Η Δημοκρατική Πανεπιστημονική Κίνηση ΑΕΙ καταγγέλλει την πολιτική απαξίωσης της επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα, φέρνοντας στο προσκήνιο την καθυστέρηση στην αξιολόγηση και υλοποίηση χρηματοδοτικών προγραμμάτων όπως τα «Εμπιστοσύνη στα Αστέρια μας» και «Συμπράξεις Ερευνητικής Αριστείας», τα οποία εντάσσονται στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η ΔΗΠΑΚ-ΑΕΙ θεωρεί πως η κατάσταση αυτή δεν είναι τυχαία, αλλά αποτελεί στρατηγική υποχρηματοδότησης και προώθησης της εμπορευματοποίησης της έρευνας, ενταγμένη στη συνολική στρατηγική της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων για σύνδεση της επιστήμης με τα συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα και, πλέον, με την πολεμική οικονομία.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
Όταν πριν ένα χρόνο περίπου η κυβέρνηση της ΝΔ λάνσαρε με τυμπανοκρουσίες τα νέα προγράμματα χρηματοδότησης της έρευνας στην Ελλάδα μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ - Ελλάδα 2.0), χιλιάδες ερευνητές, κυρίως νέοι, αφιέρωσαν πολύ χρόνο και κόπο για να υποβάλλουν προτάσεις στα προγράμματα «Εμπιστοσύνη στα Αστέρια μας – Trust your Stars» και «Συμπράξεις Ερευνητικής Αριστείας».
Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, και 9 μήνες μέχρι τη λήξη του Ελλάδα 2.0, δεν έχουν βγει ακόμα τα αποτελέσματα για τα «Αστέρια» ενώ τα αποτελέσματα για τις «Συμπράξεις» οριστικοποιήθηκαν πριν λίγες μέρες εν μέσω διαμαρτυριών και καταγγελιών για την απαράδεκτη διαδικασία αξιολόγησης.
Είναι δικαιολογημένη η αγανάκτηση και η ανησυχία των χιλιάδων ερευνητών που έρχονται ακόμα μια φορά αντιμέτωποι με την εχθρική πολιτική των κυβερνήσεων και την απαξίωση των προσπαθειών τους, την ίδια στιγμή που περισσεύουν οι υποκριτικές κορώνες για την ανάσχεση του brain drain και τη φροντίδα για τους νέους.
Οι ερευνητές σε Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα είναι υποχρεωμένοι να αναζητούν εθνική χρηματοδότηση για το έργο τους μέσα από σποραδικές προσκλήσεις για υποβολή προτάσεων που δεν τους επιτρέπουν να προγραμματίσουν την εργασία τους ή να οργανώσουν τη λειτουργία του εργαστηρίου τους. Όταν επιτέλους εκδοθούν οι προσκλήσεις, μετά από μεγάλα διαστήματα «ξηρασίας», υποβάλλονται εκατοντάδες προτάσεις ενώ η αξιολόγησή τους διαρκεί πολλούς μήνες, ίσως και χρόνο (όπως έχει γίνει με τα «Αστέρια» και τις «Συμπράξεις»), με αποτέλεσμα ακόμα και για το οικτρά μικρό ποσοστό των προτάσεων που θα επιτύχουν χρηματοδότηση, να έχουν επέλθει μεταβολές στη σύνθεση των ερευνητικών ομάδων αλλά και στο ίδιο το επιστημονικό αντικείμενο…
Αυτή η απαράδεκτη κατάσταση δεν ήρθε από το πουθενά. Χρειάστηκαν δεκαετίες «εκπαίδευσης» του ερευνητικού δυναμικού στην αναζήτηση «ανταγωνιστικής» χρηματοδότησης της έρευνας μέσα από «ευρωπαϊκά», «εθνικά» κι «ιδιωτικά» έργα με ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση της δημόσιας χρηματοδότησης.
Αυτό το μοντέλο χρηματοδότησης έχει απογειώσει την ευελιξία και την εκμετάλλευση των νέων – κυρίως – ερευνητών προκειμένου να «βρεθούν χρήματα» και να βγουν τα «παραδοτέα». Έχει οδηγήσει σε πολλές χαμένες εργατοώρες και χείριστες συνθήκες εργασίας για μόνιμους και συμβασιούχους, σε ανισόμετρη ανάπτυξη μεταξύ ερευνητικών εργαστηρίων, σε απαξίωση των υποδομών και απώλεια τεχνογνωσίας ενώ ταυτόχρονα έχει αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι του στον προσδιορισμό ερευνητικών ερωτημάτων με κριτήριο την ευκολία χρηματοδότησης, την προσαρμογή στα μεταβαλλόμενα χρηματοδοτικά «σχήματα», κι όχι την εξέλιξη της επιστήμης ή τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Η βαριά υποχρηματοδότηση της έρευνας υπήρξε στρατηγική κι όχι απλώς μνημονιακή επιλογή για όλες τις κυβερνήσεις – στο όνομα πάντα της εξοικονόμησης δημόσιων πόρων, ή της ανακατεύθυνσης τους προς τις επιχειρήσεις, υποχρεωτικούς κατά κανόνα εταίρους στα ερευνητικά έργα.
Παρά τις ιδιομορφίες που έχει η εφαρμογή αυτών των πολιτικών στη χώρα μας, είναι σε συμφωνία με τη στρατηγική της ΕΕ για τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας και τη διαχρονική της εξέλιξή: από τη στροφή στην «οικονομία της γνώσης» και την καινοτομία με την έννοια της εμπορευματοποίησης των ερευνητικών αποτελεσμάτων (Στρατηγική Λισαβώνας – 2000), μέχρι την «πολεμική καινοτομία» σήμερα (εκθέσεις Letta, Draghi & Niinisto, Λευκή Βίβλος) προκειμένου να στηριχθεί η μετάβαση στην πολεμική οικονομία και η υπεράσπιση των συμφερόντων των ευρωπαϊκών μονοπωλίων έναντι των ανταγωνιστών τους – δυτικών κι ανατολικών – ακόμα και με πόλεμο.
Όσες και όσοι εξεγείρονται με την κοροϊδία των προγραμμάτων του ΤΑΑ πρέπει να θέσουν στο στόχαστρο τον πραγματικό ένοχο: το ίδιο το πλαίσιο ανάπτυξης της έρευνας. Είναι εξοργιστική αλλά κι ιδιαίτερα διαφωτιστική η απάντηση της Υπουργού Παιδείας στην ανακοίνωση – διαμαρτυρία της ΠΟΣΔΕΠ για τον τρόπο αξιολόγησης στις «Συμπράξεις», σύμφωνα με την οποία, ο τρόπος αξιολόγησης αναγραφόταν στην πρόκληση, και κανείς δεν πρόβαλε ενστάσεις όταν αυτή δημοσιεύτηκε…
Το κύριο πρόβλημα λοιπόν είναι το ίδιο το θεσμικό/οικονομικό πλαίσιο – κι όχι ορισμένες πλευρές της εφαρμογής ή της διαχείρισής του.
Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο. Η αντιπαράθεση στη βάση διαχειριστικών λογικών, οι «γκρίνιες» για τη μοιρασιά, όσο και αν έχουν βάση, αποτελούν ένα βολικό πεδίο αντιπαράθεσης για την κυβέρνηση και τις πολιτικές της. Αποτελούν βολικό άλλοθι των διοικήσεων των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων για τη στροφή σε ιδιωτικούς πόρους χρηματοδότησης, για την πλήρη εμπορευματοποίηση της έρευνας.
Αν δεν οργανώσουμε την αντίστασή μας, αν δε συγκρουστούμε με αυτές τις πολιτικές, αν δεν ανατρέψουμε τους συσχετισμούς στους συλλόγους μας και τα σωματεία μας, η κατάσταση μόνο θα χειροτερεύει.
Σε επίπεδο ΕΕ, δρομολογούνται πλέον τεράστια ποσά προς την πολεμική οικονομία, 800 δις Ε είναι η πιο πρόσφατη πρόβλεψη. Ποσά που αφαιρούνται από άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, από άλλες προτεραιότητες (πχ μισθούς, συντάξεις, υγεία, παιδεία, πρόνοια) – καθ’ υπόδειξη του ΓΓ του ΝΑΤΟ.
Δημιουργούνται νέα χρηματοδοτικά εργαλεία (όπως το EDF, το ReArm Europe), νέα «οικοσυστήματα καινοτομίας» (όπως το εγχώριο ΕΛΚΑΚ) με έμφαση στα συστήματα διττής χρήσης – που αγκαλιάζουν ένα μεγάλο εύρος ερευνητικών αντικειμένων και υποτάσσουν το μεγαλύτερο μέρος της ερευνητικής δραστηριότητας σε πολεμικές προδιαγραφές, ενώ ταυτόχρονα «απεντάσσουν» άλλα αντικείμενα και τα καταδικάζουν σε μαρασμό.
Όσοι υπηρετούμε την επιστήμη, και την κοινωνική πρόοδο, δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες. Η έρευνα για το ΝΑΤΟ δεν έχει σχέση με την άμυνα της χώρας μας. Η πολεμική καινοτομία αφορά στην ανάπτυξη πολεμικών συστημάτων με εξαγωγικό προσανατολισμό και ΝΑΤΟϊκές προδιαγραφές, για να πειστούν να βάλουν τα λεφτά τους οι ιδιώτες, να έχουν να προσδοκούν κέρδη από πωλήσεις.
Αλλά, τα όπλα δε φτιάχνονται για να μπουν στο ράφι. Οφείλουμε να ενημερώνουμε τη νεολαία μας: η άμεση ή έμμεση εμπλοκή της χώρας μας στα θέατρα του πολέμου, η συμμετοχή σε εγκλήματα, όπως η γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού και το πλιάτσικο στην Ουκρανία, ντροπιάζει τον λαό μας και τον εκθέτει σε σοβαρούς κινδύνους.
Σε μια εποχή που η επιστήμη κι η έρευνα έχει όλο και μεγαλύτερη συμβολή ως δύναμη παραγωγής, απαιτείται μια άλλη δομή της οικονομίας – κοινωνίας για ισόμετρη ανάπτυξη της έρευνας με κριτήριο τις κοινωνικές ανάγκες, σήμερα και στο μέλλον.
Καλούμε τα μέλη ΔΕΠ, τις ερευνήτριες και τους ερευνητές να οργανωθούν στα σωματεία τους.
Να μη συμβιβαστούν με τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι που οι ίδιοι στρώνουν με την εργασία τους.
Να διεκδικήσουν αυξημένη και σταθερή, δημόσια χρηματοδότηση, με κριτήριο την ανάπτυξη και εξέλιξη των επιστημών με βάση τις ανάγκες της κοινωνίας κι όχι την κερδοφορία των ομίλων.
Να συγκρουστούν με τη λογική του «πάμε κι όπου βγει» και στην έρευνα. Να απαιτήσουν άμεση ολοκλήρωση και πλήρη χρηματοδότηση των προκηρύξεων που είναι σε εκκρεμότητα.
Να αγωνιστούν ενάντια στην εργαλειοποίηση των γνώσεων τους για σκοπούς που είναι εχθρικοί προς τον λαό μας ή προς άλλους λαούς, ενάντια στον ανορθολογισμό.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
2ος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ τον Ιούνιο: Ανακοινώθηκε ΕΠΙΣΗΜΑ η ύλη!
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 16/04
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ