Οι εξαγγελίες του υπουργού παιδείας κ. Κώστα Γαβρόγλου και οι αλλαγές που προτείνονται στο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ, δεν προοιωνίζουν καλύτερες μέρες στην παιδεία.
Ο προσανατολισμός της παιδείας παραμένει ο ίδιος, δεν διαφαίνονται λύσεις στα μεγάλα – βασικά προβλήματα της παιδείας όπως:
Ο τεράστιος αριθμός των φοιτητών, ο μεγαλύτερος σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ελλάδα 29,9%, Μ.Ο. Ε.Ε. 17,4% - Key data on education in Europe 2009) και η μελλοντική αξιοποίησή τους.
Η τακτική που ακολουθεί το ελληνικό κράτος, το οποίο αύξησε πάλι τον αριθμό των εισαγομένων φοιτητών, δίνει την εντύπωση ότι έχει πολλά χρήματα και διαθέτει μεγάλα κονδύλια (για να συντηρεί τόσο μεγάλο αριθμό φοιτητών), ότι έχει ανακαλύψει την αυταξία της μόρφωσης (κάτι το οποίο δεν έχουν αναγνωρίσει οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι οι οποίοι έχουν λιγότερους φοιτητές) ή ότι προετοιμάζει νέους μετανάστες οι οποίοι πρέπει να είναι μορφωμένοι!
Στις πρόσφατες εξαγγελίες για την αλλαγή του συστήματος εισαγωγής στα ΑΕΙ ο υπουργός παιδείας κ. Γαβρόγλου, πρότεινε μέτρα τα οποία κατά την άποψή του θα αναβαθμίσουν το υπάρχον σύστημα και κατέβαλε προσπάθεια να πείσει ότι θα μπαίνουν με δικαιότερο τρόπο περισσότεροι υποψήφιοι!
Σε ότι αφορά το εξεταστικό σύστημα εισαγωγής των αποφοίτων ΕΠΑ.Λ. στα ΑΕΙ, ανέφερε ότι δε θα γίνουν αλλαγές και ότι θα συνεχίσει το υπάρχον σύστημα.
Η δήλωση αυτή σημαίνει ότι το υπάρχον σύστημα πάει καλά, διαφορετικά θα το άλλαζε.
Αυτή όμως η δήλωση έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την κατάργηση του αρμόδιου υφυπουργείου για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση και την αποπομπή του δημιουργού του συστήματος αυτού, του π. υφυπουργού Παιδείας κ. Δ. Μπαξεβανάκη.
Από την κατάργηση υφυπουργείου, η οποία είναι η μοναδική στο κυβερνητικό σχήμα και την αποπομπή του κ. Μπαξεβανάκη, ενός από τους πλέον πετυχημένους υφυπουργούς κατά γενική ομολογία, δίνεται ένα σαφές μήνυμα: Αλλάζει η κυβερνητική πολιτική στον τομέα της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΕΚ).
Ωστόσο μέχρι χθες η κυβέρνηση και το υπουργείο παιδείας διατυμπάνιζαν ότι η ΕΕΚ αποτελεί κυβερνητική προτεραιότητα και ότι το παραγόμενο έργο στον τομέα αυτόν είναι ιδιαίτερα αξιόλογο.
Πράγματι οι εργώδεις προσπάθειες, οι θεσμικές αλλαγές στο περιεχόμενο σπουδών των ΕΠΑ.Λ., η εναλλακτική πρόσθετη διδασκαλία εντός διδακτικού ωραρίου, η στελέχωση των ΕΠΑ.Λ. με ψυχολόγους, η καθιέρωση του θεσμού του συμβούλου καθηγητή, η καθιέρωση της μαθητείας σε ΕΠΑ.Λ. και ΙΕΚ, η πρόσβαση των πτυχιούχων ΕΠΑ.Λ. στα πανεπιστήμια κ.λ.π. σηματοδοτούν την ανοδική πορεία αναβάθμισης της ΕΕΚ.
Όλα έδειχναν ότι υπήρχε ισχυρή πολιτική βούληση και όχι απλά μνημονιακή δέσμευση για τον εκσυγχρονισμό και την επέκταση της ΕΕΚ.
Παρά ταύτα και ως δια μαγείας μια «αόρατη δύναμη» ανακόπτει βίαια την ανοδική πορεία της ΕΕΚ.
Ιστορική αναδρομή
Για να προσεγγίσουμε κατά το δυνατόν αυτή την «αόρατη δύναμη» είναι απαραίτητο να κάνουμε μια εκτεταμένη ιστορική αναδρομή για να διαπιστώσουμε ότι και κατά το παρελθόν έγιναν πολλές προσπάθειες με σκοπό τη στροφή του μαθητικού δυναμικού προς την Τεχνική Εκπαίδευση, προκειμένου να βοηθηθεί η οικονομική ανάπτυξη και ο τομέας αυτός του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Οι προσπάθειες αυτές δεν καρποφόρησαν αν και υπήρχε σαφής πολιτική βούληση γι΄ αυτό.
Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που έγιναν στη χώρα μας για αναπροσανατολισμό του εκπαιδευτικού συστήματος και η στροφή του προς την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση είναι πολλές.
Θα αναφερθούμε μόνο σε εκείνες στις οποίες συμμετείχαν προσωπικά Πρωθυπουργοί.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος προσπάθησε το 1913, το 1917 και το 1929-1931 να αλλάξει τον προσανατολισμό του εκπαιδευτικού συστήματος υπέρ της Τεχνικής Εκπαίδευσης την οποία θεωρούσε ως απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Το 1913 προσκαλείται ο Δημήτρης Γληνός ο οποίος συντάσσει την εισηγητική του έκθεση και το κείμενο των νομοσχεδίων, τα οποία έμειναν στην ιστορία της Εκπαίδευσης ως «Νομοσχέδια του 1913».
Στόχος της μεταρρύθμισης του 1913 ήταν ο εξορθολογισμός της εκπαίδευσης και η σύνδεσή της με την παραγωγική διαδικασία.
Ο Δ. Γληνός στην εισηγητική έκθεση των νομοσχεδίων επικρίνει τον ψευτοκλασικισμό, την έλλειψη πρακτικού προσανατολισμού του σχολείου που παράγει πτυχιούχους οι οποίοι «ή συνωθούνται περί το δημόσιον ταμείον ή ρίπτονται εις την κοινωνίαν πνευματικοί προλετάριοι, επιστήμονες άνεργοι».
Οι αντιδράσεις που ξεσήκωσαν συντηρητικοί κύκλοι, αλλά και η μη σθεναρή υποστήριξη των νομοσχεδίων από τη μεριά της κυβέρνησης οδήγησαν στην καταψήφιση των νομοσχεδίων.
Το 1917 ο Ελ. Βενιζέλος γίνεται πρωθυπουργός, ο Αβέρωφ υπουργός παιδείας και ο Δ. Γληνός Γενικός Γραμματέας του υπουργείου παιδείας.
Στα τρία χρόνια της κυβέρνησης Βενιζέλου (1917 - 1920) ο Δ. Γληνός αγωνίζεται για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Όμως, η μεταρρύθμιση συναντά αντιδράσεις ακόμη και μέσα στη βενιζελική παράταξη.
Το 1918 ο «βενιζελικός» αρχιεπίσκοπος επιτίθεται στη μεταρρύθμιση. Το πανεπιστήμιο Αθηνών παραμένει το κέντρο της αντίδρασης.
Στις εκλογές του 1920 τα φιλοβασιλικά κόμματα παίρνουν την πλειοψηφία και καταργούν την μεταρρύθμιση του 1917. Τα αναγνωστικά της μεταρρύθμισης χαρακτηρίζονται αντεθνικά και καίγονται ύστερα από απόφαση επιτροπής με πρόεδρο τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκο Εξαρχόπουλο.
Η καθαρεύουσα επικρατεί και πάλι και μαζί μ΄ αυτή το παλιό εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Η οπισθοδρόμηση θίγει καίρια την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση.
Την περίοδο 1929-1931 λαμβάνει χώρα άλλη εκπαιδευτική προσπάθεια μεταρρύθμισης η οποία είναι η σημαντικότερη στην προπολεμική ιστορία της χώρας.
Η μεταρρύθμιση αυτή ήταν έργο της κυβέρνησης Βενιζέλου και περιλαμβάνει τα νομοσχέδια που κατατέθηκαν από τους υπουργούς Παιδείας Κ. Γόντικα (Ν. 4397/16-8-1929) και Γ. Παπανδρέου (Ν. 4799/1930).
Με το Νόμο του 1931 «περί επαγγελματικής εκπαίδευσης» ιδρύθηκαν οι κατώτερες τεχνικές επαγγελματικές σχολές οι οποίες, με κάποιες παραλλαγές, λειτούργησαν μέχρι το 1977 οπότε και καταργήθηκαν με το Ν. 576/1977.
Η μεταρρύθμιση αυτή προκάλεσε επίσης την έντονη αντίδραση των συντηρητικών κύκλων ιδιαίτερα σε ότι αφορά την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και τούτο επιβεβαιώνεται από δύο δυναμικές παρεμβάσεις του Ελ. Βενιζέλου, σε χώρους της εκπαίδευσης.
Η πρώτη παρέμβασή του έγινε με τη δήλωσή του στο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο «Θα καταργήσω 80 γυμνάσια, ακόμη και αν με ανατρέψουν» (Σήφης Μπουζάκης, Νεοελληνική Εκπαίδευση, σελ.104)
Η δεύτερη παρέμβασή του έγινε στα εγκαίνια της Σιβιτανιδείου σχολής, όταν εν μέσω πλήθους επισήμων εκφωνεί έναν εντυπωσιακό λόγο με την εξής πιο εντυπωσιακή κατακλείδα: «Όσες περισσότερες σχολές του τύπου αυτού (σ.σ. της Σιβιτανιδείου) ιδρύονται, τόσα περισσότερα κλασικά σχολεία κλείνουν. Κλασικά σχολεία από τα οποία εξέρχονται ως επί το πολύ άχρηστοι για το έθνος πολίτες». ( Αλίκη Βαξεβάνογλου, Σιβιτανίδειος Σχολή, σελ. 59).
Οι δύο αυτές παρεμβάσεις – δηλώσεις έδειξαν ότι το ενδιαφέρον του για την εκπαιδευτική αλλαγή ήταν πραγματικό αλλά ο τελικός σκοπός, για αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος και η στροφή μαθητών προς την ΤΕΕ δεν επιτεύχθηκε.
Η δεύτερη περίπτωση παρέμβασης πρωθυπουργού έγινε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή κατά την περίοδο 1957 – 1959 και την περίοδο 1976 – 1977.
Από την ανάληψη των καθηκόντων του, ως πρωθυπουργού, ο Κ. Καραμανλής έδειξε ότι είχε τη βούληση να αναδείξει και να αναβαθμίσει την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση. Η ακόλουθη δήλωσή του είναι χαρακτηριστική: «Η ανθρωπιστική παιδεία είναι απαραίτητος δια κάθε πολιτισμένον άνθρωπον. Είναι ακόμη περισσότερον αναγκαία δι΄ ημάς τους Έλληνας. Αλλ΄ αποτελεί σφάλμα η εν ονόματι δήθεν της ανθρωπιστικής παιδείας κατάπνιξις της συγχρόνου τάσεως προς τας θετικάς επιστήμας και την τεχνικήν κατάρτισην των νέων». (εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, 24/4/1957)
Στις 14 Ιουλίου 1957, ως πρωθυπουργός συγκρότησε επιτροπή, που πρότεινε η υπηρεσία μελετών και συντονισμού, από ειδικούς για τη μελέτη των προβλημάτων της παιδείας γνωστή ως «Επιτροπή Παιδείας». (Ε. Παπανούτσου «Απομνημονεύματα», εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 1982, σελ. 92).
Στα πορίσματα της «Επιτροπής Παιδείας» τονίζεται εμφαντικά η ανάγκη ανάπτυξης της ΤΕΕ και μάλιστα μεταξύ των άλλων κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: «…Δια τους εκτεθέντας λόγους επιβάλλεται τόσον το κράτος όσον και η κοινωνία να καταβάλλουν πάσαν προσπάθειαν προς ανάπτυξιν της επαγγελματικής εκπαιδεύσεως. Πάσα καθυστέρησις προς λήψιν των αναγκαίων προς τούτο μέτρων εγκλείει σοβαρούς κινδύνους δια την επιβίωσιν του λαού μας» (Αθήνα 1958, σελ. 58).
Κρίνοντας συνολικά την μεταρρυθμιστική προσπάθεια που έγινε στο τέλος της δεκαετίας του 1950, παρατηρούμε ότι απέτυχε του κύριου στόχου της που ήταν ο εκπαιδευτικός αναπροσανατολισμός και κυρίως η στροφή προς την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση παρά την πολιτική βούληση που υπήρχε και τις διοικητικές αλλαγές που έγιναν.
Μεταξύ των λόγων που οδήγησαν σε αποτυχία την προσπάθεια αυτή συγκαταλέγεται το πολιτικό-κοινωνικό κλίμα της δεκαετίας του 1950 το οποίο στάθηκε αρνητικά για την ανάπτυξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα στη μεταρρύθμιση του 1959 η αντίδραση στην καθιέρωση της ΤΕΕ προήλθε από τις συντηρητικές δυνάμεις μέσα στο κόμμα της ΕΡΕ αλλά και από την αριστερά. Οι λόγοι αντίδρασης είναι διαφορετικοί.
Για τους συντηρητικούς η ανάπτυξη Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης θα επηρέαζε το περιεχόμενο μάθησης υπέρ των τεχνικών μαθημάτων και εις βάρος της ανθρωπιστικής παιδείας.
Από την άλλη πλευρά η αριστερά, η οποία κατά βάση ήθελε την ανάπτυξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, εστίασε όμως την κριτική της κυρίως στην πρόθεση της κυβέρνησης να καθιερώσει βραχύχρονες τεχνικές σχολές για την προετοιμασία των μεταναστών. (Α. Προβατά, Ιδεολογικά Ρεύματα, Πολιτικά Κόμματα και Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση (1950-1965), Αθήνα, 2002, εκδ. Gutenberg, σ.134-138)
Μια άλλη αιτία αποτυχίας αποτέλεσε το γεγονός ότι το σχολείο τη δεκαετία του 1950 χρησιμοποιήθηκε και σα μηχανισμός αστυνομικής περιφρούρησης μιας κοινωνικής ισορροπίας.
Την ίδια εποχή τα συνθήματα «ελευθερία» ή «δημοκρατία» θεωρούνται ανατρεπτικά.
Υπήρχε ο φόβος μπροστά στη μεταρρύθμιση, ο φόβος των κοινωνικών κινδύνων που απορρέουν από τη δημοτική γλώσσα, ο φόβος για την «ηθική διάβρωση» των πολιτών που μπορεί να προκαλέσει η στροφή προς τις θετικές επιστήμες και την Τεχνική Εκπαίδευση.
Μέσα σε αυτό το κλίμα η δημοτική γλώσσα και η Τεχνική Εκπαίδευση (που απαιτεί οπωσδήποτε διδασκαλία στη δημοτική για λόγους αποτελεσματικότητας), θεωρούνται αλλαγές ανατρεπτικές, αλλαγές που απειλούν την κοινωνική ισορροπία.
Η αντίδραση όμως προήλθε και από την Εταιρεία Ελλήνων φιλολόγων, η οποία κρίνοντας τα πορίσματα της Επιτροπής του 1957 αναφέρει ότι οι μεταρρυθμιστικές απόπειρες, εκτός από εκείνες που έχουν οργανωτικό-διοικητικό χαρακτήρα κινδυνεύουν να «αναζωογονήσουν πάθη και μίση δυνάμενα να διαταράξουν την ψυχικήν ενότητα όχι μόνον των εκπαιδευτικών λειτουργών αλλά και του ελληνικού λαού» και προτείνει:
Ν΄ αποφευχθή η κολόβωσις της γλωσσικής παιδεύσεως των μαθητών, ν΄ αποφευχθή η διδασκαλία των αρχαίων από μεταφράσεις, όσο για τον τεχνικό προσανατολισμό, η εταιρεία συγκατατίθεται να γίνει προσέχοντας μήπως «ατροφήση το θεμελιωτικόν φρονηματιστικόν του προγράμματος τμήμα». (Αλ. Δημαράς, η μεταρρύθμιση που δεν έγινε τόμος Β΄ σελ. 234 και 235).
Να σημειώσουμε ότι ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα κατά την περίοδο αυτή με το ΝΔ 3971/1959 έγιναν τα εξής.
Ιδρύθηκαν οι σχολές υπομηχανικών Αθήνας και Θεσσαλονίκης, η ΣΕΛΕΤΕ, μέσες και κατώτερες επαγγελματικές σχολές, το Ζάνειο Πειραματικό Τεχνικό Γυμνάσιο, Γενική Δ/νση Επαγγελματικής Εκπαίδευσης στην Κ.Υ. του ΥΠΕΠΘ, θεσμοθετήθηκε θέση Γενικού Επιθεωρητή Επαγγελματικής Εκπαίδευσης κ.λ.π.
Κατά την περίοδο 1976 – 1977 ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής διορίζει υπουργό παιδείας τον Γεώργιο Ράλλη, ψηφίζονται δύο Νόμοι για την εκπαίδευση, ο Ν. 309/1976 για την Γενική Εκπαίδευση και ο Ν. 576/1977 για την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση.
Τα γενικά πλαίσια αυτής της μεταρρύθμισης καθόρισε το νέο Σύνταγμα του 1975 (άρθρο 16) στο οποίο μεταξύ των άλλων προβλέπεται, ότι η Παιδεία « …αποτελεί βασικήν αποστολήν του κράτους, έχει δε σκοπόν της την ηθικήν, πνευματικήν, επαγγελματικήν και φυσικήν αγωγήν των Ελλήνων, την ανάπτυξιν της εθνικής και θρησκευτικής συνειδήσεως και την διάπλασιν αυτών ως ελευθέρων και υπευθύνων πολιτών».
Είναι η πρώτη φορά κατά την οποία καθορίζεται συνταγματικά ότι η παιδεία έχει ως σκοπό και την επαγγελματική αγωγή.
Με το Ν. 576/1977 ιδρύονται τα Τεχνικά Λύκεια, τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΤΕΛ) και οι Τεχνικές Επαγγελματικές Σχολές (ΤΕΣ).
Καθιερώνεται η δημοτική γλώσσα, η εισαγωγή στο λύκειο γίνεται με εξετάσεις, πανελλαδικής κλίμακας, που διατηρήθηκαν μέχρι το 1981.
Θεσμοθετείται ποσοστό εισαγωγής 25% αποφοίτων ΤΕΛ στα ΚΑΤΕΕ.
Ο Νόμος 576/1977 που θέσπιζε τη «στροφή στην TEE» υποστηρίχθηκε όχι μόνο από το κυβερνητικό κόμμα αλλά και από την τότε αξιωματική αντιπολίτευση την Ε.Κ.Ν.Δ.
Ακόμα, οι κατευθυντήριοι άξονες της μεταρρύθμισης είχαν επικυρωθεί τουλάχιστον ένα χρόνο πριν την ψήφιση του νόμου, στη «μεγάλη σύσκεψη για την παιδεία», στην οποία προέδρευσε ο τότε πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής και συμμετείχαν ο υπουργός και οι υφυπουργοί Παιδείας, οι πρυτάνεις των Πανεπιστημίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης, ο πρύτανης του Ε.Μ.Π, οι πρόεδροι της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ, ορισμένες μεμονωμένες προσωπικότητες, με επιφανέστερο τον «εμπνευστή της εκπαιδευτικής μεταρρυθμίσεως του Γεωργίου Παπανδρέου» Ε. Παπανούτσο. (Καθημερινή 1 και 3/2/1976)
Στη «μεγάλη σύσκεψη για την Παιδεία» ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής έκανε την εξής χαρακτηριστική δήλωση: «Όλη αυτή ή προσπάθεια γίνεται για να δώσωμεν μίαν έντονον στροφήν προς την Τεχνική Έκπαίδευσιν. Σας λέγω δε ότι θα σας διαθέσω όλα τα μέσα για την επίτευξη αυτού του σκοπού» και με αποφασιστικότητα συνέχιζε: «να καταλήξωμεν εις ένα θετικόν συμπέρασμα και θα προχωρήσωμεν ασχέτως αντιδράσεων».
Ο Ε. Παπανούτσος σε άρθρο του στο Βήμα (20/2/77) υποστήριζε ότι η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της Ν.Δ. «επικυρώνει και συνεχίζει τη μεταρρύθμιση του 1964».
Οι βασικοί άξονες της μεταρρύθμισης Ράλλη είναι: Η επαναφορά του εννιάχρονου σχολείου υποχρεωτικής εκπαίδευσης, η στροφή προς την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση, ο εκσυγχρονισμός των προγραμμάτων, η καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας κλπ.
Η ίδια μεταρρύθμιση επανέρχεται αλλά αυτή τη φορά βρίσκει πολέμιους την αριστερά, το ΠΑΣΟΚ και την ΕΔΗΚ.
Η εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι ότι τα αντιδεξιά κόμματα είχαν συνηθίσει να αντιμάχονται μια δεξιά που καταπατούσε τις στοιχειώδεις αστικές ελευθερίες και κρατούσε, όπως έλεγαν, τα παιδιά του λαού στο σκοτάδι της άγνοιας, γιατί προφανώς έτσι τα εκμεταλλευόταν καλύτερα.
Ο αρχηγός της ΕΔΑ κ. Η. Ηλιού παρατηρεί σχετικά: «φαίνεται σαν ειρωνεία της ιστορίας το γεγονός ότι η δεξιά παράταξη εμφανίστηκε να προτείνει τα μεταρρυθμιστικά μέτρα που τόσο λυσσαλέα είχε πολεμήσει μια δεκαετία πριν». (Σ. Μπουζάκη, Νεοελληνική Εκπαίδευση, Gutenberg, Αθήνα 1991, σελ. 116).
Η αντίδραση του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ στα μέτρα που προτάθηκαν για την καθιέρωση της ΤΕΕ εστιάστηκε στο θέμα της εξάρτησης της χώρας από τα ξένα μονοπώλια.
Η κριτική της αντιπολίτευσης του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ δίνει, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Α. Καζαμίας, πολιτική και κοινωνική διάσταση στη μεταρρύθμιση. (Α. Καζαμίας, Η εκπαιδευτική κρίση στην Ελλάδα και τα παραδοξά της: μία ιστορική , συγκριτική θεώρηση, Ανάτυπον εκ των Πρακτικών της Ακαδημίας Αθηνών, 1983, σ.446).
Ο Δ. Γόντικας, βουλευτής του ΚΚΕ θα τονίσει κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τη ψήφιση του Ν 576/1977: «βασικός στόχος της μεταρρύθμισης είναι όχι η στροφή των μαθητών προς την ΤΕΕ αλλά το βίαιο σπρώξιμο της πλειοψηφίας της νεολαίας στα εργοστάσια. Πρόγραμμα συγκεκριμένο δεν υπάρχει. Το μόνο πρόγραμμα που έχουμε είναι της Διεθνούς Τράπεζας, όπου εκεί καθορίζονται πόσα σχολεία θα γίνουν με γνωστούς και απαράδεκτους όρους». (Πρακτικά Βουλής, 23/2/1977).
Την χρονιά που ψηφιζόταν ο Ν. 576/1977 σε μια εποχή πού το 25% του πληθυσμού δεν είχε τελειώσει το Δημοτικό και το 60% δεν είχε τελειώσει το Γυμνάσιο, το ΚΚΕ διακήρυττε ότι οι απόφοιτοι των Τεχνικών Λυκείων και των ΚΑΤΕΕ αποτελούν «φτηνό εργατικό δυναμικό για τα μονοπώλια» (Ριζοσπάστης 26-2-1977).
Η κριτική που απέρριπτε τη μεταρρύθμιση, του Ν. 576/1977, με πολιτικά επιχειρήματα μπορεί να χαρακτηριστεί δημαγωγική, κυρίως γιατί μιλούσε στο όνομα των «παιδιών του λαού» που η τεχνική παιδεία θα μετέτρεπε σε ειδικευμένους εργάτες για τα μονοπώλια. Σαν να ήταν τότε τα «παιδιά του λαού» σε καλύτερη μοίρα και πρόκειται να υποβιβαστούν σε ειδικευμένους εργάτες. Αποσιωπά η κριτική το γεγονός ότι «τα παιδιά του λαού» βρισκόταν στην αγορά εργασίας σαν ανειδίκευτοι εργάτες, με μόνο εφόδιο το απολυτήριο του δημοτικού χωρίς καμία κατοχύρωση.
Η παρέμβαση στη βουλή του τότε υπουργού παιδείας κ. Γ. Ράλλη στο συγκεκριμένο θέμα ήταν επιτυχής: «Δεν μου λέτε, κύριοι συνάδελφοι, όσοι σήμερον τελειώνουν τα γυμνάσια και δεν μπορούν να εισέλθουν εις τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα ή τας Ανωτέρας Τεχνικάς Σχολάς και εκλιπαρούν μιάν οιανδήποτε εργασίαν, είναι εις καλλιτέραν μοίραν από τους αποφοίτους των Επαγγελματικών Σχολών;» ( Πρακτικά της Βουλής 7/4/1976).
Τελικά, όπως αποδείχθηκε από την εφαρμογή της μεταρρύθμισης αυτής, οι κύριοι στόχοι (πλην της καθιέρωσης της δημοτικής) δεν επιτεύχθηκαν.
1964- 65
Η τρίτη περίπτωση παρέμβασης πρωθυπουργού στα θέματα παιδείας έγινε από τον Γ. Παπανδρέου.
Το 1964 έρχεται στην εξουσία η «Ένωσις Κέντρου» με αρχηγό και πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δείχνει έμπρακτα το ενδιαφέρον του για την παιδεία αναλαμβάνοντας και το Υπουργείο Παιδείας. Παίρνει ως συνεργάτες του το λογοτέχνη Λουκή Ακρίτα (υφυπουργό Παιδείας) και τον Ε. Παπανούτσο (Γενικό Γραμματέα).
Ο Ευάγγελος Παπανούτσος, παιδαγωγός – φιλόσοφος – δοκιμιογράφος ακαδημαϊκός είναι αυτός που επεξεργάστηκε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση η οποία όμως δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί.
Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου θα υποβάλει στη Βουλή τρία σχέδια νόμου: Το νομοσχέδιο «Περί οργανώσεως και διοικήσεως της Γενικής (Στοιχειώδους και Μέσης) Εκπαιδεύσεως» (μετέπειτα Ν.Δ. 4379/1964) και το Μάιο του 1965 τα νομοσχέδια «Περί Τεχνικής Εκπαιδεύσεως» και «Περί ιδρύσεως Πανεπιστημίων».
Στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου για την Τεχνική Εκπαίδευση τονίζεται ότι «η οικονομική πρόοδος της χώρας ευρίσκεται εις στενήν συνάρτησιν προς την ανάπτυξιν της επαγγελματικής, ιδία της τεχνικής εκπαιδεύσεως η οποία αποτελεί μιαν από τις βασικές της προϋποθέσεις».
Το νομοσχέδιο αυτό (εφόσον ψηφιζόταν) θα αποτελούσε για την Ελλάδα τον πρώτο καταστατικό χάρτη για τη διάρθρωση και ανάπτυξη της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα.
Το παραπάνω νομοσχέδιο προέβλεπε τη διάρθρωση της Τεχνικής Εκπαίδευσης σε τρεις βαθμίδες: Τη βασική των ειδικευμένων τεχνιτών, τη μέση των τεχνιτών εφαρμογής, και την ανώτερη των υπομηχανικών.
Το νομοσχέδιο αυτό αποτελεί την πρώτη συγκεκριμένη προσπάθεια να καθιερωθεί νομοθετικά η λεγόμενη Ανώτερη Βαθμίδα στην Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και περιέγραφε, μεταξύ άλλων, το ρόλο του υπομηχανικού τονίζοντας τα επαγγελματικά του δικαιώματα.
Παράλληλα με την καθιέρωση της 9χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης (εξάχρονο δημοτικό και τρίχρονο γυμνάσιο) στην Ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση έχουμε την εξής δομή και διάρθρωση:
α) Τρεις τύπους σχολείων το Γενικό Λύκειο, το Τεχνικό Επαγγελματικό Λύκειο, και τις Σχολές Εξειδικεύσεως Τεχνικών.
Στους δυο τύπους λυκείων η εγγραφή γίνεται μετά από επιτυχή συμμετοχή σε εισαγωγικές εξετάσεις.
β) Καθιερώνονται δυο τύποι «ακαδημαϊκού απολυτηρίου». Ο ένας οδηγεί κατά βάση προς τις θεωρητικές πανεπιστημιακές σχολές και ο άλλος προς τις θετικές.
Συγχρόνως πραγματοποιούνται εκπαιδευτικές αλλαγές που συνιστούν την αντίστοιχη εσωτερική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Οι πιο σημαντικές είναι οι εξής:
1) Επιχειρείται αναπροσανατολισμός και εκσυγχρονισμός των προγραμμάτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Στο λύκειο ειδικότερα εισάγονται μαθήματα επιλογής, όπως επίσης νέα διδακτικά αντικείμενα (φιλοσοφία, κοινωνιολογία, ψυχολογία, οικονομικά).
2) Καθιερώνεται η δημοτική γλώσσα σε όλες τις βαθμίδες.
3) Καθιερώνεται η δωρεάν παιδεία από 6-12 ετών, μαθητικά συσσίτια κλπ.
4) Δίνονται σημαντικές αυξήσεις στους εκπαιδευτικούς
5) Ιδρύεται το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, παίρνονται μέτρα για την προώθηση της επιστημονικής έρευνας, τη μετεκπαίδευση-επιμόρφωση των εκπαιδευτικών κ.ά.
Είναι φανερό ότι βασικό στόχο της μεταρρύθμισης του 1964 αποτέλεσε ο εκδημοκρατισμός της παιδείας και η θεσμοθέτηση ενός ισχυρού κρατικού διπλού σχολικού δικτύου.
Αυτή η επιδίωξη στο μεν γυμνάσιο εκφράστηκε με τη διχοτόμησή του σε γενικό και πρακτικό-τεχνικό, ενώ στην Ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση με τη νέα δομή που περιλάμβανε το Γενικό Λύκειο, το Τεχνικό Επαγγελματικό Λύκειο και τις Σχολές Εξειδικεύσεως Τεχνικών.
Η μεταρρύθμιση αυτή εκφράζεται με αλλαγές τόσο των εξωτερικών όσο και εσωτερικών χαρακτηριστικών της και έχει χαρακτηριστεί ως «η πιο ολοκληρωμένη και πειστική μέχρι τώρα πρόταση αστικού εκσυγχρονισμού της ελληνικής εκπαίδευσης» (Σ. Μπουζάκης, ό.π., σελ. 105-108).
Είναι γεγονός ότι η μεταρρύθμιση του 1964 είναι η πιο σοβαρή κι ολοκληρωμένη προσπάθεια για τη μεταβολή του πνεύματος που κυριαρχεί στη νεοελληνική εκπαίδευση (ψευτοκλασικισμός, εγκυκλοπαιδισμός, τυπολατρία, αρχαϊσμός κλπ.) από καταβολής του ελληνικού κράτους.
Συνοπτικά τα κύρια σημεία των τριών νομοσχεδίων που χαρακτήρισαν τη μεταρρύθμιση του 1964-1965 είναι τα εξής:
α) Επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ως το 15ο έτος.
β) Κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων στα γυμνάσια.
γ) Ελεύθερη χρήση της δημοτικής γλώσσας στο σχολείο.
δ)Διδασκαλία των αρχαίων κειμένων από μεταφράσεις.
ε) Καθιέρωση του ακαδημαϊκού απολυτηρίου (πανελλήνιες εξετάσεις αντί χωριστές εξετάσεις ανά σχολή).
στ) Επέκταση της εκπαίδευσης των δασκάλων στα τρία χρόνια. Ίδρυση του παιδαγωγικού ινστιτούτου.
Για την υλοποίηση όλων αυτών προβλεπόταν και σημαντική αύξηση των κονδυλίων για την παιδεία, πάγιο αίτημα ετών.
Παρά τις προοδευτικές καινοτομίες της η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 δέχτηκε σφοδρές επιθέσεις (από τη Φιλοσοφική σχολή της Αθήνας, την Εταιρεία Ελλήνων Φιλολόγων, την Ο.Λ.Μ.Ε. κ.λ.π.) (Α. Δημαρά, η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, τόμος Β΄ σελ. 275-281).
Η κριτική εστιαζόταν στα παρακάτω:
Η μεταρρύθμιση υπονομεύει τα θεμέλια του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.
Μελλοντικά τα αρχαία ελληνικά θα απομακρύνονταν απ’ το σχολείο, γιατί η αρχαία ελληνική κληρονομιά διδασκόταν τώρα σε νεοελληνικές μεταφράσεις.
Επικρίθηκε η μείωση ή η κατάργηση των Λατινικών στο Γυμνάσιο.
Επικρίθηκε επίσης η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας στο σχολείο.
Η τόσο σπουδαία, για την εποχή, μεταρρυθμιστική προσπάθεια αναχαιτίστηκε από τα πολιτικά γεγονότα (Ιουλιανά, αποστασία, και δικτατορία).
Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες για την αναβάθμιση της ΤΕΕ τις οποίες αναφέραμε, και στις οποίες είχαν ενεργό συμμετοχή και πρωθυπουργοί, δεν ευοδώθηκαν σα να τις εμπόδισε μια μυστηριώδης και αόρατη δύναμη.
Στη σημερινή πραγματικότητα. Για την αποπομπή του π. υφυπουργού κ. Μπαξεβανάκη δεν υπάρχουν απτά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Οι αιτίες οι οποίες οδήγησαν στην κατάργηση του υφυπουργείου με αρμοδιότητα την ΕΕΚ και η αποπομπή του κ. Μπαξεβανάκη δεν αποδεικνύονται με συγκεκριμένες αποδείξεις. Μπορούμε όμως να έχουμε μεγάλη προσέγγιση εάν αναφέρουμε ποιες νοοτροπίες και ποια συντεχνιακά και άλλα συμφέροντα θίγονται απ΄ αυτές.
1. Η παραμένουσα κοινωνική αντίληψη για το πανεπιστημιακό πτυχίο και την επαγγελματική αποκατάσταση σε εργασίες του «λευκού κολάρου».
Η κοινωνική αυτή αντίληψη μπορεί σταδιακά να αλλάξει εάν η εκπαίδευση αντιμετωπιστεί συνολικά σαν εθνική υπόθεση και όχι όταν αλλάζει η κυβέρνηση, ακόμα και όταν αλλάζει υπουργός του ιδίου κόμματος, να αλλάζουν και οι Νόμοι της Εκπαίδευσης.
Η έλλειψη κοινής γραμμής φαίνεται πάλι, εκτός των άλλων και από την δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Κ. Μητσοτάκη ότι θα καταργήσει τους Νόμους Φίλη και Γαβρόγλου, θα επαναφέρει το κατώτατο όριο βαθμολογίας για την εισαγωγή στα ΑΕΙ κ.λ.π.
2. Η μεγάλη αύξηση των «αδιόριστων εκπαιδευτικών» και η μεγάλη μείωση των μαθητών, λόγω του δημογραφικού προβλήματος.
Οι εκπαιδευτικοί αυτοί ζητούν, δικαιολογημένα, τον διορισμό τους στο δημόσιο σε θέσεις διδασκαλίας του βασικού τους πτυχίου.
Συνεπώς κάθε αλλαγή στο εκπαιδευτικό σύστημα η οποία στρέφει περισσότερους μαθητές προς την ΤΕΕ, στην οποία μειώνονται τα γενικά μαθήματα, τους βρίσκει προφανώς αντίθετους διότι στην πλειονότητά τους οι περισσότεροι της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης είναι καθηγητές γενικών μαθημάτων
3. Ο ιδιωτικός τομέας της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Στην Ιδιωτική Ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (λυκειακή βαθμίδα) λειτουργούν μόνο Γενικά Λύκεια, πολλά από τα οποία είναι επώνυμα με παράδοση στα οποία φοιτούν κυρίως μαθητές εύπορων οικογενειών.
Επειδή λοιπόν ο ζωτικός χώρος των Ιδιωτικών Λυκείων είναι η Γενική Εκπαίδευση και όχι η Τεχνική Επαγγελματική, κάθε αύξηση μαθητών στην ΤΕΕ σημαίνει και μείωση μαθητών Γενικής Εκπαίδευσης. Με το σκεπτικό αυτό η μετακίνηση μαθητών προς την ΤΕΕ είναι λογικό να βρίσκει αντίθετο τον ιδιωτικό αυτόν τομέα.
Αυτό βέβαια μπορεί να αλλάξει εάν λειτουργήσουν και Ιδιωτικά ΕΠΑ.Λ. κάτι άγνωστο μέχρι στιγμής.
4. Ο μεγάλος αριθμός φροντιστηρίων ανά τη χώρα και οι «χρυσές δουλειές, της βιομηχανίας με τα παράνομα ιδιαίτερα» (εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 2/9/2018)
Είναι και εδώ προφανές ότι ο χώρος αυτός θίγεται από πιθανή μετακίνηση μαθητών προς την ΤΕΕ διότι στο χώρο των ΕΠΑ.Λ. δεν ανθούν τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα, με κύρια αιτία ότι οι γονείς δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε τέτοιου είδους τις δαπάνες.
5. Ο τεράστιος αριθμός φοιτητών που αναφέραμε, εάν μειωθεί αισθητά θα δημιουργήσει πρόβλημα σχετικά με την κάλυψη διδακτικού ωραρίου πανεπιστημιακών καθηγητών σε κάποια τμήματα.
Η αποπομπή του κ. Μπαξεβανάκη
Ο π. υφυπουργός κ. Μπαξεβανάκης ο οποίος έχει βιωματική γνώση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, ως εκπαιδευτικός της και ο οποίος με την εργώδη προσπάθειά του για την αναβάθμισή της έφερε δομικές αλλαγές σ΄ αυτήν έκανε κατά καιρούς δηλώσεις για πορεία της αναβάθμισης της ΤΕΕ αλλά και τις αντιδράσεις που συνάντησε.
Στην τελευταία συνέντευξή του στην εκπομπή «σε άλλη διάσταση» στις 28/8/2018, με παρουσιαστή τον δημοσιογράφο Κώστα Αρβανίτη, αναφέρθηκε εκτός των άλλων και στην εισαγωγή των αποφοίτων ΕΠΑ.Λ. στα πανεπιστήμια με το ποσοστό 5%. Ας παρακολουθήσουμε τη στιχομυθία στο σημείο αυτό.
Αρβανίτης: Γιατί 5% και όχι λίγο παραπάνω;
Μπαξεβανάκης: Ξέρετε τι αντιστάσεις έχουμε γι΄ αυτό το 5%;
Αρβανίτης: Από πού προέρχεται αυτή η αντίδραση, από την καθηγητική νομενκλατούρα;
Μπαξεβανάκης: Από ορισμένο μέρος της κοινωνίας που λέει ότι οι σχολές είναι για τα παιδιά του Γενικού Λυκείου και μέσα σ΄ αυτό το πλαίσιο υπάρχουν και άνθρωποι που είναι μέσα από την εκπαίδευση.
Αρβανίτης: Δεν το πιστεύω αυτό και θέλω να σας κοντράρω, υπάρχουν συμφέροντα, τάξεις, ομάδες, άνθρωποι, γι΄ αυτό σας είπα ποιος θέλει κάτι τέτοιο η καθηγητική νομενκλατούρα των πανεπιστημίων;
Ο κ. Μπαξεβανάκης απέφυγε να απαντήσει για ευνόητους λόγους.
Κλείνοντας σημειώνουμε ότι οι εκτεταμένες ιστορικές αναφορές και τα παραδείγματα που αναφέραμε σκιαγραφούν με σαφήνεια τα αίτια αποπομπής του κ. Μπαξεβανάκη και την διαγραφόμενη πορεία της ΕΕΚ.
Ο δρόμος για την ουσιαστική αναβάθμιση της ΕΕΚ είναι ακόμη μακρύς και ο δρόμος που οδηγεί σ΄ αυτήν είναι ολισθηρός.
Δεν είναι εύκολο να βρεθεί άλλο πολιτικό στέλεχος από το κυβερνόν κόμμα ή από άλλο με τέτοια προσόντα και τόσες ειδικές γνώσεις για να συνεχίσει το εγχείρημα;
Μένει όμως σε όλους η εύλογη απορία πως είναι δυνατόν ο πρωθυπουργός να έχει εγκρίνει τέτοια στροφή, όταν ο ίδιος τυγχάνει Μηχανικός του Πολυτεχνείου και έχει λάβει στο λύκειο πολυτεχνική παιδεία;
Υπάρχει περίπτωση συνέχισης του έργου αναβάθμισης της ΕΕΚ με διαφορετικό έστω τρόπο;
Ίδωμεν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Α. Δημαράς, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, Βιβλιοπωλείο της «Εστίας», Αθήνα 1998
2. Κ. Αδριανουπολίτης, Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια, ΟΕΔΒ, Αθήνα 2000
3. Αλίκη Βαξεβάνογλου, Σιβιτανίδειος Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων, Αθήνα 2005
4. Βαγγέλης Κωτσίκης, Εισαγωγή στην επαγγελματική εκπαίδευση, εκδόσεις «ΕΛΛΗΝ» Αθήνα 1997
5. Σ. Μπουζάκης, Νεοελληνική Εκπαίδευση (1821-1998), Αθήνα 2006, εκδ. Gutenberg
6. Μ. Κασσωτάκης & Α.Μ. Καζαμίας, Οι Εκπαιδευτικές Μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, Αθήνα 1986
7. Α. Φραγκουδάκη, Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης - Θεωρίες για την Κοινωνική Ανισότητα στο Σχολείο. Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα1985
8. Α. Φραγκουδάκη, Η τεχνική εκπαίδευση και η κοινωνιολογία της, Σύγχρονα θέματα, Αθήνα 1979
9. Θεωρία, πράξη και αξιολόγηση της διδασκαλίας. Η Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση. Αναστασία Παμουκτσόγλου, Διδάκτωρ κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης, ΄Ελληνοεκδοτική 2007
10. Ευάγγελος Π., Παπανούτσος Αγώνες και Αγωνία για την Παιδεία, Ίκαρος, Αθήνα 1965
11. Η Δευτεροβάθμια Τεχνική & Επαγγελματική Εκπαίδευση & η Περιφερειακή της διάσταση στην Ελλάδα (1980 – 1990), Αναστασία Αθανασούλα – Ρέππα, εκδόσεις ΕΛΛΗΝ 1999
12. Η Οδύσσεια της Επαγγελματικής Τεχνικής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα (1828 – 2008), Παναγιώτης Γκότσης, εκδόσεις ΙΩΝ 2008
13. Eurostat, UOE, Eurydice, Αριθμοί κλειδιά της εκπαίδευσης στην Ευρώπη, 2009).
14. Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, σχολική αποτυχία, πρακτικά του Ευρωπαϊκού συμποσίου, Αθήνα 1997
15. ΥΠΕΠΘ: Η μαθητική διαρροή στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, Αθήνα 2006
16. Ιστορία Οργάνωση και Διοίκηση Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως, Ε. Ζάχαρης εκδόσεις Σ.Ε.Λ.Ε.Τ.Ε.
17. Κοινωνιολογία του σχολείου, LORENZO FISCHER, εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2003
18. Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης, David blacklegged, Barry Hunt, εκδόσεις ΕΚΦΡΑΣΗ, 1995
19. Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια- Ρόλος και προοπτικές, πρακτικά συνεδρίου στους Δελφούς 30-31/10 - 2000, Αθήνα 2001
20. Σ. Μπουζάκης, Γ. Παπανδρέου, ο πολιτικός της παιδείας, τόμος Β΄ (1933-1968), εκδ. Gutenberg, Αθήνα 199721.
21. ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΚΑΤΣΑ ΚΑΛΑ, Η εμπειρία της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης 1996 – 2000, Γεράσιμος Αρσένης, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2015
22. ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ, Φράγκος Π. Χρήστος, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2006
*Εκπαιδευτικός – Ερευνητής, Αντιπρόεδρος Ε.Ε.Τ.Ε.Κ.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη