των πολέμων ήταν και θα είναι να καταργηθούν και να «ξεριζωθούν» τα όπλα. Τα όπλα δεν συμβάλουν στην ασφάλεια, αλλά στην επιβολή κυριαρχίας. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν υπήρχαν τόσα όπλα και οι περισσότεροι άνθρωποι να αισθάνονται ανασφάλεια και περισσότερο φόβο. Η εκπαίδευση ως σύμμαχος της ειρήνης οφείλει να αμφισβητεί το αξίωμα της ασφάλειας δια των όπλων και επιπλέον να αμφισβητεί τις πολιτικές, που επινοούν επιχειρήματα ιδεολογικής ενίσχυσής τους (Παράρτημα: 3, 4 και 5). Ακόμα και αν οι πολεμικές δαπάνες και τα όπλα θεωρούνται μέρος της άμυνας, εξακολουθούν να απειλούν άλλους. Κατά συνέπεια δεν είναι βέβαιο ότι η χώρα, που διαθέτει μεγαλύτερο αριθμό στρατιωτών ή αρτιότερα εξοπλιστικά προγράμματα και μηχανές, είναι εκείνη που διασφαλίζει τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια. Η ιστορία των πολεμικών συρράξεων των τελευταίων 70 χρόνων έχει δείξει ότι καμιά χώρα δεν μπορεί να είναι σίγουρη ότι θα κερδίσει τον πόλεμο με τελευταίο παράδειγμα τον πόλεμο στο Αφγανιστάν . Χώρια το γεγονός ότι τα σύγχρονα οπλικά συστήματα, που βασίζονται σε πολύπλοκες τεχνικές, είναι τόσο καταστρεπτικά, οπότε δεν θα εκμηδενίσουν μόνο τον οποιοδήποτε εχθρό.
Από το 1989 καταγραφές και έρευνες της Γιοούνισεφ παρείχαν σημαντικές διαπιστώσεις, που αφορούσαν όχι την κατάργηση των όπλων, αλλά τον περιορισμό τους. Παρουσίαζαν οικονομικά μεγέθη του τύπου πως αν τα βιομηχανικά κράτη μείωναν κατά 5% τις εξοπλιστικές δαπάνες, θα απελευθερωνόταν κάποιες δεκάδες ως εκατοντάδα δις δολάρια. Η μείωση λοιπόν αυτή απελευθερώνει ένα σημαντικό ποσόν, που είναι απαραίτητο και ικανό για να αντιμετωπιστεί η χειρότερη μορφή της παγκόσμιας φτώχειας- ασιτίας. Δεδομένου δε ότι η φτώχεια είναι μια από τις κυριότερες αιτίες συρράξεων και εμφυλίων πολέμων η εξάλειψή της θα αποτελούσε ένα αποφασιστικό βήμα και για την απαλοιφή των πολέμων σε πολλές περιοχές της γης.
Με άλλα λόγια η υπόθεση της Ειρήνης δεν είναι απλώς η έλλειψη πολέμου. Είναι σημαντικό να κατανοηθεί αυτό. Ο αγώνας για την ειρήνη περνά πρώτα από όλα από την εξάλειψη, το ξερίζωμα, της φτώχειας της αδικίας και της εκμετάλλευσης των .φυσικών πόρων των φτωχών χωρών από τις κυρίαρχες οικονομίες. Οι τρεις αυτοί οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες είναι οι σημερινές αιτίες των πολέμων και λειτουργούν ως φαύλος κύκλος. (Ένας φαύλος κύκλος της πείνας, της αγοράς όπλων και του πολέμου). Ο Τσόμσκι στην πρόσφατη συνέντευξή του για τον πόλεμο στην Ουκρανία θίγει το ζήτημα της πείνας και του πολέμου στην φράση: «Αναρωτιέται κανείς γιατί το πιο πολιτισμένο τμήμα του κόσμου, κυρίως ο φτωχός Νότος, αντικρίζει το θέαμα που περιγράφουμε εδώ με έκπληξη και καχυποψία; »
Η προοπτική μετασχηματισμού των ατομικών στάσεων και συμπεριφορών των πολιτών σε συνδυασμό με την πολιτική συνειδητοποίησή του ζητήματος του φαύλου κύκλου μπορεί να αποτελέσει για τους δασκάλους/ες μια επιπλέον σημαντική παιδαγωγική προτεραιότητα. Για μας θεωρείται αυτονόητη ερμηνεία και αποδεχόμαστε ως επιχείρημα ότι η περίπτωση της πείνας είναι ο γενεσιουργός παράγοντα των πολέμων. Αποδεχόμαστε και διατυμπανίζουμε ότι υπάρχει η δυνατότητα να σταματήσει το πρόβλημα των πολέμων, αν αλλάξει η πραγματικότητα της παγκόσμιας φτώχειας και πείνας. Παρόλα αυτά γνωρίζουμε ότι υπάρχουν άνθρωποι που πεθαίνουν από την πείνα, και καταγράφεται - γίνεται αποδεκτό- αυτό το γεγονός ως φυσιολογικό. Η αποδοχή της φυσικοποίησης της φτώχειας και της πείνας είναι πολιτική και κοινωνική εκτροπή, που επιβάλλει η σύγχρονη μορφή του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Το γεγονός αυτό υιοθετείται από κοινωνικές και πολιτικές πλειοψηφίες δυστυχώς ως εγγενές κοινωνικό στοιχείο και όχι διαδικασία άδικων επιλογών Επιπλέον υιοθετείται το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να σταματήσει η πείνα και η φτώχεια, γιατί είναι εγγενής –φυσική- οικονομική και κοινωνική συνθήκη-κατάσταση. Επιπλέον δεν υπάρχει δυνατότητα αναδιοργάνωσης και μετασχηματισμού της κοινωνίας, επειδή θεωρείται ότι η κατάσταση της φτώχειας δεν μπορεί να αλλάξει. Σαν να λέμε αυτή είναι η πραγματικότητα -τελεία και παύλα. Αυτή είναι η θεώρηση της κυρίαρχης ιδεολογίας, που επιβάλλει την αδράνεια και πως το φαινόμενο της πείνας δεν επιδέχεται αλλαγές για την εξάλειψή της. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την δύναμη της ιδεολογίας (εδώ του καπιταλισμού) καθώς και του καθορισμού της από τα κυρίαρχα συμφέροντα . Στην δικιά μας ουτοπία αποδεχόμαστε την δυναμική και μετασχηματιστική διάσταση, που της έδωσε ο Φρέιρε, σύμφωνα με την οποία ουτοπία είναι η καταγγελία της υπάρχουσας καταπιεστικής κατάστασης και η αναγγελία μιας νέας ανθρώπινης και δικαιότερης . Σε αυτό το πλαίσιο πολιτικής το ερώτημα αν θα μπορούσε ο φαύλος κύκλος της φτώχειας-πείνας –εξοπλισμών- πολέμων να εξαλειφτεί, απαντάμε ναι, αν σταματήσουν οι εξοπλισμοί και εξαλειφθούν οι πολιτικές παραγωγής και εμπορίας των όπλων.
Οφείλουμε εδώ να αναδείξουμε την πολιτική υποκρισία ηγετών χωρών, που παράγουν οπλικά συστήματα, όταν θέτουν ζητήματα περιορισμού ή επιβολής μέτρων απαγόρευσης όπλων στο μικροεπίπεδο της ατομικής χρήσης. Αξίζει να ανατρέξει κανείς στο περιεχόμενο του πολιτικού τους λόγου για το ζήτημα: Με αφορμή το πρόσφατο μακελειό στο Σακραμέντο ο Τζο Μπάιντεν απευθυνόμενος στο Κογκρέσο δήλωσε: «Απαγορεύστε τα όπλα-φαντάσματα. Απαιτήστε έλεγχο ιστορικού για όλες τις πωλήσεις όπλων. Απαγορεύστε τα τουφέκια εφόδου και τους γεμιστήρες μεγάλης χωρητικότητας. Αναιρέστε την ασυλία των κατασκευαστών όπλων» . Βέβαια σε μια τέτοια προτροπή δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά πράγματα. (Φαίνεται πως είναι πολλά τα λεφτά που μοιράζουν οι εταιρείες όπλων σε γερουσιαστές και βουλευτές). Στην πραγματικότητα στην «μητρόπολη της δημοκρατίας», το δικαίωμα στην οπλοκατοχή είναι ισχυρότερο από το δικαίωμα στη ζωή. Αλλά και για την πρόσφατη περίπτωση της αποτρόπαιης όντως επίθεσης του 19χρονου σε σχολείο του Τέξας είναι χαρακτηριστική ανάμεσα στα άλλα η ρύση στη δήλωση του προέδρου Μπάιντεν «….Πότε, για τ’ όνομα του Θεού, θα ορθώσουμε το ανάστημά μας στο λόμπι των όπλων;…» Μια απλή σύγκριση της παρέμβασης του προέδρου των ΗΠΑ στο Κογκρεσο με τα πολιτικά παζάρια εμπορίας οπλικών συστημάτων σε διάφορες χώρες καταγράφει την πολιτική υποκρισία. Αν αυτό συνδυαστεί με το γεγονός των σκοτωμών χιλιάδων παιδιών σε εμπόλεμες περιοχές της γης, τότε ο λόγος του προέδρου μόνο ως ειρωνεία και φαρσοκωμοδία μπορεί να εκληφθεί τη στιγμή που η χώρα του πρωτοστατεί στην παραγωγή και εμπορία οπλικών συστημάτων..
Μια απλή καταγραφή των πολεμικών συρράξεων από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο ο αριθμός προσεγγίζει και ξεπερνά τις 100 . Λίγοι πόλεμοι έγιναν στην Ευρώπη και κανένας στην Β Αμερική. Οι περισσότεροι έλαβαν χώρα στον λεγόμενο αναπτυσσόμενο κόσμο ή τον προκάλεσε ο αναπτυγμένος κόσμος. Πάντως οι βιομηχανικές χώρες είχαν –και έχουν- το μερίδιο συμμετοχής στην πρόκληση πολέμων άμεσα ή έμμεσα, οπότε κατά κάποιον τρόπο είναι οι κυρίως υπεύθυνες ή συνυπεύθυνες. Κάθε ιστορικός απολογισμός των πολεμικών συρράξεων μετράει θύματα, θανάτους, πρόσφυγες και καταστροφές. (Γνωστές οι θηριωδίες στην Ρουάντα). Επίλογος αυτών των απολογισμών δεν μπορεί να είναι άλλος από την καταδίκη των πολέμων σε συνδυασμό με την καταδίκη της παγκόσμιας εμπορίας πολεμικών μηχανών και οπλικών συστημάτων.
Συνακόλουθα με την καταγραφή του αριθμού των πολεμικών συρράξεων οφείλουμε να θέσουμε το σκληρό όντως ζήτημα της στρατολόγησης μικρών παιδιών κυρίως σε περιοχές που μαίνονται οι εμφύλιες συρράξεις. Το 2002 παγκόσμια μελέτη του ΟΗΕ και της Διεθνούς Αμνηστίας δείχνει ότι περισσότερα από μισό εκατομμύριο παιδιά στρατολογήθηκαν δια της βίας τόσο από εθνικούς στρατούς όσο και από παραστρατιωτικές ομάδες. Πολλά από αυτά συμμετείχαν σε πολεμικές συγκρούσεις ή μετέφεραν όπλα και υλικά στα μέτωπα συγκρούσεων . Νεότερα στοιχεία από τον ΟΗΕ το 2012 κατέγραψαν 250 χιλιάδες παιδιά αγόρια. Αυτά αντί να παίζουν με παιχνίδια «παίζουν με όπλα». Στην πραγματικότητα πρόκειται για ομήρους αυταρχικών καθεστώτων και εμφυλίων πολέμων καθώς και διεθνών καρτέλ ναρκωτικών και διαμαντιών. Για κάποια από αυτά το παιχνίδι πολέμου είναι καθημερινή απασχόληση αντί να ζωγραφίζουν και να φοιτούν σε κάποιο σχολείο . Τα παιδιά αυτά πριν καν κατανοήσουν την παιδική ηλικία γίνονται δολοφόνοι. Παιχνίδι τους είναι το όπλο και το πάτημα της σκανδάλης (Παράρτημα: 6, 7 και 8).
Στο αφελές ερώτημα γιατί στρατολογούνται παιδιά; Το τρίπτυχο της απάντησης είναι αφ-οπλιστικό (το όπλο είναι συνέχεια του χεριού τους): 1.Δεν κοστίζουν ακριβά και επιδέχονται χειραγώγησης. 2. Η φτώχεια και η έλλειψη εκπαίδευσης ευνοούν τη στρατολόγηση. 3 Ιδεολογικοί, πολιτισμικοί και ψυχολογικοί λόγοι ωθούν παιδιά στη στράτευση.
Αν θα θέλαμε να περιγράψουμε το προφίλ των παιδιών στρατιωτών, θα λέγαμε ότι τα παιδιά αυτά επιδέχονται «πλύση εγκεφάλου» και λιποτακτούν λιγότερο . Παράλληλα εκπαιδεύονται ευκολότερα να διαπράττουν πράξεις βαρβαρότητας και φόνους ακόμα και σε οικογενειακά τους πρόσωπα. Κάποια θέλουν να εκδικηθούν δολοφονίες προσφιλών τους προσώπων ή αναλαμβάνουν να εκτελέσουν αποστολές με βάση ιδεώδη δήθεν «ιερού πολέμου». Πολλά από αυτά είναι ορφανά ή κατάγονται από εξαθλιωμένες οικογένειες , οπότε ένα παιδί στρατιώτης είναι ένα στόμα λιγότερο.
Ο Αντόρνο στο δοκίμιo (ομιλία) «Η εκπαίδευση μετά το Άουσβιτς» τόνιζε: «Κάθε πολιτικό μάθημα τέλος θα έπρεπε να έχει ως επίκεντρο το να μην επαναληφθεί το Άουσβιτς. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει μόνο αν ασχολείτο ανοιχτά με αυτό το πιο σημαντικό από όλα τα ζητήματα, ιδίως χωρίς το φόβο της σύγκρουσης με οποιεσδήποτε δυνάμεις. Για το σκοπό αυτό το πολιτικό μάθημα θα έπρεπε να μεταμορφωθεί σε κοινωνιολογία, να διδάσκει δηλαδή τα σχετικά με το παιχνίδι των κοινωνικών δυνάμεων το οποίο βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια των πολιτικών μορφών» . Η σημασία της εκπαίδευσης στην προοπτική της ειρήνης καταγράφεται από την πρώτη πρόταση του Αντόρνο ως μια διαχρονική παιδαγωγική αξία. Μεταφέροντας το περιεχόμενο της πρότασης του Αντόρνο στο σύγχρονο εκπαιδευτικό ιστορικό γίγνεσθαι βιώνουμε τα αποτελέσματα των σύγχρονων πολέμων της Συρίας και της Ουκρανίας τους τελευταίους μήνες με κύριο αποτέλεσμα την προσφυγιά. Ταυτόχρονα άνθρωποι σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη ζουν το δικό τους πόνο και τη δική τους φρίκη ίσως διαφορετικά από εκείνο του Άουσβιτς, αλλά πάντως ζουν τον πόνο και τη φρίκη ενός άλλου πολέμου. Παραφράζοντας τον τίτλο του δοκιμίου του Αντόρνο «Η εκπαίδευση μετά το σύγχρονο προσφυγικό ζήτημα» μας βάζει μπροστά σε όλα εκείνα τα ζητήματα του ρόλου, που καλείται να διαδραματίσει το σύγχρονο Ελληνικό σχολείου (και όχι μόνο, αλλά και η παγκόσμια σκέψη) απέναντι στις ζωές χιλιάδων παιδιών προσφύγων . Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του κειμένου, που κατατέθηκε στη συζήτηση, όπου η έφηβη μαθήτρια Κωνσταντίνα αποτυπώνει χαρακτηριστικά τη συνειδητοποίησή της απέναντι στα προσφυγόπουλα από τη Συρία. Με άλλα λόγια καταδεικνύει με ενάργεια το ρόλο του σχολείου απέναντι στον πόλεμο και στην προσφυγιά (Παράρτημα 9).
Ο Γιανους Γκόρτσακ παιδαγωγός ορφανοτροφείου στο γκέτο της Βαρσοβίας θα γράψει θέλοντας να τονίσει τη διαχρονικότητα της φρίκης και του πόνου: «Όλα τα δάκρυα είναι πικρά. Όποιος κατανοεί αυτό το γεγονός έχει την ικανότητα να διαπαιδαγωγεί παιδιά. Όποιος δεν το κατανοεί δεν έχει τα προσόντα να είναι παιδαγωγός» . Γι αυτό στην εκπαιδευτική διερεύνηση της ειρήνης κρίνεται αναγκαία η ενδελεχής αναφορά στα αποτελέσματα του πολέμου. Στα 38 χρόνια της εκπαιδευτικής μου σταδιοδρομίας, ως δάσκαλου, δεν υπήρξε διδακτικό έτος που να μην δόθηκε αφορμή από κάποια πολεμική σύρραξη για συζήτηση στη τάξη. Πρόσφυγες, γενοκτονίες και συγκλονιστικές εκρήξεις με άδικους θανάτους αποτέλεσαν πολλές φορές το περιεχόμενο όχι απλών συζητήσεων, αλλά τέθηκε ως γραμματισμός με συγκεκριμένη στόχευση την πολιτική συνειδητοποίηση σε συνδυασμό με την παραγωγή γραπτού και προφορικού λόγου. Πολλές φορές υιοθετήσαμε για τις δράσεις μας τον προκλητικό τίτλο «μια τάξη χωρίς σύνορα», που δεν μπορεί να λειτουργεί ως «τάξη θερμοκήπιο» σαν να μην συμβαίνει τίποτε στην κοινωνία και στο κόσμο. Σε αυτή την προοπτική -την διάσταση μόρφωσης- προκύπτει το ερώτημα που είναι συνυφασμένο με την σύγχρονη πραγματικότητα του πολέμου στην Ουκρανία και πριν μερικά χρόνια στην Συρία: αν δηλ. ως δάσκαλοι/ες και μαθητές/τριες μπορούμε να αφήσουμε να ρυθμίζουν την καθημερινή μας σχολική ζωή τα αναλυτικά προγράμματα σαν να μην συμβαίνει τίποτε στην γεωγραφική γειτονιά μας.
Δράσεις πολιτικού και πολιτισμικού γραμματισμού του σχολείου για την Ειρήνη
Οι πληροφορίες για τις συνθήκες επιβίωσης σε εμπόλεμες καταστάσεις, που βιώνουν άλλα παιδιά σε μακρινούς τόπους και η επακόλουθη ανάδειξή τους στην σχολική τάξη είναι πολιτικές πράξεις συνειδητοποίησης. Το σύνθημα που φωνάζαμε από παλιά «σκέψου παγκόσμια και δράσε τοπικά» και το αντίθετο αποτελούν το «πλατύσκαλο» για να αρχίσουμε να ανεβαίνουμε την «κλίμακα της Ειρήνης», που από ότι φαίνεται είναι δύσκολη και απαιτεί προσπάθειες διαπραγματεύσεων σε κάθε σκαλί, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων.
Αυτή η πρώτη εκπαιδευτική προσέγγιση- αναζήτηση- της Ειρήνης μπορεί να επηρεάσει τη στράτευση της εκπαίδευσης στην προοπτική της ηθικής και της δημοκρατίας για τη συγκρότηση του συνειδητοποιημένου παιδιού- πολίτη . Εκ των πραγμάτων μια τέτοια στράτευση διερευνά γνώσεις και αντιλήψεις, για να διαμορφώνει στάσεις, και συμπεριφορές απέναντι στα παγκόσμια προβλήματα των πολεμικών συρράξεων και των οπλικών ανταγωνισμών. Στην τάξη μέσα η πρόταση του γραμματισμού στην Ειρήνη (έτσι το θέτουμε) κατ’ αρχήν αποκτά διαστάσεις γλωσσικές, ιστορικές, πολιτικές και πολιτισμικές, γι αυτό σχεδιάζεται και υλοποιείται μέσα από εκπαιδευτικές δράσεις, που κατατείνουν στην διερεύνηση αποτελεσμάτων κάθε πολέμου. Φαίνεται πως είναι απλή και σύντομη η περιγραφή των αποτελεσμάτων, που δημιουργεί ο πόλεμος: εγκλήματα, εκτοπισμούς, προσφυγιά, γενοκτονίες και καταστροφές. Όμως η πραγματικότητα των όσων βιώνουν οι άνθρωποι και τα παιδιά του πολέμου είναι πολύπλοκη, δύσκολη, γεμάτη φρίκη, αγωνία και πόνο . Γι αυτό η διερεύνησή τους απαιτεί και άλλες διαδικασίες. Αυτές είναι οι διαδικασίες της αλληλεγγύης και εν-συναίσθησης, οι οποίες στο σχολείο αποτελούν -στην πρότασή μας- βασικές εκπαιδευτικές στοχεύσεις. Δεν είναι άγνωστο στο χώρο της εκπαίδευσης ότι αυτές (αλληλεγγύη και εν-συναίσθηση) εύκολα και απλά διατυπώνονται, αλλά δύσκολα εδραιώνονται ως στάσεις και συμπεριφορές λόγω του πάγιου εθνοκεντρικού –και πολλές φορές εθνικιστικού- προσανατολισμού του κρυφού αναλυτικού προγράμματος του σχολείου . Για μας όμως η πρόταση αυτού του είδους γραμματισμού στην τάξη αποκτά τη δική της πολιτική σημασία, επειδή διεμβολίζει το σύνολο της πολιτισμικής ζωής του σχολείου και προκαλεί τον παγιωμένο συντηρητισμό του.
Γνωρίζουμε από τη βιβλιογραφία αλλά και από την καθημερινότητα ότι η πολιτισμική αναπαραγωγή του σχολείου κατέχει κυρίαρχη θέση στο σχολικό χρόνο και στη σχολική ζωή. Η πρότασή μας – θα την λέγαμε κινηματική διερεύνηση στους δρόμους για την Ειρήνη- έχει την ιδιαίτερη παιδαγωγική σημασία, γιατί θα μας ωθήσει να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στην παραγωγή πολυτροπικών κειμένων με στόχο τη διαμόρφωση όχι απλώς και μόνο κάποιων αντιλήψεων σε γνωστικό επίπεδο, αλλά στη διαμόρφωση στάσεων και συμπεριφορών, που θα εδράζονται στην εν-συναίσθηση και την αλληλεγγύη προς τα θύματα του πολέμου. Άμεσα σε πρώτη φάση δυο θα είναι οι διαστάσεις της σχολικής δουλειάς η διερεύνηση των σύγχρονων πολεμικών γεγονότων και η δεύτερη η ενσυναίσθηση και η αλληλεγγύη, όπως διατυπώθηκε. Αυτά τόσο ως περιεχόμενο πληροφοριών όσο και ως συλλογική δημιουργία της τάξης αποτελούν πολιτισμικά σχολικά γεγονότα και στη συνέχεια πολιτικά γεγονότα συνειδητοποίησης . Με εργαλείο την διερεύνηση κυρίως αποτελεσμάτων των πολεμικών συγκρούσεων θα μπορέσουμε να μπολιάσουμε την μονότονη σχολική ζωή (ρουτίνα) με την ιστορική πορεία του σχολικού θεσμού ως ενός πολιτικού θεσμού συμμάχου της Ειρήνης και της Δημοκρατίας. Η συστηματική αυτή μορφωτική διαδικασία προσδίδει κύρος στις εμπειρίες των παιδιών από την καθημερινότητα. Η μετατροπή των εμπειριών σε γνωστικές και πολυτροπικές κειμενικές δημιουργίες είναι ιστορικές παρακαταθήκες πολιτικής συνειδητοποίησης του/της μαθητή/τρια πολίτη (σήμερα και αύριο). Σε αυτό το πλαίσιο εκ των πραγμάτων το σχολείο θα μπορέσει να εξετάσει τα σύγχρονα ζητήματα των πολεμικών συρράξεων και να δομήσει την παιδαγωγική αλληλεγγύη στην προσφυγιά, την πείνα, τον πόνο και τη φτώχεια, που βιώνουν οι άνθρωποι. Το σχολείο με αυτόν τον τρόπο δεν αναπαράγει τα κοινωνικά δεδομένα αλλά παράγει νέες στάσεις και συμπεριφορές με κοινωνικό πρόσημο την αλληλεγγύη και την ιστορική αλήθεια. Ο Ζιρού (θεωρητικός της κριτικής εκπαίδευσης) τονίζει ότι «είναι απαραίτητο να προχωρήσουμε από τα ζητήματα της κοινωνικής και πολιτισμικής αναπαραγωγής σε ζητήματα κοινωνικής και πολιτισμικής παραγωγής. Από το ζήτημα του πώς αναπαράγεται η κοινωνία υπέρ των συμφερόντων του κεφαλαίου και των θεσμών στο ζήτημα στο πώς οι αποκλεισμένες πλειοψηφίες έχουν και μπορούν να αναπτύξουν θεσμούς, αξίες και πρακτικές που εξυπηρετούν τα δικά τους αυτόνομα συμφέροντα» .
Σε τελική ανάλυση μια εκπαιδευτική πρόταση ευρύτερου γραμματισμού και με περιεχόμενο διερεύνησης το δίπολο Πόλεμος και Ειρήνη μπορεί να αποκτά διαστάσεις μορφωτικές, κοινωνικές και πολιτικές και να θέτει τις βάσεις εκπαιδευτικού μετασχηματισμού. Μέσα από τις παραγόμενες μορφωτικές διαδικασίες θα τίθενται εκ των πραγμάτων οι βάσεις προσωπικού μετασχηματισμού ως πολιτών με αυτονόητες πλέον τις αναζητήσεις και διεκδικήσεις για πολιτικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Στο σημείο αυτό εδράζεται το περιεχόμενο του όρου «Στο δρόμο…», που επιλέξαμε στον τίτλο. Στην προοπτική αυτή δάσκαλοι/ες μαζί με τους/τις μαθητές/τριες μπορούν να μετασχηματίσουν την πολιτισμική πολιτική του σχολείου δίνοντας νέο περιεχόμενο αξιοποιώντας πολλές φορές τα υπάρχοντα υλικά. Για παράδειγμα μπορούν να μετασχηματίσουν δάσκαλοι/ες και παιδιά το υπάρχον περιεχόμενο των βιβλίων ακόμα και της Ά τάξης, τα οποία τα χαρακτηρίζει η απλούστευση πολλές φορές της απόκτησης κάποιων τεχνοκρατικών δεξιοτήτων αλφαβητισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διδασκαλία του δίψηφου φωνήεντος –ει-. Δανείζομαι εδώ το σχετικό περιεχόμενο από τα αναγνωστικά της Ά τάξης δημοτικού του 1984 (Γλώσσα Α Δημοτικού). Στην πρόταση του μαθήματος παρουσιάζεται μικρή Ειρήνη (προ-νήπιο) να κάθεται στο σπίτι και ακούει να την φωνάζουν χιλιάδες φωνές από το δρόμο (ΕΙΡΗΝΗ-ΕΙΡΗΝΗ). Βγήκε στο μπαλκόνι και είδε στο δρόμο χιλιάδες ανθρώπους να την φωνάζουν. Το σχετικό κείμενο συνοδεύεται από σχετική ζωγραφιά- σκίτσα ανθρώπων σε πορεία Ειρήνης. Αξίζει να σημειωθεί ότι το βιβλίο του δασκάλου (επίσημο βοήθημα του τότε Παιδαγωγικού Ινστιτούτου) προτείνει για συζήτηση μέσα από τις ενδεδειγμένες (προτεινόμενες) ερωτήσεις το ζήτημα της Ειρήνης μόνο για την «κατανόηση του κειμένου». Στη συνέχεια στο δεύτερο μέρος του μαθήματος προτείνεται από την συγγραφική ομάδα η διεξαγωγή μιας σειράς ασκήσεων εμπεδωτικού και ορθογραφικού χαρακτήρα του διψήφιου φωνήεντος -ει-: συμπλήρωσή του σε φράσεις και επιρρήματα: «Με όλες τις γραπτές εργασίες που ακολουθούν επιδιώκεται να ασκηθούν τα παιδιά στην ορθογραφία και στη σωστή χρήση των ποσοτικών επιρρημάτων» . Αν σταθούμε μόνο στις οδηγίες του βιβλίου των δασκάλων και στην πρόταση του βιβλίου του μαθητή, μπορεί τα παιδιά να εμπέδωναν την χρήση του –ει-, όμως σε κάθε περίπτωση το περιεχόμενο γνώσης, που προτείνονταν στο συγκεκριμένο μάθημα ήταν ένας μονομερής τεχνοκρατικού τύπου γραμματισμός. Το περιεχόμενο του μαθήματος ήταν για τα δεδομένα της εποχής προκλητικό. Θέτοντας δυο βασικά ερωτήματα στα παιδιά: 1. Γιατί βγήκαν οι άνθρωποι στο δρόμο και φωνάζουν Ειρήνη; 2. Τι μπορούμε να κάνουμε κι εμείς; Όσο στρατευμένα κι αν φαίνονται τα ερωτήματα ανοίγουν το δρόμο της συζήτησης για τη διαμόρφωση της πολιτικής συνειδητοποίησης ακόμα και για παιδιά πρώτης τάξης δημοτικού. Κάπως έτσι διαμορφώνεται το πλέγμα της κινηματικής και αλληλέγγυας παιδαγωγικής πρότασης ως καθημερινή εκπαιδευτική πρόκληση, για να φτιάξουμε (όπως φτιάξαμε και τότε το 1985 στην τάξη) τα δικά μας πλακάτ με το σήμα της ειρήνης σε γλώσσες του κόσμου.
Αυτή η προοπτική του σχολείου δεν τελείται άπαξ και ισχύει δια παντός, αλλά είναι μια καθημερινή παιδαγωγική κινηματική διαδικασία.
Ο Γ Τσιάκαλος σε ένα κείμενό του το 1996 παραθέτει απόψεις του Φρενέ σχετικά με το ρόλο των δασκάλων ως φυσικών συμμάχων της Ειρήνης. Παρόλο που οι έννοιες δάσκαλος και πόλεμος σχετίζονται μεταξύ τους όπως οι έννοιες «φωτιά και νερό» (επικαλούμενος τον Φρενέ), κινδυνεύουν πολλές φορές οι διαδικασίες υπεράσπισης της Ειρήνης στην εκπαίδευση να ξεστρατίσουν από τους όποιους ηθικολογισμούς και τις αντιφάσεις των θεμάτων, με τα οποία ασχολείται το σχολείο. Μια ματιά στα βιβλία Ιστορίας του δημοτικού σχολείου φανερώνει ότι στην πλειονότητα τους σε όλα των κεφάλαια περιγράφονται πόλεμοι . Αν στις περιγραφές των βιβλίων συνυπολογίσουμε τις εθνικές επετειακές σχολικές γιορτές, που οργανώνονται, και κυρίως το περιεχόμενο των πανηγυρικών, που εκφωνούνται, εύκολα διαπιστώνει κανείς/μια ότι οι πολεμικές συρράξεις καλύπτονται στο σχολείο ως απολύτως φυσιολογικές διαδικασίες. Μαθαίνουμε στα σχολεία να περιγράφουμε τους πολέμους χωρίς να προσπαθούμε να κατανοήσουμε γιατί γίνονται . Πριν 25 οργανώσαμε με το τμήμα υποδοχής παιδιών Ρομά αντιπολεμική δραστηριότητα: ζητήσαμε από τα παιδιά του σχολείου να φέρουν, αν θέλουν και αν έχουν παλιά πολεμικά παιχνίδια, για να τα καταστρέψουμε . Την επιστολή την ετοίμασαν τα παιδιά του τμήματος και την παρέδωσαν στους/στις δασκαλους/ες του σχολείου. Πριν καν κοινοποιηθεί η πρόταση στα παιδιά, δασκάλα εξέφρασε την επιφυλακτικότητά της στην δράση. Ήταν χαρακτηριστική η αποστροφή του λόγου της. «Τι είναι αυτά; Θα μας κυνηγήσουν παιδιά και γονείς». Και μόνο η διατύπωση της επιφύλαξης καταγράφει πως άλλο η συζήτηση γενικά για την Ειρήνη και άλλο η διαμόρφωση στάσεων και συμπεριφορών ακόμη και σε παιχνίδια, που προάγουν την επιθετικότητα. Η υπόθεση της Ειρήνης είναι μια δύσκολη υπόθεση και γίνεται ακόμη δυσκολότερη, όταν θα πρέπει για χάρη της να στερηθούμε κάποια μικροπράγματα- αθύρματα.
Το παρόν κείμενο το συνοδεύσουν (κάποια από τα πολλά για το θέμα) κείμενα των παιδιών Ρομά που αφορούν το θέμα. Τα κείμενα διαμορφώθηκαν με αφορμή γεγονότα, που συνέβησαν τις τελευταίες δεκαετίες στην γεωγραφική γειτονιά μας καθώς και με αφορμή τις παγκόσμιες μέρες, που όρισαν διεθνείς οργανισμοί: Μέρες αφοπλισμού(25-30 Οκτωβρίου), Μέρες δικαιωμάτων, Μέρα κατάργησης της πείνας (16 Οκτωβρίου), Μέρα του Κόκκινου χεριού (11 Φεβρουαρίου και αφορά τα παιδιά στρατιώτες), 9η Μαϊου Μέρα λήξης του Β Παγκοσμίου Πολέμου και άλλες. Όλα αυτά τα κείμενα αποτέλεσαν περιεχόμενο βιβλίων των παιδιών. Τα κείμενα των παιδιών κατατίθενται επικουρικά προκειμένου να ενισχύσουν με το περιεχόμενό τους την πρόταση της συνειδητοποίησης και δεν θα αναλυθεί η παιδαγωγική και διδακτική διαδικασία της παραγωγής τους .
Κείμενο με αφορμή τους βομβαρδισμούς της Βαγδάτης (2003)
Επίλογος
Στην σύγχρονη εποχή οι άνθρωποι και οι λαοί καυχόμαστε πολλές φορές πως έχουμε φτάσει στο αποκορύφωμα της εξέλιξης και της προόδου στις τέχνες, στις επιστήμες και σε όλες γενικά τις πτυχές του πολιτισμού. Σε αυτήν όμως την εποχή η αποτυχία μας στην ανεύρεση πανανθρώπινων ειρηνικών λύσεων σε περιπτώσεις διαφωνιών και αντιθέσεων, που θα αποτρέπουν τους φονικούς και καταστροφικούς πολέμους, δείχνει ότι στον κόσμο μας υπάρχουν ακόμα τεράστια πνευματικά πολιτικά και μορφωτικά κενά που ζητούν πλήρωση.
Ακούμε τις φωνές και τα κλάματα παιδιών του πολέμου τώρα στην Ουκρανία. Σίγουρα διαβάζοντας θα «ακούσουμε» τις φωνές τους στα βιβλία της ζωής τους, που θα δημοσιευθούν τους επόμενους μήνες. Τα ακούμε να έρχονται, όπως ακούσαμε τις φωνές εκείνων των παιδιών της Συρίας πάνω από τα κύματα του Αιγαίου πριν μερικά χρόνια. Ακούμε τις φωνές των χιλιάδων παιδιών που χάνονται και που χάθηκαν τότε . Επειδή για αυτές τις φωνές κανείς δεν λογοδοτεί, το σχολείο οφείλει τουλάχιστον να υποσχεθεί ότι θα ανοίξει τις πόρτες και τις αίθουσες να τις ακούσει.
Ο πόνος είναι αβάσταχτος, όταν βλέπουμε και ακούμε μικρά ή μεγαλύτερα παιδιά να κλαίνε για τους γονείς τους, τα αδέλφια τους, τους παππούδες και τους συγγενείς τους, που σκοτώθηκαν μπροστά στα μάτια τους. Παιδιά που εγκαταλείπουν τις εστίες τους και φεύγουν από τα σχολεία τους. Εκατομμύρια άμαχοι, ακολουθούν τον δρόμο της προσφυγιάς, με ψυχές τραυματισμένες και μια ζωή γεμάτη πλέον από τον φόβο και την οδύνη του θανάτου, την απελπισία και την αδικία.
Η φρίκη, η αγριότητα και η βαναυσότητα των πολεμικών συρράξεων που βιώνουμε στο 1ο τέταρτο του 21ου αιώνα, με αποκορύφωμα τώρα τον πόλεμο στην Ουκρανία κάνει ιδιαίτερα αισθητή την ανάγκη να βρεθεί, από κοινού, ένας μόνιμος, έγκυρος και αποδεκτός τρόπος διαλόγου από όλους τους λαούς. Πρόταγμα αυτού του διαλόγου σε αυτήν την φάση είναι η κατάπαυση του πυρός και να τεθεί σοβαρά το ζήτημα του περιορισμού και της κατάργησης των οπλικών συστημάτων. Και από αυτόν τον διάλογο δεν μπορεί να απουσιάζει η χώρα μας μιας και τα τελευταία μεταπολιτευτικά χρόνια (όπως τα αποκαλούμε) συμμετέχει πολλές φορές πρωτοστατώντας σε αυτόν τον ξέφρενο χορό των εξοπλισμών. Είναι γνωστά τα εξοπλιστικά προγράμματα της «αγοράς του αιώνα» παλαιότερα μέχρι τις τελευταίες παραγγελίες των πιο σύγχρονων εξοπλιστικών προγραμμάτων, γύρω από τα οποία στήνεται και στήθηκε ένας ξέφρενος χορός δισεκατομμυρίων ευρώ με πρόσχημα το ιδεολόγημα της ενίσχυσης της ασφάλειας και της ειρήνης .
Διερωτόμαστε άραγε για την συσχέτιση του πολέμου με το φαινόμενο της κλιματικής κρίσης και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων; Δεν θα τολμήσουμε να το απαντήσουμε
Εν κατακλείδι με αφορμή την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία θα δανειστούμε λίγες γραμμές από το βιβλίο (νουβέλα) «Το χωράφι της μάνας» του αείμνηστου Ρώσου συγγραφέα Αϊτμάτωφ. Βιβλίο το οποίο θεωρείται από τα αριστουργήματα της Ρωσικής λογοτεχνίας για την Ειρήνη: Μια μάνα η Τολγκανόη έστειλε στον πόλεμο (τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο) έναν -έναν τους γιους της. Κάθε φορά που κάποιος κατατασσόταν στο στρατό με αβέβαιη την επιστροφή, η μάνα, Τολγκανόη, γεμάτη πόνο και αγωνία για τα παιδιά της πήγαινε στο χωράφι για τσάπισμα. Εκεί μονολογούσε με το χωράφι, όπου της μίλησε η ΓΗ: «Ε!!! άνθρωποι που ζείτε πίσω απ’ τα βουνά και πέρα από τις θάλασσες! Τι θέλετε; Γη; Εδώ είμαι ‘γώ. Φυτέψτε ένα κλαδάκι. Κι εγώ θα σας το κάνω πλάτανο. Πάρτε ζώα κι εγώ θα σας δώσω χορτάρι. Χτίστε σπίτι κι εγώ θα γίνω θεμέλιο. Κι ύστερα μου μιλάς εσύ γιατί οι άνθρωποι κάνουν πόλεμο. Αυτό εξαρτάται από τη δική τους κρίση , από τη δικής τους θέληση» .
Ο άνθρωπος περπάτησε αιώνες για να φτάσει στην Χιροσίμα στο Ναγκασάκι, στο Τσερνομπιλ, το βομβαρδισμό της Βαγδάτης, της Συρίας και τώρα της Ουκρανίας. Αφού ναρκοθέτησε τον πλανήτη ΓΗ πορεύεται και προς τα άστρα. Ποιός ξέρει λέει ένας ποιητής θα τα γεμίσει και αυτά με τα όπλα της ματαιότητας που επινόησε στην ΓΗ; Ένα πάντως είναι βέβαιο ότι ο άνθρωπος έχει ως «υπερόπλο» την εκπαίδευση και τη πολιτική συνειδητοποίηση για να βαδίσει στο δρόμο του αφοπλισμού και της ΕΙΡΗΝΗΣ…
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 18/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη