Νωδός σημαίνει: χωρίς δόντια, φαφούτης
π.χ. «Εμφανίστηκε ένα μεγάλης ηλικίας άτομο, που ήταν και νωδός, έτσι κανείς δεν καταλάβαινε τι λέει»
π.χ. «Χαρακτηριστικό των νωδών είναι η δυσκολία στην προφορά ορισμένων φθόγγων»
Ετυμολογία : αρχαία λέξη νωδός < στερητ. νη- [όπως νηνεμία] + ὀδούς, ὀδόντος [το ο τού ὀδούς «δόντι» ετράπη σε ω- λόγω τής συνθέσεως, όπως ἀνωφελής < ἀν- + ὄφελος,ἐπώνυμος < ἐπί + ὄνυμα]
Επίθετο
νωδός, -ή, -ό
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 22/01
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση