Το 2001 σπούδαζα στο Βερολίνο, όταν έπεσα πάνω στα βιβλία ενός καθηγητή «μελλοντολογίας». Ο κύριος αυτός, επικεφαλής ενός μεγάλου ερευνητικού προγράμματος που χρηματοδοτούσε η American Tobacco Company, είχε βαλθεί να μαντέψει το μέλλον με επιστημονικές μεθόδους, μελετώντας τάσεις, όχι μόνο στην κατανάλωση και τη μόδα, αλλά και το κράτος, την οικονομία, την πολιτική. Προερχόμενος από μια χώρα που έχει μάθει να δοξάζει το παρελθόν και να ζει το τώρα, θεώρησα ότι ο καθηγητής Οπασόφσκι ήταν τυχοδιώκτης, αν όχι τσαρλατάνος.
Σήμερα, ο τσαρλατάνος αυτός μού φαντάζει σοφός, όχι απαραίτητα γιατί έπεσε μέσα στις προβλέψεις του, αλλά πιο πολύ γιατί με έκανε να καταλάβω ότι η σημερινή ηγεμονία της Γερμανίας στην Ευρώπη οφείλεται (και) στην ιδιαίτερη σχέση της με τον χρόνο. Με μια έννοια, οι Γερμανοί είναι εκ των πραγμάτων αναγκασμένοι να ασχολούνται με το μέλλον, αφού έχουν αποκηρύξει το (εγκληματικό) παρελθόν. Αυτός ο μελλοντοκεντρισμός (sic!) αποτελεί όχι μόνο εξαίρεση στην Ευρώπη της ιστοριολαγνίας μέχρι αλληλοσπαραγμού, αλλά και σημαντικό πλεονέκτημα όταν, για παράδειγμα, οδήγησε τη Γερμανία στη μελέτη σεναρίων για το μέλλον της Ε.Ε. και του κόσμου, ενώ όλοι οι υπόλοιποι --εκτός από κάποιες ελάχιστες Κασσάνδρες που προέβλεπαν διάλυση της ένωσης ήδη από τότε-- έπλεαν σε πελάγη (μουντιαλικής) ευτυχίας και (ολυμπιακής) άγνοιας. Ήδη πριν το ευρώ, οι Γερμανοί είχαν αρχίσει να μετατρέπουν την Κίνα σε φτηνό παραγωγό και την υπόλοιπη Ευρώπη σε ακριβό καταναλωτή των προιόντων τους. Στη γερμανική εκδοχή του γνωστού μύθου, το μυρμήγκι δεν είχε ορίζοντα ενός χειμώνα, αλλά τουλάχιστον μιας εικοσαετίας, όταν το τζιτζίκι σφύριζε στην Εurovision.
Κρισιολογία ως νέα ηγεμονία. Η δυνατότητα της οργάνωσης του μέλλοντος με ψυχραιμία, υπομονή και σε βάθος χρόνου είναι η πρώτη που καταστρέφεται από την κρίση και ειδικά από την κρισολογία. Η κρισιολογία --ο κυρίαρχος Λόγος των ειδικών που αναλύει τα πάντα με όρους κατεπείγοντος-- είναι ακόμα πιο επικίνδυνη από την ίδια την «κρίση». Μετατρέπει το πολιτικό υποκείμενο σε ιατρική περίπτωση, η οποία, αντί δικαιωμάτων, έχει αποκτήσει συμπτώματα, και της οποίας ο υπολειπόμενος χρόνος μετριέται ως αντίστροφη μέτρηση προς την επικείμενη καταστροφή. Η κρισιολογία διαφέρει από τον μεσσιανισμό κυρίως επειδή η πρώτη αδυνατεί να προσφέρει την λύτρωση που υπόσχεται ο δεύτερος.
Την κατάργηση του μέλλοντος ως έμπρακτης πολιτικής δυνατότητας έχουν αναγάγει οι κυβερνώντες σε κατεξοχήν εργαλείο εξουσίας σήμερα. Η ηγεμονία τους στηρίζεται όλο και λιγότερο στην τήρηση του περίφημου κοινωνικού συμβολαίου και σε κλασικές μεθόδους επιτήρησης και τιμωρίας, και περισσότερο στον έλεγχο του υπαρξιακού χρόνου ολόκληρων κοινωνιών. Το «κατεπείγον» στη Βουλή, το απρόβλεπτο στην καθημερινότητα και η ανάγκη μόνιμης προετοιμασίας για τα κακά που αργά ή γρήγορα θα μας βρουν δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, ούτε αποκλειστικό χαρακτηριστικό της οικονομικής κρίσης. Στις ΗΠΑ οι πολίτες ζουν κάθε μέρα με τον φόβο του τρομοκράτη, του τυφώνα, του μανιακού δολοφόνου στο σχολείο κτλ. Στη Δυτική Ευρώπη, ο φόβος της απόλυσης, της ανεργίας, αλλά και της γενικότερης «νοτιοποίησης» επισείεται απέναντι σε κάθε συλλογική διεκδίκηση.
Η πολιτική, ως η τέχνη του συλλογικού γίγνεσθαι, μπορεί να νοηθεί μονάχα μέσα από το μέλλον, για την οργάνωση του οποίου συκρούονται ιδέες, πρακτικές και δυνάμεις της κοινωνίας, της οικονομίας και της επιστήμης. Παραφράζοντας τον Καστοριάδη, η κοινωνία υπάρχει ως πολιτική οντότητα μόνο όταν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό της αύριο κα να δράσει σήμερα. Η κατάργηση του μέλλοντος στην ουσία ακυρώνει την πολιτική, και εν συνεχεία την κοινωνία ως πολιτική οντότητα. Όταν η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας αντικαθίσταται από την κρισολογία, η πολιτική έχει ήδη μεταλαχθεί από την τέχνη του εφικτού (και του ευφάνταστου) σε τεχνοκρατία βασισμένη στο επίφοβο και το φοβικό.
Με δεδομένο ότι οι σημερινοί κυβερνώντες είναι οι κατεξοχήν θιασώτες της τεχνοκρατίας του φοβικού, το ζητούμενο για τους κυβερνούμενους είναι μια πολιτική που να μπορεί να προβλέψει (και να σχεδιάσει) το μέλλον, ακόμα κι αν το παρόν φαντάζει ζοφερό. Μια τέτοια μελλοντοκεντρική πολιτική θα μπορούσε εύκολα να ξεφύγει από εκβιαστικά διλήμματα του παρόντος, τα οποία στο μέλλον μπορεί να είναι εντελώς άτοπα ή να τίθονται εντελώς διαφορετικά. Για παράδειγμα, όταν κανείς ερωτάται αν θέλει να ανήκει στην Ευρώπη σήμερα, η απάντηση οφείλει να αρχίσει από την αντερώτηση αν και κατά πόσο θα υπάρχει «Ευρώπη» αύριο. Θα μπορούσε να συνεχίσει παίρνοντας υπόψη της ότι ο κόσμος που ανατέλλει μπροστά μας είναι πολυκεντρικός, αποτελούμενος όχι μόνο από γεωπολιτικά μπλοκ υπό διαμόρφωση (Ατλαντισμός, Ευρασία, Νότια Αμερική, Νοτιανατολική Ασία), αλλά και πολλά ανεξερεύνητα περιθώρια για ανακατατάξεις, ανατροπές και νέες απελευθερωτικές συμμαχίες μέσα και πέρα από τα σύνορα αυτών των μπλοκ.
Αυτή η συζήτηση βιάζει. Για να αρχίσει, δεν χρειάζεται κανέναν καθηγητή μελλοντολογίας, παρά μονάχα τόλμη, ελευθερία, και φαντασία, τα συστατικά δηλαδή της πιο ελπιδοφόρας και νικηφόρας πολιτικής συμμαχίας.
*Ο Νικόλας Κοσματόπουλος είναι διδάκτορας κοινωνικής ανθρωπολογίας.
πηγή: avgi.gr
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Γιατί στη Θεσσαλονίκη χρησιμοποιούν τη φράση «με λες» αντί για «μου λες»
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
Είσαι άνεργος στο κέντρο της Αθήνας; ΠΑΡΕ ΤΩΡΑ έκτακτο επίδομα 1000 ευρώ
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση