Η τεράστια ανατροπή της κανονικότητας που επέφερε σε όλο τον πλανήτη ο κορονοϊός, μπορεί να γίνει η αφορμή εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικές ηγεσίες να επανεξετάσουν τον τομέα δράσης τους; Ποιες και σε τι βάθος θα φτάσουν οι συνέπειες του covid-19 στο χώρο της εκπαίδευσης, σε τοπικό αλλά και διεθνές επίπεδο, και μάλιστα ενόψει των προκλήσεων του 21ου αιώνα, δηλαδή, της εκπαιδευτικής τεχνολογίας, αφενός, και της ανάγκης μιας κριτικής, ριζοσπαστικής παιδαγωγικής της ανασυγκρότησης, αφετέρου;
Η εκπαιδευτική τεχνολογία όσον κι αν επέστρεψε στην εκπαιδευτική πραγματικότητα εξακολουθεί να παίζει «διαμεσολαβητικό» ρόλο, χωρίς καθόλου να έχει αντιστρέψει την «μετωπική διδασκαλία» που οι ρίζες της εκτείνονται πίσω στον 17ο αιώνα, όταν ο πολύς Κομένιος παρομοίαζε τον δάσκαλο με τον ήλιο που φωτίζει τα πάντα, και την τάξη, διατεταγμένη ως ενιαίο σύνολο και μετωπικό σχηματισμό. Σε έναν κόσμο, όμως, όπου η γνώση εδώ και τέσσερις περίπου δεκαετίες (από τότε που η πληροφορική εντάχτηκε στο σχολείο) έχει διεμβολίσει τον ρόλο του/ της εκπαιδευτικού ως το κέντρο της γνώσης, καθώς βρίσκεται ένα κλικ μακριά από τον κέρσορα των μαθητών/ μαθητριών, και όπου οι σημερινοί επιδημιολογικοί λόγοι τον κατέστησαν αίφνης εκτός συμβατικής τάξης, ηγεσία, μαθητές, γονείς, συνδικαλιστές, ΜΜΕ, κ.λπ. εξακολουθούν να προσδιορίζουν τον/ την εκπαιδευτικό με εντελώς παλαιοντικούς όρους. Στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, με «υποκείμενο νόσημα» την παλαιότητά του και την μη εκ βάθρων μεταρρύθμισή του, η «αποσωλήνωσή» του δεν είναι καθόλου εύκολη.
Το δασκαλοκεντρικό σύνδρομο στον ψευδο-μαθητοκεντρικό 21ο αι.
Η πανδημία, ωστόσο, μπορεί να είναι ο κλυδωνισμός που ο χώρος της εκπαίδευσης χρειαζόταν για να αναγκαστούμε να αμφισβητήσουμε το τι διδάσκουμε, για ποιο πράγμα προετοιμάζουμε τους μαθητές και τις μαθήτριες και με ποιο τρόπο το κάνουμε. Αλλά, καθώς η εκπαιδευτική κοινότητα έρχεται αναπάντεχα αντιμέτωπη από τη μια με τα ψηφιακά μέσα επικοινωνίας, και από την άλλη ευρισκόμενη εντός του τυποποιημένου σχολείου, αισθάνεται τελικά διπολική. Οφείλει όμως να σκεφτεί το πώς θα είναι η μάθηση π.χ. για τη γενιά Z (μια γενιά που έχει μεγαλώσει σε έναν πραγματικά διασυνδεδεμένο κόσμο που καθορίζεται από την τεχνολογία), ή τη γενιά A (όπου η τεχνολογία είναι απλώς μια επέκταση της δικής της συνείδησης και ταυτότητας, και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι τρόπος ζωής της), αλλά και πέρα από αυτές.
Συλλογίζομαι, λοιπόν, ότι δεν μπορεί οι συνέπειες αυτής της «θεομηνίας» να είναι απλά μια πράξη αφαίρεσης μερικών τραπεζο-καθισμάτων από τις συμβατικές (και εν πολλοίς ψευδο-μαθητοκεντρικές) αίθουσες διδασκαλίας και μια παθητική (κατ’ επίφαση διαδραστική) διαδικασία τηλεκπαίδευσης. Είναι πολύ λίγο για τους υγιεινολογικούς μας θριάμβους και άδικο για τους/ τις συνανθρώπους μας που έφυγαν αιφνίδια. Λογαριάζω πως της παιδείας μας οι οφειλές είναι τεράστιες σε όλο αυτό τον κύκλο θανάτου με ανεπαρκή εκπαιδευτικά καθεστώτα. Αν αναλογιστούμε ότι στον 14ο αιώνα, εκτός από τις φοβερές συνέπειες του «Μαύρου, Θανάτου» καταγράφηκαν και θετικές, όπως η ανάδυση νέων ειδικεύσεων στην παραγωγή, η ανάπτυξη προηγμένων για την εποχή επιχειρηματικών και οικονομικών μεθόδων, η αύξηση της οικονομικής βαρύτητας των πόλεων, η υιοθέτηση ευελιξίας και προσαρμοστικότητας στις νέες συνθήκες, κ.λπ., δεν γίνεται, σήμερα, στον 21ο αιώνα (η διάταξη των θρανίων ακόμα και στις οδηγίες για τον κορονοϊό είναι ίδια και απαράλλαχτη με εκείνη του 18ου) να αρκεστούμε σε αριθμητικές «παρεκβάσεις» και τυποποιημένες αποστάσεις.
Δεν ξέρω γιατί διερωτόμαστε, κατά πόσο τα παιδιά μπορούν να αναλάβουν ή όχι την ευθύνη τήρησης των μέτρων; Μα πώς να γίνουν υπεύθυνα, όταν διαχρονικά όλο το σύστημα τα εκλαμβάνει ως ανεύθυνα όντα και την κοινωνική και πολιτική αγωγή τους την έχει καταλήξει σε ένα μάθημα δευτερεύουσας σημασίας. Επιπλέον, η οδηγία «μείνετε ασφαλείς» δεν μπορεί να προκόψει, αφού τα μαθήματα ζωής είναι σχεδόν ανύπαρκτα από το πρόγραμμα του καθ’ όλα «εκσυγχρονισμένου» σχολείου μας και η αρχιτεκτονική του αιώνες τώρα παραμένει κλειστή προς τα έξω.
Σε αυτές τις στιγμές επανεκκίνησης της κοινωνικής και σχολικής ζωής, παιδιά, γονείς και Πολιτεία αγωνιούν για το πώς θα εξεταστούν σε μια στείρα, ξεπερασμένη και νεκρή ύλη (εκείνη των Πανελληνίων), με μια κανονικότητα που γέννησε όλη αυτή την καταστροφή, χωρίς να διεκδικούν έστω και αυτή την ώρα την έξοδό τους από αυτό το μουμιοποιημένο, αντιπαιδαγωγικό και κυρίως κορονοϊογενές και «θαλαμοποιημένο» σύστημα εξετάσεων που έχει καταντήσει τα παιδιά το μεγάλο του θύμα. Η κοινωνική απόσταση των μαθητών/τριών δεν επαρκεί για σώσει την εκπαίδευσή τους.
Είμαστε στον 21οκαι η πανδημία μας έδειξε ότι το σχολείο πλέον οφείλει να μετασχηματιστεί σε ένα μη-σχολείο, το πρόγραμμά του να αλλάξει, η μετωπική διδασκαλία, είτε συμβατική είτε διαδικτυακή, να αναθεωρηθεί, τα όρια των τάξεων, συμβατικά ή ψηφιακά, να διευρυνθούν υπέρ μιας δια-ηλικιακής ενεργοποίησης των μαθησιακών ενδιαφερόντων, οι ρόλοι να εναλλάσσονται και βεβαίως να συμμετέχουν όλοι και όλες οι ένοικοι του εκπαιδευτικού οικοδομήματος στην λήψη αποφάσεων. Κυρίως, όμως, χρειάζεται να προχωρήσουμε σε μια υβριδική παιδαγωγική, η οποία θα αφορά την κριτική παιδαγωγική επιτέλεση σε ψηφιακά περιβάλλοντα μάθησης (κοινωνικοπολιτικά και πολιτισμικά διαφοροποιημένα). Η θεοποίηση ή η δαιμονοποίηση των νέων μέσων θα πρέπει να εκλείψει. Η παιδαγωγική των νέων τεχνολογιών «αναφέρεται λιγότερο στην τεχνολογία και περισσότερο στις κοινότητες που δημιουργεί», όπως λέει ο Stommel. Είναι θέμα διεκδίκησης εκπαιδευτικού και μαθητή/ μαθήτριας να την ορίσουν ως εφαρμογή, διαχείριση και γόνιμη αξιοποίηση έξω από τη δεδομένη τυπολογία της. Απαιτεί περισσότερο να ‘αποσυναρμολογούμε’ παρά να ‘συναρμολογούμε’, όπως συνήθως γίνεται στο ισχύον παράδειγμα, με ή χωρίς τους υπολογιστές. Ας γίνει μια συμμετοχική διαδικασία υπεύθυνου παιχνιδιού, ανακάλυψης και πνευματικής ωρίμανσης, ώστε να μην αυξήσουμε την «ακαδημαϊκή παχυσαρκία» μας, όπως θα έλεγε και ο Epstein. Δεν γίνεται δημιουργικός και κριτικός ο νους απλά και μόνο με τη χρήση των τεχνολογιών (αυτό συνιστά κακώς εννοούμενο «ιθαγενισμό»). Ένα εργαλείο είναι. Εφόσον, η μαθησιακή διαδικασία είναι μηχανική και η αξιολόγησή της είναι ποσοτική, χωρίς δημιουργικότητα και φαντασία. Το online μοντέλο θα την αναπαραγάγει πιστά.
Χρειάζεται ελευθερία και τόλμη για να γίνεις παιδαγωγός και παιδαγωγούμενος. Χρειάζεται να εφεύρουμε εκ νέου το ρόλο εκπαιδευτικών και μαθητών (ψηφιακό και μη), να «αποσυναρμολογήσουμε» την τυποποιημένη (συμβατική και μη) τάξη, χωρίς να την εμπιστευόμαστε αποκλειστικά στην τεχνολογία που εκμεταλλεύονται διάφοροι επιτήδειοι, πουλώντας την ως καινοτομία. Εργαλεία ας γίνουν η κριτική, η δημιουργικότητα, το συνεργατικό πνεύμα, παράλληλα με την συμμετοχικότητα και την συναισθηματική νοημοσύνη. Σύμφωνα με την Kamenetz το σχολείο και το πανεπιστήμιο, που παραπέμπουν στην έννοια της ‘κοινότητας’, αξιώνουν την αυτο-(μετα)ρρύθμισής τους.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη