ΟΙ συγχωνεύσεις και καταργήσεις Τμημάτων ΑΕΙ που αναμένονται το 2025 στο πλαίσιο της χωροταξικής αναδιάρθρωσης, δεν θα έχουν στόχο την υπερσυγκέντρωση προγραμμάτων σπουδών σε ΑΕΙ μεγάλων αστικών κέντρων και την ερήμωση των μικρότερων και πιο απομακρυσμένων Πανεπιστημίων.
Αντιθέτως, «η οποιαδήποτε ακαδημαϊκή αλλαγή πρέπει να βασίζεται στα αποτελέσματα των αξιολογήσεων και οι όποιες προτάσεις πρέπει να έχουν στόχο να περιορίσουν την κατακερματισμένη προσφορά σπουδών προς όφελος του φοιτητικού πληθυσμού, να ενισχύσουν τη συνοχή, τον εκσυγχρονισμό και την ανταγωνιστικότητα των πανεπιστημιακών τμημάτων σε σχέση και με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και της κοινωνίας»
Ο Πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), καθηγητής και πρώην πρύτανης κ.Περικλής Μήτκας, στη συνέντευξη που παραχώρησε στο alfavita.gr εξηγεί αναλυτικά τον τρόπο με τον οποίον η Αρχή θα γνωμοδοτήσει για τις επικείμενες συγχωνεύσεις στα ΑΕΙ και τονίζει ότι ο κίνδυνος για τα τμήματα που δεν προσελκύουν αρκετούς φοιτητές εξαρτάται από την ικανότητα των ΑΕΙ και του κράτους να αναπτύξουν στρατηγικές για την ενίσχυση της ελκυστικότητάς τους.
«Η ΕΒΕ δεν καθορίζει αυτόματα την τύχη των τμημάτων, αλλά η χαμηλή ζήτηση, σε συνδυασμό με τη μείωση των επιχορηγήσεων λόγω των χαμηλών εγγραφών, μπορεί να οδηγήσει σε αναδιάρθρωση», σημειώνει.
Ο Περικλής Μήτκας εξηγεί επίσης τα κριτήρια με τα οποία η ΕΘΑΑΕ θα εγκρίνει τα επερχόμενα μη κρατικά πανεπιστήμια.
Υπογραμμίζει ότι για την πιστοποίησή τους θα εφαρμοστούν τα ίδια πρότυπα και η ίδια διαδικασία για αρχική πιστοποίηση όπως ισχύει για τα νέα Προγράμματα Σπουδών των Δημοσίων Πανεπιστημίων.
Υπενθυμίζει ότι οι απόφοιτοί τους θα έχουν, εκ του νέου νόμου, τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα με τους αποφοίτους ΠΣ με την ίδια ονομασία και την ίδια διάρκεια σπουδών.
Δίνει το περίγραμμα των ενεργειών της ΕΘΑΑΕ για την επικείμενη χωροταξική αναδιάρθρωση.
Και εκτιμά ότι σημαντικό ποσοστό προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών (στα Δημόσια ΑΕΙ) παραμένει χωρίς επικαιροποίηση των γνωστικών αντικειμένων, παρά τα εντοπισμένα ελλείμματα ως προς τα μαθησιακά αποτελέσματα και την παροχή νέων δεξιοτήτων που να συμβαδίζουν με τις σύγχρονες απαιτήσεις.
Ολη η συνέντευξη του Περικλή Μήτκα στο alfavita.gr
Σύμφωνα με το νόμο για την επικείμενη λειτουργία των Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (Ν.Π.Π.Ε.) η ΕΘΑΑΕ έχει αρμοδιότητες να εγκρίνει την άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας των παραρτημάτων, αλλά και την ποιότητα των προγραμμάτων σπουδών. Ποια βασικά κριτήρια θα χρησιμοποιήσετε για να κριθεί αν ένα νέο ΝΠΠΕ (σ.σ. μη κρατικά πανεπιστήμια) είναι κατάλληλο να λειτουργήσει στη χώρα;
Τα κριτήρια αδειοδότησης παραρτήματος ΝΠΠΕ αναφέρονται στον Νόμο 5094/2024 που ψηφίστηκε τον περασμένο Μάρτιο. Η ΕΘΑΑΕ, στο πλαίσιο της δικής της αρμοδιότητας και κατά το μέρος που αφορά πρωτίστως την ακαδημαϊκή λειτουργία του ΝΠΠΕ, έχει ετοιμάσει το απαιτούμενο υπόδειγμα υποβολής αίτησης και των απαραίτητων δικαιολογητικών ώστε να γίνει σωστά ο έλεγχος των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται από κάθε υποψήφιο ίδρυμα. Ο φάκελος με την τεκμηρίωση της αίτησης θα εξετάζεται από τριμελή ειδική επιτροπή εμπειρογνωμόνων, που μπορεί να απαρτίζεται από ένα μέλος του Ανώτατου Συμβουλίου της ΕΘΑΑΕ και δύο Καθηγητές εγνωσμένου κύρους σε πανεπιστήμια του εξωτερικού με εμπειρία και στη διοίκηση ακαδημαϊκών μονάδων. Η διαδικασία αξιολόγησης θα περιλαμβάνει επίσης και επιτόπια επιθεώρηση στις εγκαταστάσεις του παραρτήματος ΝΠΠΕ.
Αφού εγκριθούν κάποια ΝΠΠΕ θα πρέπει κατόπιν και να πιστοποιηθούν οι σχολές/τμήματα που θα λειτουργήσουν; Αυτό είναι μια διαφορετική διαδικασία; Πότε και πώς θα γίνει;
Σύμφωνα με την πρόσφατη ελληνική νομοθεσία, κάθε νέο πρόγραμμα σπουδών (ΠΣ) πρέπει να πιστοποιηθεί από την ΕΘΑΑΕ πριν από την έναρξη λειτουργίας του. Πράγματι, πρόκειται για διαφορετική διαδικασία από εκείνη της χορήγησης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας, επομένως αυτή η διαδικασία θα πραγματοποιηθεί μετά την έγκριση λειτουργίας των παραρτημάτων ΝΠΠΕ. Θα εφαρμοστούν τα ίδια πρότυπα και η ίδια διαδικασία για αρχική πιστοποίηση όπως ισχύει για τα νέα Προγράμματα Σπουδών των Δημοσίων Πανεπιστημίων. Η πιστοποίηση είναι μια διαδικασία διασφάλισης ποιότητας που πραγματοποιείται με βάση συγκεκριμένα, προκαθορισμένα, διεθνώς αποδεκτά και εκ των προτέρων δημοσιοποιημένα ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια, εναρμονισμένα με τις Αρχές και Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη Διασφάλιση της Ποιότητας στον Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης (ESG 2015). Η πιστοποίηση διασφαλίζει ότι το πρόγραμμα σπουδών που προσφέρει ένα ίδρυμα πληροί όλες τις τυπικές προδιαγραφές που προβλέπονται από το πρότυπο της ΕΘΑΑΕ και το οικείο Ίδρυμα, αλλά και ότι οι γνώσεις, οι ικανότητες και οι δεξιότητες των αποφοίτων του συγκεκριμένου κύκλου σπουδών αντιστοιχούν στα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα και ακαδημαϊκά προσόντα. Όλα τα πρότυπα για την πιστοποίηση της ποιότητας των σπουδών είναι δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα της ΕΘΑΑΕ.
Ποιο είναι το πρότυπο που χρησιμοποιεί η ΕΘΑΑΕ για την πιστοποίηση της ποιότητας σε κάθε πρόγραμμα ΑΕΙ;
Η ΕΘΑΑΕ, ως μέλος του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου για τη Διασφάλιση της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ENQA), έχει αναπτύξει πρότυπα διασφάλισης της ποιότητας για το σύνολο των Προγραμμάτων Σπουδών (προπτυχιακά, μεταπτυχιακά, διδακτορικά), για τα προγράμματα δια βίου μάθησης και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, καθώς και τα προγράμματα συνεργασίας με άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής.
Η πιστοποίηση διενεργείται με ενιαία κριτήρια και διαδικασίες, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τις αποφάσεις της ΕΘΑΑΕ καθώς και τις δεσμεύσεις της χώρας μας ως μέλους του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΧΑΕ). Πρόκειται για διαδικασία που ικανοποιεί τις απαιτήσεις διαφάνειας και αξιοκρατίας, αφού βασίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία και πραγματοποιείται από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες. Τα αποτελέσματα κάθε πιστοποίησης δημοσιεύονται και είναι διαθέσιμα σε όλους τους ενδιαφερόμενους.
Πολύ συνοπτικά, τα βασικά βήματα της διαδικασίας πιστοποίησης είναι η υποβολή Πρότασης Πιστοποίησης από το ενδιαφερόμενο Ίδρυμα, η οποία συντάσσεται σύμφωνα με το οικείο πρότυπο ποιότητας και περιλαμβάνει Έκθεση Αυτοαξιολόγησης. Ακολουθεί η εξωτερική αξιολόγηση από Επιτροπή ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων, η οποία συνήθως διενεργεί και επιτόπια επίσκεψη στο Ίδρυμα και την ακαδημαϊκή μονάδα. Η Επιτροπή υποβάλλει την Έκθεση Πιστοποίησης στο ειδικό Συμβούλιο Αξιολόγησης και Πιστοποίησης της ΕΘΑΑΕ, το οποίο εκδίδει (ή όχι) τη σχετική απόφαση και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της πιστοποίησης. Θα ήθελα να τονίσω ότι προβλέπεται συνεχής παρακολούθηση της πορείας του πιστοποιημένου ΠΣ από το ίδιο το ΑΕΙ εσωτερικά αλλά και με την υποβολή στην ΕΘΑΑΕ έκθεσης προόδου σε διάστημα δύο ετών από την πιστοποίηση. Τέλος, η όλη διαδικασία επαναλαμβάνεται κάθε πέντε χρόνια.
Τι θα ισχύσει σχετικά με τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων μη κρατικών ΑΕΙ; Θα είναι τα ίδια με αυτά των δημοσίων ΑΕΙ για παρόμοιες/ους ή ίδιες/ους κλάδους και ειδικότητες;
Σύμφωνα με τον νόμο, οι απόφοιτοι μη κρατικών ΑΕΙ θα έχουν τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα με τους αποφοίτους ΠΣ με την ίδια ονομασία και την ίδια διάρκεια σπουδών.
Η νομοθεσία για τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων κρατικών και μη κρατικών ΑΕΙ στην Ελλάδα είναι ένα ζήτημα που έχει προκαλέσει ήδη συζητήσεις τα τελευταία χρόνια. Η ΕΘΑΑΕ δεν είναι βεβαίως αρμόδια για την απόδοση και κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων. Επιπλέον, υπάρχουν και τα νομοθετικώς ρυθμιζόμενα επαγγέλματα που απαιτούν ειδικές διαδικασίες ρύθμισης και ένταξης στους κόλπους κάθε επαγγελματικής κοινότητας (όπως για την άσκηση επαγγελμάτων υγείας, μηχανικών, ψυχολογίας, κ.λπ.) για τα οποία απαιτείται σύμπραξη αρκετών φορέων.
Όσον αφορά στα δημόσια ΑΕΙ, περιμένουμε από το ερχόμενο ακαδημαϊκό έτος συγχωνεύσεις Τμημάτων ή και καταργήσεις. Ποιος ο ρόλος της ΕΘΑΑΕ στην αναμενόμενη χωροταξική αναδιάρθρωση;
Η ΕΘΑΑΕ παρακολουθεί συστηματικά τις επιδόσεις των Τμημάτων και Σχολών όλης της χώρας, μέσω σειράς βασικών ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών με καταγραφή των δεδομένων στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Εθνικό Σύστημα Ποιότητας (ΟΠΕΣΠ) που έχει αναπτύξει η ίδια. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να έχει μια συνολική εικόνα τόσο για τη ελκυστικότητα των τμημάτων και τις επιμέρους επιδόσεις τους, όσο και για τυχόν προβλήματα και ελλείψεις που αντιμετωπίζουν. Η ΕΘΑΑΕ είναι φυσικά αρμόδια να εισηγείται επί θεμάτων αναδιάρθρωσης του ακαδημαϊκού χάρτη και διαδραματίζει κομβικό ρόλο. Ωστόσο, η κουλτούρα ποιότητας που έχει αρχίσει να εμπεδώνεται τα τελευταία χρόνια στα ΑΕΙ μέσα από τις δράσεις διασφάλισης ποιότητας που υλοποιούνται, θα πρέπει να αποτελεί μοχλό αλλαγής και να οδηγεί τα ίδια τα ΑΕΙ να υιοθετούν έναν στρατηγικό σχεδιασμό βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και της φέρουσας ικανότητας κάθε Ιδρύματος. Ήδη κάποια Ιδρύματα τόλμησαν να προτείνουν και εφαρμόζουν αναδιαρθρώσεις στην κατεύθυνση αυτή, ακόμη και μέσα από τη συγχώνευση κάποιων Τμημάτων και με την υιοθέτηση νέων πιο ανταγωνιστικών προγραμμάτων σπουδών που εναρμονίζονται με τις σύγχρονες τάσεις και εξελίξεις της επιστήμης και της τεχνολογίας.
Προς άρση οποιασδήποτε παρερμηνείας, στόχος δεν είναι η υπερσυγκέντρωση προγραμμάτων σπουδών σε ΑΕΙ μεγάλων αστικών κέντρων και η ερήμωση των μικρότερων και πιο απομακρυσμένων Πανεπιστημίων. Αντιθέτως, η οποιαδήποτε ακαδημαϊκή αλλαγή πρέπει να βασίζεται στα αποτελέσματα των αξιολογήσεων και οι όποιες προτάσεις πρέπει να έχουν στόχο να περιορίσουν την κατακερματισμένη προσφορά σπουδών προς όφελος του φοιτητικού πληθυσμού, να ενισχύσουν τη συνοχή, τον εκσυγχρονισμό και την ανταγωνιστικότητα των πανεπιστημιακών τμημάτων σε σχέση και με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και της κοινωνίας.
Η ΕΘΑΑΕ, σε κάθε περίπτωση, αφουγκράζεται τις ανάγκες των Ιδρυμάτων και κάθε δράση που υλοποιείται γίνεται με διαβούλευση και συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα μέρη ώστε να διασφαλίζεται η αποδοχή και η αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων αλλαγών και το δημόσιο συμφέρον.
Η ΕΒΕ, όπως εφαρμόζεται, άφησε τα τελευταία χρόνια πολλές κενές θέσεις σε διάφορα μη περιζήτητα (αλλά όχι μόνο) τμήματα ιδίως περιφερειακών ΑΕΙ. Υπάρχει κάποιος σχεδιασμός να γίνουν πιο ελκυστικά ή κινδυνεύουν με «λουκέτο»;
Ο αριθμός των κενών θέσεων είναι ένα μόνο από τα κριτήρια που λαμβάνουμε υπόψη στην ανάλυση των δυνάμεων και των αδυναμιών ενός Τμήματος. Ο σχεδιασμός για βελτιωτικές παρεμβάσεις πρέπει να εξετάζει τις συγκεκριμένες συνθήκες και επιλογές του ιδρύματος και να βασίζεται κυρίως στην στρατηγική του. Το επιθυμητό αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων περιλαμβάνει και την ανάληψη της ευθύνης σε περίπτωση που πρέπει να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις.
Για να καταστούν πιο ελκυστικά κάποια Τμήματα περιφερειακών ΑΕΙ, θα πρέπει να εξετάσουν νέες στρατηγικές για την ενίσχυση της ποιότητας των προγραμμάτων τους, ενσωματώνοντας καινοτόμες διδακτικές μεθόδους, διεπιστημονικές συνεργασίες με άλλους φορείς και εξειδίκευση που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και να υποστηρίζεται από τη γεωγραφική τους θέση.
Αν η διαφορά μεταξύ αριθμού εισακτέων και εισαχθέντων παραμένει από χρόνο σε χρόνο, θα πρέπει να εξεταστούν σενάρια, όπως ήδη ανέφερα, από τα ίδια τα ΑΕΙ και ενδεχομένως να απαιτηθούν εν τέλει συγχωνεύσεις που θα δημιουργήσουν πιο ισχυρά και ανταγωνιστικά Προγράμματα Σπουδών. Τα περιφερειακά ΑΕΙ μπορούν π.χ. να προχωρήσουν σε ενίσχυση των προγραμμάτων πρακτικής άσκησης και συνεργασίας με τοπικές επιχειρήσεις, δημιουργώντας έτσι ένα πιο ισχυρό δίκτυο αποφοίτων και επαγγελματικών ευκαιριών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Και στο ζήτημα αυτό απαιτείται η στήριξη της Πολιτείας, λαμβανομένων υπόψη και των υφιστάμενων οικονομικο-κοινωνικών συνθηκών στη χώρα. Η Πολιτεία πρέπει να εξετάζει διαρκώς τη δυνατότητα προσφοράς κινήτρων για τους φοιτητές/τριες, με υποτροφίες ή επιδοτήσεις, ώστε να ενισχυθεί η προσέλευση σε αυτά τα τμήματα, αλλά και την πρόβλεψη στεγαστικών λύσεων ειδικά στις τουριστικές περιοχές που η φοιτητική στέγαση είναι εξαιρετικά δύσκολη.
Ο κίνδυνος για τα τμήματα που δεν προσελκύουν αρκετούς φοιτητές εξαρτάται, λοιπόν, από την ικανότητα των ΑΕΙ και του κράτους να αναπτύξουν στρατηγικές για την ενίσχυση της ελκυστικότητάς τους. Η ΕΒΕ δεν καθορίζει αυτόματα την τύχη των τμημάτων, αλλά η χαμηλή ζήτηση, σε συνδυασμό με τη μείωση των επιχορηγήσεων λόγω των χαμηλών εγγραφών, μπορεί να οδηγήσει σε αναδιάρθρωση. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση παραμένει υπό διαρκή παρακολούθηση και στόχος είναι η εξασφάλιση της βιωσιμότητας των περιφερειακών τμημάτων, αλλά με ορθολογικά κριτήρια.
Ποια είναι η εικόνα που έχετε για τα δημόσια πανεπιστήμια μετά από τόσες αξιολογήσεις και πιστοποιήσεις; Ποια είναι τα δυνατά και ποια τα πιο αδύνατα σημεία που θα πρέπει να προσέξει η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση;
Η αξιολόγηση και πιστοποίηση έχει συμβάλει στην αναβάθμιση των προγραμμάτων σπουδών των ελληνικών ΑΕΙ, καθώς γίνεται προσπάθεια αυτοβελτίωσης, τήρησης προτύπων και καλών πρακτικών και προσαρμογή, όπου απαιτείται σε διεθνή αναγνωρισμένα ακαδημαϊκά πρότυπα. Τα Πανεπιστήμια έχουν κάνει σημαντικά βήματα καταγραφής και δημοσιοποίησης δεικτών που περιγράφουν τη λειτουργία τους και έχουν πιστοποιήσει σχεδόν το σύνολο των προπτυχιακών τους προγραμμάτων έχοντας ενσωματώσει σε αυτά σημαντικές βελτιώσεις.
Τα περισσότερα ιδρύματα, εκμεταλλευόμενα τις δυνατότητες που παρέχει η πρόσφατη νομοθεσία, αναπτύσσουν δράσεις με στόχο την ενίσχυση της διεθνούς τους παρουσίας και αναγνώρισης αλλά και της διασύνδεσης με την αγορά εργασίας. Αξίζει να αναφέρουμε την αυξανόμενη προσφορά ξενόγλωσσων προγραμμάτων προπτυχιακών σπουδών για αλλοδαπούς, τη συμμετοχή 16 ελληνικών ΑΕΙ στις Συμμαχίες Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων, την δημιουργία 175 ξενόγλωσσων μεταπτυχιακών, καθώς και την ίδρυση επαγγελματικών μεταπτυχιακών με τη συνεργασία δημόσιων και ιδιωτικών φορέων. Τα Πανεπιστήμιά μας ενισχύουν ουσιαστικά τον ρόλο και το προφίλ τους, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για τη φοιτητική και εν γένει ακαδημαϊκή κοινότητα.
Ωστόσο, σημαντικό ποσοστό προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών παραμένει χωρίς επικαιροποίηση των γνωστικών αντικειμένων, παρά τα εντοπισμένα ελλείμματα ως προς τα μαθησιακά αποτελέσματα και την παροχή νέων δεξιοτήτων που να συμβαδίζουν με τις σύγχρονες απαιτήσεις. Η πιστοποίηση των ΠΣ ανέδειξε την ανάγκη για συνέργειες και διεπιστημονικότητα σε αντικείμενα χαμηλής ζήτησης και την ανάγκη συστηματικής απόκτησης ψηφιακών δεξιοτήτων του προσωπικού και αξιοποίησης πληροφοριακών συστημάτων και εργαλείων στην ακαδημαϊκή και διοικητική δραστηριότητα των Ιδρυμάτων.
Η ακαδημαϊκή έρευνα στα ελληνικά πανεπιστήμια παραμένει ικανοποιητική, ωστόσο τα ΑΕΙ έχουν χάσει την πρώτη θέση στην ευρωπαϊκή χρηματοδότηση έρευνας και καταλαμβάνουν την τρίτη θέση, μετά τα ερευνητικά κέντρα και τις επιχειρήσεις, με εμφανή την απουσία κεντρικής ερευνητικής στρατηγικής σε κάθε ίδρυμα.
Το νέο θεσμικό πλαίσιο των ΑΕΙ παρέχει σημαντικές ευκαιρίες στα Ιδρύματα για μεγαλύτερη εξωστρέφεια και ακαδημαϊκές συνέργειες, ενίσχυση της έρευνας και της συνεργασίας με τη βιομηχανία, προσέλκυση διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού από το εξωτερικό.
Με άλλα λόγια, η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει σημαντικά δυνατά σημεία, αλλά για να πετύχει μια πλήρη αναβάθμιση και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος, απαιτείται να επικεντρωθεί σε στρατηγικές που θα ενισχύουν την ποιότητα, τη σύνδεση με την αγορά εργασίας και την ανταγωνιστικότητά της στο διεθνές περιβάλλον.