Αβελτηρία < αρχαία ελληνική ἀβελτερία < ἀβέλτερος < στερητικό α- + βέλτερος (αρχαία ελληνική βελτίων), αυτός που δεν μπορεί να βελτιωθεί
η αμυαλιά, η ανοησία, η μωρία, η οκνηρία σκέψεως, η απειροκαλία, η ατασθαλία
Σήμερα την αβελτηρία την μεταχειριζόμαστε και όταν θέλουμε να κάνουμε λόγο για την νωθρότητα, την απρονοησία. Λέμε, για παράδειγμα, ότι εξαιτίας της αβελτηρίας των ιθυνόντων η φωτιά πήρε επικίνδυνες διαστάσεις. Μπορούμε, επίσης, να ισχυρισθούμε ότι η αβελτηρία των γονέων για τη συμπεριφορά των παιδιών τους έχει ως αποτέλεσμα αυτά να συμπεριφέρονται με αγένεια σε δημόσιους χώρους.
Η αβελτηρία ακόμη μπορεί να είναι δημόσια, διοικητική, γραφειοκρατική, πολιτική, διπλωματική.
Άλλα συνώνυμα της αβελτηρίας είναι η αμβλύνοια, η ανεπάρκεια, ο αβδηριτισμός, η ακρισία.
Αντώνυμα η οξύνοια, η εξυπνάδα, η κρίση, η περίσκεψη.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 10/02
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση