Προ ημερών (28/09) δημοσιεύτηκε το αναλυτικό ρεπορτάζ του Απόστολου Λακασά στην Καθημερινή (και αναδημοσιεύτηκε από το alfavita) για την υπερβαθμολόγηση των μαθητών/μαθητριών με το προκλητικό τίτλο «Η πλασματική αριστεία των μαθητών». Στο άρθρο καταγράφονται κάποια ευκαιριακά ποσοστά αριστείων και βραβείων και θέσεις που με λίγα λόγια οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι εκπαιδευτικοί υποκύπτουν (για ποιο λόγο;) στους γονείς σαν άβουλα σχεδόν όντα ή σαν διεκπεραιωτές μιας γραφειοκρατικής κατάστασης. Μολονότι υπάρχουν και τέτοιοι/ες εκπαιδευτικοί, έχει σημασία να δούμε διαφορετικά το θέμα, ίσως λίγο εκ-κεντρι-κά.
Η βαθμολογική αξιολόγηση του μαθητή/της μαθήτριας διαμορφώνεται από τους μαθησιακούς στόχους και την απόδοσή του/της με τρόπο ώστε να λειτουργεί ανατροφοδοτικά για το παιδί. Όλα δηλαδή εξαρτώνται από τον στόχο που ορίσαμε στην τάξη και από τους στόχους που θέτει το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ).
Σήμερα όμως, σε ένα έντονο ανταγωνιστικό περιβάλλον με αβέβαιο μέλλον για τα παιδιά μας, βλέπουμε ότι οι γονείς πιέζουν, καθοδηγούν και υποστηρίζουν τα παιδιά για καλύτερες επιδόσεις, πολύ περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Ας έχουμε δε υπόψη ότι η σημερινή κοινωνία είναι πληθυσμιακά η πιο μορφωμένη που υπήρξε ποτέ στη χώρα. Το μορφωτικό επίπεδο των γονέων είναι το υψηλότερο από ποτέ και το ενδιαφέρον τους για τα τέκνα τους είναι το μεγαλύτερο από ποτέ. Ειδικά μάλιστα σε μία χώρα χωρίς βιομηχανία, όπου το μέλλον των παιδιών συνδέεται άρρηκτα με το μορφωτικό τους επίπεδο (έστω και ως φαντασιακό), είναι πολύ λογικό οι γονείς να επενδύουν στην παραπαιδεία. Ιδιαίτερα, φροντιστήρια, μεγαλύτερη από ποτέ γονική προσοχή κατά τη μελέτη (κράτημα βιβλίου, πιέσεις και καβγάδες για διάβασμα) –καταστάσεις που σαφώς κι ενισχύουν το άγχος των μαθητών/μαθητριών– διαμορφώνουν την καθημερινή εικόνα της μαθητικής ζωής παιδιών που προέρχονται από μικροαστικά και μεσαία στρώματα. Αποτέλεσμα αυτών είναι (με εξωτερικούς βοηθούς τη φροντιστηριακή παιδεία και τον προσωπικό ενδιαφέρον) να ικανοποιούνται οι μαθησιακοί στόχοι της τάξης και του ΑΠΣ (ο βασικός όρος που θέσαμε εξαρχής). Οι μαθητές και οι μαθήτριες εφόσον συμμετέχουν στην τάξη, απαντούν στις ερωτήσεις και γράφουν σε δομημένα διαγωνίσματα, λογικό είναι να αξιολογηθούν υψηλά.
Μάλιστα σε όλα αυτά ας προσθέσουμε τις επιπλέον γνώσεις που έχουν τα σημερινά παιδιά: γνώση δύο γλωσσών σε υψηλό επίπεδο (η μοναδική κοινωνία στην ΕΕ), συχνά γνωρίζουν μουσική ή ασχολούνται με κάποια άλλη τέχνη, ταξιδεύουν, πηγαίνουν σε θέατρα, συναυλίες, μουσεία κ.ά. διευρύνοντας τους ορίζοντές τους. Αυτά όμως έμμεσα συμβάλλουν σε υψηλότερες επιδόσεις, καθώς συνεργούν καταλυτικά στην ανάπτυξη κριτικής ικανότητας και στην απόκτηση μεταγνωστικών δεξιοτήτων (αναφερόμαστε σε ένα –διόλου μικρό– ποσοστό βραβευμένων και αριστούχων μαθητών/μαθητριών).
Ας προκαλέσουμε λίγο περισσότερο. Τι πειράζει αν ένας μαθητής/μία μαθήτρια πάρει μία μονάδα παραπάνω;
Η βαθμολογία δεν είναι τιμωρητική, δεν εκκινεί από κάποια αρνητική απάντηση. Η αριθμητική επίδοση είναι παιδαγωγικό μέσο ανατροφοδότησης, ώστε το παιδί να καταλάβει τα λάθη του/της και να προσπαθήσει να τα διορθώσει. Όταν μιλάμε για «υπερβαθμολόγηση», έμμεσα καλούμαστε οι εκπαιδευτικοί να γίνουμε πιο αυστηροί/ες στα λάθη, αδιαφορώντας για την παιδαγωγικά αναγκαία ώθηση και επιβράβευση για κάποια προσπάθεια.
Συχνά ως επιβεβαίωση όσοι κάνουν λόγο για «υπερβαθμολόγηση», συγκρίνουν τις επιδόσεις στις Πανελλαδικές εξετάσεις με τη βαθμολογία προαγωγικών εξετάσεων ή τετραμήνων και την αναπόφευκτη πτώση στις πρώτες. Μα οι Πανελλήνιες είναι εισαγωγικές εξετάσεις και θεμελιώνονται σε συγκεκριμένους/στοχευμένους συντελεστές δυσκολίας των θεμάτων. Εκ των πραγμάτων είναι υψηλών απαιτήσεων (εξετάζοντας ενίοτε τις γνώσεις σε αντικείμενα που δεν διδάσκονται σε ανάλογο επίπεδο στο σχολείο: ξένες γλώσσες, μουσική, σχέδιο, αθλήματα κ.ά.). Ως εκ τούτου δεν συγκρίνονται με τους βαθμούς τετραμήνων, επειδή στα τετράμηνα δεν στοχεύουμε στην επιλογή μαθητών/μαθητριών, αλλά στην καταγραφή της επίδοσης σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Οι Πανελλαδικές στοχεύουν στη διάκριση και ττην ταξινόμηση των εξεταζόμενων, ώστε να οριστεί η εισαγωγή τους σε ένα ΑΕΙ και περιορίζονται σε ένα πολύ στενό πεδίο γνώσεων. Αυτό το σκεπτικό σαφώς θα ήταν αντιπαιδαγωγικό να μεταφερθεί στην τάξη και παράνομο (βλ. σχετικές οδηγίες του ΙΕΠ).
Η βαθμολογία δεν επηρεάζεται όμως ούτε από τη μείωση των μαθημάτων στις προαγωγικές εξετάσεις. Αν θυμηθούμε τις εποχές που δεν υπήρχαν εξετάσεις στο Γυμνάσιο (δεκαετία του ’80 μέχρι να τις επαναφέρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη), θα δούμε ότι τότε συγκριτικά με σήμερα είχαμε λιγότερα αριστεία και βραβεία. Αν ευθύνονταν η μείωση μαθημάτων, θα έπρεπε στη δεκαετία του ’80 να είχαμε γεμίσει αριστεία, αφού δεν υπήρχαν εξετάσεις και τα μαθήματα ήταν ευκολότερα (όχι αρχαία από το πρωτότυπο, ευκολότερα μαθηματικά και φυσική κλπ).
Ένα θέμα που ίσως θα μπορούσε να συζητηθεί είναι οι εκπτώσεις που γίνονται στο κάτω τμήμα της κλίμακας, από το 08 έως το 13. Μία –εμπειρική– εικόνα δείχνει ότι τείνουν να εξαλειφθούν οι μεσαίοι βαθμοί και ότι οι ανεξεταστέοι είναι όλο και λιγότεροι. Εδώ, ωστόσο, μπαίνει το πολιτικό ερώτημα, αν θέλουμε ένα σχολείο που εγκλωβίζει τους/τις μαθητές/μαθήτριες στην ίδια τάξη με κίνδυνο ποτέ να μην αποκτήσουν απολυτήριο Γυμνασίου ή Λυκείου. Και ας θυμηθούμε ότι για κάθε εργασία το απολυτήριο Γυμνασίου είναι υποχρεωτικό, ενώ οι περισσότερες θέσεις εργασίας προϋποθέτουν απολυτήριο Λυκείου (ή ανάλογης βαθμίδας).
Και γιατί τότε στις σχετικές κατατάξεις, οι Έλληνες μαθητές «πατώνουν», αφού είναι άριστοι και βραβεύονται; Επειδή πολύ απλά οδηγούνται σε εξετάσεις για τις οποίες δεν έχουν προετοιμαστεί. Τα ίδια τα Αναλυτικά Προγράμματα δεν έχουν καμία σχέση με τις απαιτήσεις των διαγνωστικών εξετάσεων. Παιδαγωγικός στόχος του ελληνικού σχολείου δεν είναι η συμμετοχή σε εξετάσεις τύπου PISA, αλλά η παροχή γενικής μόρφωσης με υπερβολική ύλη και έναν προσανατολισμό στην αρχαιολαγνεία και τα STEM.
Επιλογικά, ας έχουμε κατά νου ότι η αξιολόγηση της μαθητικής επίδοσης δεν εντάσσεται σε κάποιο συγκρίσιμο μοντέλο. Εξαρτάται από την υποστήριξη των μαθητή/της μαθήτριας από το σπίτι, τους μαθησιακούς στόχους και την επίδοσή του/της σε αυτούς. Ο βαθμός δεν είναι τιμωρητικός ούτε παρηγορητικός, αλλά παιδαγωγικά ανατροφοδοτικός και υποστηρικτικός. Καμία κοινωνία δεν έχασε τίποτα, επειδή υποστηρίζει τα παιδιά της και ενισχύει τα όνειρά τους, ακόμα κι όταν εκείνα αποτύχουν.
Δήμος Χλωπτσιούδης
PhD cand. Δημιουργικής Γραφής και Κριτικής
κριτικός λογοτεχνίας
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη