Η κληρονομικότητα είναι ένας από τους παράγοντες που μπορούν να ευνοήσουν την εμφάνιση καρκίνου. Έτσι, είναι απολύτως σημαντικό να ξέρουμε αν υπάρχει τέτοια προδιάθεση και να κινηθούμε ανάλογα. Σε ποιες περιπτώσεις, όμως, και με ποιον τρόπο;
Στον ιστότοπο του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης περιγράφεται η περίπτωση μιας γυναίκας, η οποία βίωσε αυτές τις επιπτώσεις σε μεγάλο βαθμό από νεαρή ηλικία. Ο πατέρας της, αν και μη καπνιστής, πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα όταν εκείνη ήταν μόλις δύο ετών και λίγα χρόνια αργότερα ο αδερφός της πέθανε από λευχαιμία σε ηλικία 10 ετών.
Άλλοι συγγενείς από την πλευρά του μπαμπά της πέθαναν απροσδόκητα στα 30 τους από διάφορους καρκίνους, όπως του μαστού, του εγκεφάλου ή των οστών. Ήταν ξεκάθαρο ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και η οικογένειά της παρέμενε με αναπάντητο το ερώτημα: «Τι γίνεται εδώ;»
Η απάντηση ήρθε όταν ένας από τους θείους της επέλεξε να κάνει γενετική εξέταση που αποκάλυψε μια πάθηση γνωστή ως σύνδρομο Li-Fraumeni (LFS) που είναι ένα κληρονομούμενο σύνδρομο προδιάθεσης για καρκίνο, το οποίο σχετίζεται με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης ενός ευρέος φάσματος καρκίνων, συμπεριλαμβανομένων των καρκίνων πρώιμης έναρξης.
«Πέντε τύποι καρκίνου ευθύνονται για την πλειοψηφία των όγκων LFS: καρκινώματα του φλοιού των επινεφριδίων, καρκίνος του μαστού, όγκοι του κεντρικού νευρικού συστήματος, οστεοσαρκώματα και σαρκώματα μαλακών μορίων. Άλλοι καρκίνοι που σχετίζονται με το LFS περιλαμβάνουν την λευχαιμία, τον καρκίνο του παχέος εντέρου, τον καρκίνο του στομάχου και του πνεύμονα, το μελάνωμα, τους παιδικούς καρκίνους κεφαλής και τραχήλου, τον καρκίνο του παγκρέατος και του προστάτη. Οι επιζώντες από καρκίνο διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν επιπλέον πρωτοπαθείς και δευτερογενείς όγκους που σχετίζονται με την θεραπεία. Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου για τις γυναίκες και τους άνδρες με κλασικό LFS είναι 90% και 70%, αντίστοιχα, με το 50% αυτών να εμφανίζουν καρκίνο πριν από την ηλικία των 40 ετών», εξηγεί ο Αναπληρωτής Καθηγητής Γενετικής Χρήστος Γιαπιτζάκης, που είναι Υπεύθυνος της Μονάδας Στοματοπροσωπικής Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αξίζει να σημειωθεί πως η ομάδα του Καθηγητή Γιαπιτζάκη έχει τιμηθεί με βραβεία βασικής έρευνας στο Πανελλήνιο Ιατρικό Συνέδριο το 2022 και το 2024 για πρωτοποριακές ερευνητικές μελέτες στον καρκίνο του δέρματος και στον καρκίνο του στόματος, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τον Έλληνα γενετιστή αυτό το κληρονομικό καρκινικό σύνδρομο προκαλείται από μεταλλαγές στο γονίδιο TP53, ένα ογκοκατασταλτικό γονίδιο που κανονικά αναστέλλει την ανεξέλεγκτη κυτταρική ανάπτυξη.
«Το TP53 είναι ένα γονίδιο που κωδικοποιεί την ογκοκατασταλτική πρωτεΐνη p53, που συνήθως αναφέρεται ως ‘Φύλακας του Γονιδιώματος’. Η κύρια βιολογική λειτουργία του γονιδίου περιλαμβάνει την προστασία της ακεραιότητας του DNA του κυττάρου, ενώ διαδραματίζει επιπρόσθετους ρόλους στην ανάπτυξη, την γήρανση και την διαφοροποίηση των κυττάρων. Η μη φυσιολογική λειτουργία αυτού του γονιδίου αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων καρκίνων στην παιδική και στην ενήλικη ζωή», προσθέτει ο Δρ Γιαπιτζάκης.
Υπάρχει λύση;
Περίπου 2 στα 10 παιδιά που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο πιστεύεται τώρα ότι φέρουν ένα κληρονομικό γονίδιο καρκίνου. Τα παιδιά γονέων με σύνδρομο Li-Fraumeni έχουν μία στις δύο πιθανότητες να κληρονομήσουν το γονίδιο, ενώ οι καρκίνοι που προκαλούνται από το σύνδρομο Li-Fraumeni μπορούν να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία.
Οι εξελίξεις στην γενετική δίνουν την δυνατότητα σήμερα στους γονείς να λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις για τα παιδιά τους όταν αυτά βρίσκονται σε μικρότερες ηλικίες, για μια σειρά διαφορετικών κληρονομικών καρκινικών συνδρόμων.
Στην Αυστραλία, για παράδειγμα, το πρόγραμμα ZERO Childhood Cancer προσφέρει τώρα γενετικό έλεγχο για όλα τα παιδιά που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο ως μέρος του προγράμματος ιατρικής ακριβείας. Αυτές οι μελέτες έχουν δείξει ότι τα κληρονομήσιμα καρκινικά σύνδρομα, όπως το σύνδρομο Li-Fraumeni είναι πολύ πιο συχνά από ό,τι είχε προβλεφθεί. Περίπου 2 στα 10 παιδιά που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο πιστεύεται τώρα ότι φέρουν ένα κληρονομικό γονίδιο καρκίνου. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι δεν συμφωνούν όλοι οι γονείς με τον γενετικό έλεγχο.
Η ομάδα του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης διεξήγε μια συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε στο Genetics in Medicine η οποία εστιάζει στις οπτικές των νεαρών ασθενών και των γονιών τους για το θέμα. Η ανασκόπησή σε 24 μελέτες έδειξε ότι οι περισσότερες οικογένειες συμφωνούν με τον γενετικό έλεγχο, ελπίζοντας ότι θα ωφελήσει τους ίδιους, τα παιδιά τους και τους άλλους στο μέλλον.
Υπάρχει όμως και μια ομάδα γονιών που αρνούνται να προχωρήσουν σε γενετικό έλεγχο επικαλούμενοι ανησυχίες σχετικά με το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων, τις ασφαλιστικές επιπτώσεις και την αντιμετώπιση της γνώσης ενός κληρονομικού κινδύνου ασθένειας. Πολλοί γονείς φοβούνται επίσης την ενοχή που θα αισθανθούν αν ανακαλύψουν ότι μετέδωσαν ένα γονίδιο που προκαλεί καρκίνο στο παιδί τους αλλά και τον φόβο για την υπόλοιπη οικογένεια.
Αλλά δεν είναι όλα άσχημα. Πολλές οικογένειες στην ανασκόπηση ανέφεραν πως ένιωσαν ανακουφισμένες από τα γενετικά τους αποτελέσματα, είτε γιατί έλαβαν την διαβεβαίωση ότι δεν είχαν μεταδώσει κάποιο γονίδιο που προκαλεί καρκίνο, είτε γιατί είχαν τελικά μια εξήγηση για τον καρκίνο του παιδιού τους. Ο γενετικός έλεγχος επέτρεψε επίσης στις οικογένειες να λάβουν προληπτικά μέτρα για την διαχείριση της υγείας τους μελλοντικά, ωφελώντας όχι μόνο το παιδί αλλά και ολόκληρη την οικογένεια.
Χρειάζεται γενετική συμβουλή
«Καλό είναι όταν υπάρχει κάποιο περιστατικό καρκίνου στην παιδική ή την μέση ηλικία οι συγγενείς να αναζητούν συμβουλή από έναν Γενετιστή», αναφέρει ο καθηγητής Γιαπιτζάκης και συνεχίζει: «Ο Γενετιστής θα καταγράψει το οικογενειακό δένδρο και θα συμβουλέψει όσους έχουν πιθανώς κληρονομήσει αντίστοιχη προδιάθεση για καρκίνο. Σημαντικά βήματα είναι ο έλεγχος μελών της οικογένειας που μπορεί επίσης να διατρέχουν κίνδυνο, η διενέργεια εξετάσεων προσυμπτωματικού ελέγχου καρκίνου και η εξέταση αναπαραγωγικών επιλογών για την πρόληψη της μετάδοσης επικίνδυνων γονιδίων για καρκίνο στις μελλοντικές γενιές. Ο τακτικός έλεγχος καρκίνου σε άτομα με κληρονομικά καρκινικά σύνδρομα μπορεί ιδανικά να εντοπίσει τυχόν νέους καρκίνους σε πρώιμο και πιο θεραπεύσιμο στάδιο».
Τα πρώτα στοιχεία υποδηλώνουν ότι τα κλινικά οφέλη του τακτικού προσυμπτωματικού ελέγχου καρκίνου για ενήλικες με σύνδρομο Li-Fraumeni και για άλλες παρόμοιες καταστάσεις υπερτερούν των πιθανών επιβαρύνσεων. Ωστόσο, στα παιδιά, όπου τα ψυχολογικά και κοινωνικά βάρη μπορεί να είναι πιο έντονα, χρειάζεται περισσότερη έρευνα.
Υπάρχει όμως και ένα άλλο προληπτικό μέτρο, η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση. Αυτή η εξέταση διαλογής που χρησιμοποιείται κατά την διάρκεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης μπορεί να ελέγξει εάν τα έμβρυα φέρουν ένα συγκεκριμένο γονίδιο.
Γενικότερα η πολυπλοκότητα του συνδρόμου απαιτεί από τους επαγγελματίες υγείας να προχωρήσουν πέρα από μια προσέγγιση που ταιριάζει σε όλους σε μια tailor made επιλογή που να καλύπτει τις μοναδικές ανάγκες κάθε οικογένειας.
Η Αυστραλή γυναίκα με το βαρύ οικογενειακό ιστορικό καρκίνου που περιγράφεται στον ιστότοπο του πανεπιστημίου της Μελβούρνης και που αναφέρθηκε στην αρχή του άρθρου δυστυχώς διαγνώστηκε πρόσφατα με καρκίνο του πνεύμονα, τον οποίο θεωρεί ένα καταστροφικό πλήγμα για αυτήν και την οικογένειά της.
Ωστόσο μοιράστηκε την ιστορία της με το κοινό ελπίζοντας πως θα παροτρύνει τις οικογένειες να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν τους γενετικούς κινδύνους που πιθανώς διατρέχουν, να λάβουν προληπτικά μέτρα για την προστασία της υγείας τους, αλλά και να εξετάσουν αναπαραγωγικές επιλογές για την προστασία των μελλοντικών γενεών.
Πηγή: dnews.gr
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Ηλεκτρικά αμάξια: Γιατί "έμειναν" στην Αράχωβα προκαλώντας κομφούζιο
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
Είσαι άνεργος στο κέντρο της Αθήνας; ΠΑΡΕ ΤΩΡΑ έκτακτο επίδομα 1000 ευρώ
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση