Μπεκάτσες, κοτσύφια και πολλά εκλεκτά ψάρια τρελαίνονται για σκουλήκια. Αλλά και τα μικρά παιδιά «αναγαλλιάζουν», όπως ονομάζουν στα Μαστιχοχώρια την ευφρόσυνη ατμόσφαιρα. Στο τελευταίο σχολικό διάλειμμα πριν τις Χριστουγεννιάτικες διακοπές, μια ομάδα κοριτσιών με κοφτερό μυαλό-δεύτερη χρονιά στο νηπιαγωγείο- έχουν γεμίσει μια λεκάνη με γαιοσκώληκες. Δεν πάει να τους προσφέρεις λαμπερές χαρτοκοπτικές μεταλλιζέ αγγέλων! Έχουν ξελογιαστεί με τα σκουλήκια που δείχνουν να ευημερούν με τους οκτώ πόντους βροχής που έπεσαν το προηγούμενο βράδυ στην δυσκολόβροχη Νότια Χίο. Ευλογία Θεού..! Εν τω μεταξύ μαίνεται στην αυλή ο ανταγωνισμός και οι ματαιώσεις! Δεν είναι, βλέπεις, όλες επιδέξιες συλλέκτριες. Μια, απαρηγόρητη, δεν έχει συλλάβει ούτε ένα σκουλήκι και διακονεύει. Μάλλον όμως είναι και απαιτητική γιατί ζητά τρεις σκουληκαντέρες αντί για δύο που συγκαταβαίνει να της χαρίσει η συντρόφισσά της. Σε αυτό το χρονικό σημείο, η κοριτσίστικη παρέα μας πληροφορεί πως η κατοχή ενός ζευγαριού σκουληκιών πληροί τις ελάχιστες προϋποθέσεις ώστε να ευημερήσει και η κάτοχος αλλά και τα ίδια τα σκουλήκια «που χρειάζονται την παρέα»!
Ιδού ένας κοινός παρονομαστής με την επερχόμενη γιορτή των Χριστουγέννων. Όπως έγραψε χθες και η Μέντορας των δασκάλων μικρών παιδιών Τάνια Μάνεση, τα Χριστούγεννα σημαίνουν αγάπη και είναι αυτή που μεταμόρφωσε το πολυπολιτισμικό Νηπιαγωγείο του Αγίου Παντελεήμονα της νεοδιόριστης δημοφιλούς συναδέλφου σε φιλόξενη παιδαγωγική Ιθάκη..!
«Η αγάπη πάντα στέγει» γράφει ο Απ. Παύλος. Παρόμοιο και το νόημα στο επίκαιρο και ολόφρεσκο βιβλίο που εντοπίζει η πιο τσαούσα της παρέας στη σχολική βιβλιοθήκη και απαιτεί να το διαβάσουμε χριστουγεννιάτικα, βιβλίο τιμημένο με τα βραβεία Minnesota Book Award for Children’s Literature και Charlotte Huck Award Honoree, όπου ένα σκουλήκι αγαπάει ένα άλλο σκουλήκι.
«Ας παντρευτούμε», λέει το Σκουλήκι στο Σκουλήκι.
«Ναι!» απαντάει το Σκουλήκι. «Ας παντρευτούμε.»
«Θα χρειαστείτε βέρες στα δάχτυλα», λέει ο Γρύλος. «Έτσι γίνεται πάντα.»
«Μα εμείς δεν έχουμε δάχτυλα», λέει το Σκουλήκι. «Μπορούμε να τις φορέσουμε σαν ζώνες».
«Μην ξεχάσετε να έχετε μπάντα για να χορέψουμε», λέει το Σκαθάρι.
«-Μα εμείς δεν έχουμε πόδια για να χορέψουμε», λέει το σκουλήκι. «Μπορούμε απλώς να κουνιόμαστε γύρω γύρω».
Αλλά οι φίλοι τους θέλουν να μάθουν: Ποιος θα φορέσει το νυφικό; Και ποιος θα φορέσει το κοστούμι; Η απάντηση είναι μία: Δεν έχει σημασία, γιατί… Σκουλήκι αγαπάει Σκουλήκι!
Οι πιο συντηρητικοί καθαρολόγοι θα αγανακτήσουν. Τους ακούω να μειδιούν ειρωνικά, αντιδιαστέλλοντας τα βιβλία γνώσεων που αγοράζουν για τα παιδιά τους με το παραπάνω ανθρωπομορφικό παραμύθι. Δεν θα τους απευθύνω τον ψόγο ότι τα περισσότερα μη αφηγηματικά βιβλία μένουν πλέον αδιάβαστα στην εποχή του έξυπνου κινητού τηλεφώνου αλλά μάλλον την επιστημονική αντίρρηση: Ενώ ο ανθρωπομορφισμός -η απόδοση ανθρώπινων χαρακτηριστικών σε μη ανθρώπινες οντότητες- είναι εδώ και πολύ-πολύ καιρό βασικό στοιχείο των παιδικών βιβλίων με παραμύθια, οι ερευνητές έχουν επικεντρωθεί σχετικά πρόσφατα στην άμεση μέτρηση της επίδρασής του στη γνώση των παιδιών για τα πραγματικά ζώα. Σε αντίθεση με την προηγούμενη έρευνα, οι Geerdts, Van de Walle & LoBue («Learning About Real Animals From Anthropomorphic Media», 2015) διαπιστώνουν ότι η ανθρωπόμορφη γλώσσα και οι εικόνες στα βιβλία με παραμύθια δεν παρεμβαίνουν στην πραγματική εκμάθηση για πραγματικά ζώα. Παρόλο που τα παιδιά του νηπιαγωγείου άκουγαν και έλεγαν ανθρωπόμορφες ιστορίες χρησιμοποιώντας ανθρωπόμορφη γλώσσα, παρόλα αυτά ήταν καλύτερα στο να παρέχουν πραγματικές, βιολογικές εξηγήσεις μετά την ανάγνωση ενός ανθρωπόμορφου βιβλίου ιστοριών. Τα αποτελέσματά υποδηλώνουν ότι ο ανθρωπομορφισμός στα βιβλία παραμυθιών μπορεί να μην έχει τον ισχυρό, αρνητικό αντίκτυπο όπως προτάθηκε προηγουμένως και υποστηρίζει την ανάγκη για περαιτέρω έρευνα σχετικά με τον πιθανό εκπαιδευτικό ρόλο στοιχείων φαντασίας όπως ο ανθρωπομορφισμός στα παιδικά βιβλία.
Παρατηρώντας τα παιδιά να πιάνουν θαρραλέα τα σκουλήκια, ο γράφων νιώθει να αργοσαλεύει ματαιόδοξα μια κρυφή ικανοποίηση: Τα Μαστιχοχώρια δεν έχουν πλήρως εισέλθει στις μετα-οικοσιτιστικές κοινωνίες, υπάρχει μερική τροφοσυλλογή, κάποιοι γονείς διαθέτουν κοτέτσι, άλλοι βγήκαν χθες για συλλογή του νοστιμότατου αμανίτη Lactarius deliciosus, μετά τα Χριστουγεννόσχολα αρκετές μητέρες που κουράζονται να καθαρίζουν τα βράδια την πίττα- το ψιλό μαστίχι άρχισαν να το παραδίδουν στο Συνεταιρισμό-θα «ξεβαρεθούν» μαζεύοντας εδώδιμα χόρτα. Τα παιδιά τους πάλι, συλλέγουν χαρούμενα, ξινήθρες και τα κίτρινα άνθη από τους ενδημικούς ζοχούς της αυλής που σπεύδουν να μας τα χαρίσουν, αργά την άνοιξη ακρίδες και πεταλούδες που συλλαμβάνουν με την απόχη του φυσιοδίφη, παρούσα μόνιμα στην επιστημονική γωνιά, «σαλιακώνους» με τα πρωτοβρόχια και σκουληκαντέρες μετά τις μεγάλες πολύτιμες βροχές. Για τις τελευταίες, οι ερωτήσεις είναι καταιγιστικές, θυμίζοντας το μπουρίνι που μετατράπηκε η βροχή προς το τέλος: Πού ζουν; Έχουν εχθρούς; Τι τρώνε; Ευτυχώς δεν ρωτούν ποτέ σαν τα παιδιά της πόλης "Τι χρησιμεύει;" Τα παιδιά των ελληνικών χωριών δεν είναι ασύστολα τελεολογικά. Γιατί, πράγματι, όταν αφουγκραστείς την παιδική σκέψη να μελετά τις ακρίδες και τα σκουλήκια, μπορείς να ανοιχτείς στο αχανές πεδίο της Γνωσιακής Ψυχολογίας και της Φιλοσοφίας του Νου..!
Στο εικονοκλαστικό θεωρητικό άρθρο «Εννοιολογικές διαφορές ανάμεσα σε ενήλικες και παιδιά»(1988) η Susan Carey ξεκινά με ένα ανεκδοτολογικό περιστατικό: Καθώς ξεκίνησε να εξερευνά, λίγα χρόνια πριν, την απόκτηση εννοιών βιολογίας από μικρά παιδιά, πρωτοδιατύπωσε και προσπάθησε να ελέγξει εμπειρικά τον ισχυρισμό ότι οι έννοιες «ζώο» και «μωρό» που διαθέτουν τα παιδιά προσχολικής ηλικίας διαφέρουν από τις αντίστοιχες έννοιες των ενηλίκων. Λίγες μέρες μετά την παρουσίαση των προκαταρκτικών πειραματικών ευρημάτων λαμβάνει μια επιστολή από συνάδελφο που παρουσιάζει τον διάλογο ανάμεσα στην μητέρα-συνάδελφο και τον τετράχρονο γιο της. Η μητέρα που ως επιστήμονας αμφέβαλλε ρώτησε το νήπιο αν τα περιστέρια έχουν μωρά. Το μικρό παιδί απάντησε: «-Βεβαίως, και τα σκυλιά έχουν μωρά σκυλιά, οι αγελάδες μωρά αγελάδες, οι γάτες γατάκια». Σε εκείνο το σημείο η μητέρα ένιωσε τις επιφυλάξεις της να επαληθεύονται αλλά έκανε και μια τελευταία ερώτηση: «-Και τι λες για τα σκουλήκια; Έχουν τα σκουλήκια μωρά σκουλήκια;». Το μικρό παιδί αιφνιδιάστηκε, σκέφτηκε για πολλή ώρα και τελικά απάντησε διστακτικά: «Όχι… τα σκουλήκια έχουν κοντά (short) σκουλήκια» Ο γιος, αμέσως μετά, με σαφήνεια και γλαφυρότητα εξήγησε τη διαφορά ανάμεσα σε μωρά ζώων και κοντά σκουλήκια. H oυσία του συλλογισμού του: Tα μωρά είναι μικρά και αβοήθητα και χρειάζονται υποστήριξη. Τα μωρά πτηνά δεν μπορούν να πετάξουν και χρειάζονται τους γονείς τους για να τους ταΐσουν με σκουλήκια, μωρά σκυλάκια και γατάκια έχουν τα μάτια κλειστά και δεν μπορούν να περπατήσουν και, τέλος πάντων, μια αρχετυπική φιγούρα μωρού στερείται την δυνατότητα να μιλήσει, να παίξει, να περπατήσει, να φάει μόνο του, να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα. Στη νοερή αναπαράσταση του μικρού παιδιού τα σκουλήκια ήταν, από συμπεριφορικής άποψης, αποτυχημένα και χρεωκοπημένα. Δεν υπήρχε περίπτωση να διαθέτουν το περιορισμένο ρεπερτόριο σε σχέση με τα μεγαλύτερα σκουλήκια και το σωστό ήταν να τα αποκαλούμε «κοντά σκουλήκια», όπως λέμε «μικρές πέτρες» και όχι «μωρά πέτρες».
To βραβευμένο έργο της Susan Carey που τεκμηριώνει εννοιολογικές ασυνέχειες και επεισόδια αλλαγής της αναπαραστατικής δύναμης στη σκέψη των μικρών παιδιών υποδεικνύει τον περιορισμό του ανθρωποκεντρισμού ως τη σημαντικότερη αδυναμία. Ο συνάδελφός της Jeffrey Bloom χρησιμοποίησε κι αυτός τις σκουληκαντέρες («Contexts of meaning: young children's understanding of biological phenomena», 1990) Στην έρευνά του τα παιδιά, ως συνεντευξιαζόμενοι, μιλούν για τους γαιοσκώληκες και χωρίς να έχουν ολοκληρωμένη άποψη για το συγκεκριμένο ζώο, σχηματίζουν τη γνώση τους σταδιακά. Προηγούμενες ιδέες που ήδη κατέχουν, με ανθρωποκεντρικά πρότυπα, μεταφέρονται άκριτα στο ζώο που πρέπει να ερμηνεύσουν και έτσι διεξάγουν τα συμπεράσματά τους. Συγκεκριμένα, όταν ρωτήθηκαν «τι υπάρχει μέσα στο σκουλήκι;» τα παιδιά εστίασαν στο κόκκινο σημείο στο μπροστινό μέρος και υπέθεσαν ότι εκεί βρίσκονται οι καρδιές τους. Οι μαθητές της Α’ τάξης στο Καναδικό Δημοτικό σχολείο υποστήριξαν «ότι οι γαιοσκώληκες έχουν εφτά καρδιές, για αυτό και αν κοπούν τα σκουλήκια στη μέση μπορούν να ζήσουν, γιατί χρησιμοποιούν την επόμενη καρδιά, και έτσι και οι άνθρωποι τα χρησιμοποιούν για το ψάρεμα». Σε άλλη ερώτηση καταγράφεται να λένε ότι «τα σκουλήκια στο εσωτερικό τους έχουν νεύρα όπως έχουμε κι εμείς, για αυτό τον λόγο και διπλώνονται όπως διπλωνόμαστε και εμείς όταν μας πληγώνουν». Στην ερώτηση « Αν θα ήταν ωραίο να ζουν στο χώμα;» τα παιδιά σχολιάζουν πως «θα ήταν λάσπη. Θα ήσουν βρόμικος όλη την ώρα και η μαμά σου θα φώναζε : “έλα εδώ γρήγορα και βάλε καθαρά ρούχα, κυλιέσαι συνέχεια μέσα στη λάσπη!”».
Σε έντονη αντίθεση με τους ενηλίκους, τα μικρά παιδιά από το νησί της Χίου αλλά και τα νησιά του Μανχάταν και του Χονγκ Κονγκ θα παρέχουν αλαλούμ ανθρωποκεντρικές και τελεολογικές εξηγήσεις σχεδόν για όλα τα έμβια όντα, ισχυριζόμενα ότι τα λιοντάρια υπάρχουν για να πηγαίνουν στο ζωολογικό κήπο και τα σύννεφα για να βρέχουν ή όταν ερωτούνται γιατί κοιμούνται ή αναπαράγονται διάφορα ζωντανά όντα θα απαντούν: «Επειδή θέλουν να ονειρεύονται» ή «Επειδή θέλουν να κάνουν μωρά», ερμηνεύοντας έτσι αυτές τις διαδικασίες ως ψυχολογικές παρά βιολογικής φύσης. Αυτή η άποψη, που έχει παρουσιαστεί με ενάργεια από την αναπτυξιακή ψυχολόγο Deborah Kelemen, προκύπτει από τη διαπίστωση ότι τα παιδιά αποτυγχάνουν να ομαδοποιήσουν και στη συλλογιστική τους περιορίζονται από όρους ψυχολογικών καταστάσεων σχετικά με τα βιολογικά μέρη και τις ιδιότητες.
Η προσωπική μου άποψη είναι σημαντικά διαφορετική. Αν και υπολήπτομαι απεριόριστα το τιτάνιο έργο της Susan Carey στην αναπτυξιακή ψυχολογία και την ανάδειξη της εννοιολογικής αλλαγής (για μια αυτοβιογραφία της εδώ: https://www.harvardlds.org/wp-content/uploads/2022/12/Carey-in-press.pdf ) συγκατανεύω με μια δεύτερη οπτική, η οποία συμπίπτει και με την άποψη του Frank Keil, του πανεπιστημίου Yale, κατά τον οποίο τα βιολογικά φαινόμενα ερμηνεύονται με εντελώς αυτόνομο και ενδεχομένως εμφυτοκρατικό τρόπο. Υποστηρίζει ότι παιδιά τεσσάρων έως επτά ετών, ή μπορεί και νεότερα, επιδίδονται σε διακριτή βιολογική συλλογιστική, διότι η διαισθητική βιολογία είναι εξ αρχής μία ξεχωριστή περιοχή, που δεν δείχνει να καθοδηγείται πλήρως από την ανθρωποκεντρική διαισθητική ψυχολογία. Οι Hatano και Inagaki (1997,1993), συμπληρώνουν και επαυξάνουν τον παραπάνω διαχωρισμό και ισχυρίζονται πως πρόκειται για έμφυτες τάσεις του ανθρώπου να ιδρύουν την βιολογική περιοχή, γιατί είναι ζωτικής σημασίας για το είδος μας να γνωρίζουμε για τα ζώα και τα φυτά ως εν δυνάμει τροφοί (Wellman & Gelman, 1992), καθώς επίσης και των σωματικών λειτουργιών μας. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί, πως οι προαναφερθέντες δεν πιστεύουν, όπως ο Keil, ότι η βιολογική γνώση είναι εντελώς ανεξάρτητη από ψυχολογικές επιρροές. Πιστεύουν πως τα άλλα δύο διακριτά πεδία, της ψυχολογίας και της φυσικής, προηγούνται της βιολογίας. Και οι δύο σχολές, όμως, που μελετούν πώς τα μικρά παιδιά ενορχηστρώνουν τη σκέψη γύρω από τα ζωντανά όντα, συμφωνούν ότι απαιτείται μια εννοιολογική αναδιoργάνωση στη σκέψη των παιδιών η οποία επέρχεται με την μακροχρόνια έκθεση σε προσεκτικά σχεδιασμένη διδασκαλία.
Eπιπροσθέτως, η ανάπτυξη της βιολογικής σκέψης περιορίζεται από το πολιτισμικό πλαίσιο: Τα παιδιά της Αθήνας έχουν περισσότερες πιθανότητες να απαντήσουν όπως τα παιδιά στο Αγγλοσαξονικό άστυ- στην έρευνα της Kelemen, που όταν ρωτήθηκαν «Γιατί είναι μια τίγρη;», έδωσαν απαντήσεις όπως «Μια τίγρη είναι για δάγκωμα» ή «Μια τίγρη είναι για να υπάρχει σε ζωολογικό κήπο»). Η ίδια η Kelemen συζήτησε πώς οφείλει να ερμηνεύσει αυτές τις δηλώσεις. Πιστεύουν, αναρωτήθηκε, κυριολεκτικά τα παιδιά ότι ο λόγος που υπάρχει μια τίγρη είναι για να δαγκώσει; Ή ότι ο μεγαλύτερος σκοπός της ζωής μιας τίγρης είναι να βρίσκεται στο ζωολογικό κήπο;
Oπωσδήποτε, τέτοια ερευνητικά προγράμματα, όπως το παραπάνω, οφείλουν να περιλαμβάνουν και οικοσιτιστικούς πολιτισμούς που τα μικρά παιδιά εκτίθενται, έστω και μερικώς, στην άγρια φύση. Αλλά πια, όλος ο δυτικός κόσμος οδεύει ραγδαία στην μετα-οικοσιτιστική εποχή. Και οι συνάδελφοι δάσκαλοι & δασκάλες μικρών παιδιών στην αυλή υιοθετούν, πιθανώς σωστά, μια αντι-ιεραρχική άποψη που υπερασπίζει το δικαίωμα στους γαιοσκώληκες να μην πιάνονται από παιδικά χέρια, σε αντίθεση με τη «scala naturae» του Μεσαιωνικού Αριστοτελισμού. Στο αμφιλεγόμενο ζήτημα, σήμερα η διαπρεπής Μartha Nussbaum, στο βιβλίο της «Δικαιοσύνη για τα ζώα», αποφθέγγεται ότι η βασική διάκριση που οφείλει η ανθρωπότητα είναι ανάμεσα στα αισθανόμενα ζώα (εκείνα που έχουν μια υποκειμενική οπτική για τον κόσμο, που αισθάνονται πόνο και ευχαρίστηση) και τα άλλα. Αυτή η διάκριση, η εύρεση ποια ζώα αισθάνονται πόνο, απαιτούσε προηγμένη έρευνα και έγινε μόλις πρόσφατα.
Kαι ίσως, η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου να είναι σύνθετη. Γιατί οι γαιοσκώληκες στις σχολικές αυλές πάντα θα ευημερούν. Ακόμα και τα φετινά Χριστούγεννα, με τις πολυνεριές, ελάχιστοι βρήκαν κακό μπελά στα χεράκια μικρών παιδιών. Σε αντίθεση με τα πολλά δισεκατομμύρια που ψοφούν από τα διασυστηματικά φυτοφάρμακα και την αλόγιστη χρήση ζιζανιοκτόνων.
* Κώστας Προμπονάς, Προϊστάμενος Νηπιαγωγείου Πυργίου Μαστιχοχώρια
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη