Η εσπερινή εκπαίδευση, εδώ και δεκαετίες, έχει προσδιοριστεί ως ο χώρος της εκπαίδευσης που υποδέχεται μαθητές/-τριες, προσδιοριζόμενους από ιδιαίτερα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά. Από μαθητές/-τριες των οποίων η καθημερινότητα έχει διαμορφωθεί από τις ιδιαίτερες ατομικές και οικογενειακές βιοτικές και βιοποριστικές συνθήκες. Αυτές ακριβώς οι ιδιαιτερότητες έχουν διαμορφώσει τις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες του μαθητικού δυναμικού των εσπερινών σχολείων.
Η Πολιτεία, αναγνωρίζοντας τις εκπαιδευτικές ιδιαιτερότητες των εσπερινών μαθητών/-τριών, θέσπισε ρυθμίσεις στην κατεύθυνση της ισότιμης εκπαιδευτικής αντιμετώπισής τους, δείχνοντας να αφουγκράζεται, σε αρκετές περιπτώσεις, αλλά όχι καθολικά, την αναγκαιότητα της διασφάλισης των δικαιωμάτων των ατόμων αυτών στην εκπαίδευση. Και, στην διάθεσή της αυτή, θα πρέπει να αναγνωριστεί η προσπάθεια της στην κατεύθυνση της διασφάλισης των δικαιωμάτων των μαθητών/-τριών των εσπερινών σχολείων, δικαιώματα που έτυχαν σε αρκετές περιπτώσεις της προσπάθειας εκμετάλλευσης τους από επιτήδειους που ερμήνευσαν την εσπερινή εκπαίδευση ως κερκόπορτα για την δόλια είσοδό τους στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Αυτή η Πολιτεία, που θέσπισε ειδικό ποσοστό εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για τους αποφοίτους των εσπερινών Λυκείων, Γενικών και Επαγγελματικών, η ίδια Πολιτεία έρχεται τώρα να αυτοακυρωθεί και, παράλληλα, να αμφισβητήσει τον διαχρονικό ρόλο των εσπερινών σχολείων, εμμέσως την ίδια τους την ύπαρξη.
Με το Σχέδιο Νόμου του ΥΠΑΙΘ με τίτλο: «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις» φαίνεται να επιχειρείται η τοποθέτηση ταφόπλακας στα όνειρα των μαθητών/-τριών των εσπερινών Λυκείων για συνέχιση των σπουδών τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Το άρθρο 2 για τους αποφοίτους των εσπερινών Γενικών Λυκείων είναι αφοπλιστικά ξεκάθαρο, αμφισβητώντας ευθέως κάθε είδους διαφοροποίηση στις εκπαιδευτικές ανάγκες και στις ιδιαιτερότητες κοινωνικοοικονομικής προέλευσης μεταξύ του μαθητικού δυναμικού των εσπερινών και των ημερήσιων Λυκείων, αφού:«2. Η εξεταστέα ύλη και τα θέματα των εξετάσεων είναι κοινά για τους υποψηφίους από τα ημερήσια και εσπερινά Γενικά Λύκεια (ΓΕ.Λ.). Στα ημερήσια και εσπερινά ΓΕ.Λ, η Ε.Β.Ε. (ενν.: Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής) διαμορφώνεται ενιαία από τον μέσο όρο των μέσων όρων των βαθμολογικών επιδόσεων των υποψηφίων στα τέσσερα (4) πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα ανά επιστημονικό πεδίο, ο οποίος πολλαπλασιάζεται με συντελεστή που αποφασίζεται από τα ιδρύματα εισαγωγής για κάθε σχολή, τμήμα ή εισαγωγική κατεύθυνση και στρογγυλοποιείται στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο»). Και, ως «συνεπές» επακόλουθο, δεν θα μπορούσε να παραμείνει εκτός κλίματος αμφισβήτησης ή, καλύτερα, ακύρωσης του θεσμικού της ρόλου, η εσπερινή Επαγγελματική Εκπαίδευση. Έτσι, με το άρθρο 3 του εν λόγω Σχεδίου Νόμου ορίζεται ότι: «Στα ημερήσια και εσπερινά ΕΠΑ.Λ. η Ε.Β.Ε. (Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής) διαμορφώνεται ενιαία από τον μέσο όρο των μέσων όρων των βαθμολογικών επιδόσεων όλων των υποψηφίων ανά ειδικότητα στα δύο μαθήματα γενικής παιδείας και στα δύο μαθήματα ειδικότητας».
Είναι φανερό πως δεν αφήνονται περιθώρια κακοπροαίρετων παρερμηνειών, παρά ξεκάθαρων αμφισβητήσεων του ρόλου ενός εκπαιδευτικού θεσμού δεκαετιών. Η καθιέρωση ενιαίας, κοινής, Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, για τους αποφοίτους των ημερήσιων και των εσπερινών Λυκείων, Γενικών και Επαγγελματικών, ορθώνει για τους αποφοίτους της εσπερινής εκπαίδευσης αδιαπέραστο εκπαιδευτικό τείχος. Καταστρατηγείται η έννοια της ισότητας στην εκπαίδευση, παραχωρώντας περιθώρια παρερμηνείας της έννοιας της ισότητας ως «ίσης συμμετοχής» αντί της «ισότιμης αντιμετώπισης» των μαθητών/-τριών. Προκρίνεται η θυσία της αποδοχής των ιδιαιτεροτήτων που διαμορφώνουν την εκπαιδευτική πορεία κάθε ατόμου, προκειμένου να θριαμβεύσει η λογική της αντιμετώπισης όλων «επί ίσοις όροις». Ακόμη και αν παραβλεφτεί η κοινή επιλογή της εξεταστέας ύλης και των θεμάτων των Πανελλαδικών εξετάσεων για τους αποφοίτους ημερήσιων και εσπερινών Γενικών Λυκείων, η θέσπιση της ενιαίας Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής επιφέρει ξεκάθαρο πλήγμα στους εκπαιδευτικούς σχεδιασμούς και στα όνειρα των εσπερινών μαθητών/-τριών για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Με την ενέργεια αυτή, η Πολιτεία αποδέχεται την – ανύπαρκτη – ισότητα του μαθητικού δυναμικού των δύο τύπων Λυκείων: ημερήσιου και εσπερινού, και παράλληλα, εκφράζει την επονείδιστη αδιαφορία της για τις διαφοροποιημένες ανάγκες των πολιτών της.
Η θέσπιση της ενιαίας Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής θα πρέπει να επανεξεταστεί στην βάση του ρόλου των εσπερινών σχολείων στην εκπαιδευτική πραγματικότητα. Παρενθετικά, ίσως θα πρέπει να επανεξεταστεί η λογική της εφαρμογής της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στο σύνολό της, τόσο για τους μαθητές των ημερησίων όσο και για τους μαθητές των εσπερινών Λυκείων, αφού η εφαρμογή της ως μέτρου ποιοτικής αναβάθμισης των τριτοβάθμιων σπουδών και της μείωσης του ποσοστού μη ολοκλήρωσής τους φαίνεται να κινείται στην λογική της αντιμετώπισης των συνεπειών και όχι της αναζήτησης των αιτίων και της συνακόλουθης προσπάθειας αποτελεσματικής αντιμετώπισής τους.
Τα Εσπερινά σχολεία υπηρετούν την αναγκαιότητα της εκπαίδευσης ατόμων με ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες. Εκπαιδευτικές ανάγκες που, τις περισσότερες φορές, έχουν διαμορφωθεί χωρίς την θέληση των ατόμων αυτών. Η εσπερινή εκπαίδευση, ως θεσμός άμβλυνσης του κοινωνικού αποκλεισμού, αποτελεί εδώ και δεκαετίες την απάντηση της Πολιτείας στις ανάγκες και στις ιδιαιτερότητες αυτών των ανθρώπων. Αυτές τις ιδιαιτερότητες έχει αναγνωρίσει – έστω και με σημαντική καθυστέρηση, αλλά με σταδιακά βελτιούμενες ρυθμίσεις προς την κατεύθυνση της ισότιμης αντιμετώπισης των μαθητών/-τριών αυτών – διαχρονικά η Πολιτεία. Και ενώ, στο πλαίσιο αυτό, έχει ορίσει, για την είσοδό τους στα Τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, ειδικό ποσοστό, επιπλέον του αριθμού εισακτέων (με τον Ν. 4186/2013 και τις σχετικές τροποποιήσεις του), το υπό ψήφιση Σχέδιο Νόμου έρχεται να ακυρώσει πολύχρονες νομοθετικές προσπάθειες βελτίωσης του ρόλου της εσπερινής εκπαίδευσης, προκειμένου αυτή να καταφέρει να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις ανάγκες των προσερχομένων σε αυτήν.
Το άρθρο αυτό δεν επιχειρεί να υπερασπιστεί την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υποψηφίων με μηδενικές ποιοτικές επιδόσεις. Ούτε να αφήσει ανοιχτές κερκόπορτες εισόδου στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα. Σκοπό έχει να αναδείξει τις ανάγκες που οδήγησαν τους μαθητές και τις μαθήτριες να καθίσουν και πάλι στα εσπερινά θρανία, προκειμένου να αγγίξουν, κάποιοι από αυτούς, το όνειρο που οι δυσκολίες της ζωής τους, τους στέρησαν το δικαίωμα να διεκδικήσουν σε χρόνο που, για τους μαθητές/-τριες της ημερήσιας εκπαίδευσης θεωρείται ο κατάλληλος, αυτός της ανέμελης εφηβικής ηλικίας. Και, στο κάτω – κάτω, ας είναι οι ίδιοι που θα λογοδοτήσουν στον εαυτό τους αν δεν καταφέρουν να διασχίσουν με επιτυχία την διαδρομή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, εφόσον καταφέρουν να εισέλθουν σε αυτήν. Πάντως, η Πολιτεία θα πρέπει να είναι επίσης σε θέση να λογοδοτήσει για την υποχρέωσή της να υπερασπιστεί τα δικαιώματα όλων των πολιτών της και, κατά συνέπεια, αυτών που η εσπερινή εκπαίδευση αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί την μόνη εκπαιδευτική τους επιλογή, την εκπαιδευτική τους όαση.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 18/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη