Οι επιχειρούμενες αλλαγές στη Δημόσια Εκπ/ση μακράν των αναγκών της και ερήμην των εκπ/κών!
Διανύουμε τον Φεβρουάριο του σχολικού έτους 2023-2024 και τα υπηρεσιακά συμβούλια, όχι μόνο του νομού μας αλλά και γενικότερα, εξακολουθούν να καλύπτουν ελλείψεις σε εκπαιδευτικό προσωπικό διαφόρων ειδικοτήτων. Μέχρι τώρα έχουν χαθεί χιλιάδες διδακτικές ώρες (και εξακολουθούν να χάνονται), αφού το υπουργείο δεν φρόντισε να καλύψει όλα τα κενά, με αποτέλεσμα κάποια μαθήματα, κυρίως από τα κακώς αποκαλούμενα «δευτερεύοντα», είτε να μη διδάσκονται καθόλου είτε να διδάσκονται με περικοπές.
Το υπουργείο Παιδείας επιμένει στην ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών – μέτρο που φαίνεται να υιοθετεί η πλειονότητα της κοινωνίας, χωρίς όμως να γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες του κλάδου των εκπαιδευτικών. Εξάλλου, οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίον διεξάγεται η ατομική αξιολόγηση, ούτε τι συμβαίνει διεθνώς σε εκπαιδευτικά συστήματα με αξιολογικό σύστημα ανάλογο με το δικό μας, αλλά ούτε και τι εφαρμόζεται σήμερα σε προηγμένα κατά κοινή αποδοχή εκπαιδευτικά συστήματα. Τέλος, δεν είναι γνωστές στο κοινό οι προτάσεις των εκπαιδευτικών περί του θέματος, που έχουν κατατεθεί ήδη από το 1997 (8ο συνέδριο ΟΛΜΕ) και έχουν επικαιροποιηθεί σε πρόσφατα συνέδρια του κλάδου.
Ας αναφερθούμε ενδεικτικά σε ορισμένα μόνο σημεία του υπάρχοντος συστήματος αξιολόγησης. Ο σχολικός σύμβουλος ειδικότητας αξιολογεί τον/την εκπαιδευτικό στη γενική και ειδική διδακτική του αντικειμένου. Όμως ο σχολικός σύμβουλος δεν θα έπρεπε να είναι αξιολογητής αλλά καθοδηγητής και συμπαραστάτης στις προσπάθειες του εκπαιδευτικού, δηλ. πραγματικός σύμβουλος, όπως λέει και το όνομά του. Και το σημαντικότερο: δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί αντικειμενικά μια διδακτική μέθοδος ή ένα σχέδιο μαθήματος, καθώς δεν υπάρχει ένας γενικός κώδικας διδασκαλίας, που να έχει γενική εφαρμογή με τα ίδια αποτελέσματα, ούτε μπορεί να εξακριβωθεί επιστημονικά ποιο είδος διδασκαλίας είναι πιο αποδοτικό. Με άλλα λόγια, ο εκπαιδευτικός εργάζεται σε κινούμενη άμμο, οι συνθήκες που διαμορφώνουν το παιδαγωγικό κλίμα της τάξης μεταβάλλονται πολύ εύκολα, επομένως δεν είναι δυνατόν να εφαρμόζεται τυποποιημένα σε κάθε περίπτωση ένα σταθερό και κωδικοποιημένο σχέδιο μαθήματος, το οποίο να μπορεί να «μετρηθεί». Τέλος, η ατομική αξιολόγηση δεν πρέπει να συγχέεται -κάτι που γίνεται με τον υπάρχοντα νόμο- με τα συνήθη δημοσιοϋπαλληλικά καθήκοντα των εκπαιδευτικών, τα οποία καθορίζονται από τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα.
Υπάρχει όμως και 2ος αξιολογητής που είναι ο Δ/ντής του σχολείου, που αξιολογεί (μαζί με άλλα) το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης. Πώς μπορεί όμως ένας εκπαιδευτικός που επέλεξε, κατόπιν δικής του ομολογίας (ναι, υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις), να γίνει Δ/ντής επειδή, μεταξύ άλλων, η διαχείριση της τάξης δεν ήταν το δυνατό του σημείο, να αξιολογήσει έναν εκπαιδευτικό για αυτό ακριβώς το θέμα; (!) Πώς, εξάλλου, ένας Δ/ντής που δεν έχει τυπικά προσόντα στα παιδαγωγικά θα αξιολογήσει κάποιον εκπαιδευτικό με περισσότερα πιθανόν προσόντα στο συγκεκριμένο πεδίο;
Άλλα ζητήματα: Σε πολλά σχολεία, ιδίως της επαρχίας, αξιολογητής και αξιολογούμενοι ενδέχεται να είναι συγγενείς (ακόμη και σύζυγοι), κουμπάροι, φίλοι κλπ. Κάποιοι καθηγητές έχουν ή επιδιώκουν να αποκτήσουν την εύνοια του Δ/ντή. Μπορεί να υπάρξει δίκαιη και αντικειμενική ατομική αξιολόγηση κάτω από αυτές τις συνθήκες; Μήπως το αποτέλεσμα της αξιολόγησης συντελέσει ώστε να χαθεί το συναδελφικό και συνεργατικό κλίμα στους συλλόγους διδασκόντων; Μήπως οι συνάδελφοι στους συλλόγους γίνουμε «από δυο χωριά»; Η κυβέρνηση, λοιπόν, επιμένει να εφαρμοστεί ένα διάτρητο σύστημα ατομικής εκπ/κής αξιολόγησης, που σε άλλες προηγμένες εκπαιδευτικά χώρες (π.χ. Φινλανδία) δεν υπάρχει ατομική αξιολόγηση εκπ/κών. Τέλος, για την ώρα η αξιολόγηση δεν συνδέεται με τον μισθό, πλην όμως ο πρωθυπουργός σε ανύποπτο χρόνο είχε δηλώσει ότι ένας δημόσιος λειτουργός σωστό είναι ν’ αμείβεται ανάλογα με την αξία του... Ο νοών νοείτω!
Αλλαγές αναμένονται και στο Λύκειο, το οποίο χρόνια τώρα είναι υποβαθμισμένο και δεν υπηρετεί τον πολύπλευρο μορφωτικό του ρόλο. Είναι σχολείο κομπάρσος, με πρωταγωνιστή το φροντιστήριο, προπάντων στα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, τα οποία είναι και τα μόνα που ενδιαφέρουν τους μαθητές. Οι απόφοιτοι Λυκείου, ακόμη και οι επιτυχόντες σε σχολές πρώτης προτίμησης, είναι συχνά «προσοντούχοι αγράμματοι», δηλ. δεν έχουν γενική μόρφωση, την οποία οφείλει να παρέχει το Λύκειο. Όχι άδικα, αρκετοί ειδικοί έχουν εκτιμήσει ότι τα τελευταία χρόνια στο Λύκειο υλοποιείται η «εκπαίδευση της αμάθειας». Αλλαγές, λοιπόν, στο λύκειο, και μάλιστα ριζικές, έπρεπε να είχαν γίνει χθες! Όμως τι αλλαγές; Πάλι η κυβέρνηση θα αποφασίσει μόνη της επικαλούμενη την εκλογική της κυριαρχία, χωρίς πραγματική διαβούλευση και συζήτηση με την εκπαιδευτική κοινότητα, που γνωρίζει εκ των έσω τα πραγματικά προβλήματα;
Γίνεται, επίσης, λόγος για κατάργηση (ολική ή μερική) των Πανελλαδικών εξετάσεων, ενώ η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα πραγματοποιείται μέσω του εθνικού απολυτηρίου. Σε αυτό θα μετέχουν ποσοστιαία οι βαθμοί όλων των τάξεων του λυκείου με ταυτόχρονη διασφάλιση αντικειμενικής βαθμολόγησης μέσω της Τράπεζας Θεμάτων σε όλα τα εξεταζόμενα μαθήματα. Με τον τρόπο αυτό οι μαθητές, τάχα, θα ενδιαφέρονται για όλα τα γνωστικά αντικείμενα. Καταρχήν βλέπουμε θετικά την κατάργηση των Πανελλαδικών, που έχουν… καταργήσει τη γενική μόρφωση στο λύκειο, ενώ ταυτόχρονα είναι ψυχοφθόρες και ενίοτε άδικες για τους υποψήφιους παρά το αδιάβλητο του συστήματος. Όμως, το εθνικό απολυτήριο δεν θα επιτείνει την προσφυγή στα φροντιστήρια ή στα ακριβά ιδιαίτερα μαθήματα οδηγώντας πολλές οικογένειες σε οικονομική αφαίμαξη;
Ριζικές αλλαγές είναι προ των πυλών για την ΕΕΚ. Προσφάτως μάλιστα ψηφίστηκε και σχετικός νόμος, χωρίς διάλογο με την ΟΛΜΕ (με μόνη την τυπική δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση). Δηλ. ουσιαστικά η κυβέρνηση αποφάσισε μόνη της. Ο νόμος αυτός, σε συνέχεια νομοθετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης από το 2020, βρίσκεται στην κατεύθυνση της μετατροπής της επαγγελματικής εκπαίδευσης σε κατάρτιση. Οι αντιρρήσεις μας προβάλλονται σε κείμενο της Β’ ΕΛΜΕ Κορινθίας, που μπορείτε να δείτε εδώ.
Άλλο μείζον θέμα είναι το ολοένα εντεινόμενο φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας και της γενικότερης επιθετικότητας τόσο των μαθητών μεταξύ τους όσο και απέναντι στους καθηγητές τους σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία, φαινόμενο που συχνά μεταφέρεται και εκτός σχολείου. Επιθετική συμπεριφορά δεν λείπει και από την πλευρά των γονέων προς τους εκπαιδευτικούς. Το υπουργείο Παιδείας δεν έχει κάνει τίποτα ουσιαστικό για την αντιμετώπιση αυτού του σοβαρού φαινομένου, που φυσικά δεν επιλύεται με γενικόλογες διατάξεις. Χρειάζεται σοβαρή κυβερνητική παρέμβαση με διάθεση κονδυλίων για την τοποθέτηση ψυχολόγου και κοινωνικού λειτουργού σε κάθε σχολείο (!), καθώς και για δομές με συμβουλευτικό χαρακτήρα για τους γονείς.
Όσο για την επιθυμία της κυβέρνησης να θεσμοθετήσει υπέρ της δημιουργίας ιδιωτικών ή μη κρατικών μη κερδοσκοπικών (όπως τα αποκαλεί) Πανεπιστημίων, αντί να ενισχύσει ουσιαστικά τα δημόσια ΑΕΙ, δεν είναι παρά μια ιδεοληπτική νεοφιλελεύθερη εμμονή, η οποία παρακάμπτει το άρθρο 16 του συντάγματος, που στην παρ. 5 ορίζει σαφώς ότι: «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση…». Κάποιοι συνταγματολόγοι, που ερμηνεύουν το Σύνταγμά μας σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, δεν βρίσκουν να έχει πρόβλημα ο νόμος της κυβέρνησης! Η πλειονότητα όμως των έγκριτων συνταγματολόγων της χώρας μας θεωρούν τον νόμο αντισυνταγματικό. Εξάλλου, η χώρα μας όχι μόνο δεν έχει καταδικαστεί ποτέ από το Δικαστήριο της ΕΕ για παραβίαση του ενωσιακού δικαίου εξαιτίας της απαγόρευσης λειτουργίας ιδιωτικών Πανεπιστημίων, αλλά δεν έχει παραπεμφθεί καν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Δικαστήριο. Συνεπώς, σύμφωνα με πολλούς συνταγματολόγους, «...για τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, κερδοσκοπικών ή μη, απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση».
Ο νόμος προβλέπει και για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια ΕΒΕ (Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής) αλλά στο πεδίο, που σημαίνει ότι οι απόφοιτοι θα μπαίνουν σε αυτά με πολύ πιο χαμηλή βαθμολογία σε σχέση με την απαιτούμενη για την εισαγωγή στα δημόσια Πανεπιστήμια. Για όσα λύκεια μάλιστα χορηγούν το ΙΒ δεν θα χρειάζεται η ΕΒΕ. Πρόκειται για κατάφορη ανισότητα και για μέτρο που δεν προάγει την αριστεία – που η κυβέρνηση έχει κάνει σημαία της! Από τη στιγμή που, σύμφωνα με το Σύνταγμα, η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση πρέπει να διασφαλίζεται για όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως εισοδήματος, ένας νόμος που δημιουργεί ανισότητες με βάση την οικονομική κατάσταση, δημιουργώντας φραγμούς στην πρόσβαση, κρίνεται αντισυνταγματικός. Είναι άλλης τάξεως ζήτημα αν αλλάξει το Σύνταγμα ως προς αυτό το σημείο. Η κυβέρνηση όμως προσπαθεί να λαθροχειρήσει σε βάρος του υπάρχοντος συντάγματος επικαλούμενη το τάχα αναχρονιστικό ελληνικό νομικό πλαίσιο, την ισχύ του μέτρου σε πολλές χώρες της Ευρώπης και την ελευθερία επιλογής του υποψήφιου να σπουδάσει όπου θέλει! Αντιμετωπίζοντας την εκπαίδευση ως εμπορευματικό είδος, που θα πωλείται και θ’ αγοράζεται, αλλά εντός των τειχών, ώστε να μη φεύγουν χρήματα στο εξωτερικό, αδιαφορεί για την κατάργηση των ίσων ευκαιριών! Όσο για το στοιχείο του αναχρονισμού στο νομικό μας πλαίσιο, η κυβέρνηση το χρησιμοποιεί κατά το δοκούν. Δεν είναι άραγε αναχρονισμός ο μη χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας, τη στιγμή που ο διαχωρισμός ισχύει σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο; Μήπως για ψηφοθηρικούς λόγους δεν τολμάει να τον νομοθετήσει;
Μπορεί η ρητορική της κυβέρνησης απέναντι στους εκπαιδευτικούς να είναι υποστηρικτική και θερμή (π.χ. μονίμως μας αποκαλούν: «οι εκπαιδευτικοί μας»), πλην όμως η πράξη αποδεικνύει το αντίθετο: τόσο η τέως όσο και ο νυν υπουργός Παιδείας σέρνουν την ομοσπονδία μας (ΟΛΜΕ) επανειλημμένα στα δικαστήρια για να βγάλουν παράνομες τις κινητοποιήσεις που έχει προκηρύξει, νομοθετούν χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ούτε κατ’ ελάχιστον τις θέσεις μας και επιπλέον η πολιτεία μάς εμπαίζει με τις αυξήσεις που έδωσε από 1/1/2024, που ανέρχονται κατά Μ.Ο. στα 1,44 ευρώ την ημέρα (!), δηλ. περίπου 43 ευρώ τον μήνα! Την ίδια στιγμή, οι εκπαιδευτικοί επιφορτιζόμαστε ολοένα με περισσότερη γραφειοκρατία, κάτι που -και το υπουργείο το γνωρίζει- αποβαίνει σε βάρος του διδακτικού μας έργου. Μόνο στα λόγια η κυβέρνηση θεωρεί το εκπαιδευτικό έργο σημαντικό. Στην πράξη δεν κάνει τίποτα για να ανταμείψει ούτε τους εκπαιδευτικούς ούτε τους υπόλοιπους εργαζόμενους. Προς επίρρωση των ανωτέρω: ο Έλληνας εργαζόμενος είναι ο μοναδικός Ευρωπαίος (;) πολίτης που παίρνει χαμηλότερο μισθό σε σχέση με το 2009 (!), που οι μέσες ετήσιες αποδοχές του το 2023 δεν ξεπερνούν τις 17.000 ευρώ τη στιγμή που οι αντίστοιχες στην Ευρωζώνη είναι 40.000.
Πάνος Κατσούλας, Εκπ/κός, Τακτικός αιρετός ΠΥΣΔΕ ν. Κορινθίας & αντιπρ. ΔΣ Β’ ΕΛΜΕ Κορινθίας
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 18/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη