Thumbnail
ΕΠΑΛ Καλαμαριάς

Άρθρο του Γιάννη Αντωνιάδη, Φυσικού, ΕΠΑΛ Καλαμαριάς

Α. Το ΕΠΑΛ Καλαμαριάς

Στη συνεδρίαση του συλλόγου καθηγητών του ΕΠΑΛ Καλαμαριάς με θέμα, μεταξύ άλλων, την ολοκλήρωση των δράσεων αυτο-αξιολόγησης της σχολικής μονάδας, η οποία πραγματοποιήθηκε με παρουσία του αρμόδιου σχολικού συμβούλου, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του συλλόγου (62 σε σύνολο 68 παρόντων) δήλωσαν ότι απεργούν-απέχουν από όλες τις διαδικασίες που σχετίζονται με την ΑΕΕ συμμετέχοντας στην απεργία-αποχή διαρκείας που προκήρυξε η ΟΛΜΕ. Μόνον έξι στους 68 δήλωσαν ότι συμμετέχουν.  Πριν από τη συνεδρίαση του συλλόγου προηγήθηκε ενημέρωση από το γραμματέα της Β’ ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης για το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο της ΑΕΕ, της επερχόμενης εξωτερικής αξιολόγησης σχολικών μονάδων καθώς και της αξιολόγησης προσωπικού και επεξεγήθηκε στους συναδέλφους ότι είναι συνδικαλιστικά και νομικά καλυμμένοι να δηλώσουν αποχή-απεργία διαρκείας από όλες τις δράσεις που σχετίζονται με την ΑΕΕ καθόλη τη διάρκεια που ισχύει η απεργία. Να σημειωθεί ότι δύο ημέρες πριν από τη συνεδρίαση κυκλοφόρησε άτυπο έγγραφο, όπου  αρκετοί συνάδελφοι δήλωσαν επώνυμα και ενυπόγραφα την αντίδρασή τους στην αυτο-αξιολόγηση σχολικής μονάδας και αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου κάτω από το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο. Στο πρακτικό της συνεδρίασης  γίνεται ρητή αναφορά στον αριθμό των μελών του Συλλόγου που δήλωσαν ότι απεργούν, σύμφωνα με την απεργία-αποχή που προκήρυξε η ΟΛΜΕ, και αναφέρεται ότι, κατόπιν τούτου, η συζήτηση για το θέμα της ΑΕΕ της σχολικής μονάδας δεν κατέστη δυνατόν να πραγματοποιηθεί.

Να αναφερθεί ότι και στην αντίστοιχη περσινή συνεδρίαση του Συλλόγου για τον ορισμό των ομάδων για την αυτο-αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, ο Σύλλογος είχε σχεδόν ομόφωνα αποφασίσει  να μην συμμετάσχει στη διαδικασία ορισμού των ομάδων για την αυτο-αξιολόγηση.

Το παράδειγμα του ΕΠΑΛ Καλαμαριάς, ενός από τα μεγαλύτερα σχολεία της χώρας, (το τρέχον σχολικό έτος: 757 φοιτούντες μαθητές, 89 καθηγητές) δείχνει ότι οι εκπαιδευτικοί, όταν έχουν σωστή και έγκαιρη ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στην εκπαίδευση, αλλά και όταν πληροφορούνται σωστά και έγκαιρα τα  δικαιώματά τους, συσπειρώνονται και νικούν. Το ΕΠΑΛ Καλαμαριάς δείχνει ότι μπορούμε να υπερνικήσουμε τα τετελεσμένα που δημιουργεί  η κυβερνητική πολιτική και να εκφράσουμε ευθέως και με συντριπτικά νούμερα τη διαφωνία μας  με όσα βλέπουμε ότι θα επιφέρουν και άλλα δεινά στην ήδη καταταλαιπωρημένη δημόσια εκπαίδευση. Δείχνει επίσης, ότι μπορούμε να λειτουργήσουμε πέρα από κόμματα και παραταξιακές λογικές, παρακάμπτοντας και τυχόν έξωθεν προσπάθειες δημιουργίας τεχνητής πόλωσης ανάμεσά μας, όταν μελετούμε με νηφαλιότητα τα γεγονότα και χρησιμοποιούμε την κοινή λογική: οι 62 συνάδελφοι του ΕΠΑΛ Καλαμαριάς που δήλωσαν απεργοί δεν έχουν φυσικά όλοι τις ίδιες πολιτικές ή ιδεολογικές πεποιθήσεις, ούτε ψηφίζουν το ίδιο κόμμα ή την ίδια συνδικαλιστική παράταξη.

Β. Συγκριτική Α.Ε.Ε και κοινή λογική

Και μια και αναφέρθηκα στην κοινή λογική, έρχομαι στο δεύτερο θέμα του παρόντος άρθρου, το οποίο είναι η προχειρότητα με την οποία σχεδιάστηκε η λεγόμενη αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, η εσωτερική που τρέχει τώρα και η εξωτερική που έρχεται (ήδη καταρτίζεται το μητρώο εξωτερικών αξιολογητών). Είναι πολλά τα σημεία που θα μπορούσαν να θιγούν, εδώ θα αναφερθώ σε ένα: το ότι η αξιολόγηση σε επίπεδο σχολικών μονάδων σύμφωνα με το ψηφισμένο νομικό πλαίσιο είναι συγκριτική.

Πρόσφατα, έτυχε να διαβάσω το προτεινόμενο αντίστοιχο σύστημα εσωτερικής-εξωτερικής αξιολόγησης σχολικών μονάδων του Υπουργείου Παιδείας & Πολιτισμού της ομοιοπαθούς μας μνημονιακής Κύπρου. (http://www.paideia.org.cy/.) Στο κεφάλαιο λοιπόν, όπου αναπτύσσεται η φιλοσοφία του συστήματος και οι ωφέλειες που μπορεί να έχει για την εκπαιδευτική διαδικασία, σε παράγραφο με τίτλο «Η αυτοαξιολόγηση δεν αποσκοπεί σε σύγκριση» αναφέρονται τα εξής πολύ ενδιαφέροντα: «...θεωρούμε πως η οποιαδήποτε σύνδεση της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας με συστήματα συγκριτικής – εξωτερικής αξιολόγησης, με συστήματα δηλαδή που επιδιώκουν την εισαγωγή των αρχών της ελεύθερης αγοράς στην εκπαίδευση, επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα. Τέτοια συστήματα καταλήγουν στον εντοπισμό των σχολικών μονάδων που υστερούν, χωρίς όμως να παρέχουν τη δυνατότητα σε αυτές τις σχολικές μονάδες να εμπλακούν σε διαδικασίες βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους.  Επιπλέον, τέτοια συστήματα συγκριτικής - εξωτερικής αξιολόγησης φαίνεται να πάσχουν από έλλειψη εγκυρότητας, κατά τις συγκρίσεις που επιχειρούν μεταξύ των σχολικών μονάδων. Το πρόβλημα αυτό οφείλεται στο γεγονός πως η σύγκριση γίνεται με βάση τις τελικές επιδόσεις των παιδιών ή /και με βάση προσθετικές μορφές αξιολόγησης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη παράμετροι που σχετίζονται με τις πηγές που είναι στη διάθεση του σχολείου (έμψυχο και άψυχο υλικό) και που επηρεάζουν σημαντικά την αποτελεσματικότητα του σχολείου. Η υιοθέτηση ενός τέτοιου συγκριτικού συστήματος,  σε ένα συγκεντρωτικό σύστημα όπως το δικό μας, έρχεται σε αντίθεση και με τον τρόπο λειτουργίας των σχολικών μας μονάδων, λόγω του ότι τα σχολεία δεν έχουν αρμοδιότητες σε σχέση με τη συγκέντρωση και αξιοποίηση των πηγών τους. Για παράδειγμα, οι εκπαιδευτικοί διορίζονται και τοποθετούνται σε κάθε σχολική μονάδα από ανώτερα ιεραρχικά κλιμάκια, δηλαδή την ΕΕΥ και το ΥΠΠ. Για το λόγο αυτό, η οποιαδήποτε προσπάθεια για σύγκριση μεταξύ των σχολικών μας μονάδων θα καταλήξει σε άνισα, άδικα και παραπλανητικά αποτελέσματα.» (Το έντονο κέιμενο και οι υπογραμμίσεις, δικές μου).

Και συνεχίζει παρακάτω: «Όμως, προβλήματα στην όποια προσπάθεια για σύγκριση μεταξύ σχολικών μονάδων παρουσιάζονται και σε αποκεντρωτικά συστήματα. Η εμπειρία αγγλοσαξονικών χωρών απέδειξε πως τέτοιες προσπάθειες δεν αποφέρουν θετικά αποτελέσματα τόσο για τις ίδιες τις σχολικές μονάδες, όσο και για το εκπαιδευτικό σύστημα γενικότερα. Μάλιστα, οι αρχές στις οποίες στηρίζεται η ανάπτυξη ενός τέτοιου συγκριτικού - εξωτερικού συστήματος αξιολόγησης βρίσκονται σε αντίθεση με τις αρχές της αυτοαξιολόγησης».

Αυτά λοιπόν λέει περι αυτο-αξιολόγησης το Υπουργείο Παιδείας (της κεντροδεξιάς κυβέρνησης Αναστασιάδη) στην ομοιοπαθή μας μνημονιακή Κύπρο.  Έρχομαι τώρα στην δική μας μνημονιακή κυβέρνηση για να δούμε τη φιλοσοφία και τις πρακτικές του αντίστοιχου νομικού πλαισίου. Διαβάζουμε, για παράδειγμα, στην πρόσφατη πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος (πράξη 10/12-9-14 της Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.) για συμμετοχή στο Μητρώο Εμπειρογνωμόνων Αξιολόγησης Εκπαιδευτικού Έργου (M.E.A.E.E.) περί των αρμοδιοτήτων των πενταμελών Επιτροπών Αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού Έργου (E.A.E.E.), που συστήνονται σε επίπεδο Δ.Δ.Ε και Δ.Π.Ε: «...Οι Ε.Α.Ε.Ε. συντάσσουν Εκθέσεις (Ν. 4142.7δ) τις οποίες υποβάλλουν το Συμβούλιο  της Αρχής,  όπου   αξιολογούν  τον βαθμό ανταπόκρισης των σχολικών μονάδων στο πρόγραμμα δράσης τους (άρθρο 32 του Ν. 3848), όπως  αυτό  αποτυπώνεται  στις  εκάστοτε εκθέσεις Α.Ε.Ε. των σχολικών  μονάδων, την  τεκμηρίωση  των όσων αναγράφονται σε αυτές και  τα οριζόμενα στο άρθρο 1.9α του Ν. 4142/2013, με σκοπό την τελική αξιολόγηση της ποιότητας του εκπαιδευτικού τους έργου ως θετική, θετική υπό όρους και αρνητική (Ν. 4142.8α).»

Προτείνεται λοιπόν καθαρά, η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων, η συγκριτική αξιολόγηση αυτών. Εισάγεται δηλαδή, η λογική ενός συστήματος συγκριτικής εξωτερικής αξιολόγησης, το οποίο θα είχε νόημα μόνον σε ένα πλήρως αποκεντρωμένο εκπαιδευτικό σύστημα, (όπου η σχολική μονάδα έχει πλήρη οικονομική και διοικητική ανεξαρτησία ώστε να ορίζει το προσωπικό της, το μαθητικό δυναμικό της, τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών, τα εκπαιδευτικά εγχειρίδια, το υποστηρικτικό προσωπικό κλπ, ένα σύστημα όπου οι σχολικές μονάδες λειτουργούν και ανταγωνίζονται με όρους ελεύθερης αγοράς), πάνω στο δικό μας πλήρως συγκεντρωτικό, δημόσιο και δωρεάν εκπαιδευτικό σύστημα, όπου τα πάντα καθορίζονται από την ανώτερη ιεραρχία και ένα νομικό πλαίσιο, το οποίο ελάχιστη έως μηδενική ανεξαρτησία προβλέπει σε επίπεδο σχολικής μονάδας! Άρα, όπως πολύ σωστά λέει σήμερα το Υπουργείο Παιδείας & Πολιτισμού της Κύπρου, «...η οποιαδήποτε προσπάθεια για σύγκριση μεταξύ των σχολικών μονάδων θα καταλήξει σε άνισα, άδικα και παραπλανητικά αποτελέσματα». Όταν μάλιστα, η διεθνής εμπειρία, καταδεικνύει ότι υπάρχουν σοβαρά ερωτηματικά για το πόσο ένα τέτοιο συγκριτικό σύστημα αξιολόγησης λειτουργεί ευεργετικά ακόμα και σε αποκεντρωτικά εκπαιδευτικά συστήματα, είναι αδύνατον να κατανοήσει κανείς τι λογική μπορεί να έχει η εισαγωγή του συστήματος αυτού στο δικό μας συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Εκεί όμως που μένει κανείς κυριολεκτικά εμβρόντητος είναι, όταν διαβάσει τα κριτήρια με τα οποία θα αξιολογήσει και θα χαρακτηρίσει η επιτροπή των εξωτερικών αξιολογητών την κάθε σχολική μονάδα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 1.9α του Ν.4142/13: εκτός από τον βαθμό ανταπόκρισης στις δράσεις που αναφέρονται στις εκάστοτε εκθέσεις αυτο-αξιολόγησης της σχολικής μονάδας, στα κριτήρια περιλαμβάνονται επί λέξει τα εξής: «...ββ) τα μαθησιακά αποτελέσματα, γγ) η ποιότητα και αποτελεσματικότητα του διδακτικού και γενικότερα του εκπαιδευτικού έργου, όπως τεκμηριώνεται ιδίως από την αξιολόγηση από τους μαθητές και τα πρόσωπα που ασκούν τη γονική τους μέριμνα [!!], δδ) η καταλληλότητα των προσόντων του διδακτικού προσωπικού, εε) η ποιότητα των υποστηρικτικών υπηρεσιών, όπως τα σχολικά εργαστήρια και οι βιβλιοθήκες και στστ) η ανταπόκριση των σχολικών μονάδων και των λοιπών υπηρεσιών στο στρατηγικό στόχο για μείωση της μαθητικής διαρροής, καθώς και στην αντιμετώπιση φαινομένων ρατσισμού, εκφοβισμού και βίας» (η υπογράμμιση και τα θαυμαστικά, δικά μου).

Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς εδώ! Ότι τα μαθησιακά αποτελέσματα (δηλαδή οι επιδόσεις των μαθητών) δεν μπορεί να είναι αντικειμενικό κριτήριο χαρακτηρισμού του εκπαιδευτικού έργου (θετικό, θετικό υπό όρους, αρνητικό) μιας σχολικής μονάδας, όταν το μαθητικό δυναμικό καθορίζεται καθαρά από γεωγραφικά κριτήρια και την εκάστοτε κοινωνική σύσταση της περιοχής που βρίσκεται η μονάδα; Το ότι ανήλικα παιδιά γυμνασίου και λυκείου (και του δημοτικού) καλούνται από μία εξωτερική αρχή να κρίνουν τους καθηγητές τους, το οποίο, εκτός από αναξιόπιστο κριτήριο της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού έργου, είναι και από παιδαγωγικής άποψης αρνητικό για την εκπαιδευτική διαδικασία; (Σημειωτέον ότι, η πρακτική αυτή δεν νοείται στα πλαίσια μίας εσωτερικής εμπιστευτικής διαδικασίας ως υποβοήθηση της ανατροφοδότησης των εκπαιδευτικών για την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου, αλλά για την κατηγοριοποίηση της σχολικής μονάδας από μία εξωτερική αρχή). Το ότι η «καταλληλότητα των προσόντων του διδακτικού προσωπικού» είναι παντελώς άσχετο κριτήριο για την αξιολόγηση σε επίπεδο σχολικής μονάδας, όταν το προσωπικό αλλάζει από χρόνο σε χρόνο και οι οργανικές θέσεις, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις καθορίζονται κεντρικά με βάση κριτήρια που δεν περιλαμβάνουν καθόλου τα αντικειμενικά προσόντα των εκπαιδευτικών; Το ότι η «ποιότητα των υποστηρικτικών υπηρεσιών, όπως τα σχολικά εργαστήρια και οι βιβλιοθήκες» εξαρτώνται κυρίως από χρηματικούς πόρους της κεντρικής διοίκησης ή των δήμων οι οποίοι έχουν πλέον μηδενιστεί στην Ελλάδα των μνημονίων και άρα επίσης δεν είναι δίκαιο να αποτελούν κριτήριο αξιολόγησης μιας σχολικής μονάδας; Ποιες υποστηρικτικές υπηρεσίες; Η φύλαξη, όταν οι σχολικοί φύλακες έχουν απολυθεί και ακόμα και εάν το ήθελαν οι Δήμοι δεν έχουν τη δικαιοδοσία να προσλάβουν άλλους; Η γραμματειακή υποστήριξη, όταν δεν υπάρχουν διοικητικοί υπάλληλοι να στελεχώσουν μόνιμα μία γραμματεία ώστε να αφοσιωθούν οι εκπαιδευτικοί στο εκπαιδευτικό τους έργο, όπως γίνεται σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, αλλά και στα ιδιωτικά σχολεία της χώρας μας; Η επιστασία/τεχνική υποστήριξη, όταν δεν προβλέπεται να υπάρχει ένας επιστάτης να παρακολουθεί τις κτιριακές υποδομές, να αλλάξει μία λάμπα, να επιδιορθώσει ένα παράθυρο που χάλασε, ένα καλοριφέρ; Τα γνωρίζουν αυτά άραγε «τα πρόσωπα που ασκούν τη γονική μέριμνα» (σ.τ.μ οι γονείς) που καλούνται και αυτοί να αξιολογήσουν το εκπαιδευτικό έργο της σχολικής μονάδας, γνωρίζουν δηλαδή ότι για την κατάσταση των κτιρίων, και την ποιότητα των εκπαιδευτικών υπηρεσιών φταίει η Πολιτεία και οι εφαρμοζόμενες πολιτικές ή θα τα ρίξουν όλα στους «τεμπέληδες» δασκάλους και καθηγητές, όπως τους έμαθαν να πιστεύουν οι εντεταλμένοι μεγαλοδημοσιογράφοι στα δελτία των ειδήσεων;

Μπροστά σε όλα αυτά αισθάνεται κανείς είναι να αναφωνήσει μαζί με τον Γεώργιο Σεφέρη: «Όταν μπει σε κίνηση η βλακεία, ποιος μπορεί να τη σταματήσει;» (Μέρες Στ’ εκδ. Ίκαρος, σ. 201). Το δε επιστέγασμα της βλακείας αλλά και της απίστευτης «ραγιαδοσύνης», που θά έλεγε και ο Κ. Ζουράρις, είναι αυτό που διαβάζουμε στο άρθρο 1.8στ του ίδιου νόμου: «[η] αξιολόγηση της ποιότητας για συγκεκριμένη υπηρεσία ή φορέα μπορεί να υποκαθίσταται από αξιολόγηση από διαπιστευμένο φορέα αξιολόγησης της πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της αλλοδαπής [!!!] που ορίζεται με απόφαση της Αρχής. Η Αρχή διαπιστεύει αλλοδαπούς φορείς αξιολόγησης που είναι διεθνώς αναγνωρισμένοι και εφαρμόζουν κριτήρια τα οποία ανταποκρίνονται στα κριτήρια της Αρχής». (Τα θαυμαστικά πάλι δικά μου). Δηλαδή, ο νομοθέτης δεν εμπιστεύεται καν τις εγχώριες Επιτροπές Αξιολόγησης Εκπαιδευτικού Έργου (Ε.Α.Ε.Ε) που ή ίδια η Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε συστείνει και προβλέπει και διαπιστευμένες αλλοδαπές. Είμαι περίεργος να δω πώς θα εξηγήσει η διοίκηση ενός σχολείου σε έναν π.χ. βρετανικό φορέα αξιολόγησης που θα κλιθεί να κρίνει μία σχολική μονάδα σύμφωνα με τα παραπάνω κριτήρια, ότι για το χάος που πιθανώς να συναντήσουν (συγκρίνοντας και με το πώς λειτουργούν σχολεία της χώρας τους), όταν θα δέχονται βροχή τα ανώνυμα παράπονα από γονείς και μαθητές (σύμφωνα με το κριτήριο γγ), φταίνε κυρίως άλλοι και όχι η διοίκηση και το προσωπικό της μονάδας. Και να τους δω πώς θα υποδεχτούν τον πιθανό χαρακτηρισμό «αρνητική» για την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου του σχολείου τους, όταν θα αναρτηθεί σε δημόσια θέα στην ιστοσελίδα της Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.

Πραγματικά, είναι να χάνει κανείς το μυαλό του με την ασχετοσύνη που υπάρχει στα ανώτερα κλιμάκια του ΥΠΑΙΘ! Το ερώτημα είναι εάν πρόκειται μόνον για ασχετοσύνη ή και για δολιότητα (κουτοπονηριά). Ο κ. Λοβέρδος δηλαδή, σε μια άλλη περίπτωση, όταν δηλώνει ότι και οι εκπαιδευτικοί (εκτός από τη σχολική μονάδα που αναφέρει ο Ν.4142) πρέπει να αξιολογούνται με βάση τις επιδόσεις των μαθητών τους είναι απλά άσχετος ή και δόλιος; Να δεχτούμε ότι η ασφυκτική πίεση από την Τρόικα για δήθεν «μεταρρυθμίσεις» οδηγεί σε ενέργειες που υπαγορεύονται από βιασύνη και προχειρότητα, π.χ. ένα γρήγορο «copy-paste» συστημάτων του εξωτερικού χωρίς μελέτη και προσαρμογή στα εγχώρια δεδομένα. Αυτό ίσως συνηγορεί υπέρ της ασχετοσύνης. Από την άλλη μεριά όμως, μου είναι δύσκολο να χωνέψω ότι ολόκληρο Υπουργείο, ολόκληρη «Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια & Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση» (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε), δεν διαθέτει το κατάλληλα καταρτισμένο επιστημονικό προσωπικό που να γνωρίζει αυτό που τουλάχιστον το Υπουργείο Παιδείας στη μικρή Κύπρο προτάσσει στα πλαίσια της φιλοσοφίας για την αυτο-αξιολόγηση. Εάν  λοιπόν διαθέτουν την επιστημονική κατάρτιση (αν και η κοινή λογική είναι το μόνο που απαιτείται) ώστε να γνωρίζουν ότι ένα συγκριτικό σύστημα εξωτερικής αξιολόγησης σε επίπεδο σχολικών μονάδων είναι πέρα για πέρα ασύμβατο με ένα συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα όπως το ελληνικό, γιατί το προτείνουν; Εάν δεν είναι από ασχετοσύνη, τι άλλο μπορεί να είναι; Η υπάρχουσα συγκυρία και τα πεπραγμένα του ΥΠΑΙΘ μας κάνει εύλογα καχύποπτους: Χρειάζονται και άλλες απολύσεις, και άλλες καταργήσεις/συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων, οι οποίες πλέον πρέπει να γίνουν με το πρόσχημα κάποιας δήθεν αξιολόγησης, μιας αξιολόγησης με αποτελέσματα που μπορεί να είναι «άδικα, άνισα και παραπλανητικά» πλην όμως αρκούντως «βολικά», ώστε να δεχτεί ευκολότερα η κοινωνία ότι κλείνουν/συγχωνεύονται οι μονάδες που κρίθηκαν «αρνητικές» ως προς το εκπαιδευτικό τους έργο (ποιο; αυτό που καθορίζει πλήρως το ίδιο το Υπουργείο και οι αντικειμενικές συνθήκες που είναι τελείως εκτός του ελέγχου των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στη μονάδα;), οι μονάδες στις οποίες, μετά τη δημοσίευση του φιρμανίου των εξωτερικών αξιολογητών στην ιστοσελίδα της Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε (ν. 4142/13, 1.8ε), κανείς γονέας δε θα θέλει να στείλει τα παιδιά του και κανείς καθηγητής να υπηρετήσει. Ιδού λοιπόν η ενδεχόμενη δολιότης των ασχέτων.

Θα ήθελα επίσης να σταθώ στις επικοινωνιακές μεθοδεύσεις της κυβέρνησης, κυρίως εντός του κλάδου μας για το θέμα αυτό. Πράγματι, τα τελευταία χρόνια οι προηγούμενες και ή νυν κυβέρνηση επένδυσαν πάνω στην αγαθή διάθεση πολλών συναδέλφων μας που πιστεύουν και επιζητούν ειλικρινά την αξιοκρατία αλλά και τη βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και, για το λόγο αυτό, θα καλωσόριζαν ένα σύστημα αξιολόγησης που λείπει από το δημόσιο τομέα τις τελευταίες δεκαετίες. Πίστευαν και πιστεύουν ότι συσπειρώνοντας τους συναδέλφους, που είναι υπέρ της αξιολόγησης γενικότερα, θα καταφέρουν να υλοποιήσουν χωρίς πολλές αντιδράσεις, το βιαστικό, πρόχειρο, άσχετο με το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα νομικό πλαίσιο της «δήθεν» αξιολόγησης των εκπαιδευτικών δομών και του εκπαιδευτικού έργου, αλλά και της αξιολόγησης του προσωπικού, το οποίο επίσης χαρακτηρίζεται από διαβλητότητα, υποκειμενικότητα, πληθώρα ασαφών και ποιοτικών κριτηρίων και που τελικά δεν υπηρετεί ούτε την αξιοκρατία ούτε τη βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. (Για τα «μαργαριτάρια» του συστήματος αξιολόγησης προσωπικού επιφυλάσσομαι να επανέλθω σε μελλοντικό άρθρο μου.) Πολώνει δηλαδή έντεχνα το κλίμα η κυβέρνηση, ανάμεσα σε αυτούς που επιζητούν ένα σύστημα αξιολόγησης και σε αυτούς που αντιδρούν στο παρόν σύστημα, προωθώντας ψευδώς ότι όσοι αντιδρούν είναι αυτοί που δεν θέλουν την πρόοδο και την αξιοκρατία.  Φυσικά, στη βάση αυτή, η ίδια η κυβέρνηση αλλά και πολλά κομματικά στελέχη της που συμμετέχουν στη μέση και κατώτερη διοίκηση, προωθούν στα πηγαδάκια την πολωτική λογική ότι «αυτοί που αντιδρούν είναι οι «αριστεροί», τα ΣΥΝΕΚ, οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ, το ΠΑΜΕ, οι συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ και λοιποί «αντιδραστικοί» που όλα αυτά τα χρόνια λένε σε όλα όχι. Και με αυτό τον τρόπο, το «διαίρει και βασίλευε», τους πολωτικούς διαχωρισμούς μεταξύ «δεξιών» και «αριστερών», «μεταρρυθμιστών» και «αντι-μεταρρυθμιστών» προσπαθούν να προωθήσουν όλα τα πρόχειρα, τα άσχετα, τα επικίνδυνα. Σε αυτές τις μεθοδεύσεις, πρέπει όλοι οι συνάδελφοι να σταθούμε με  ωριμότητα, άσχετα με τις όποιες ιδεολογικές ή  πολιτικές τοποθετήσεις μας, άσχετα και με τη όποια γνώμη μας για την αξιολόγηση γενικότερα. Να μην «τσιμπάμε», να ενημερωθούμε καλά για τα επί μέρους σημεία του υπάρχοντος νομικού πλαισίου για την αυτο-αξιολόγηση/εξωτερική αξιολόγηση/αξιολόγηση προσωπικού, να μη δεχόμαστε να καταπίνουμε αμάσητη τροφή.

Κατά την προσωπική μου άποψη, το θέμα αξιολόγηση (δομών & προσωπικού) είναι πολύ σοβαρό και η συζήτηση για αυτό πρέπει να γίνει με νηφαλιότητα, έξω από την παρούσα συγκυρία (με τη Δαμόκλειο σπάθη της Τρόικα πάνω από τα κεφάλια μας). Προ πάντων, απαιτείται σοβαρή μελέτη που θα βασίζεται στη φιλοσοφία και την οργανωτική δομή του δικού μας εκπαιδευτικού συστήματος, που από το ίδιο το Σύνταγμα, είναι (ορθώς) δημόσιο, δωρεάν και ενιαίο για όλη την ελληνική επικράτεια. Θα αξιοποιείται η διεθνής εμπειρία, αλλά θα προσαμόζεται κατάλληλα στην ελληνική πραγματικότητα και θα αποφεύγονται ακρότητες «γιάπικων» και ξεπερασμένων πρακτικών που, όταν εφαρμόστηκαν αλλού, απέτυχαν ή αμφισβητήθηκαν. Να σταματήσουμε επιτέλους να παπαγαλίζουμε τους ξένους. Τέλος, όσον αφορά την αξιολόγηση προσωπικού θα πρέπει να επιδιώξουμε εν ευθέτω χρόνω, και μετά από δημόσιο διάλογο, ένα σύστημα δίκαιο, αντικειμενικό, αδιάβλητο, το οποίο θα συμβάλει ουσιαστικά στη βελτίωση της ΠΑΙΔΕΙΑΣ αλλά και στην αξιοκρατία, στο βαθμό που το δεύτερο εξυπηρετεί το πρώτο και όχι με στόχο να εξυπηρετηθεί η όποια δημοσιονομική πολιτική.

 

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 25/11

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

σχολεία
Κλειστά σχολεία: Σε αυτές τις περιοχές μαθητές και εκπαιδευτικοί δεν θα κάνουν μάθημα την Δευτέρα και την Τρίτη
Σε ποιες περιοχές δεν θα λειτουργήσουν τα σχολεία Δευτέρα και Τρίτη
Κλειστά σχολεία: Σε αυτές τις περιοχές μαθητές και εκπαιδευτικοί δεν θα κάνουν μάθημα την Δευτέρα και την Τρίτη