Συζήτηση για την επαγγελματική εκπαίδευση δεν έγινε κατά την προεκλογική περίοδο, παρότι συνδέεται τόσο με την ανάπτυξη όσο και με την κοινωνική πολιτική. Όμως, ίσως είναι χρήσιμο να καταγράψουμε κάποια ερωτήματα και πιθανές απαντήσεις, με βάση τη μέχρι σήμερα εμπειρία μας από πολιτικές επιλογές και επιλογές διαχείρισης.
Δεν έχουν τόση σημασία οι προσωπικές μου απόψεις στα ερωτήματα αυτά, παρότι υπονοούνται μέσα στο κείμενο αλλά επίσης έχουν εκφραστεί κατά το παρελθόν (1).
Το παρόν κείμενο θα έχει πετύχει το σκοπό του αν βοηθήσει, κατ’ ελάχιστον, στον αναστοχασμό και στη συζήτηση των ερωτημάτων που τίθενται
Επαγγελματική εκπαίδευση κυρίως για τους μαθητές ή για τις επιχειρήσεις;
Καλά τι ερώτημα είναι αυτό θα πει κανείς. Προφανώς η επαγγελματική εκπαίδευση σχεδιάζεται για να καλύψει τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Αν τα καταφέρει σε αυτόν τον τομέα, τότε σημαίνει ότι οι απόφοιτοί της είναι ελκυστικοί για την αγορά εργασίας, άρα, εν τέλει, εξυπηρετεί και τις ανάγκες των μαθητών.
Αυτή είναι η μία άποψη. Δοκιμάστηκε επί πολλά χρόνια με σκοπό την αναβάθμιση αποκλειστικά του επαγγελματικού ρόλου της ΕΕΚ, αγνοώντας τον κοινωνικό, δηλαδή τους πραγματικούς μαθητές που την επιλέγουν.
Η επαγγελματική εκπαίδευση όμως έχει υψηλές απαιτήσεις ώστε οι απόφοιτοί της να είναι ικανοί να ανταποκριθούν στις ανάγκες της εργασίας τους. Όμως, πολλοί μαθητές που την επιλέγουν έχουν συνήθως χαμηλότερες επιδόσεις από το σύνολο των μαθητών. Βασική αιτία για αυτό είναι συνήθως ότι οι συγκεκριμένοι μαθητές είχαν λιγότερες ευκαιρίες τα προηγούμενα χρόνια. Είτε επειδή προέρχονται από τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα, είτε επειδή δεν αντιμετωπίστηκαν έγκαιρα ειδικά μαθησιακά προβλήματα, είτε λόγω άλλων συνθηκών πχ προσφυγιά, οικογενειακά προβλήματα κλπ.
Αν και η επαγγελματική εκπαίδευση προσφέρει από τη φύση της εναλλακτικούς τρόπους προσέγγισης της γνώσης (πχ πολλά εργαστηριακά μαθήματα), ώστε να ξεπεραστούν τα κενά που έχουν συσσωρεύσει οι μαθητές, αυτό δεν είναι πάντα αρκετό. Θα πρέπει να αντιμετωπιστούν παράλληλα και οι συσσωρευμένες αρνητικές εμπειρίες από το σχολείο, οι απογοητεύσεις, φαινόμενα χαμηλής αυτοεκτίμησης κλπ. Αυτό μπορεί να έχει με τη σειρά του αποτέλεσμα την αδιαφορία, το αίσθημα της ματαίωσης, την απομόνωση ή ακόμη και την αναζήτηση διαφορετικών τρόπων έκφρασης του εφήβου, κακή συμπεριφορά, παραβατικότητα, βία κλπ.
Αν θέλουμε λοιπόν το σχολείο να υποστηρίξει τους πλέον αδύναμους μαθητές και όχι να καταγράψει την αδυναμία τους και να τους κατατάξει, τότε απαιτείται ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ανάδειξης και ενίσχυσης του κοινωνικού ρόλου του. Η παράλληλη αναβάθμιση του κοινωνικού και του επαγγελματικού ρόλου της ΕΕΚ προέκυψε από την εμπειρία της κρίσης κατά την οποία εξαφανίστηκαν τα εξωτερικά κίνητρα μάθησης (μάθε τέχνη να προκόψεις), άρα, το σχολείο έπρεπε να αναπτύξει εσωτερικά κίνητρα. Επίσης προέκυψε και από την διερεύνηση των ιδιαιτεροτήτων της Χώρας με αφορμή την κρίση (2).
Η προσέγγιση αυτή απαιτεί υποστήριξη των εκπαιδευτικών από ειδικούς πχ ψυχολόγους, κοινωνιολόγους κλπ και πρόσθετα “εργαλεία” πχ Συλλογική αναγνώριση αναγκών μαθητή και εξατομικευμένη υποστήριξη, ευκαιρίες εναλλακτικής προσέγγισης γνώσης και έκφρασης των μαθητών, ευκαιρίες ενθάρρυνσης, στοχευμένη ενισχυτική διδασκαλία, εφικτές δυνατότητες εκπαιδευτικής εξέλιξης σε ανώτερη βαθμίδα κάλ. Κάτι τέτοιο επιχειρήθηκε το 2017 με το πρόγραμμα Μια Νέα Αρχή στα ΕΠΑΛ (ΜΝΑΕ), το οποίο, αν και δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί, είχε θετικά αποτελέσματα, άλλαξε την πορεία αρκετών μαθητών και σχολείων και μάλιστα χαρακτηρίστηκε ως καλή πρακτική από τον ευρωπαϊκό οργανισμό Cedefop. Συμπληρωμένο με διεύρυνση δυνατοτήτων πρόσβασης σε ανώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης, προστατευόμενη από το σχολείο Μαθητεία και αναγγελία ελεύθερης πρόσβασης σε διετή προγράμματα πανεπιστημίων, αναβάθμισε δραστικά την ΕΕΚ, προσέφερε πολλαπλές ευκαιρίες στους αποφοίτους της και, εν τέλει, προσέλκυσε περισσότερους μαθητές. .
Η εμπειρία αυτή είναι χρήσιμη και για το σύνολο των σχολείων, μετά από τις αλλεπάλληλες κρίσεις στις οποίες έχουν μεγαλώσει οι σημερινοί μαθητές και τη γενικότερη παγκόσμια κρίση της εκπαίδευσης.
Πότε επιτέλους θα συνδεθεί η ΕΕΚ με την αγορά εργασίας; Είναι σε θέση το Υπουργείο Παιδείας να παρέχει Επαγγελματική Εκπαίδευση ή είναι καλύτερο να δοθούν οι πόροι στους επιχειρηματικούς φορείς που γνωρίζουν τις ανάγκες;
Αποτελεί ένα βασικό δίλημμα το οποίο επιδιώκεται να απαντηθεί εδώ και χρόνια υπέρ των επιχειρηματικών φορέων. Συμφωνούν βεβαίως όσοι εμπιστεύονται δογματικά τη δυνατότητα αυτορρύθμισης της αγοράς με βάση το υφιστάμενο παραγωγικό μοντέλο, ίσως με κάποιες επιμέρους διορθώσεις. Μάλιστα, ορισμένοι, επιχειρούν να προσφέρουν την ίδια τη διοίκηση της εκπαίδευσης στην αγορά. Αφαιρείται δηλαδή από την Πολιτεία, άρα και την κοινωνία η δυνατότητα παρέμβασης για την αλλαγή του υφιστάμενου επιχειρηματικού μοντέλου.
Παραβλέπουμε βεβαίως ότι οι θιασώτες αυτής της άποψης εκτιμούν ότι η επαγγελματική εκπαίδευση δεν οφείλει να προετοιμάζει μελλοντικούς πολίτες αλλά “κατάλληλους” εργαζόμενους. Και μάλιστα από την ηλικία των 14-15 ετών, ίσως και νωρίτερα. .
Η αντίθετη άποψη θεωρεί ότι η εργασία δεν είναι μόνο αγορά με προσφορά και ζήτηση αλλά περιλαμβάνει επίσης συνθήκες εργασίας, δικαιώματα, υποχρεώσεις, οργάνωση κλπ. Η εκπαίδευση αποτελεί έναν βασικό παράγοντα ο οποίος μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της κοινωνίας, των συνθηκών εργασίας αλλά και του παραγωγικού μοντέλου και όχι απλώς να το αναπαράγει. Ιδιαιτέρως σε μια χώρα όπου χαρακτηρίζεται από χαμηλή οργανωτική και τεχνολογική επάρκεια επιχειρήσεων και οργανισμών, αναξιοκρατία, κυριαρχία του εμπειρισμού, ελλιπή τήρηση προδιαγραφών, κανόνων ασφαλείας κλπ καθώς φαίνεται πως υπάρχουν άλλα, πιο ελκυστικά “ανταγωνιστικά” πλεονεκτήματα (3).
Τα παραπάνω τεκμηριώνονται από διεθνείς οργανισμούς (ΕΕ, ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα) αλλά και από επιχειρηματικούς φορείς (πχ ΓΣΕΒΕ). Η Ελληνική αγορά είναι ανώριμη άρα δεν μπορεί μόνη της να καθορίζει τα της εκπαίδευσης ούτε να διαχειρίζεται εκπαιδευτικά θέματα. Το παράδοξο της απασχόλησης (4), η τελευταία θέση της χώρας μας στην ΕΕ ως προς την ενδοεπιχειρησιακή επιμόρφωση (5), είναι χαρακτηριστικά στοιχεία.
Προφανώς λοιπόν η εκπαίδευση πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις ανάγκες της εργασίας και της κοινωνίας και να πασχίζει οι μαθητές της να είναι ικανοί να ανταποκριθούν σε αυτές. Αλλά όχι με σκοπό την αναπαραγωγή της υφιστάμενης κατάστασης αλλά τη βελτίωσή της.
Εκτός αυτού, η περίοδος της εφηβείας είναι πολύ κρίσιμη και πολύ σύνθετη για να την εμπιστευτούμε στην αγορά και στους ταγούς της.
Το παράδειγμα της Μαθητείας είναι χαρακτηριστικό. Το μοντέλο που επιλέχθηκε το 2016 βασίζεται στα παραπάνω χαρακτηριστικά της Ελληνικής οικονομίας και επεκτείνει την καταλυτική υποστήριξη του σχολείου στα πρώτα εργασιακά βήματα των μαθητών. Με απώτερο σκοπό, οι εκπαιδευτικοί, μέσω των μαθητευόμενων σε επιχειρήσεις και φορείς, να συμβάλουν στην επίλυση πραγματικών προβλημάτων της κοινωνίας, των επιχειρήσεων και των υπηρεσιών με καλύτερη αξιοποίηση της τέχνης, της επιστήμης και της οργάνωσης. Να βοηθήσουν στην τήρηση των κανόνων ασφάλειας, υγείας στους χώρους εργασίας και εργασιακών δικαιωμάτων. Αλλά επίσης να αποκτήσουν οι ίδιοι μια άμεση επαφή και κατανόηση των αναγκών της κοινωνίας και της οικονομίας και να το λαμβάνουν υπόψη τους στην καθημερινότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Η ΕΕΚ οφείλει να προετοιμάζει τους μαθητές από μικρότερη ηλικία κυρίως για τις τρέχουσες ανάγκες εργασίας ή να τους προσφέρει στέρεες, λυκειακού επιπέδου γνώσεις και δεξιότητες, καθιστώντας τους ικανούς να προσαρμοστούν και στις μελλοντικές ανάγκες;
Προφανώς, η κάθε επιλογή απαιτεί διαφορετικό χρόνο και έχει διαφορετικό κόστος . Άλλο είναι να προετοιμάζεις έναν εξειδικευμένο τεχνίτη εγκατάστασης φωτοβολταϊκών και άλλο έναν ηλεκτρολόγο εγκαταστάτη ο οποίος έχει τις βασικές γνώσεις και δεξιότητες ώστε να μπορεί στο μέλλον να εξειδικευτεί ταχύτατα στα φωτοβολταϊκά αλλά και σε άλλες ειδικές κατασκευές.
Όμως, ο πρώτος, όσο εύκολα προετοιμάζεται, τόσο εύκολα απαξιώνεται από τις τεχνολογικές εξελίξεις. Όσο έτοιμος είναι για να πιάσει δουλειά στον συγκεκριμένο τομέα, τόσο περισσότερο εξαρτάται από την πορεία της συγκεκριμένης αγοράς ή τις διαθέσεις της εταιρίας στην οποία ξεκίνησε.
Επιπλέον, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι μαθητές, εκτός από μελλοντικοί εργαζόμενοι είναι σημερινοί έφηβοι, αυριανοί πολίτες, οικογενειάρχες κλπ. Είναι απαραίτητο να αισθάνονται ενταγμένοι, αποδεκτοί, δημιουργικοί και να μπορούν να εκφράζονται η/και να αναπτύσσουν τα ενδιαφέροντα τους. Ιδιαιτέρως αν δεν είχαν ανάλογες ευκαιρίες κατά το παρελθόν η ευκαιρίες να βιώσουν επιτυχίες. Άλλωστε οι σύγχρονες απαιτήσεις για δημιουργικότητα και καινοτομία προϋποθέτουν ευρείες γνώσεις και δεξιότητες και καλλιεργημένους ανθρώπους και όχι μόνο ανάπτυξη δεξιοτήτων. Στη φάση της εφηβείας δεν αρκεί λοιπόν να τους παρέχουμε μόνο εξειδικευμένες επαγγελματικές γνώσεις και δεξιότητες σε μονάδες κατάρτισης αλλά να τους παρέχουμε παιδεία, να εκπαιδεύονται δηλαδή σε πραγματικά σχολεία.
Αν η επιλογή βασίζεται αποκλειστικά σε κριτήρια κόστους/οφέλους για την οικονομία, τότε η πρώτη λύση θεωρείται προτιμητέα. Μάλλον ούτε τα ΕΠΑΛ θεωρούν ότι χρειάζονται, ούτε καν εκπαίδευση στο πλαίσιο του υπουργείου Παιδείας. Αρκούν οι σχολές κατάρτισης μετά το γυμνάσιο, ελεγχόμενες πλήρως από τους επιχειρηματικούς φορείς και τα ΙΕΚ.
Αν η επιλογή στηρίζεται σε κριτήρια κόστους / οφέλους για την κοινωνία, τότε πρέπει να δοθεί ιδιαίτερο βάρος για την κατοχύρωση και αναβάθμιση των χαρακτηριστικών του σχολείου στα σημερινά ΕΠΑΛ.
Ας το περιγράψουμε με ένα παράδειγμα για τον τουριστικό τομέα, την ατμομηχανή της οικονομίας μας. Οι επιχειρήσεις του τουριστικού τομέα σήμερα έχουν ανάγκη από υπαλλήλους υποδοχής, καμαριέρες, μπάρμαν, σερβιτόρους, μαγείρους κλπ. Ζητούν μάλιστα και ειδικά σχολεία για αυτό. Όμως, η συντριπτική πλειοψηφία των τουριστικών επιχειρήσεων είναι ατομικές ή πολύ μικρού μεγέθους, άρα δεν είναι σε θέση να καλύπτουν τις ανάγκες των πελατών τους με ειδικά στελέχη που θα συμβουλεύουν για σημεία ενδιαφέροντος, δραστηριότητες, εκδρομές κλπ, μην αναδεικνύεται ολοκληρωμένα ο τουριστικός προορισμός. Αυτές τις συμβουλές, ιδιαιτέρως για μια χώρα με τον πλούτο της Ελλάδας, είναι χρήσιμο να μπορούν να παρέχονται από βασικούς εργαζόμενους (υπάλληλοι τουριστικών γραφείων, υπάλληλοι υποδοχής, μπάρμαν, σερβιτόροι, ακόμη και καμαριέρες). Αρα, για τις συνθήκες της χώρας μας, είναι αναγκαίο όλοι οι εργαζόμενοι του τουριστικού τομέα να είναι σε θέση να εκτιμήσουν και να αναδείξουν σε πρώτο επίπεδο τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία ενός προορισμού (φυσικό πλούτο, ιστορικά μνημεία, πολιτισμό κλπ). Είναι αναγκαίο δηλαδή να έχουν τελειώσει ένα Λύκειο και όχι απλά μια σχολή κατάρτισης.
Τι εκπαιδευτικούς χρειαζόμαστε; Έχουν τη δυνατότητα οι εκπαιδευτικοί να ανταποκριθούν σε όλα τα καθήκοντα που θέτει ο επαγγελματικός και ο κοινωνικός ρόλος της ΕΕΚ ή αρκεί να επικεντρωθούν απλά στη διδασκαλία του αντικειμένου τους, εφαρμόζοντας απαρέγκλιτα τα προγράμματα και τις οδηγίες;
Υπάρχουν δύο απόψεις στο παραπάνω ερώτημα.
Η μία έχει τεθεί ήδη από μελετητές του ΟΟΣΑ (6) αλλά και από τον ΣΕΒ (7) και υποστηρίζει, για το σύνολο της εκπαίδευσης, ότι η πολυπλοκότητα των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί στο σημερινό σχολείο απαιτεί πολλές επιστημονικές γνώσεις και δεξιότητες. Οι οποίες δεν μπορούν να αμειφθούν με το μέγεθος που έχει λάβει πλέον η εκπαίδευση. Άρα, στο μέλλον οι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως επιστήμονες αλλά ως χειριστές αναλυτικών οδηγιών ειδικής αγωγής με χαμηλότερο κόστος .
Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι, ξεκινώντας από την ΕΕΚ, χάνεται ο χαρακτήρας του σχολείου για εφήβους και το Επαγγελματικό σχολείο περιορίζεται στο ρόλο της Επαγγελματικής Σχολής. Άρα δεν χρειαζόμαστε τόσο παιδαγωγούς όσο εκπαιδευτές, ιδιαιτέρως από το χώρο των επιχειρήσεων, οι οποίοι άλλωστε γνωρίζουν καλύτερα τις επαγγελματικές δεξιότητες ώστε να προετοιμάσουν καλύτερα τους μαθητές.
Η πειθαρχία, ο περιορισμός της παιδαγωγικής ελευθερίας και ο από τα πάνω σχεδιασμός και έλεγχος της εκπαίδευσης είναι απαραίτητοι για την επίτευξη των στόχων
Η άλλη άποψη ζητάει αναβάθμιση του επιστημονικού και παιδαγωγικού ρόλου των εκπαιδευτικών με παράλληλη ισχυρή επιμόρφωση και συνεχή υποστήριξη τους από δομές και επαγγελματίες (σύμβουλοι, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι κλπ). Η πολυπλοκότητα του καθηκόντων των εκπαιδευτικών επιβάλλει επίσης συνεργασία και αλληλοϋποστήριξη μεταξύ ομοτίμων (peer to peer) είτε σε επίπεδο σχολείο (πχ Σύμβουλοι καθηγητές, Συμβούλια τάξης, Παιδαγωγικοί Σύλλογοι) είτε μέσω δικτύων και κοινοτήτων μάθησης. Και βεβαίως, είναι αναγκαίο να συνοδεύεται από την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών από την Πολιτεία ως συνεργατών, τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού εκπαιδευτικών πολιτικών και πρακτικών (από τα κάτω) όσο και σε επίπεδο αξιολόγησης και διόρθωσής τους.
Συμπέρασμα
Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι σωστό να μιλάμε για φίλους ή εχθρούς της επαγγελματικής εκπαίδευσης, ούτε να την αντιμετωπίζουμε ως ανάδελφη που όλοι την κατατρέχουν. Το τι γίνεται στην επαγγελματική εκπαίδευση είναι μια βαθιά πολιτική επιλογή και ως τέτοια οφείλουμε να την κρίνουμε. Η διαχείρισή της έχει επίσης πολιτικά χαρακτηριστικά αλλά εκεί υπεισέρχεται και ο παράγων της αδράνειας των οργανισμών.
Η επαγγελματική εκπαίδευση μόνο σε δύο περιόδους έγινε ελκυστική και έτσι κατάφερε να αυξήσει τον αριθμό των μαθητών της. Τη μία φορά με την ίδρυση των ΤΕΕ (1998) ενισχύοντας το επαγγελματικό της ρόλο με παράλληλη σκλήρυνση των εξετάσεων των ΓΕΛ. Η ενίσχυση αυτή επήλθε σε μια περίοδο όπου υπήρχε δυνατότητα να γίνεται επίκληση εξωτερικών κινήτρων (μάθε μια τέχνη να προοδεύσεις) λόγω της προσδοκίας ισχυρής ανάπτυξης (Γ ΚΠΣ, Ολυμπιακοί Αγώνες, ΟΝΕ).
Τη δεύτερη φορά, έγινε σε περίοδο οικονομικής κρίσης (2016) και έντονης ανεργίας, όπου ενισχύθηκαν παράλληλα ο επαγγελματικός και ο κοινωνικός ρόλος της ΕΕΚ, με την θέσπιση εσωτερικών κινήτρων (εξατομικευμένη υποστήριξη και ενθάρρυνση μαθητών, ψυχολόγοι, σχέδια δράσης ως ευκαιρίες δημιουργικότητας και επιτυχίας κλπ). Γενικότερα, με την ανάδειξη και βελτίωση του κοινωνικού ρόλου του σχολείου (πρόγραμμα ΜΝΑΕ), σε συνδυασμό με τη διεύρυνση διεξόδων των αποφοίτων (Μαθητεία, ενίσχυση πρόσβασης σε τριτοβάθμια, σχεδιασμός διετών προγραμμάτων στα ΑΕΙ).
Άρα, η πορεία και ο μελλοντικός χαρακτήρας της ΕΕΚ έχουν έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά και οι προσδοκίες μας οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους την εμπειρία μας αλλά και τη γενικότερη πολιτική πορεία της χώρας.
* Θανάσης Κονταξής
Πρώην Σχολικός Σύμβουλος
Μηχανολόγος Μηχανικός
Παραπομπές
Αναλυτικά οι απόψεις μου έχουν εκφραστεί κυρίως στά άρθρα:
- Οι δύο δρόμοι για την Επαγγελματική Εκπαίδευση http://tiny.cc/3868vz
- Μήπως να κλείσουμε τα ΕΠΑΛ; - Η νέα στρατηγική για την ΕΕΚ https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/371671_mipos-na-kleisoyme-ta-epal-i-nea-stratigiki-tis-eek
Μια πρώτη αναλυτική τεκμηρίωση της προσέγγισης του Κοινωνικού ρόλου των ΕΠΑΛ υπάρχει στο Κονταξής Α. (2012), Ο διττός ρόλος (κοινωνικός – εργασιακός) της Δευτεροβάθμιας Επαγγελματικής Εκπαίδευσης σε συνθήκες κρίσης, Πρακτικά ημερίδας Σχολικών Συμβούλων για τη ΔΤΕΕ, http://blogs.sch.gr/epal/files/2012/12/121227kontaxis.pdf
Η οργανωσιακή και τεχνολογική ανωριμότητα του Ελληνικού επιχειρείν είναι διαχρονική και περιγράφεται αναλυτικά στη σελίδα 33 της Στρατηγικής για την ΕΕΚ του 2016 goo.gl/nlVyA9 , με πλήθος παραπομπών σε διεθνείς και εθνικές έρευνες. Η πλέον βασική πηγή των στοιχείων προέρχεται από τις έρευνες ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, οι οποίες διεξάγονται μεταξύ στελεχών επιχειρήσεων κάθε χώρας. Ενδεικτικά World Economic Forum, Global Competitiveness Report 2014-15, http://www3.weforum.org/docs/WEF_GlobalCompetitivenessReport_2014-15.pdf
Κονταξής Α (2016) Μπορούν να αποκτήσουν αξία οι σπουδές και η επιμόρφωση στην Ελλάδα; - Παρέμβαση στο διάλογο για την Παιδεία http://users.sch.gr/kontaxis/LINKS/1601epistimiKatartisi.pdf
Η τελευταία θέση της χώρας μας στην ΕΕ (2020) ως προς την ενδοεπιχειρησιακή επιμόρφωση, αποδεικνύει τη χαμηλή εμπειρία των επιχειρήσεων σε θέματα εκπαίδευσης. Ενώ οι επιχειρήσεις υποστηρίζουν ότι έχουν μεγάλο πρόβλημα να βρουν κατάλληλους ειδικευμένους εργαζόμενους, δεν επιμορφώνουν τους υπαλλήλους τους, ούτε προσελκύουν ειδικευμένους εργαζόμενους από το εξωτερικό. Αντίθετα, οι χαρακτηριζόμενοι ως ανεπαρκείς Έλληνες εργαζόμενοι, διαπρέπουν σε όλες τις χώρες του εξωτερικού ως οικονομικοί μετανάστες. Πηγή: https://ec.europa.eu/eurostat/databrowser/view/TRNG_CVT_14N2/settings_1/bar?lang=en
Pedagogical knowledge and the changing nature of the teaching profession. Paris: OECD Publishing. doi:10.1787/9789264270695-en https://goo.gl/j1UgSf
ΣΕΒ (2017) Special Report Ελληνικό Σχολείο, Οικονομία και Επιχειρήσεις, τεύχος 2, 7 Φεβρουαρίου 2017, http://www.sev.org.gr/
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Είσαι άνεργος στο κέντρο της Αθήνας; ΠΑΡΕ ΤΩΡΑ έκτακτο επίδομα 1000 ευρώ
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 24/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ