Του Νίκου Μάστορα
Μελέτη για τις συγχωνεύσεις πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ανά τον κόσμο, περιλαμβάνεται στην πρόσφατη έκθεση της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας (ΑΔΙΠ) για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση το 2018, που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα. Το alfavita.gr καταγράφει τις διαπιστώσεις της ΑΔΙΠ αλλά και τις επιφυλάξεις της Αρχης για το ζήτημα αυτό, που κυριάρχησε στην εκπαιδευτική επικαιρότητα το προηγούμενο έτος.
"Ο ανταγωνισμός στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, οι οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις, η αυξανόμενη ζήτηση, οι προσδοκίες των φοιτητών, οι πρωτοβουλίες για περισσότερη αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα στη λειτουργία των συστημάτων ανώτατης εκπαίδευσης έχουν συμβάλει καθοριστικά στην ενίσχυση ανάπτυξης συνεργατικών σχημάτων στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Ειδικότερα, η ανάγκη των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης για ποιότητα σε ένα παγκοσμιοποιημένο και ευμετάβλητο οικονομικό περιβάλλον με μειωμένους προϋπολογισμούς τα ωθεί να αναζητήσουν τρόπους και στρατηγικές συνεργασιών.
Οι συνεργασίες αυτές μπορεί να χαρακτηρίζονται από οποιαδήποτε μορφή και βαθμό πολυπλοκότητας. Είναι δυνατόν, δηλαδή, μια συνεργασία να γίνεται στο πλαίσιο ενός ερευνητικού έργου, να οδηγεί στην ανάπτυξη συμμαχιών για την προώθηση συγκεκριμένων στόχων (π.χ. κινητικότητα, ενίσχυση κοινής πολιτισμικής ταυτότητας μιας περιοχής), να αφορά στη δημιουργία μιας νέας ακαδημαϊκής οντότητας από 2 ή περισσότερες ακαδημαϊκές μονάδες ή την απορρόφηση της μιας από μια άλλη (συγχώνευση).
Ο σχηματισμός συμμαχιών μεταξύ ιδρυμάτων και οι συγχωνεύσεις δεν αποτελούν μια νέα πρακτική στον παγκόσμιο χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης.
Είναι σύνηθες τα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης να αναπτύσσουν μεταξύ τους «στρατηγικές» συμμαχίες και δίκτυα συνεργασίας με στόχο (α) την οργανωσιακή τους ενδυνάμωση, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός δυναμικού και ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, (β) την επίλυση κοινών προβλημάτων και (γ) τη δημιουργία παγκόσμια αναγνωρισμένων νησίδων αριστείας στην εκπαίδευση και την έρευνα. Η American Association of Universities (1900) είναι ίσως η παλαιότερη συμμαχία πανεπιστημίων, η οποία δημιουργήθηκε για να δώσει λύση στο πρόβλημα αποδοχής Αμερικανών φοιτητών από τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια (λόγω αμφιβολιών που υπήρχαν ως προς το επίπεδο σπουδών ορισμένων αμερικανικών ιδρυμάτων). Νεότερες συμμαχίες πανεπιστημίων είναι η U4 στην Ευρώπη, η U15 στον Καναδά, η Russell Group στο Ηνωμένο Βασίλειο και η SKY στη Νότια Κορέα. Αντίστοιχα, παραδείγματα δικτύων συνεργαζόμενων ιδρυμάτων είναι η League of European Research Universities (LERU) και το Guild of European Research Intensive Universities.
Ως προς τις συγχωνεύσεις, ήδη από τον 19ο αιώνα καταγράφονται οι πρώτες συνεργασίες ιδρυμάτων στις ΗΠΑ, οι οποίες ξεπέρασαν τις 70 μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν σημειωθεί συγχωνεύσεις δημόσιων ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης σε αρκετές χώρες, όπως στην Αυστραλία, τη Νότια Αφρική, τη Ρωσία και την Κίνα. Μόνο στην Κίνα υπολογίζεται ότι μετά το 1990 έλαβαν χώρα πάνω από 400 συγχωνεύσεις μεταξύ 1.000 περίπου δημοσίων ιδρυμάτων ανώτατης
εκπαίδευσης με γνώμονα τη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς τους. Παράλληλα με αυτές τις συγχωνεύσεις είναι δυνατό να έχουν γίνει και άλλες μεταξύ ιδρυμάτων που εντάσσονται στην ανώτατη εκπαίδευση (όχι πανεπιστήμια), οι οποίες όμως δεν έχουν καταγραφεί.
Συγχωνεύσεις έχουν γίνει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σύμφωνα με στοιχεία της EUA, από το 2000 ως το 2019 έχουν καταγραφεί 129 περιπτώσεις συγχωνεύσεων (27 εκ των οποίων με τουλάχιστον τέσσερα (4) ιδρύματα, 23 με τρία (3) ιδρύματα και 79 με δύο (2)). Ως προς τον τύπο των συγχωνευόμενων ιδρυμάτων σε 27 περιπτώσεις συμμετείχαν ιδρύματα 3 τύπων, σε 62 περιπτώσεις ιδρύματα 2 τύπων και σε 40 περιπτώσεις ιδρύματα του ίδιου τύπου (οι 5 αφορούν πανεπιστήμια εφαρμοσμένων επιστημών, οι 11 εξειδικευμένα ιδρύματα και οι 24 πανεπιστήμια)
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μια από τις σημαντικότερες εξελίξεις ως προς αυτό το θέμα αποτελεί ο θεσμός των «Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων».
Το 2017, στη Σύνοδο του Γκέτεμποργκ, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έθεσαν τα θεμέλια του οράματός τους για την εκπαίδευση και τον πολιτισμό, στο οποίο κεντρικό ρόλο έχουν τα «Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια». Πρόκειται για δίκτυα ευρωπαϊκών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης (και άλλων μη ακαδημαϊκών εταίρων) με κοινή στρατηγική που θα προωθήσουν τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες και ταυτότητα. Στόχος είναι να συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής ανώτατης εκπαίδευσης. Η πρωτοβουλία αυτή, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως σημαντική εξέλιξη στην ευρωπαϊκή ανώτατη εκπαίδευση, αξιοποιεί τη διαφορετικότητα και ενισχύει τη συνεργασία με στρατηγικό ορίζοντα αναφοράς. Σημειώνεται ότι στους κεντρικούς άξονες της πρωτοβουλίας αυτής ανήκει και η διασφάλιση της ποιότητας όπως και η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της ως προς τις δράσεις των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων. Σε σχετική πρόσκληση της EACEA (Education, Audiovisual and Culture Executive Agency) για την υποβολή προτάσεων δημιουργίας Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων κατατέθηκαν 54 αιτήσεις πανευρωπαϊκά. Έξι ελληνικά ΑΕΙ συμμετείχαν σε ισάριθμες προτάσεις. Ανάμεσα στα «πρώτα» 17 εγκεκριμένα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια (περιλαμβάνουν συνολικά 114 ιδρύματα από 24 χώρες μέλη της ΕΕ) συγκαταλέγονται το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (CIVIS), το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (CONEXUS) και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (EPICUR)
Οι συγχωνεύσεις ποικίλουν με βάση το μέγεθος των συγχωνευόμενων ακαδημαϊκών μονάδων (π.χ. ίδια ή διαφορετικά ιδρύματα), τη φυσιογνωμία τους (π.χ. γενικά ή εξειδικευμένα, δημόσια ή ιδιωτικά), το εύρος της ενοποίησης (π.χ. διατήρηση νομικής οντότητας ή όχι) και τη σύνδεση της συγχώνευσης με μια διαδικασία αναδιοργάνωσης σε συστημικό επίπεδο (ανώτατης εκπαίδευσης) (π.χ. χρήση των συγχωνεύσεων ως διαδικασίας μεταρρύθμισης της ανώτατης εκπαίδευσης)
Για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας συγχώνευσης προτείνονται οχτώ (8) στάδια ως εξής:
1. Προσδιορισμός της ακαδημαϊκής αποστολής
2. Καταγραφή των προβλεπόμενων εσόδων-εξόδων
3. Κοστολόγηση και κατανομή πόρων
4. Σύσταση λειτουργικής δομής για τη διεξαγωγή της διαδικασίας συγχώνευσης
5. Σχεδιασμός του μοντέλου διοίκησης
6. Θέσπιση της ηγετικής ομάδας
7. Διαμόρφωση στρατηγικής και διαύλων επικοινωνίας
8. Έλεγχος και αξιολόγηση της διαδικασίας
Μια συγχώνευση ενδέχεται να είναι είτε απόρροια αποφάσεων των ίδιων των ιδρυμάτων, είτε να αποτελεί εργαλείο πολιτικής για περιορισμό του κόστους λειτουργίας του συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης, είτε για την ανάπτυξη δικτύων κορυφαίων πανεπιστημίων.
H περίπτωση της Δανίας.
Η Δανία το 2007 ολοκλήρωσε τη διαδικασία συγχωνεύσεων των 12 πανεπιστημίων της και των 13 κρατικών ερευνητικών κέντρων της σε 8 πανεπιστήμια και 5 ερευνητικά κέντρα. Ο απώτερος στόχος ήταν η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης σε όρους εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας, έτσι ώστε να μπορεί να υποστηρίξει την εθνική ανταγωνιστικότητα. Το κράτος έχει τη δυνατότητα είτε να επιβάλλει τις συγχωνεύσεις μέσω νομοθετικού πλαισίου είτε να τις ενθαρρύνει/υποστηρίζει παρέχοντας κίνητρα είτε απλά να τις αποδέχεται χωρίς να παρεμβαίνει. Ανεξάρτητα από το ποιος αποφασίζει την πραγματοποίηση μιας συγχώνευσης, είναι απαραίτητο να προηγείται μελέτη όλων των πιθανών δυσκολιών, ευκαιριών και επιπτώσεων σε όλους του ενδιαφερόμενους (φοιτητές, προσωπικό,
κοινωνία).
Η περίπτωση του Linnaeus Universitet στη Σουηδία
Το 2010 δύο σουηδικά πανεπιστήμια, το Växjö Universitet και το Högskolan i Kalmar προχώρησαν σε συγχώνευση, δημιουργώντας έτσι το Linnaeus Universitet. Τα οφέλη που έχουν καταγραφεί ως τώρα (από τη συγχώνευση) αφορούν κυρίως την αύξηση της εξωτερικής χρηματοδότησης κατά 40%, την αύξηση του ακαδημαϊκού προσωπικού κατά 17% και την ερευνητική δραστηριότητα (διεύρυνση περιοχών έρευνας, ενίσχυση ερευνητικής απήχησης κατά 20%). Παράλληλα, το μέγεθος του νέου ιδρύματος (2.000 άτομα ακαδημαϊκό προσωπικό και 34.000 φοιτητές, 6ο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της Σουηδίας) συνέβαλε στην ικανότητα προσέλκυσης νέων φοιτητών (αύξηση αιτήσεων 32% μέσα σε 4 χρόνια).
Η περίπτωση των Pennsylvania State University Hershey Medical Center και Geisinger Health System στο Danville στις ΗΠΑ
Το 1997 στελέχη των Pennsylvania State University Hershey Medical Center (έτος ίδρυσης 1963) και Geisinger Health System στο Danville (έτος ίδρυσης 1915) στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν το σχέδιό τους για να συγχωνευτούν σε μια νέα μονάδα (κατόπιν συζητήσεων οι οποίες διεξάγονταν από τις αρχές τις δεκαετίας του 1990) που θα μπορούσε να επιβιώσει στο νέο περιβάλλον το οποίο διαμορφωνόταν στον χώρο της υγείας στις ΗΠΑ. Μετά την ανάλυση οικονομικών στοιχείων, θεμάτων ηγεσίας, διοίκησης και ζητημάτων που αφορούσαν το προσωπικό από την ομάδα που είχε συσταθεί για τη συγχώνευση, οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι των δύο ιδρυμάτων ανακοίνωσαν στα συμβούλιά τους την κατάληξη των διαπραγματεύσεων, τα οποία ψήφισαν ομόφωνα υπέρ της συγχώνευσης. Η ανακοίνωση της συγχώνευσης έγινε στις 17 Ιανουαρίου 1997. Παρά το γεγονός ότι η είδηση έγινε αποδεκτή από τα μέσα ενημέρωσης υπήρξαν αναφορές για δυσαρέσκειες του ακαδημαϊκού και διοικητικού προσωπικού με αφορμή τη μυστικότητα της συμφωνίας. Η συγχώνευση διήρκησε 3 χρόνια. Οι αιτίες για την κατάρρευση αφορούσαν διαφωνίες και αδυναμία συνεργασίας στο επίπεδο της ηγεσίας και σε επίπεδο συμβουλίου (ενδεικτικά κάποιο στέλεχος ανέφερε πως «το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν οι προσωπικότητες των μελών της ηγετικής ομάδας»), οικονομικά προβλήματα λόγω και του Balanced Budget Act του 1997 και μη συμβατές κουλτούρες σε συνδυασμό με την έλλειψη ενός συνεκτικού οράματος.
Ορισμένες προκλήσεις έχουν αναφερθεί κατά τη διαδικασία συγχώνευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο
παρουσιάζονται παρακάτω:
1. Η διαχείριση ανησυχίας/αναστάτωσης του προσωπικού (π.χ. άγχος για απολύσεις, έλλειψη
ταυτότητας με το νέο ίδρυμα, επανακαθορισμός αρμοδιοτήτων).
2. Ο σκεπτικισμός του ακαδημαϊκού προσωπικού για θέματα ακαδημαϊκής κουλτούρας.
3. Το οικονομικό κόστος της συγχώνευσης και η έλλειψη προσωπικού για να υποστηρίξει τη
διαδικασία.
4. Η εξασφάλιση αποδοχής (εσωτερικά στα ιδρύματα) και οι απαιτούμενοι συμβιβασμοί για
την επιτυχία του εγχειρήματος.
5. Η επικοινωνία μεταξύ των συγχωνευόμενων ιδρυμάτων και εσωτερικά σε κάθε ίδρυμα.
6. Η ανεπαρκής χρήση τεχνικών διοίκησης αλλαγών.
7. Οι διαφορές στην κουλτούρα, τη φυσιογνωμία και τη φήμη των ιδρυμάτων.
8. Η ανάγκη ταυτόχρονης αυτόνομης λειτουργίας των ιδρυμάτων και προόδου στη διαδικασία
της συγχώνευσης.
9. Η φυσική απόσταση μεταξύ των συγχωνευόμενων ιδρυμάτων.
10. Η δημιουργία νέας διοικητικής δομής.
Συμπέρασμα: Η απόφαση για την πραγματοποίηση μιας συγχώνευσης προϋποθέτει επαρκή τεκμηρίωση η οποία να περιλαμβάνει στοιχεία ποιότητας των συγχωνευόμενων μονάδων, ξεκάθαρο όραμα, ισχυρή δέσμευση και επάρκεια από την πλευρά της διοίκησης, ενδιαφέρον για το προσωπικό και τη συμμετοχή των φοιτητών στη διαδικασία, λεπτομερή σχεδιασμό της βημάτων της διαδικασίας και των πόρων που θα απαιτηθούν και συστηματική παρακολούθηση της προόδου.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Στην Ελλάδα η πολυετής οικονομική κρίση έγινε αφορμή για μεταρρυθμίσεις σε αρκετούς τομείς, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της ανώτατης εκπαίδευσης. Το 2011 το Υπουργείο Παιδείας, στο πλαίσιο εξορθολογισμού του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας, ανέπτυξε το σχέδιο Αθηνά το οποίο προωθούσε ενοποιήσεις γνωστικών αντικειμένων και συγχωνεύσεις ιδρυμάτων και τμημάτων. Το Σχέδιο Αθηνά αποσκοπούσε στη θεραπεία μακροχρόνιων στρεβλώσεων οι οποίες σχετίζονταν με τον κατακερματισμό γνωστικών αντικειμένων, την αναντιστοιχία προγραμμάτων σπουδών με το διδακτικό προσωπικό, τη γεωγραφική διασπορά ακαδημαϊκών μονάδων, την ανορθολογική ανάπτυξη των υποδομών και την ανακολουθία γνωστικών αντικειμένων τμημάτων με περιφερειακά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Η ΑΔΙΠ είχε εκφραστεί κατ’ αρχήν θετικά ως προς τους στόχους του Σχεδίου Αθηνά (π.χ. ανάπτυξη θεματικών θυλάκων αριστείας, επίτευξη οικονομιών κλίμακας, προώθηση έρευνας και καινοτομίας, ανταγωνιστικότητα ανθρώπινου δυναμικού) αλλά σημείωνε και πολλές αδυναμίες, όπως η απουσία εθνικής αναπτυξιακής στοχοθεσίας ή/και εθνικής στρατηγικής έρευνας και καινοτομίας και η μη συνεπής και ομοιόμορφη εφαρμογή κριτηρίων, η οποία θεωρούνταν απαραίτητη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της συναίνεσης και ενεργού συμμετοχής των Ιδρυμάτων.
Στο πλαίσιο του σχεδίου Αθηνά, το 2013, συγχωνεύτηκαν το ΤΕΙ Πατρών και το ΤΕΙ Μεσολογγίου σε ένα νέο ίδρυμα (ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας) και το Πανεπιστήμιο Πατρών απορρόφησε το Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας. Πέντε χρόνια αργότερα, το 2018, νομοθετήθηκε (α) η ίδρυση (ν.4521/2018) του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, το οποίο προήλθε από τη συγχώνευση του ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά, (β) η απορρόφηση (ν.4559/2018) του ΤΕΙ Ιονίων Νήσων από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο και του ΤΕΙ Ηπείρου από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Η διαδικασία αυτή συνεχίστηκε και το 2019 με την απορρόφηση (α) του ΤΕΙ Θεσσαλίας από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, (β) του ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, (γ) των ΤΕΙ Κεντρικής Μακεδονίας, ΤΕΙ Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης και ΤΕΙ Θεσσαλονίκης από το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος, (δ) του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, (ε) του ΤΕΙ Πελοποννήσου από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και (στ) του ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και το Πανεπιστήμιο Πατρών.
Η ΑΔΙΠ είχε διατυπώσει επιφυλάξεις για τις συγχωνεύσεις των Πανεπιστημίων με τα ΤΕΙ.
Συγκεκριμένα, σε ειδική συνεδρίαση, το Συμβούλιο της Αρχής είχε προσδιορίσει εκείνες τις προϋποθέσεις στις οποίες έπρεπε να βασίζονται οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Ειδικότερα, είχε επισημάνει την ανάγκη εκπόνησης επιστημονικής μελέτης για τις ακαδημαϊκές, οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους που συνδέονται με τις αλλαγές αυτές. Η μελέτη αυτή έπρεπε να έχει ως αντικείμενο: τη διερεύνηση διατήρησης ή αναβάθμιση της τεχνολογικής εκπαίδευσης, την ενδεχόμενη διεύρυνση του πανεπιστημιακού τομέα, τη συσχέτιση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας σε σχέση με την παραγόμενη γνώση από τα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο τα υφιστάμενα προγράμματα σπουδών καλύπτουν το βάθος και το εύρος των επιστημονικών περιοχών, τη βιωσιμότητα των προγραμμάτων σπουδών, την εξέταση υπερπροσφοράς σε ορισμένα γνωστικά αντικείμενα και τη σχέση αναγκών της αγοράς εργασίας με τα προσόντα των αποφοίτων. Επιπλέον, τα συμπεράσματα από τις προηγούμενες αξιολογήσεις θα έπρεπε να αποτελέσουν χρήσιμη εισροή στη μελέτη. Επίσης, για την οποιαδήποτε ένταξη προγραμμάτων σπουδών ΤΕΙ σε Πανεπιστήμιο έπρεπε να έχει προηγηθεί η αξιολόγηση όλων των δομικών στοιχείων των προγραμμάτων σπουδών (π.χ.
φυσιογνωμία, σκοπός, διάρθρωση σε μαθήματα, διαθέσιμο διδακτικό προσωπικό, δομές και υπηρεσίες). Αυτή η αξιολόγηση έπρεπε να πραγματοποιηθεί από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες για την κάθε επιστημονική περιοχή, υπό την εποπτεία και οργάνωση της ΑΔΙΠ.
Διαβάστε περισσότερα:
Εκθεση ΑΔΙΠ: Τα ευάλωτα και τα δυνατά σημεία της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη